Ερνέστο Τσε Γκεβάρα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Τόσο στα Ελληνικά όσο και στις περισσότερες ισπανόφωνες προφορές είναι «Φιντέλ» όχι «Φιδέλ»! Στα ισπανικά δεν προφέρονται όλα τα "d" ως "δ".
Γραμμή 54:
=== Επανάσταση στην Κούβα ===
{{Δείτε|Κουβανική Επανάσταση}}
Στα τέλη Σεπτεμβρίου του [[1954]], ο Γκεβάρα ταξίδεψε στο [[Μεξικό]], που αποτελούσε κοινό προορισμό εξόριστων Λατινοαμερικανών, από χώρες όπως το [[Πουέρτο Ρίκο]], το [[Περού]], η [[Βενεζουέλα]], η [[Γουατεμάλα]] και η [[Κούβα]]. Στην πόλη του Μεξικού, συνάντησε τον Κουβανό εξόριστο Νίκο Λόπες, γνώριμό του από την περίοδο της παραμονής του στη Γουατεμάλα, ενώ επανασυνδέθηκε και με την Ίλδα Γκαδέα. Προκειμένου να συντηρείται οικονομικά, εργάστηκε ως γιατρός σε κεντρικό νοσοκομείο και ως [[φωτογραφία|φωτογράφος]], εν μέσω πολλαπλών επαγγελματικών κρίσεων και οικονομικών προβλημάτων που αντιμετώπισε κατά διαστήματα. Το καλοκαίρι του [[1955]], ήρθε σε επαφή με τον αδελφό του [[ΦιδέλΦιντέλ Κάστρο]], [[Ραούλ Κάστρο|Ραούλ]], από τον οποίο πληροφορήθηκε την επικείμενη άφιξη του Κάστρο στο Μεξικό. Στις αρχές Ιουλίου του [[1955]],<ref>Δεν είναι απόλυτα βέβαιη η ημερομηνία της πρώτης συνάντησης του Τσε Γκεβάρα με τον Φιδέλ Κάστρο. Σύμφωνα με την Ίλδα Γκαδέα έγινε στις αρχές Ιουλίου, ενώ κατά τον ίδιο τον Κάστρο τον μήνα Ιούλιο ή Αύγουστο. Άλλες πηγές τοποθετούν τη συνάντηση το Σεπτέμβριο ή ακόμα και το Νοέμβριο. Κατά τον βιογράφο του, Π.Ι. Τάιμπο ΙΙ, είναι σχεδόν βέβαιο πως συναντήθηκαν τη δεύτερη εβδομάδα του Ιουλίου, διότι την τρίτη εβδομάδα ήταν μαζί σε εκδήλωση στο Τσαπουλτεπέκ (βλ. Π.Ι. Ταΐμπο ΙΙ, ''Ερνέστο Γκεβάρα: Γνωστός και ως Τσε'', σελ. 970).</ref> o Γκεβάρα συνάντησε για πρώτη φορά τον [[ΦιδέλΦιντέλ Κάστρο]], o οποίος ήταν αρχηγός των "''Moνκαντίστας''" και ηγέτης της αποτυχημένης ένοπλης επίθεσης στο στρατόπεδο της Μονκάδα το [[1953]], και είχε καταφύγει στο Μεξικό μετά την αποφυλάκισή του, αποτέλεσμα της χάρης που του δόθηκε από τον [[Φουλχένσιο Μπατίστα]]. Την πρώτη συνάντησή τους ακολούθησαν πολυάριθμες συναντήσεις και συζητήσεις γύρω από την πολιτική κατάσταση στη [[Λατινική Αμερική]] και το ενδεχόμενο της οργάνωσης ενός αντάρτικου αγώνα με στόχο την ανατροπή του διεφθαρμένου, φασιστικού καθεστώτος του Μπατίστα. Την ίδια περίπου περίοδο, η Γκαδέα του ανακοίνωσε πως ήταν έγκυος και ο Γκεβάρα της πρότεινε γάμο, ο οποίος τελέστηκε τελικά στις [[18 Αυγούστου]] [[1955]], στο ληξιαρχείο του μεξικανικού χωριού Τεποτσοτλάν.
