Ρωσοτουρκικός Πόλεμος (1877-1878): Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Γραμμή 129:
[[File:GhaziOsmanPasha.jpg|thumb|left|[[Οσμάν Νουρί Πασάς|Γκαζή Οσμάν Πασάς]]]]
[[File:Nikopol dmitriev.jpg|thumb|left|Η συνθηκολόγηση των Οθωμανών στη Νικόπολη το 1877 ήταν σημαντική, γιατί ήταν το σημείο μιας σημαντικής Οθωμανικής νίκης το 1396, που σημαδεψε την επέκταση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στα Βαλκάνια]]
Η Ρωσία δεν είχε περισσότερα στρατεύματα να ρίξει κατά της Πλέβνας, έτσι οι Ρώσοι την πολιόρκησαν και στη συνέχεια ζήτησαν από τους Ρουμάνους να παράσχουν επιπλέον στρατεύματα. Στις 9 Αυγούστου ο Σουλεϊμάν Πασάς έκανε μια προσπάθεια να βοηθήσει τον Οσμάν Πασά με 30.000 στρατιώτες, αλλά ανακόπηκε από τους Βουλγάρους στη [[Πέρασμα της Σίπκα|Μάχη στο Πέρασμα της Σίπκα]]. Μετά από τριήμερη μάχη οι εθελοντές ανακουφίστηκαν από μια ρωσική δύναμη με επικεφαλής το Στρατηγό Ράντετσκι και οι τουρκικές δυνάμεις αποσύρθηκαν. Λίγο αργότερα ρουμανικές δυνάμεις διέσχισαν το Δούναβη και προσχώρησαν στην πολιορκία. Στις 16 Αυγούστου, στο Γκόρνι-Στούντεν, τα στρατεύματα γύρω από την Πλέβνα τέθηκαν υπό τη διοίκηση του Ρουμάνου Πρίγκιπα [[Κάρολος Α΄ της Ρουμανίας|Καρόλου]] με τη βοήθεια του Ρώσου στρατηγού Πάβελ Ντμίτριεβιτς Ζότοβ και του Ρουμάνου στρατηγού Pavel Dmitrievich Zotov και της ρουμανικής γενικής Aλεξάντρου Τσερνάτ.
[[File:Zahvat grivickogo reduta.jpg|thumb|right|Κατάληψη του οχυρώματος Γκρίβιτσα από τους Ρώσους - λίγες ώρες αργότερα το οχύρωμα καταλήφθηκε εκ νέου από τους Οθωμανούς και έπεσε στα χέρια των Ρουμάνων στις 30 Αυγούστου 1877 με τη γνωστή ως "Τρίτη μάχη της Γκρίβιτσα".]]
Οι Τούρκοι διατηρούσαν αρκετά φρούρια γύρω από το Πλέβεν που οι ρωσικές και ρουμανικές δυνάμεις τα ελλάττωναν σταδιακά. Η 4η Ρουμανική Μεραρχία με επικεφαλής το Στρατηγό Γκεόργκε Μάνου κατέλαβε το οχύρωμα Γκρίβιτσα μετά από τέσσερις αιματηρές επιθέσεις και κατάφερε να το κρατήσει μέχρι το τέλος της πολιορκίας. Η πολιορκία της Πλέβνας (Ιούλιος-Δεκέμβριος 1877) απέβη νικηφόρος μόνο όταν οι ρωσικές και ρουμανικές δυνάμεις απέκοψαν όλες τις γραμμές εφοδιασμού των οχυρωμένων Οθωμανών. Με τις προμήθειες να εξαντλούνται, ο Οσμάν Πασάς έκανε μια προσπάθεια να διασσπάσει τη ρωσική πολιορκία προς την κατεύθυνση του Οπανετς. Στις 9 Δεκεμβρίου τα μεσάνυχτα οι Οθωμανοί έριξαν γέφυρες πάνω από τον Ποταμό Βιτ και τον πέρασαν, επιτέθηκαν σε ένα μέτωπο 3,2 χιλιομέτρων και διέσπασαν την πρώτη γραμμή των ρωσικών χαρακωμάτων. Εδώ πολέμησαν σώμα με σώμα και με τις ξιφολόγχες, χωρίς ουσιαστικό νικητή. Υπερτερώντας αριθμητικά των Οθωμανών σχεδόν 5 προς 1, οι Ρώσοι έδιωξαν τους Οθωμανούς πέρα από το Βιτ. Ο Οσμάν Πασάς τραυματίστηκε στο πόδι από αδέσποτη σφαίρα, που σκότωσε το άλογό του. Κάνοντας μια σύντομη στάση, οι Οθωμανοί γύρισαν τελικά πάλι μέσα στην πόλη, χάνοντας 5.000 άνδρες έναντι 2.000 των Ρώσων. Την επόμενη μέρα ο Οσμάν παρέδωσε την πόλη, τη φρουρά και το σπαθί του στο Ρουμάνο συνταγματάρχη Μιχαήλ Τσέρκεζ. Υπέστη τιμητική μεταχείριση αλλά τα στρατεύματά του χάθηκαν στα χιόνια κατά χιλιάδες, καθώς προσπαθούσαν να αποφύγουν την αιχμαλωσία. Οι σοβαρότερα τραυματίες έμειναν παρέμειναν στα νοσοκομεία του στρατοπέδου τους, για να δολοφονηθούν τελικά από τους Βουλγάρους.
 
