Άρπα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Αναίρεση έκδοσης 6838349 από τον 37.6.3.13 (Συζήτηση)
Ετικέτα: Αναίρεση
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό
Γραμμή 1:
{{Πηγές|21|10|2010}}<br />
 
[[Αρχείο:‪Cycladic idol 03 2 retouched.jpg‬|thumb|right|Ο αρπιστήςαρφιστής (δεξιά)]]
[[Αρχείο:Lage romantique des simples guipures.gif|thumb|right|Παίξιμο άρπαςάρφας]]
Η '''άρπαάρφα''' είναι [[έγχορδο]] μουσικό [[μουσικό όργανο|όργανο]], το οποίο έχει ιστορία τουλάχιστον 5.000 ετών και η χρήση του οποίου συνεχίζεται μέχρι και σήμερα.
 
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο [[Αρπιστής (Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, αρ. Π3908)]] μαρμάρινο άγαλμα Πρωτοκυκλαδικής τέχνης (2800 - 2300 π.Χ) που παριστάνει καθιστό αρπιστήαρφιστή τη στιγμή που παίζει είδος άρπας.
 
Ο σκελετός της άρπαςάρφας σχηματίζει [[τρίγωνο]] του οποίου η κατακόρυφη πλευρά χρησιμεύει για να στηρίζει τις δύο άλλες, επί των οποίων βρίσκονται τεντωμένες 46 [[χορδή (μουσική)|χορδές]] χορδισμένες σε «ντο ύφεση». Η άρπαάρφα είναι από τα αρχαιότερα μουσικά όργανα, και εμφανίζεται με χορδές που στηρίζονταν σε ελλειψοειδή σκελετό, ελεύθερο από τη μια πλευρά. Ο τύπος αυτός διατηρείται ακόμη και σήμερα σε περιοχές της [[Ασία|Ασίας]] και της [[Αφρική|Αφρικής]].
 
Εντούτοις, σε ανασκαφές που έγιναν στην [[Χαλδαία]] κατά τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα ήλθε στο φως από τάφο της [[Ουρ]] (3η χιλιετηρίδα π.Χ.) άρπαάρφα ξύλινη με σκελετό γωνιώδη. Αλλά και στην [[Αίγυπτος|Αίγυπτο]], στον τάφο του [[Ραμσής Γ'|Ραμσή του Γ΄]] (1160 π.Χ.) η άρπαάρφα φαίνεται να διατηρεί το παλαιό ελλειψοειδές σχήμα της, αν και έχει το ύψος του ανθρώπου, στηριζόμενη στο έδαφος.
 
[[Αρχείο:Coat_of_arms_of_Ireland.svg|thumb|left|120px|Η άρπα στο [[εθνόσημο της Ιρλανδίας]]]]
Στην Ευρώπη εμφανίστηκε περί τον [[8ος αιώνας|8ο αιώνα]] μ.Χ., κυρίως από τους Ιρλανδούς, αν και φαίνεται πως το γνώριζαν και οι Αγγλοσάξωνες. Το όργανο εκείνο ήταν φορητό με 10-12 χορδές και στηριζόταν στα γόνατα του οργανοπαίκτη, που έκρουε τις χορδές του και με τα δύο χέρια. Έπαιξε δε σημαντικό πολιτιστικό ρόλο στον [[Κελτικός πολιτισμός|Κελτικό πολιτισμό]], καθώς κάθε [[κλαν]] Κελτών είχε το [[βάρδος|βάρδο]] του, που αναλάμβανε να διασκεδάζει τους υπόλοιπους με την άρπα του. Η άρπαάρφα εικονίζεται σήμερα στο [[εθνόσημο της Ιρλανδίας]], καθώς και στο ιρλανδικό νόμισμα του Ευρώ. Από τον [[13ος αιώνας|13ο αιώνα]] άρχισε το όργανο αυτό να δέχεται μεταβολές σε ενιαία εξέλιξη. Έτσι, το 1618 η άρπα αποτελούσε ενιαίο τύπο οργάνου σε όλη την Ευρώπη. Είχε 43 χορδές μεταλλικές, αν και στην ηπειρωτική Ευρώπη χρησιμοποιούσαν ζωικές χορδές.
 