 
[[Αρχείο:Che SClara.jpg|thumb|150px|left|Μετά τη μάχη στη [[Σάντα Κλάρα]], 1η Ιανουαρίου, [[1959]].]]
Πεπεισμένος πως ο Κάστρο είχε τις προϋποθέσεις να αποτελέσει ένα χαρισματικό ηγέτη της κουβανικής επανάστασης,<ref>Σε ένα ποίημα που συνέθεσε ο Τσε Γκεβάρα το [[1955]], γράφει για τον Φιδέλ Κάστρο: ''Εμπρός ας πάμε / φλεγόμενε προφήτη της αυγής / από κρυφά, άφραχτα μονοπάτια / να ελευθερώσουμε το πράσινο καϊμάν που τόσο αγαπάς'' (βλ. Π.Ι. Τάιμπο, ''Ερνέστο Γκεβάρα: Γνωστός και ως Τσε'', σελ. 146).</ref> ο Γκεβάρα συμμετείχε στο [[κίνημα της 26ης Ιουλίου]] ([[ισπανική γλώσσα|ισπ.]] ''Movimiento 26 de Julio'', M-26-7), με στόχο την ένοπλη δράση για την ανατροπή του κουβανικού καθεστώτος. Ο Γκεβάρα συμφώνησε να τους συνοδεύσει με την ιδιότητα του γιατρού, ωστόσο έλαβε κανονικά μέρος στην στρατιωτική εκπαίδευση των ανταρτών, το βασικό στάδιο της οποίας ξεκίνησε στις αρχές του [[1956]], υπό τις οδηγίες του Μεξικανού παλαιστή Αρσάνιο Βαγένας σε ζητήματα εκγύμνασης και αυτοάμυνας, καθώς και του πρώην συνταγματάρχη του Ισπανικού Δημοκρατικού Στρατού, Αλπέρτο Μπάγιο. Στα [[απομνημονεύματα]] του Μπάγιο, πληροφορούμαστε πως ο Γκεβάρα επέδειξε μεγάλη θέληση κατά τη διάρκεια της εκπαίδευσης, αποτελώντας τον καλύτερο μαθητή του. Την ίδια περίοδο, θεωρείται πιθανό πως απέκτησε το παρωνύμιο ''Τσε'' (''Che''), εξαιτίας της συχνής χρήσης της λέξης ''che'' (''φίλος'' ή και επιφώνημα: ''Ε εσύ!'') που έκανε ο ίδιος μιλώντας, έκφραση που αν και είχε εισαχθεί στη γλώσσα των Αργεντινών, φαινόταν αστεία στους Κουβανούς.
 
Στις [[25 Νοεμβρίου]] του [[1956]], 82 επαναστάτες, μεταξύ αυτών ο Φιντέλ Καστρο και ο Τσε Γκεβάρα, ξεκίνησαν με το πλοιάριο [[Γκράνμα (σκάφος)|''Γκράνμα'']] από τον ποταμό [[Τούξπαν]] του Mεξικoύ και στις [[2 Δεκεμβρίου]] έφτασαν παράνομα στην παραλία Λας Κολοράδας της [[Κούβα|Κούβας]]. Τρεις μέρες αργότερα, η ομάδα έπεσε σε ενέδρα του κυβερνητικού στρατού και αποδεκατίστηκε: μόλις 22 μαχητές διασώθηκαν, μεταξύ των οποίων ο Φιντέλ, ο αδελφός του, Ραούλ, και τραυματισμένος αλλά αποφασισμένος όσο ποτέ, ο Γκεβάρα. Οι αντάρτες κατάφεραν να ανασυνταχθούν και να καταφύγουν στην οροσειρά της [[Σιέρρα Μαέστρα]], που έγινε το ορμητήριό τους. Με σημείο εκκίνησης την επίθεση αυτή, ο ρόλος του Τσε Γκεβάρα στον [[ανταρτοπόλεμος|ανταρτοπόλεμο]] διαφοροποιήθηκε σταδιακά, αντιλαμβανόμενος o ίδιος όλο και λιγότερο ως μοναδικό καθήκον του την ιατρική