Καποέιρα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
||
Γραμμή 23:
Ενστικτωδώς οι σκλάβοι αντιλήφθηκαν ότι μπορούσαν να εξελίξουν μέσω του σώματoς, ένα είδος αυτοάμυνας και πάλης, την οποία θα χρησιμοποιούσαν ως όργανο για την απελευθέρωσή τους.
Με τις ολλανδικές εισβολές (1600) η καταπίεση και η αυστηρή παρακολούθηση των σκλάβων χαλάρωσε. Συνεπώς, με την αμέλεια των αρχών, οι σκλάβοι βρήκαν ευνοϊκές τις συνθήκες για να αυξήσουν τις φυγές τους, με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν
Με την αύξηση του αριθμού των φυγών και των επαναστάσεων των μαύρων, οι Senhores (αφέντες) υποπτεύθηκαν ότι οι σκλάβοι εξέλισσαν ένα αποτελεσματικό όπλο. Από εκείνη τη στιγμή άρχισαν να παρακολουθούν τις δραστηριότητες τους. Οι σκλάβοι, σε αντίθεση, περιέλαβαν τη μουσική και αλληγορικές κινήσεις για να μεταμφιέσουν την εξάσκηση της καποέιρα.
Γραμμή 44:
Από τη δημιουργία της καποέιρα Regional, αυτό το στυλ προώθησε την καποέιρα λόγω της μεγάλης κοινωνικής της προβολής. Στην δεκαετία του '50 συνέβη μια εξάπλωση της καποέιρα Regional από την Bahia μέχρι την υπόλοιπη Βραζιλία, κυρίως λόγω της μετανάστευσης από τις βόρειες επαρχίες όπως η Bahia, το Pernambuco, το Maranhao, η Alagoas και η Ceara. Η καποέιρα Angola διατηρήθηκε αφανής στην επαρχία της Bahia, όπου την πρόσεχαν και την συνέχιζαν οι Mestres της Angola (angoleiros).
Μέσα στη δεκαετία του '70 με '80, μεγάλοι Mestres δημιούργησαν ομάδες (grupos) της καποέιρα σε όλη τη Βραζιλία με μεγάλη επιρροή, φέρνοντας κυρίως τις τάσεις της καποέιρα Regional. Μέσα σ» αυτά έχουμε τα γκρουπ «Cordao de Ouro» του Mestre Suassuna, «Senzala» του Mestre Itamar
Στα μέσα της δεκαετίας του '80 συνέβη μια αναγέννηση της καποέιρα Angola, λόγω της κοινωνικής δουλειάς του Mestre Moraes, ιδρυτή του γκρουπ G.C.A.P. (Grupo de καποέιρα Angola Pelourinho), από τη Bahia και μαθητή του Mestre Joao Grande. Από εκείνη τη στιγμή, η Βραζιλία γνώρισε πολλούς μεγάλους Mestres της Angola, όπως ο Joao Pequeno, o Curio και o Bobo μεταξύ άλλων.
Γραμμή 58:
Το παιχνίδι παίζεται από δύο άτομα που ξεκινούν γονατίζοντας στο έδαφος μπροστά από τα «Berimbaus». Το σημείο αυτό ονομάζεται «Pé da Cruz» ή «Pé do Berimbau» που σημαίνει το πόδι του σταυρού ή το πόδι του Berimbau αντίστοιχα.
Το πρώτο τραγούδι λέγεται «Ladainha» που σημαίνει λιτανεία. Μετά την Ladainha
Διάφορες κινήσεις αποφυγής και επίθεσης, κλωτσιές, περάσματα και ακροβατικά εκτελούνται στον ρυθμό που δίνει το Berimbau. Οι δύο παίκτες προσπαθούν εκτός απ»το να επιτύχουν ένα αρμονικό παιχνίδι με όμορφες ανταλλαγές κινήσεων, έξυπνα μαρκαρίσματα και κυρίως επικοινωνία μεταξύ τους οι κινήσεις τους να μην οδηγήσουν σε κάποιον τραυματισμό. Σε ένα πρόσφατο σεμινάριο ο Mestre João Cascau της ακαδημίας Senzala de Santos, επισήμανε ότι: <blockquote>Από την προέλευσή της, η καποέιρα δεν είναι ένας φορέας βίας μεταξύ των ατόμων που την εξασκούν. Δεν θα είχε υπάρξει κανένα όφελος στους σκλάβους να σκοτώνουν και να τραυματίζουν ο ένας τον άλλον όταν είχαν να αντιμετωπίσουν έναν βίαιο και άσπλαχνο καταπιεστή και τους οπλισμένους επιστάτες που έπαιρναν διαταγές από τους ιδιοκτήτες των φυτειών της Βραζιλίας. Τα λακτίσματα, τα σκουπίσματα ποδιών και οι κεφαλιές της καποέιρα μπορούν αναμφισβήτητα να χρησιμοποιηθούν και έχουν χρησιμοποιηθεί σε θανάσιμο αγώνα, αλλά μόνο όταν ο αντίπαλος ήταν θανάσιμος εχθρός. Όμως μεταξύ των συντρόφων, στο παιχνίδι της καποέιρα "Jogo de capoeira", ακόμα κι αν ήταν ένα παιχνίδι σφιχτό, στενό και σκληρό, ήταν ένα παιχνίδι που έπαιζαν και που απολάμβαναν για την ομορφιά του και όχι για το αίμα.
|