Σε αυτό το σημείο η Σερβία, έχοντας τελικά εξασφαλίσει οικονομική βοήθεια από τη Ρωσία, κήρυξε τον πόλεμο στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και πάλι. Αυτή τη φορά υπήρχαν πολύ λιγότεροι Ρώσοι αξιωματικοί στο Σερβικό στρατό, αλλά αυτό αντισταθμιζόταν με το παραπάνω από την εμπειρία που είχε αποκτηθεί από τον πόλεμο του 1876-1877. Υπό την τυπική διοίκηση του [[Μίλαν Γ΄ Ομπρένοβιτς|πρίγκιπα Μίλαν Ομπρένοβιτς]] (η πραγματική διοίκηση ήταν στα χέρια του στρατηγού [[Κόστα Πρότιτς]], αρχηγού του γενικού επιτελείου), ο Σερβικός Στρατός συνέχισε την επίθεση στη σημερινή νοτιοανατολική Σερβία. Μια προγραμματισμένη επίθεση στο Οθωμανικό [[Σαντζάκι του Νόβι Παζάρ]] ματαιώθηκε λόγω της ισχυρής διπλωματικής πίεσης από την [[Αυστροουγγαρία]], που ήθελε να εμποδίσει τη Σερβία και το Μαυροβούνιο να έρθουν σε επαφή, και είχε σχέδια να επεκτείνει την επιρροή της στην περιοχή. Οι Οθωμανοί, υπολειπόμενοι αριθμητικά σε αντίθεση με δύο χρόνια πριν, ως επί το πλείστον αυτοπεριορίσθηκαν στην παθητική άμυνα των οχυρών. Μέχρι το τέλος των εχθροπραξιών οι Σέρβοι είχαν καταλάβει την Ακ-Παλάνκα (σήμερα Μπέλα Παλάνκα), το [[Πίροτ]], τη [[Νις (Σερβία)|Νις]] και το [[Βράνιε]].
[[File:Battle at river Skit 1877.jpg|thumb|Μάχη στη γέφυρα Σκιτ, Noέμβριος 1877]]
Οι Ρώσοι υπό το Στρατάρχη Ιωσήφ Βλαντιμίροβιτς Γκούρκο κατόρθωσαν να καταλάβουν τα περάσματα στον [[Αίμος|Αίμο]], που ήταν ζωτικής σημασίας για ελιγμούς. Στη συνέχεια οι δύο πλευρές έδωσαν σειρά από μάχες για το [[Πέρασμα της Σίπκα]]. Ο Γκούρκο έκανε αρκετές επιθέσεις στο [[Πέρασμα της Σίπκα|Πέρασμα]] και τελικά το εξασφάλισε. Τα Οθωμανικά στρατεύματα κατέβαλαν προσπάθεια για να ανακτήσουν αυτό το σημαντικό πέρασμα, για να το χρησιμοποιήσουν για να ενισχύσουν τον Οσμάν Πασά στο Πλέβεν, αλλά απέτυχαν. Τελικά ο Γκούρκο ηγήθηκε μιας τελικής επίθεσης, που συνέτριψε τους Οθωμανούς γύρω από το Πέρασμα της Σίπκα. Η Οθωμανική επίθεση κατά του Περάσματος της Σίπκα θεωρείται ένα από τα σημαντικότερα λάθη του πολέμου, καθώς και άλλα περάσματα ήταν σχεδόν αφύλακτα. Στο μεταξύ τεράστιος αριθμός Οθωμανικών στρατευμάτων παρέμενε στα οχυρά κατά μήκος της ακτής της Μαύρης Θάλασσας και ασχολείτο με ελάχιστες επιχειρήσεις.
 
Ένας ρωσικός στρατός διέσχισε τον Αίμο από ένα ψηλό χιονισμένο πέρασμα το χειμώνα, καθοδηγούμενος και βοηθούμενος από ντόπιους Βούλγαρους, πράγμα που δεν ανέμενε ο Οθωμανικός στρατός, νίκησε τους Τούρκους στη Μάχη του Tάσκεσεν και κατέλαβε τη Σόφια. Ο δρόμος ήταν πλέον ανοιχτός για μια γρήγορη προέλαση μέσω της [[Φιλιππούπολη]]ς και της [[Αδριανούπολη]]ς προς την [[Κωνσταντινούπολη]].
 
Εκτός από το Ρουμανικό Στρατό (που κινητοποίησε 130.000 άνδρες, χάνοντας στον πόλεμο 10.000 από αυτούς), ένα ισχυρό [[Φινλανδία|Φινλανδικό]] σώμα και πάνω από 12.000 εθελοντικά Βουλγαρικά στρατεύματα (''опълченци'', Οπάλτσεντσι) από τον ντόπιο Βουλγαρικό πληθυσμό, καθώς και πολλά αποσπάσματα ''χαϊντούκ'' (ανταρτών) πολέμησαν στον πόλεμο στο πλευρό των Ρώσων. Για ναα εκφράσει την ευγνωμοσύνη του προς το Φινλανδικό τάγμα, ο Τσάρος αναβάθμισε το τάγμα κατά την επιστροφή του στην πατρίδα με το όνομα ''Τάγμα της Παλιάς (Αυτοκρατορικής) Φρουράς''.
 
== Παραπομπές ==