Ευάγγελος Παντόπουλος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Robot: Αφαίρεση κατηγοριών έτους γέννησης/θανάτου
CHE (συζήτηση | συνεισφορές)
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 5:
|μέγεθος εικόνας = 250px
|λεζάντα = Ο Ε. Παντόπουλος από το περιοδικό [[Εστία (περιοδικό)|Εστία]] του 1893
|γέννηση = [[1860]]
|τόπος γέννησης = [[Αθήνα]]
|θάνατος = [[14 Οκτωβρίου 1913]] (53 ετών)
|τόπος θανάτου =
|εθνικότητα = [[Έλληνες|Ελληνική]]
Γραμμή 16:
|βραβεύσεις =
}}
Ο Ευάγγελος Παντόπουλος ([[1860]] - [[14 Οκτωβρίου]] [[1913]]) ήταν ο καλύτερος [[Έλληνες|Έλληνας]] κωμικός ηθοποιός, από τους καλύτερους του 19ου αιώνα.<br />
Από μικρός ασχολήθηκε με το θέατρο και με το έμφυτο ταλέντο του ξεχώρισε αμέσως. Συνεργάστηκε με τους μεγαλύτερους θιάσους και ηθοποιούς του καιρού του, όπως τον [[Διονύσιος Ταβουλάρης|Διονύσιο Ταβουλάρη]], και τον [[Δημοσθένης Αλεξιάδης|Δημοσθένη Αλεξιάδη]] και δεν άργησε να δημιουργήσει και τον δικό του θίασο. Άφησε εποχή σε όλα τα κωμικά έργα της εποχής του, και πρωτόπαιξε τους πιο διάσημους Έλληνες συγγραφείς του καιρού του. Υπηρέτησε το [[κωμειδύλλιο]] από την πρώτη εμφάνισή του και συνέβαλε όσο κανείς στην απήχηση αυτού του είδους στο μεγάλο κοινό.<br />
Η πρώτη του μεγάλη επιτυχία ήταν στο έργο «Οι Μυλωνάδες» που του έφερε και την αναγνώριση. Μεγάλες επιτυχίες έκανε και στα κωμειδύλλια «Η τύχη της Μαρούλας» του [[Δημήτριος Κορομηλάς|Δημήτριου Κορομηλά]], στον «Μπάρμπα-Λινάρδο» και στη «Λύρα του γερο-Νικόλα» του [[Δημήτριος Κόκκος|Δημητρίου Κόκκου]].<br />
Γραμμή 55:
 
Ακολουθώντας τη συνηθισμένη πρακτική των ελληνικών θιάσων τότε, το χειμώνα έφευγε πάντα για περιοδεία σε πόλεις και χωριά του εξωτερικού αλλά και του εσωτερικού. Εκεί, πάντα, όντας διάσημος και αγαπητός τον περίμενε πλήθος κόσμου για να τον απολαύσει. Μέχρι και μπροστά στον σουλτάνο, τον [[Αμπντούλ Χαμίτ Β'|Αμπντούλ-Xαμίτ]], έπαιξε- τιμή που ελάχιστοι άλλοι ελληνικοί θίασοι είχαν. Μάλιστα, έχει καταγραφεί οτι «Η τύχη της Μαρούλας», με πρωταγωνιστή τον Παντόπουλο ήταν το μόνο έργο που ο Σουλτάνος απολάμβανε να βλέπει και γελούσε, παρόλο που δεν ήξερε τη γλώσσα. <ref>Νέα Εστία, τ.χ. 396, σελ. 1405</ref>
 
===Ο Ξενόπουλος για τον Παντόπουλο===
Ο Ξενόπουλος στο άρθρο του για τον καλλιτέχνη στο περιοδικό Εστία, το [[1893]] γράφει: ''....ευθύς εξαρχής κατενόησα ότι είχα να κάμω με ηθοποιόν αληθή. Είδα πως ήτο κύριος της σκηνής – και τότε ακόμη, σημειώσατε, δεν ήτο ούτε θιασάρχης ούτε εκ των κυριωτέρων μελών του θιάσου – πως ήξευρε να σταθή, να ομιλήση, να χειρονομήση, ζωηροτάτην αποτελών αντίθεση, προς τα ξόανα, τα παλαιά ή τα νέα, τα ένδοξα ή άδοξα, τα οποία τον περιστοίχιζον. Διάπλασις χαρακτήρος αμίμητος, κωμικός χρωματισμός ανυπέρβλητος, ενότης υποκρίσεως, στιγμαί δράσεως ωραίαι, αναπαράστασις του φυσικού εντελής......αλλάζει το πρόσωπον, αλλάζει το σώμα, αλλάζει τας κινήσεις και το ήθος μεθ' εκάστης περιβολής. Μόνον την φωνήν του δεν ειμπορεί πάντοτε ν' αλλάζει, την ελαφρώς υπέρρινον και στερεοτύπως συρμένην. Αλλά πόσας κυμάνσεις, πόσους χρωματισμούς δεν κατώρθωσε να δώση δια της επιμονής και εις την δύσχρηστον αυτήν φωνήν, όπως και κάμψεις και στροφάς εις το σώμα του, επίσης βαρύ και δυσκίνητον....''
 
==Το τέλος==
Από το 1900 και μετά, τα πράγματα αλλάζουν στην θεατρική Αθήνα. Η εμφάνιση της [[Νέα Σκηνή|«Νέας Σκηνής»]] και του Βασιλικού θεάτρου, εκτός του ότι συγκέντρωσε όλους τους άξιους ηθοποιούς της εποχής, συγκέντρωσε και το ενδιαφέρον του κοινού. Ο Παντόπουλος με έναν μέτριο θίασο- εξαιρουμένου του [[Αιμίλιος Βεάκης|Αιμίλιου Βεάκη]], που συνεργάστηκε μαζί του στα πρώτα του βήματα- δεν κατάφερε να προσελκύσει τους Αθηναίους. Αρχίζει να γίνεται πικρόχολος, τσακώνεται με τους θεατρικούς συγγραφείς, αφού αρνείται την αξία τους-, τον επιτιμούν και οι δημοσιογράφοι.<br />