Αγαθούλης: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

μυθιστόρημα του Γάλλου συγγραφέα Βολταίρου
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Dramaiga52 (συζήτηση | συνεισφορές)
Έχω μεταφράσει τη γερμανική σελίδα. Αν και η ελληνική δεν είναι η γλώσσα μου, σκέφτηκα ότι ήταν κρίμα που δεν υπήρχε ελληνική λίστα για αυτό
(Καμία διαφορά)

Έκδοση από την 00:47, 10 Οκτωβρίου 2017

Αγαθούλης ή Αισιοδοξία (γαλλικά Candide ou l'optimisme) είναι ένα σατιρικό μυθιστόρημα του Γάλλου φιλόσοφου Βολταίρος. Δημοσιεύθηκε ανώνυμο στο 1759. Το 1776 μια γερμανική μετάφραση εμφανίστηκε με τον τίτλο Αγαθούλης, ή Tο καλύτερο όλων των κόσμων. Aυτή η σάτιρα έχει ως στόχο, μεταξύ άλλων, την αισιόδοξη πεποίθηση του Γκότφριντ Βίλχελμ Λάιμπνιτς, ο οποίος ήταν πεπεισμένος για αυτό ως το καλύτερο όλων των δυνατών κόσμων. Αλλά με χιούμορ, σαρκασμό κι ειρωνεία Βολταίρος κοροϊδεύει στο δικό του «Conte philosophique» την αλαζονική αριστοκρατία, την Ιεράς Εξέτασης της Ρωμαιοκαθολικής εκκλησιας, τον πόλεμο, σκλαβιά και το ουτοπικό όνειρο του απλού ανθρώπου για μια ανέμελη ζωή.

Περιεχόμενο

Στην ιστορία ο απλός ήρωας Αγαθούλης, ανιψιός του γερμανικό βαρώνου του “Τουντερ-τεν-τρονκ” της Βεστφαλίας εξορίζεται από την γενέτειρα του αφού έχει αλιευθεί αγκαλιάζοντας με την πανέμορφη βαρονέσα Κυνεγόνδη. Αυτή η αγκαλιάσμα τον αναγκάζει να εγκαταλείπει από αυτό επίγειο παράδεισο, όπου σαν τον δάσκαλό του, ο φιλόσοφος Πάγγλωσσης προσπαθεί να ζει την θεωρία του Λάιμπνιτς των "καλύτερων όλων των δυνατών κόσμων.

Σε όλο το υπόλοιπο του ταξιδιού αυτή η φιλοσοφία της αισιοδοξίας γίνεται όλο και πιο γελοία, γιατί, ό τι συμβαίνει σ 'αυτόν στο ταξίδι σε όλη την Ευρώπη και στο εξωτερικό, χαρακτηρίζεται από μιά ακολουθία φοβερή ατυχήματα, καταστροφές και απίθανο διασώσεις που τον οδηγούν στα πιό απομακρυσμένα μέρη του κόσμου. Έτσι ο ήρωας συλλαμβάνεται από Βούλγαρους στρατιώτες που διεξάγουν έναν πολύ σκληρό πόλεμο. Αυτός φάτνει στη Λισαβόνα, όπως συμβαίνει το διαβόητο σεισμό, εκεί για να ανακαλύπτει την αγαπημένη του “Κυνεγονδη”, τώρα υποδουλωθεί, τραυματίες και σχεδόν και συνεχώς βιασμενη. Ξαφνικά πρέπει να φύγει, ωστόσο, για να σώσει τη ζωή του, και φεύγει Κάντιθ, για την Παραγουάη όπου συναντά έναν σύντροφο, Κακάμπο. Εκεί συναντά και έναν Ιησουίτη Βαρώνο από τη Γερμανία, ο οποίος αποδεικνύεται ότι είναι ο νεαρος Βαρώνας, ο αδελφός της Κυνεγονδη. Όταν ο αγέρωχος βαρώνος μαθαίνει ότι ο ταπεινός Αγαθούλης θέλει να παντρευτεί την ευγενή αδελφή του, είναι τόσο θυμωμένος που θέλει να σκοτώσει τον Αγαθούλη, αλλά σκοτώνεται από τον αντ 'αυτού.