συμπαράσταση, και λαμβάνοντας ενεργό μέρος στις ένοπλες δραστηριότητες τον επαναστατών. Η αποφασιστικότητά του και οι ικανότητές του, σύντομα οδήγησαν στην άνοδό του στην ιεραρχία του αντάρτικου σώματος, κερδίζοντας το σεβασμό των υπολοίπων ανταρτών, χωρίς να απουσιάζει και το αίσθημα του φόβου που προκαλούσε ενίοτε η σκληρότητά του, υπεύθυνος ο ίδιος για εκτελέσεις ανταρτών που λειτουργούσαν ως πληροφοριοδότες του κουβανικού καθεστώτος.<ref>βλ. Anderson, σελ. 264, 269, 277, 279 και Ι.Π. Τάιμπο ΙΙ, σελ. 207, 230, 247.</ref> Υπήρξε ο πρώτος [[Ανταρτοπόλεμος|αντάρτης]], στον οποίο δόθηκε το αξίωμα του ''Κομαντάντε'' του Επαναστατικού Στρατού της Κούβας, στις [[21 Ιουλίου]] [[1957]]. Στις μάχες που ακολούθησαν, ο Αργεντινός εντυπωσίασε τον Κάστρο όχι τόσο για το θάρρος και τη δεξιοτεχνία του στην εκτέλεση των ιατρικών του καθηκόντων, όσο για τα στρατιωτικά του χαρίσματα και το πολιτικό του κριτήριο. Αν και μέχρι τότε αποτελούσε έναν απλό οπλίτη, χωρίς να έχει διακριθεί ιδιαιτέρως σε στρατιωτικό επίπεδο αλλά έχοντας επιδείξει γενναιότητα και αρχηγικές δεξιότητες, ο Κάστρο του εμπιστεύτηκε την ηγεσία της Δεύτερης Φάλαγγας του αντάρτικου στρατού (για λόγους παραλλαγής έφερε τον αριθμό 4), έχοντας έτσι μόνο τον ''Κομαντάντε εν Σέφε'' ΦιδέλΦιντέλ Κάστρο ως ανώτερό του.<ref>U. S. Central Intelligence Agency, [http://www.geocities.com/Hollywood/8702/cia.html "CIA Biographic Register on Ernesto 'Che' Guevara"], ανακτήθηκε [[6 Σεπτεμβρίου]] [[2006]].</ref> Αυτή την περίοδο έγινε η αποφασιστική μεταμόρφωση του ρομαντικού διανοούμενου Ερνέστο Γκεβάρα σε χαρισματικό "Κομαντάντε Τσε".
 
Η μεγαλύτερη ίσως στρατιωτική επιτυχία του Τσε Γκεβάρα υπήρξε η κατάκτηση της [[Σάντα Κλάρα]] στις [[29 Δεκεμβρίου]] [[1958]], μία καθοριστική στιγμή στην ιστορία της κουβανικής επανάστασης. Είχαν προηγηθεί δύο χρόνια ανταρτοπολέμου στην [[Σιέρρα Μαέστρα]] εναντίον του πολύ μεγαλύτερου στρατού του Μπατίστα, o οποίος δεχόταν και την υποστήριξη των [[Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής|Ηνωμένων Πολιτειών]]. Με την κατάκτηση της Σάντα Κλάρα, ο δρόμος για την πρωτεύουσα [[Αβάνα]] ήταν πλέον ελεύθερος και την [[1 Ιανουαρίου|1η Ιανουαρίου]] του [[1959]], ο δικτάτορας Μπατίστα εγκατέλειψε την Κούβα, με προορισμό την [[Δομινικανή Δημοκρατία]]. Την μάχη στη Σάντα Κλάρα ακολούθησαν και άλλες σημαντικές πολεμικές συγκρούσεις, πριν την τελική επικράτηση των ανταρτών.
