Κάρολος Β΄ της Ρουμανίας: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Ετικέτα: μεγάλη προσθήκη
Ετικέτα: μεγάλη προσθήκη
Γραμμή 118:
Το Δεκέμβριο του 1938 το Εθνικό Μέτωπο Αναγέννησης, προσωπικό δημιούργημα του ίδιου του Καρόλου, καθιερώθηκε ως το μοναδικό νόμιμο κόμμα της χώρας. Τον ίδιο μήνα ο Κάρολος διόρισε το Γκριγκόρε Γκαφένκου, παιδικό του φίλο και μέλος της καμαρίλας, ως υπουργό εξωτερικών. Ο Γκαφένκου διορίστηκε υπουργός εξωτερικών εν μέρει λόγω της φιλίας του με το Συνταγματάρχη Γιόζεφ Μπεκ, Πολωνό υπουργό εξωτερικών, καθώς ο Κάρολος επιθυμούσε να ενισχύσει τους δεσμούς του με την Πολωνία. Ο Γκαφένκου έμελλε να αποδειχθεί μάλλον [[Καιροσκοπισμός|οπορτουνιστής]] ως υπουργός εξωτερικών, που πάντα ήθελε να ακολουθεί το δρόμο της ελάχιστης αντίστασης, σε έντονη αντίθεση με τον Αρμαντ Τσελινέσκου, το σκληρό Υπουργό Εσωτερικών (και σύντομα Πρωθυπουργό), που αποδείχθηκε συνεπής αντίπαλος του φασισμού τόσο στη Ρουμανία όσο και στο εξωτερικό και ενθάρρυνε τον Κάρολο να υποστηρίξει τους Συμμάχους. Η εξωτερική πολιτική του Καρόλου το 1939 ήταν να ενισχύσει τις συμμαχίες της Ρουμανίας με την Πολωνία και τη Βαλκανική Αντάντ, να εργασθεί για να αποφύγει τις συγκρούσεις με τους εχθρούς της Ρουμανίας Ουγγαρία και Βουλγαρία και να ενθαρρύνει τη Βρετανία και τη Γαλλία να εμπλακούν στα Βαλκάνια, ενώ προσπαθούσε να αποφύγει να προσβάλει τη Γερμανία. Στις 6 Μαρτίου 1939 πέθανε ο Πατριάρχης Κριστέα και αντικαταστάθηκε ως πρωθυπουργός από τον Τσελινέσκου.
 
Το Φεβρουάριο του 1939 ο Γκαίρινγκ απέστειλε στο Βουκουρέστι τον αναπληρωτή του Χέλμουτ Βόλτατ με εντολή να υπογράψει μια ακόμη γερμανορουμανική οικονομική συνθήκη που θα πρόσφερε στη Γερμανία την πλήρη οικονομική κυριαρχία της Ρουμανίας, ειδικά της πετρελαϊκής της βιομηχανίας. Ο Κάρολος είχε αντισταθεί στα γερμανικά αιτήματα για περισσότερο πετρέλαιο στη συμφωνία του Δεκεμβρίου του 1938 και είχε επιτύχει στις αρχές του 1939 να τοποθετήσει τη Ρουμανία σε κάποιο βαθμό εντός της βρετανικής οικονομικής σφαίρας επιρροής. Για να αντισταθμίσει την αυξανόμενη ισχυρή γερμανική επιρροή στα Βαλκάνια ο Κάρολος επιθυμούσε στενότερους δεσμούς με τη Βρετανία. Ταυτόχρονα, το Τετραετές Σχέδιο του Γκαίρινγκ αντιμετώπιζε σοβαρές δυσκολίες στις αρχές του 1939 και, ειδικότερα, τα σχέδιά του για εργοστάσια συνθετικού πετρελαίου , που να παράγουν πετρέλαιο από άνθρακα είχαν καθυστερήσει πολύ. Ήταν οδυνηρά προφανές στον Γκαίρινγκ τους πρώτους μήνες του 1939 ότι η γερμανική οικονομία δεν θα