Μαρία Α΄ της Αγγλίας: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Ignoto (συζήτηση | συνεισφορές)
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Ignoto (συζήτηση | συνεισφορές)
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 65:
Ακολούθως ο Πάπας διόρισε τον Καρδινάλιο [[Ρέτζιναλντ Πόουλ]] παπικό λεγάτο στην Αγγλία. Ο Πόουλ ήταν μακρινός συγγενής της Μαρίας, γιος της παιδαγωγού της Μάργκαρετ Πόουλ, που την εκτέλεσε ως Καθολική ο Ερρίκος Η΄. Ο Πόουλ ήρθε στην Αγγλία και έγινε αρχιεπίσκοπος του Καντέρμπερι.
 
==Εξωτερική πολιτική==
Κατά την βασιλεία της Μαρίας Άγγλοι έποικοι εγκαταστάθηκαν σε δημευμένα κτήματα της κεντρικής Ιρλανδίας.
Τον Ιανουάριο του 1556 ο Κάρολος Ε΄ παραιτήθηκε και ο Φίλιππος έγινε βασιλιάς της Ισπανίας. Επέστρεψε στην Αγγλία τον Ιούλιο του 1557 για να πείσει την Μαρία να συμμετάσχει σέ πόλεμο κατά της Γαλλίας. Η Μαρία ήταν πρόθυμη, οι σύμβουλοί της αντιδρούσαν και τελικά η συμμετοχή αποφασίστηκε. Το αποτέλεσμα ήταν να χάσει η Αγγλία το Καλαί, την μόνη κτήση που της απέμενε στην ηπειρωτική Ευρώπη.
 
==Θάνατος==
Μετά την επίσκεψη του Φιλίππου το 1557 η Μαρία πίστεψε και πάλι πως ήταν έγκυος. Και πάλι όμως διαψεύστηκαν οι ελπίδες της και αναγκάστηκε να δεχτεί το ότι διάδοχός της θα ήταν η Ελισάβετ. Αρρώστησε τον Μάιο του 1558 και πέθανε τον Νοέμβριο. Ο Φίλιππος έγραψε σε μια του επιστολή : "Ένιωσα μια λογική θλίψη για τον θάνατό της".
 
Η Μαρία δεν ήθελε να πραγματοποιήσει θρησκευτικές μεταρρυθμίσεις χωρίς απόφαση του Κοινοβουλίου και ούτως ήταν ανεκτική στον Προτεσταντισμό. Εξαίρεση αποτελούσε όμως η αδελφή της, Ελισάβετ, την οποία ήθελε για πολιτικούς λόγους να προσηλυτίσει στον Καθολικισμό. Όσο η Μαρία ήταν ανύπαντρη και άτεκνη, η Ελισάβετ ήταν διάδοχος του θρόνου και η Μαρία ήθελε να εξασφαλίσει μια Καθολική διαδοχή. Επειδή η Ελισάβετ μόνο αναγκαστικά παρακολουθούσε τη Θεία Ευχαριστία, η Μαρία σκέφτηκε σοβαρά να ονομάσει διάδοχό της την καθολική εξαδέλφή της [[Μάργκαρετ Ντάγκλας]].
 
 
 
Μία από τις μεγαλύτερες δυσκολίες, που η Μαρία έπρεπε να, ήταν το γεγονός ότι υπήρχαν λίγοι κληρικοί που ικανοποιούσαν τις απαιτήσεις της. Επί Εδουάρδου δεν είχε υπάρξει συστηματική εκπαίδευση του κλήρου και πολλοί προτεστάντες κληρικοί ήταν παντρεμένοι. Η Μαρία βρήκε έρεισμα για τις προσπάθειές της στον [[Λόρδος Καγκελάριος|Λόρδο Καγκελάριο]] [[Στίβεν Γκάρντινερ]], τον [[Επισκοπή του Λονδίνου|Επίσκοπο του Λονδίνου]] [[Έντμουντ Μπόνερ]] και λίγο αργότερα από τον ίδιο τον [[Ρέτζιναλντ Πόουλ]] τον οποίο όρισε [[Αρχιεπίσκοπος του Καντέρμπουρι|Αρχιεπίσκοπο του Καντέρμπουρι]] μετά την επιστροφή του. Στις 30 Noεμβρίου 1554 ο Πόουλ έδωσε επίσημα άφεση ως παπικός απεσταλμένος στην Αγγλία και δέχτηκε τη χώρα ξανά στους κόλπους της Εκκλησίας. Με τη βοήθεια της [[Συνόδος του Τρέντο|Συνόδου του Τρέντο]] ήλπιζε ο Πόουλ να μεταρρυθμίσει την εκπαίδευση των κληρικών και να αποκτήσει η Αγγλία ένα καλά εκπαιδευμένο σώμα καθολικών κληρικών. Ωστόσο, αυτές οι μεταρρυθμίσεις απαιτούσαν χρόνο.
 
