Βασίλειο της Γιουγκοσλαβίας: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Γραμμή 229:
===1935–1941===
[[File:Yugoslavia-Stamp-1939-King Peter II.jpg|thumb|upright|Γιουγκοσλαβικό γραμματόσημο του 1939 με το Βασιλιά [[Πέτρος Β΄ της Γιουγκοσλαβίας|Πέτρο Β΄]].]]
Επισήμως τα τελευταία λόγια του Βασιλιά Aλέξανδρου ήταν "Σώστε τη Γιουγκοσλαβία και τη φιλία με τη Γαλλία". Οι διάδοχοί του γνώριζαν πολύ καλά την ανάγκη να προσπαθήσουν και να κάνουν το πρώτο, αλλά το δεύτερο, η διατήρηση στενών δεσμών με τη Γαλλία, ήταν όλο και πιο δύσκολο. Υπήρχαν πολλοί λόγοι για αυτό. Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1930 η Γαλλία, διχασμένη εσωτερικά, ήταν όλο και λιγότερο σε θέση να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην Ανατολική Ευρώπη και να υποστηρίξει τους συμμάχους της, πολλοί από τους οποίους είχαν πληγεί πολύ από την οικονομική κρίση της περιόδου αυτής. Αντίθετα η Γερμανία ήταν όλο και πιο πρόθυμη να συνάψει συμφωνίες ανταλλαγής με τις χώρες της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Στην πορεία οι χώρες αυτές θεώρησαν ότι ήταν εναντίον των συμφερόντων τους να ακολουθούν στενά τη Γαλλία. Ένα επιπλέον κίνητρο για τη βελτίωση των σχέσεων με την Ιταλία και τη Γερμανία ήταν το γεγονός ότι η Ιταλία υποστήριζε το κίνημα των Ουστάσι. Καθώς ο Μάτσεκ επεδίωκε η Ιταλία να στηρίξει την απόσχιση της Κροατίας από τη Γιουγκοσλαβία, ο Πρώτος Αντιβασιλέας Πρίγκιπας Παύλος έκρινε ότι οι στενότερες σχέσεις με την Ιταλία ήταν αναπόφευκτες. Σε μια προσπάθεια να στερήσει το Κροατικό Αγροτικό Κόμμα από πιθανή Ιταλική υποστήριξη, υπέγραψε μια συνθήκη φιλίας μεταξύ των δύο χωρών το 1937. Αυτό πράγματι περιόρισε κάπως την απειλή των Ουστάσι, καθώς ο Μουσολίνι φυλάκισε μερικούς από τους ηγέτες τους και απέσυρε προσωρινά την οικονομική υποστήριξη. Το 1938, η Γερμανία, με την προσάρτηση της Αυστρίας, απέκτησε σύνορα με τη Γιουγκοσλαβία. Η ασθενική αντίδραση της Γαλλίας και της Βρετανίας, αργότερα το ίδιο έτος, κατά τη διάρκεια της [[Σουδητία|Κρίσης της Σουδητίας]] έπεισε το Βελιγράδι ότι ένας ευρωπαϊκός πόλεμος ήταν αναπόφευκτος και ότι δεν θα ήταν συνετό να στηρίξει τη Γαλλία και τη Βρετανία. Αντίθετα η Γιουγκοσλαβία προσπάθησε να μείνει σε απόσταση, αυτό παρά τις προσωπικές συμπάθειες του Παύλου για τη Βρετανία και την πάγια προτίμηση της Σερβίας για τη Γαλλία. Εν τω μεταξύ η Γερμανία και η Ιταλία προσπάθησαν να εκμεταλλευτούν τα εσωτερικά προβλήματα της Γιουγκοσλαβίας, το ίδιο και Μάτσεκ. Στο τέλος η αντιβασιλεία συμφώνησε στην ίδρυση της ''Μπανοβίνας της Κροατίας'' τον Αύγουστο του 1939. Αυτό δεν έθεσε τέλος στις πιέσεις από τη Γερμανία και την Ιταλία, ενώ η στρατηγική θέση της Γιουγκοσλαβίας επιδεινώθηκε από εκείνη την ημέρα. Εξαρτιόταν όλο και περισσότερο από τη Γερμανική αγορά (περίπου το 90% των εξαγωγών της πήγαινε στη Γερμανία), ενώ το Απρίλιο του 1939 η Ιταλία εισέβαλε και προσάρτησε την Αλβανία και τον Οκτώβριο του 1940 επιτέθηκε στην Ελλάδα. Τότε πια η Γαλλία είχε ήδη εξαλειφθεί από τη σκηνή, αφήνοντας τη Βρετανία ως μόνο πιθανό σύμμαχο της Γιουγκοσλαβίας - δεδομένου ότι το Βελιγράδι δεν είχε αναγνωρίσει τη Σοβιετική Ένωση. Το Λονδίνο, ωστόσο, ήθελε να εμπλέξει τη Γιουγκοσλαβία στον πόλεμο, πράγμα που εκείνη απέρριπτε.
 
Από τα τέλη του 1940 ο Χίτλερ ήθελε το Βελιγράδι να επιλέξει κατηγορηματικά στρατόπεδο. Η πίεση εντάθηκε, με αποκορύφωμα την υπογραφή του [[Τριμερές Σύμφωνο του Άξονα|Τριμερούς Συμφώνου]] στις 25 Μαρτίου 1941. Δύο ημέρες αργότερα ο Πρίγκιπας Παύλος εκθρονίστηκε με πραξικόπημα και ο ανιψιός του Πέτρος Β΄ κηρύχθηκε ενήλικος, αλλά η νέα κυβέρνηση, με επικεφαλής το Στρατηγό Σίμοβιτς, διαβεβαίωσε τη Γερμανία ότι θα τηρούσε το Σύμφωνο. Ο Χίτλερ, ωστόσο, διέταξε την εισβολή στη Γιουγκοσλαβία. Στις 6 Απριλίου 1941 βομβαρδίστηκε το Βελιγράδι, στις 10 Απριλίου ανακηρύχθηκε το [[Ανεξάρτητο Κράτος της Κροατίας]] και στις 17 Απριλίου ο ασθενής Γιουγκοσλαβικός στρατός συνθηκολόγησε.
 
==Διοικητική διαίρεση του Βασιλείου==