ήταν έτοιμη να στηρίξει έναν πλήρη πόλεμο μέχρι το 1940, όπως είχε προβλέψει το Τετραετές Σχέδιο του 1936, ενώ παράλληλα οι οικονομικοί του εμπειρογνώμονες του έλεγαν ότι η Γερμανία χρειαζόταν να εισάγει 400.000 τόνους πετρελαίου το μήνα, ενώ η Γερμανία στην πραγματικότητα εισήγε μόνο 61.000 τόνους πετρελαίου το μήνα τους τελευταίους τέσσερις μήνες του 1938. Ως εκ τούτου ο Βόλτατ ζήτησε κατά τη διάρκεια των συνομιλιών του με τον υπουργό Εξωτερικών της Ρουμανίας Γκριγκόρε Γκαφένκου η Ρουμανία να εθνικοποιήσει ολόκληρη την πετρελαϊκή βιομηχανία, που να ελέγχεται εφεξής από μια νέα εταιρεία που να ανήκει από κοινού στη γερμανική και τη ρουμανική κυβέρνηση. Απαίτησε επίσης η Ρουμανία να "σέβεται τα γερμανικά εξαγωγικά συμφέροντα", πωλώντας το πετρέλαιό της μόνο στη Γερμανία, πέρα από μια σειρά άλλων μέτρων που θα είχαν μετατρέψει στην πράξη τη Ρουμανία σε γερμανική οικονομική αποικία. Καθώς ο Κάρολος δεν είχε καμία πρόθεση να ενδώσει σε αυτά τα αιτήματα, οι συνομιλίες στο Βουκουρέστι πήγαν πολύ άσχημα. Τότε ήταν που ο Κάρολος ξεκίνησε τη γνωστή ως "υπόθεση Tιλέα" όταν στις 17 Μαρτίου 1939 ο Βιορέλ Τίλεα, πρέσβης της Ρουμανίας στο Λονδίνο, ξέσπασε απροσδόκητα στο γραφείο του Βρετανού Υπουργού Εξωτερικών Λόρδου Χάλιφαξ σε έξαλλη κατάσταση για να ανακοινώσει ότι η χώρα του αντιμετώπιζε μια επικείμενη γερμανική εισβολή και ζήτησε από το Χάλιφαξ τη βρετανική υποστήριξη. Συγχρόνως ο Κάρολος κινητοποίησε πέντε σώματα πεζικού στα ουγγρικά σύνορα για να προστατεθεί από την υποτιθέμενη εισβολή. Η βρετανική "οικονομική επίθεση" στα Βαλκάνια προκάλεσε πολύ σοβαρό οικονομικό πλήγμα στη Γερμανία, καθώς οι Βρετανοί αγόραζαν ρουμανικό πετρέλαιο που χρειάζονταν οι Γερμανοί, που τα αιτήματά τους για τον έλεγχο της ρουμανικής πετρελαϊκής βιομηχανίας είχε απορρίψει ο Κάρολος. Καθώς οι Βρετανοί πίστεψαν στους ισχυρισμούς του Τιλέα, η "υπόθεση Tιλέα" είχε τεράστιο αντίκτυπο στη βρετανική εξωτερική πολιτική και έκανε την κυβέρνηση του [[Νέβιλ Τσάμπερλεν]] να αλλάξει την πολιτική της από τον κατευνασμό της Γερμανίας σε μια πολιτική «αναχαίτισης» της Γερμανίας. Αν και ο Κάρολος αρνήθηκε, χωρίς να πείθει, ότι γνώριζε τι είχε κάνει ο Τιλέα στο Λονδίνο οι βρετανικές προειδοποιήσεις προς τη Γερμανία για μη εισβολή στη Ρουμανία το Μάρτιο του 1939 έκαναν τους Γερμανούς να χαλαρώσουν τα αιτήματά τους με αποτέλεσμα την υπογραφή της τελευταίας γερμανορουμανικής οικονομικής συνθήκης στις 23 Μαρτίου 1939, που ήταν, σύμφωνα με τα λόγια του Βατ, "πολύ ασαφής".
