Αγαθούλης: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
→‎Χαρακτήρες: Πανγλώσσης > Πάνγλωσσος
Dramaiga52 (συζήτηση | συνεισφορές)
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 33:
Και πάλι μια φορά, ο Αγαθούλης πρέπει να φύγει. Σε ένα βυθισμένο υπόγειο ποτάμι, μαζί με τον πιστό συνεργάτη του Κακάμπο, έρχεται απροσδόκητα στο El Dorado, ένα ερμητικά κλειστό υπολειπόμενο μέρος της υτοκρατορίας των Incaς που περιβάλλεται από απότομα βουνά, όπου ο χρυσός και οι πολύτιμοι λίθοι ευθυγραμμίζουν τους δρόμους και όπου ανοχή, ευημερία και η γήινη ειρήνη ανθίζουν. Για ένα μήνα, οι δύο τυχοδιώκτες απολαμβάνουν φιλοξενία και δεν σταματούν να θαυμάζουν ολα που συναντούν, όμως στη συνέχεια, αφήνει Αγαθουλης αυτόν τον παράδεισο και βαριά φορτωμένη ομοως με πλούτη να αναζητήσουν την “Κυνεγόνδη” ως η μόνη αληθινή ευτυχία. Στο δρόμο συναντά έναν σκλάβο αφρικανικής καταγωγής ξαπλωμένος στο έδαφος, που είναι θύμα της αδίστακτη Ευρωπαϊκη απληστία. Αυτός φτωχός άνθρωπος μπορεί μόνο να θρηνεί τη μοίρα του, πουλήθηκε ως παιδί από τους γονείς του, και που δεν έχει τίποτα καλύτερο να περιμένουν από την ύπαρξή του ως δύσκολη δουλεία, τα βασανιστήρια, και την χριστιανική υποκρισία. Στο Σουρινάμ αλλά Αγαθούλης κάνει γνωριμία με τον πιό προηγμένο φιλόσοφο Μάρτιν, και τον καθιστά δεύτερο σύντροφο για τα ταξίδια του. Σε συζητήσεις με αυτό το έμπειρο ολλανδικο απαισιόδοξο ο Αγαθουλης ανακαλύπτει οτι την απληστία και την κακία είναι οι κινητήριες δυνάμεις της ανθρώπινης ύπαρξης. O Aγαθούλης είναι σταδιακά πιό κρίσιμος και μετά από όλα τα βάσανα που είδε σε όλο τον κόσμο δίνει την αισιόδοξη φιλοσοφία όλο και ακόμα λιγότερη πίστη.
 
Μετά από απογοητευτικές διαμονές στο Παρίσι (όπου ο Αγαθούλης είναι άπιστος με τη Κυνεγόνδη για μιά νύχτα), έπειτα στο Πόρτσμουθ και  στην Βενετία, ο Αγαθούλης, ο Μαρτίνος και ο Κακάμπο φτάνουν τελικά στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί βρίσκουν όχι μόνο τον πρώην δάσκαλό του Πάγγλωσση (που πιστεύεται ότι έχει πεθάνει σε προηγούμενα κεφάλαια), αλλά και την Κυνεγόνδη, η τελευταία όμως φρικιαστικά ακρωτηριασμένη. O Αγαθούλης αποφασίζει να την παντρευτεί παρ 'όλα αυτά. Αγοράζει ένα κτήμα στο οποίο εγκαθίσταται με τους συντρόφους του και αφιερώνει τον εαυτό του στη γεωργία. “Ο καθένας κάνει ό, τι καλύτερο”..."chacun se met a exercer talents", η άσχημη Κυνεγόνδη είναι ένας πολύ καλή μαγείρισσα, ο σοφός MartinΜαρτίνος συνιστά: "Travaillons sans raisonner...c'est le seul moyen de rendre la vie supportable”... “Ας δουλέψουμε χωρίς σκέψη...αυτός επειδή είναι ο μόνος τρόπος να κάνουμε τη ζωή ανέφικτη”. Και ο Πάγγλωσσης, ο οποίος συνεχίζει να κηρύττει μιά ακούραστη αισιοδοξία που ανακηρύσσεται από τον Αγαθούλης στην τελευταία φράση της ιστορίας," Cela bien dit, [...] mais il faut cultiver notre jardin " "Αυτό λέγεται καλά, […) αλλά πρέπει να καλλιεργήσουμε τον κήπο μας"). Τοιουτοτροπώς ο Βολταίρος στο αρνητικό του παραμύθι, ασχολείται με την ασυγκράτητη αδιαλλαξία των ανθρώπων, εξακολουθεί να μας προσφέρει μια διέξοδο από τον περιορισμό στην κοινή, τραγική οικιακή εργασία.