Γραμμή 66:
Μετά την επιτυχία του αντάρτικου στρατού και κατά τους πρώτους μήνες της κατάληψης της εξουσίας, ο Τσε Γκεβάρα τέθηκε διοικητής του φρουρίου Λα Καμπάνια, με αρμοδιότητα να εξετάζει τις εφέσεις των υποθέσεων των δύο Επαναστατικών Δικαστηρίων (''Tribunales Revolucionarios'', TR) που λειτουργούσαν δικάζοντας στρατιωτικούς και αστυνομικούς ή πολίτες. Στις [[7 Φεβρουαρίου]] [[1959]], ψηφίστηκε ένα διάταγμα μέσω του οποίου αποκτούσαν την κουβανική υπηκοότητα όλοι οι αλλοδαποί διοικητές του αντάρτικου στρατού. Ο νόμος αυτός, επρόκειτο εμφανώς να εφαρμοστεί αποκλειστικά στην περίπτωση του Τσε Γκεβάρα, αποτελώντας ένα είδος φόρου τιμής και αναγνώρισης στο πρόσωπό του και τη συμβολή του στην κουβανική επανάσταση.<ref>Η κουβανική υπηκοότητα του Τσε Γκεβάρα πιστοποιήθηκε τυπικά στις [[26 Νοεμβρίου]] [[1959]], σύμφωνα με το δικαίωμα που αποκτούσε με βάση το νόμο</ref>
 
Μαζί με τους [[ΦιδέλΦιντέλ Κάστρο]], [[Ραούλ Κάστρο]] και [[Καμίλο Σιενφουέγος]], αποτέλεσε μετά την [[επανάσταση]] σημαντικό μέλος της νέας κουβανικής κυβέρνησης, η οποία σύντομα ξεκίνησε να πραγματοποιεί ριζικές μεταρρυθμίσεις, καθιερώνοντας για παράδειγμα δωρεάν σύστημα υγείας, όπως και ένα εκπαιδευτικό σύστημα που εξασφάλιζε και στα κατώτερα κοινωνικά στρώματα (μέχρι τότε κυρίως αναλφάβητα) σχολική μόρφωση. Στην κυβέρνηση, ο Γκεβάρα υποστήριξε περισσότερο τις [[κομμουνισμός|κομμουνιστικές]] ιδέες απ' όσο ο ΦιδέλΦιντέλ Κάστρο. Αν και ήταν ένθερμος υποστηρικτής μίας ριζικής αγροτικής μεταρρύθμισης στη χώρα, χαρακτήρισε τον πρώτο σχετικό νόμο της κυβέρνησης ως μετριοπαθή, «που δεν αποτολμούσε να υπεισέλθει στα ουσιαστικότερα ζητήματα, όπως ήταν η κατάργηση της μεγάλης γαιοκτησίας». Στις [[7 Οκτωβρίου]], ο Κάστρο του ανέθεσε την αρχηγία του τομέα βιομηχανίας του Εθνικού Ινστιτούτου της Αγροτικής Μεταρρύθμισης (''Insituto Nacional de la Reforma Agragia'', INRA), ρόλος που προστέθηκε στα καθήκοντά του ως διοικητής της Λα Καμπάνια αλλά και αρχηγός του τμήματος εκπαίδευσης των Ενόπλων Δυνάμεων. Για να ανταποκριθεί στις ανάγκες του έργου του, ο Γκεβάρα απευθύνθηκε στον οικονομολόγο Σαλβαδόρ Βιλασέκα, ξεκινώντας μαζί του μία σειρά από μαθήματα ανώτερων [[μαθηματικά|μαθηματικών]].
 
[[Αρχείο:CheyFidel.jpg|thumb|250px|left|Ο Ερνέστο Γκεβάρα και ο [[ΦιδέλΦιντέλ Κάστρο]] στην [[Αβάνα]], [[1961]].]]