 
Στο πλαίσιο της νέας τους πολιτικής που αποσκοπούσe στην «αναχαίτιση» της Γερμανίας από το Μάρτιο του 1939 οι Βρετανοί επεδίωξαν τη δημιουργία ενός «μέτωπου ειρήνης» που θα περιλάμβανε τη Βρετανία, τη Γαλλία, την Πολωνία, τη Σοβιετική Ένωση, την Τουρκία, τη Ρουμανία, την Ελλάδα και τη Γιουγκοσλαβία. Από την πλευρά του ο Κάρολος είχε εμμονή με το φόβο στο πρώτο μισό του 1939 ότι η Ουγγαρία σύντομα θα επετίθετο στο βασίλειό του με γερμανική υποστήριξη. Στις 6 Απριλίου 1939 μια σύνοδος του υπουργικού συμβουλίου αποφάσισε ότι η Ρουμανία δεν θα συμμετείχε στο "μέτωπο ειρήνης", αλλά θα επεδίωκε την αγγλογαλλική υποστήριξη για την ανεξαρτησία της. Η σύνοδος αποφάσισε ότι η Ρουμανία θα προσπαθήσει να ενισχύσει τους δεσμούς με άλλα βαλκανικά έθνη, αλλά θα προσπαθήσει να αποτρέψει τις αγγλογαλλικές προσπάθειες να συνδεθεί η ασφάλεια των Βαλκανίων με εκείνη της Πολωνίας. Στις 13 Απριλίου 1939 ο Βρετανός Πρωθυπουργός Νέβιλ Τσάμπερλεν μιλώντας στη [[Βουλή των Κοινοτήτων του Ηνωμένου Βασιλείου|Βουλή των Κοινοτήτων]] και ο Γάλλος Πρωθυπουργός [[Εντουάρ Νταλαντιέ]] μιλώντας στη Βουλή των Αντιπροσώπων ανακοίνωσαν μια κοινή αγγλογαλλική "εγγύηση" για την ανεξαρτησία της Ρουμανίας και της Ελλάδας. Ο Κάρολος δέχτηκε αμέσως την "εγγύηση". Στις 5 Μαΐου 1939 ο Γάλλος Στρατάρχης [[Μαξίμ Βεϊγκάν]] επισκέφθηκε το Βουκουρέστι για να συναντηθεί με τον Κάρολο και τον Πρωθυπουργό του, Αρμαντ Τσελινέσκου,, για να συζητήσει την πιθανή συμμετοχή της Ρουμανίας στο «μέτωπο ειρήνης». Τόσο ο Κάρολος όσο και ο Αρμαντ Τσελινέσκου ήταν θετικοί αλλά επιφυλακτικοί, λέγοντας ότι θα καλωσόριζαν τη Σοβιετική Ένωση να αγωνίζεται ενάντια στη Γερμανία, αλλά ποτέ δεν θα επέτρεπαν στον [[Κόκκινος Στρατός|Κόκκινο Στρατό]] να εισέλθει στη Ρουμανία, ακόμα και αν εισέβαλε η Γερμανία. Ο Κάρολος είπε στο Βεϊγκάν: «Δεν επιθυμώ να αφήσω τη χώρα μου να εμπλακεί σε ένα πόλεμο που θα οδηγήσει, μέσα σε λίγες εβδομάδες, στην καταστροφή του στρατού της και στην κατοχή των εδαφών της ... Δεν θέλουμε να είμαστε το αλεξικέραυνο για την επερχόμενη καταιγίδα». Ο Κάρολος διαμαρτυρήθηκε ότι είχε αρκετό εξοπλισμό μόνο για τα δύο τρίτα του στρατού του, που επίσης δεν είχε τανκς, αντιαεροπρικά όπλα, βαρύ πυροβολικό και αντιαρματικά όπλα, ενώ η αεροπορία του είχε μόνο περίπου 400 απαρχαιωμένα αεροσκάφη γαλλικής κατασκευής, που δεν συγκρίνονταν με τα τελευταία γερμανικά αεροσκάφη. Ο Βεϊγκάν ανέφερε στο Παρίσι ότι ο Κάρολος ήθελε αγγλογαλλική υποστήριξη, αλλά δεν θα πολεμούσε για τους Συμμάχους αν έρθει ο πόλεμος.
 
Παρά την επίσημη αντίθεσή του στην ένταξη στο «μέτωπο ειρήνης», ο Κάρολος αποφάσισε να ενισχύσει τη Βαλκανική Ανταντ και ειδικότερα να ενισχύσει τους δεσμούς της με την Τουρκία. Δεδομένου ότι η Βρετανία και η Γαλλία εργάζονταν για συμμαχία με την Τουρκία, ενώ ταυτόχρονα διεξήγαγαν συνομιλίες με τη Σοβιετική Ένωση, ο Κάρολος συμπέρανε ότι εάν η Ρουμανία ήταν σταθερά σύμμαχος με την Τουρκία, αυτός θα ήταν ένας τρόπος σύνδεσης της Ρουμανίας με το αναδυόμενο «μέτωπο ειρήνης» χωρίς να συμμετέχει στην πράξη. Τον Ιούλιο του 1939 ο Κάρολος άκουσε φήμες ότι η Ουγγαρία, υποστηριζόμενη από τη Γερμανία, προγραμμάτιζε να εισβάλει στη Ρουμανία μετά από μια νέα κρίση στις ρουμανοουγγρικές σχέσεις που προκλήθηκε από καταγγελίες της Βουδαπέστης ότι οι Ρουμάνοι κακομεταχειρίζονταν την ουγγρική μειονότητα στην Τρανσυλβανία. Ο βασιλιάς διέταξε γενική κινητοποίηση του στρατού του ενώ αναχωρούσε μτο βασιλικό γιοτ για την [[Κωνσταντινούπολη]]. Κατά τη διάρκεια του απροσδόκητου ταξιδιού του στην Κωνσταντινούπολη, ο Κάρολος διεξήγαγε συνομιλίες με τον Τούρκο Πρόεδρο [[Ισμέτ Ινονού]] και τον Τούρκο Υπουργό Εξωτερικών [[Σουκρού Σαράτζογλου]], στις οποίες οι Τούρκοι υποσχέθηκαν ότι η Τουρκία θα κινητοποιήσει αμέσως τον στρατό της σε περίπτωση επίθεσης από τη Γερμανία και την Ουγγαρία στη Ρουμανία. Οι Τούρκοι, με τη σειρά τους, πίεζαν την Κάρλο να υπογράψει μια συμμαχία με τη Σοβιετική Ένωση, κάτι που ο Κάρολος είπε πολύ απρόθυμα ότι θα μπορούσε να κάνει εάν οι Τούρκοι μεσολαβούσαν ως μεσάζοντες και αν οι Σοβιετικοί υπόσχονταν να αναγνωρίσουν τα σύνορα με τη Ρουμανία. Η επίδειξη της ρουμανικής αποφασιστικότητας, υποστηριζόμενης από την Τουρκία είχε ως αποτέλεσμα να αναγκάσει τους Ούγγρους να παραιτηθούν από τις απαιτήσεις τους κατά της Ρουμανίας.