Κατά τον [[Μεσαίωνας|Μεσαίωνα]] η άρπα ήταν το κατεξοχήν αγαπημένο όργανο Βασιλέων και ευγενών. Ήταν όμως ακόμη μικρότερων διαστάσεων από τις σύγχρονες, και κρεμόταν με δερμάτινη ταινία από το λαιμό του οργανοπαίκτη. Ιδιαίτερη μεγάλη βοήθεια στην εξέλιξη της άρπας πρόσφερε ο Ιταλός Οράτιος Μίκης, στις αρχές του 17ου αιώνα, που γι'αυτό το λόγο έλαβε το προσωνύμιο «Νταλ ΆρπαΆρφα». Από τότε, εκτός της προσθήκης μερικών ακόμη χορδών και αύξησης του μεγέθους της, καμία άλλη μεταβολή δεν υπέστη το όργανο αυτό μέχρι το τέλος του ίδιου αιώνα, οπότε επινοήθηκε σύστημα ανύψωσης του τόνου όλων των χορδών, που εφαρμόσθηκε από τον Βαυαρό Χανσμπρούγκερ και που τροποποιήθηκε περί το [[1800]] από τον [[Σεμπαστιάν Εράρ]] (Sébastien Érard), το οποίο και διατηρείται μέχρι σήμερα. Τις κινήσεις ρυθμίζουν 7 [[πετάλι|πετάλια]] (πεντάλ), εκ των οποίων τα τρία χειρίζονται από το αριστερό πόδι και τα άλλα τέσσερα από το δεξιό. Τέλος, κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα, κατασκευάστηκε και η ηλεκτρική άρπαάρφα.
 
{{commons|Category:Harps in art}}
Στην περίοδο της [[Αναγεννησιακή μουσική|Αναγέννησης]] και του [[Μπαρόκ μουσική|μπαρόκ]] αποτελεί συχνά τμήμα του [[συνεχές βάσιμο|συνεχούς βάσιμου]], ωστόσο δεν χρησιμοποιείται σαν σολιστικό ή συμφωνικό όργανο ορχήστρας. Την εμφάνισή της στο κλασσικό ρεπερτόριο κάνει με τα [[κοντσέρτο|κοντσέρτα]] για άρπαάρφα του [[Χέντελ]] και κομμάτια του [[Γιόχαν Κρίστιαν Μπαχ]], ενώ στην [[Κλασική εποχή της μουσικής|κλασική περίοδο]] ο [[Βόλφγκανγκ Αμαντέους Μότσαρτ|Μότσαρτ]] γράφει το περίφημο κοντσέρτο για φλάουτο και άρπα (K.299). Εισήχθη στην ορχήστρα από τον [[Έκτωρ Μπερλιόζ|Μπερλιόζ]] με το έργο του "Φανταστική Συμφωνία", όπου κατά τις οδηγίες του συνθέτη απαιτούνται τουλάχιστον τέσσερις άρπεςάρφες (προφανώς για την ισορροπία του ήχου). Η εδραίωση της άρπας ως συμφωνικό όργανο της ορχήστρας διατηρήθηκε από τους περισσότερους [[ρομαντισμός|ρομαντικούς]] συνθέτες, όπως οι [[Ρίχαρντ Βάγκνερ|Βάγκνερ]], [[Ρίχαρντ Στράους|Στράους]], [[Τζάκομο Πουτσίνι|Πουτσίνι]], [[Πιότρ Ίλιτς Τσαϊκόφσκι|Τσαϊκόφσκι]]. Στο ρεπερτόριο -τόσο το συμφωνικό όσο και το σολιστικό- συνέβαλαν και οι λεγόμενοι [[εξπρεσιονισμός|εξπρεσιονιστές]] ([[Μωρίς Ραβέλ|Ραβέλ]], [[Κλωντ Ντεμπυσσύ|Ντεμπυσσύ]], κ.λπ) καθώς επίσης και οι Ρώσοι ([[Νικολάι Ρίμσκυ-Κόρσακοφ|Κόρσακοφ]], [[Ιγκόρ Στραβίνσκι|Στραβίνσκυ]] κ.ά.
 
== Τεχνικές ==
Ανακτήθηκε από "https://el.wikipedia.org/wiki/Άρπα"