Στην ακμή της πολιτικής του δραστηριότητας ως μέλος της κυβέρνησης, ο Τσε διορίστηκε διευθυντής της Εθνικής Τράπεζας της Κούβας, στις [[26 Νοεμβρίου]] [[1959]], διατηρώντας παράλληλα την ευθύνη για το τμήμα βιομηχανίας του INRA και την πολιτιστική επιμόρφωση του στρατού. Ανάμεσα στις πρώτες του ενέργειες, ήταν μία σειρά μέτρων με στόχο τον έλεγχο του αποθέματος συναλλάγματος, καθώς και η ρευστοποίηση των τραπεζών του καθεστώτος του Μπατίστα. Στα τέλη του έτους, και ενώ οι τράπεζες των Ηνωμένων Πολιτειών είχαν ήδη αναστείλει τις πιστώσεις των εισαγωγών, άρχισε να διερευνά, σε συνεργασία με τον ΦιδέλΦιντέλ Κάστρο και άλλους κομμουνιστές ηγέτες, το ενδεχόμενο της [[Ένωση Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών|σοβιετικής]] στήριξης. Το Φεβρουάριο του [[1960]], υποδέχθηκε τον Αναστάς Μικογιάν, μέλος του πολιτικού γραφείου του [[Κομμουνιστικό Κόμμα της Σοβιετικής Ένωσης|Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης]] και ένθερμο υποστηρικτή της προσέγγισης με την Κούβα, όπως άλλωστε ήταν αρχικά και ο ίδιος ο Τσε. Το επόμενο διάστημα, εντάθηκε η αντιπαράθεση μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της κουβανικής κυβέρνησης, ενώ στις [[13 Οκτωβρίου]] κηρύχθηκε εμπάργκο σε όλα τα εμπορεύματα με προορισμό την Κούβα, αποκλείοντας τη χώρα από κάθε οικονομική δραστηριότητα. Μία εβδομάδα αργότερα, ο Τσε Γκεβάρα σχολίασε τον αποκλεισμό, αναφερόμενος σε ελλείψεις που δεν θα ήταν δυνατό να καλυφθούν, αλλά και εκφράζοντας αισιοδοξία για την πορεία της κρατικοποιημένης πλέον βιομηχανίας. Παράλληλα, έκανε γνωστό πως δεν ήταν πλέον πρόεδρος της τράπεζας, αναλαμβάνοντας νέα καθήκοντα.
 
Στα τέλη Οκτωβρίου του [[1960]], συμμετείχε ως επικεφαλής μίας διπλωματικής αποστολής, με στόχο την εξασφάλιση της στήριξης του σοβιετικού μπλοκ, με τις κύριες διαπραγματεύσεις να πραγματοποιούνται στη [[Ένωση Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών|Σοβιετική Ένωση]]. Συναντήθηκε με τον [[Νικίτα Χρουστσόφ]] στη [[Μόσχα]] ενώ αργότερα επισκέφτηκε το [[Πεκίνο]] όπου συνάντησε τον [[Μάο Τσετούνγκ]] και έγινε γενικά θερμά δεκτός. H περιοδεία του περιλάμβανε ακόμα τη [[Βόρεια Κορέα]] και τη [[Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας]]. H αποστολή εξασφάλισε τελικά ευνοϊκές συμφωνίες, για την εξαγωγή τεσσάρων εκατομμυρίων τόνων [[ζάχαρη]]ς, σε τιμή υψηλότερη από εκείνη της παγκόσμιας αγοράς, εξασφαλίζοντας παράλληλα τον εφοδιασμό της Κούβας με [[πετρέλαιο]] και αγορές βιομηχανικών μονάδων με ευέλικτες πιστώσεις. Στις [[23 Φεβρουαρίου]] [[1961]] διορίστηκε υπουργός του νεοσύστατου υπουργείου Βιομηχανίας της Κούβας, σκοπός του οποίου ήταν η οργάνωση των πολυάριθμων βιομηχανικών μονάδων που είχαν αποκτηθεί, καθώς και των κρατικοποιημένων επιχειρήσεων που υπάγονταν στο τμήμα βιομηχανίας του INRA.