 
Τα νέα για το [[Γερμανοσοβιετικό Σύμφωνο μη Επίθεσης|Σύμφωνο Μολότωφ - Ρίμπεντροπ]] τον Αύγουστο του 1939, ένα σύμφωνο μη επίθεσης μεταξύ Γερμανίας και Σοβιετικής Ένωσης, έγινε δεκτή με τρόμο από τον Κάρολο. Τον Αύγουστο του 1939 ο Κάρολος προσπάθησε να στρέψει τις δύο πλευρές τη μία εναντίον της άλλης. Επέτρεψε στον Τσελινέσκου να πει στον Τιερύ ότι οι Ρουμάνοι θα καταστρέψουν τις πετρελαιοπηγές τους εάν εισέβαλαν η Γερμανία και η Ουγγαρία, ενώ παράλληλα ο Γκαφένκου μιλούσε στο Γερμανό Υπουργό Εξωτερικών [[Γιοάχιμ φον Ρίμπεντροπ]] για τη τη σταθερή φιλία του με τη Γερμανία, την αντίθεσή του στο «μέτωπο ειρήνης» και τη επιθυμία του να πουλήσει περισσότερο πετρέλαιο στους Γερμανούς. Μετά την υπογραφή του γερμανοσοβιετικού συμφώνου μη επίθεσης ο Τσελινέσκου συμβούλευσε τον Κάρολο: «Η Γερμανία είναι ο πραγματικός κίνδυνος, μια συμμαχία με αυτή ισοδυναμεί με προτεκτοράτο, μόνο η ήττα της Γερμανίας από τη Γαλλία και τη Βρετανία μπορεί να αποτρέψει τον κίνδυνο». Στις 27 Αυγούστου 1939 ο Γκαφένκου είπε στο Φαμπρίτσιους ότι η Ρουμανία θα δηλώσει ουδετερότητα εάν η Γερμανία εισέβαλε στην Πολωνία και ότι ήθελε να πουλήσει στη Γερμανία περίπου 450.000 τόνους πετρελαίου το μήνα με αντάλλαγμα ενάμισυ εκατομμύριο γερμανικά μάσρκα συν αρκετά σύγχρονα γερμανικά αεροσκάφη δωρεάν. Ο Κάρολος συναντήθηκε με το Γερμανό αεροπορικό ακόλουθο στις 28 Αυγούστου 1939 για να συγχαρεί τους Γερμανούς για τη μεγάλη διπλωματική επιτυχία τους με τη σύναψη του συμφώνου με τη Σοβιετική Ένωση. Εν αγνοία του Καρόλου, το σύμφωνο Μολότωφ - Ρίμπεντροπ περιείχε «μυστικά πρωτόκολλα» που εκχωρούσαν τη ρουμανική περιοχή της Βεσσαραβίας στη Σοβιετική Ένωση. Βραχυπρόθεσμα το γερμανοσοβιετικό σύμφωνο ήταν μια ευλογία για τον Κάρολο, δεδομένου ότι η Γερμανία είχε πλέον πρόσβαση στο σοβιετικό πετρέλαιο, γεγονός που μείωνε την πίεση στη Ρουμανία.
 
Στις 5 Σεπτεμβρίου, 1940, ο Αντονέσκου έγινε πρωθυπουργός, και ο Κάρολος μετέφερε τις περισσότερες δικτατορικές εξουσίες του σε αυτόν.