Και πάλι, ο Αγαθούλης πρέπει να φύγει. Σε ένα βυθισμένο υπόγειο ποτάμι, μαζί με τον πιστό συνεργάτη του Κακάμπο, έρχεται απροσδόκητα στο El Dorado, ένα ερμητικά κλειστό υπολειπόμενο μέρος της υτοκρατορίας των Incaς που περιβάλλεται από απότομα βουνά, όπου ο χρυσός και οι πολύτιμοι λίθοι ευθυγραμμίζουν τους δρόμους και όπου ανοχή, ευημερία και η ειρήνη ανθίζουν. Για ένα μήνα, οι δύο τυχοδιώκτες συναντούν φιλοξενία και δεν σταματούν να θαυμάζουν ολα που συναντούν, όμως στη συνέχεια, αφήνει Αγαθουλης αυτόν τον παράδεισο και βαριά φορτωμένη ομοως με πλούτη να αναζητήσουν την “Κυνεγόνδη” ως η μόνη αληθινή ευτυχία. Στο δρόμο συναντά έναν σκλάβο αφρικανικής καταγωγής ξαπλωμένος στο έδαφος, που είναι θύμα του Ευρωπαϊκη απληστία. Αυτός φτωχός ανθρωπος μπορεί μόνο να θρηνεί τη μοίρα του, πουλήθηκε ως παιδί από τους γονείς του, και που δεν έχει τίποτα καλύτερο να περιμένουν από την ύπαρξή του ως δύσκολη δουλεία, τα βασανιστήρια, και την χριστιανική υποκρισία. Στο Σουρινάμ αλλά Αγαθούλης κάνει γνωριμία με τον πιό προηγμένο φιλόσοφο Μάρτιν, και τον καθιστά δεύτερο σύντροφο για τα ταξίδια του. Σε συζητήσεις με αυτό το έμπειρο ολλανδικο απαισιόδοξο ο Αγαθουλης ανακαλύπτει οτι την απληστία και την κακία είναι οι κινητήριες δυνάμεις της ανθρώπινης ύπαρξης. O Aγαθούλης είναι σταδιακά πιό κρίσιμος και μετά από όλα τα βάσανα που είδε σε όλο τον κόσμο δίνει την αισιόδοξη φιλοσοφία όλο και ακόμα λιγότερη πίστη.

Μετά από απογοητευτικές διαμονές στο Παρίσι (όπου ο Αγαθούλης είναι άπιστος με τη Κυνεγόνδη για μιά νύχτα), στο Πόρτσμουθ και στην Βενετία, ο Αγαθούλης, ο Martin και ο Κακάμπο φτάνουν τελικά στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί, βρίσκουν όχι μόνο τον πρώην δάσκαλό του Πάγγλωσση (που πιστεύεται ότι έχει πεθάνει σε προηγούμενα κεφάλαια), αλλά και ο Κυνεγόνδη, ο τελευταίος όμως φρικιαστικά ακρωτηριασμένος. O Αγαθούλης αποφασίζει να την παντρευτεί παρ 'όλα αυτά. Αγοράζει ένα κτήμα στο οποίο εγκαθίσταται με τους συντρόφους του και αφιερώνει τον εαυτό του στη γεωργία. “Ο καθένας κάνει ό, τι καλύτερο”..."chacun se μet a exercer talents", η άσχημη Κυνεγόνδη είναι ένας πολύ καλή μαγείρισσα, ο σοφός Martin συνιστά: "Travaillons sans raisonner...c'est le seul moyen de rendre la vie supportable”... “Ας δουλέψουμε χωρίς σκέψη...αυτός επειδή είναι ο μόνος τρόπος να κάνουμε τη ζωή ανέφικτη”. Και ο Πάγγλωσσης, ο οποίος συνεχίζει να κηρύττει μιά ακούραστη αισιοδοξία που ανακηρύσσεται από τον Αγαθούλης στην τελευταία φράση της ιστορίας," Cela bien dit, [...] mais il faut cultiver notre jardin " "Αυτό λέγεται καλά, […) αλλά πρέπει να καλλιεργήσουμε τον κήπο μας") (" Well, that's fine to say, […] but we must care for our garden"). Τοιουτοτροπώς ο Βολταίρος, στο αρνητικό του παραμύθι, ασχολείται με την ασυγκράτητη αδιαλλαξία των ανθρώπων, εξακολουθεί να προσφέρει μια διέξοδο από τον περιορισμό στην κοινή, τραγική οικιακή εργασία.