Γραμμή 119:
Μετά από μερικές ανακρίσεις στο σχολείο του χωριού, ο αιχμάλωτος Γκεβάρα δολοφονήθηκε,<ref>Σχετικά με την διαταγή για τη δολοφονία του έχουν υποστηριχθεί διαφορετικές απόψεις. Κατά μία εκδοχή αποφασίστηκε από τις ένοπλες δυνάμεις της Βολιβίας ενώ άλλες πηγές αναφέρονται σε διαταγή εκ μέρους της [[CIA]]. Θεωρείται ωστόσο πως ένας ηττημένος και αιχμάλωτος Γκεβάρα θα ήταν ενδεχομένως πιο χρήσιμος για την μυστική υπηρεσία των [[Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής|ΗΠΑ]], άποψη που υποστηρίζουν και αναλυτές της CIA (βλ. Π.Ι. Τάιμπο σελ. 1085).</ref> στις [[9 Οκτωβρίου]] [[1967]], από τον υπαξιωματικό του βολιβιανού στρατού Μάριο Τεράν (Mario Terán). Ο συγκεκριμένος αρχικά δίστασε να εκτελέσει την εντολή για τη δολοφονία του<ref>Ορισμένες πηγές αναφέρουν πως ο Τεράν είχε πιει προκειμένου να πάρει θάρρος και να εκτελέσει την εντολή της δολοφονίας. Ο λοχαγός του βολιβιανού στρατού, Γκάρι Πράδο, ανασκεύασε την εκδοχή αυτή, ισχυριζόμενος πως στον οικισμό δεν υπήρχε αρκετό αλκοόλ για τόσους στρατιώτες.</ref> αλλά τελικά πυροβόλησε τον αιχμάλωτο, ο οποίος φέρεται να του είπε «Ήρθατε να με σκοτώσετε. Ρίξε, δειλέ, έναν άντρα θα σκοτώσεις».<ref>Anderson, Jon Lee. ''Che Guevara: A Revolutionary Life'', βλ. και Π.Ι. Τάιμπο, σελ. 922.</ref> Ο θάνατός του σημειώθηκε λίγο μετά τη 1:00 το μεσημέρι.
 
Την επόμενη μέρα, οι δημοσιογράφοι που μεταφέρθηκαν εσπευσμένα με στρατιωτικά ελικόπτερα στο Βαγιεγκράντε, αντίκρισαν ξαπλωμένο σε ένα πρόχειρο κρεβάτι, έναν γενειοφόρο άντρα γυμνό από τη μέση και πάνω, με χακί παντελόνι και στρατιωτική ζώνη. Ήταν ο Τσε Γκεβάρα νεκρός. Όχι από τα μάλλον επιπόλαια τραύματα στο πεδίο της μάχης, αλλά από δύο σφαίρες στο σβέρκο. Ο Τσε, στα 39 του χρόνια, πλήρωσε με τη ζωή του το σχέδιο οργάνωσης αντάρτικου στη Βολιβία, με προοπτική την επέκτασή του και σε άλλες χώρες της Λατινικής Αμερικής. Ακόμα και νεκρός, ο Γκεβάρα ήταν εξαιρετικά επικίνδυνος για το βολιβιανό καθεστώς που δεν διανοήθηκε να ρισκάρει μία δημόσια ταφή του. Ούτε στον αδελφό του, Ρομπέρτο Γκεβάρα, δεν έδειξαν το πτώμα του, με συνέπεια πολλοί να αμφισβητήσουν αν πέθανε πραγματικά ή μήπως επρόκειτο για μπλόφα των αρχών. Στην Κούβα, ο ΦιδέλΦιντέλ Κάστρο κράτησε αρχικά επιφυλακτική στάση απέναντι στην είδηση του θανάτου του, ωστόσο στις [[15 Οκτωβρίου]], αποδέχτηκε το γεγονός, μετά από την εμφάνιση φωτογραφικών αποδείξεων, και κήρυξε τριήμερο πένθος στη δεύτερη πατρίδα του Αργεντινού επαναστάτη<ref>''Ο Ερνέστο Τσε Γκεβάρα στον κόσμο των θρύλων'', σελ. 70-77, Ιστορικό Λεύκωμα 1967, Καθημερινή (1997)</ref>.
 
{{Απόφθεγμα|πλάτος=400|απόφθεγμα=Μεταφέρθηκε στο χωριό Χιγέρας, κι' έμεινε ζωντανός περίπου είκοσι τέσσερις ώρες. Αρνήθηκε ν' ανταλλάξει έστω και μια λέξη με κείνους που τον αιχμαλώτισαν και ένας μεθυσμένος αξιωματικός που επιχείρησε να τον περιπαίξει, έφαγε ένα χαστούκι κατάμουτρα.<br />