Και ο Πόουλ και η Μαρία ήταν σίγουροι ότι ο πληθυσμός είχε μόνο σε πολύ μικρό ποσοστό μεταστραφεί στον Προτεσταντισμό. Το 1555 παλινορθώθηκαν οι Νόμοι των Αιρέσεων του 14ου αιώνα. Οι πρώτοι Προτεστάντες καταδικάστηκαν και εκτελέστηκαν στην πυρά λόγω αυτών των νόμων.
<!-- Μερικοί προτεστάντες επίσκοποι, που δεν είχαν διαφύγει στο εξωτερικό, fanden ihr Ende auf dem Scheiterhaufen, allen voran der verheiratete Priester [[John Rogers (Theologe)|John Rogers]], der Bischof von [[Gloucester]] [[John Hooper]], [[Χιου Λάτιμερ]] und [[Nicholas Ridley (Bischof)|Nicholas Ridley]]. Im Jahr 1556 folgte ihnen Erzbischof [[Thomas Cranmer]], dem Maria die Nichtigkeitserklärung zur Ehe ihrer Eltern niemals verziehen hatte. Er war das einzige bekannte Opfer der Verbrennungen, auf dessen Tod Maria ausdrücklich bestand, trotz seines Widerrufs und seiner Anerkennung der päpstlichen Autorität.<ref name="whitelock273" /> Bei allen anderen Verbrennungen legte Maria Wert darauf, dass die Hinrichtungen ohne Rachsucht und dem Gesetz entsprechend vollzogen wurden. Auch bestand sie darauf, dass je ein Mitglied ihres Rates als Zeuge bei Verbrennungen anwesend zu sein hatte und dass während der Hinrichtungen Gottesdienste abgehalten wurden.<ref name="whitelock265" />
[[Datei:Cranmer burning foxe.jpg|links|miniatur|hochkant=1|Verbrennung [[Thomas Cranmer]]s aus [[John Foxe]]s ''Acts and Monuments'']]
Ωστόσο φάνηκε γρήγορα ότι η καύση των ηγετών του δεν θα αρκούσε για την εκρίζωση του Προτεσταντισμού. Η παλινόρθωση του [[Ρωμαιοκαθολική εκκλησία|Καθολικισμού]]fasste schwerer Fuß in den einfachen Gemeinden, als die Königin geglaubt hatte. Auch fehlte es an Geld, um die einzelnen Gemeindekirchen wieder nach katholischen Ansprüchen auszustatten. Viele Gemeinden waren nicht in der Lage, steinerne Altäre, Priestergewänder und kostbare Gefäße anzuschaffen, und weigerten sich, mit Marias Gesandten zu kooperieren.<ref name="marshall98" />-->
 
Οι διώξεις διευρύνθηκαν στο σύνολο του γενικού πληθυσμού. Ειδικά ο Μπόνερ έκανε γρήγορα το όνομά του γνωστό ως διώκτης των αιρετικών, επειδή εξαρχής θέλησε να πληροφορηθεί τα ονόματα εκείνων που δεν πρόσεχαν την ώρα της λειτουργίας, δεν συμμετείχαν σε [[Prozession]] ή δεν τηρούσαν τους διατροφικούς κανόνες της [[νηστεία]]ς. Ενώ οι επίσκοποι αναλάμβαναν την ανάκριση των κατηγορουμένων, οι συλλήψεις και επίσης τελικά οι εκτελέσεις στην πυρά γίνονταν από τις τοπικές κοσμικές αρχές, οι οποίες έκαναν επιμελώς και διακριτά το καθήκον τους. Από τα περίπου 290 θύματα τα 113 κάηκαν στο Λονδίνο. Σε άλλες περιπτώσεις οι κοσμικές αρχές εμφανίζονταν απρόθυμες και κινούνταν μόνο υπό την πίεση του Συμβουλίου του Στέμματος για να διεξάγουν τις καύσεις.
 
 
 
Η Μαρία δεν έδειξε κανένα έλεος, οδηγώντας στην πυρά περίπου 270 άτομα και σκορπώντας τον τρόμο του βασανιστικού αυτού θανάτου σε όλη τη χώρα. Ωστόσο, λόγω των συνεχών εμπρησμών όχι μόνο δεν αποτράπηκε η δραστηριότητα των αιρετικών, αλλά και αυξήθηκε, όπως ήταν φυσικό, το μίσος του λαού εναντίον της, ο οποίος και της απέδωσε το προσωνύμιο «Bloody Mary»<em><strong>, </strong></em>δηλαδή «Η Αιμοσταγής Μαρία». Στις 16 Νοεμβρίου του 1558, μετά από πολλές αποτυχημένες εγκυμοσύνες, η Μαρία, όντας ψυχικά και σωματικά εξουθενωμένη και απογοητευμένη από τη ζωή της, άφησε την τελευταία της πνοή, παραχωρώντας το θρόνο στην [[Ελισάβετ Α΄ της Αγγλίας|Ελισάβετ Α΄]].