Νικολά Εντμ Ρεστίφ ντε Λα Μπρετόν: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 44:
[[Αρχείο:RestifOwl.jpg|εναλλ.=|αριστερά|μικρογραφία|358x358εσ|Εικονογράφηση από τις ''Νύχτες του Παρισιού'' (1788)]]
[[Αρχείο:Restif-Paysan_Perverti-Edmund_and_the_monks.jpg|μικρογραφία|Γκραβούρα του Louis Binet για τον ''Διεφθαρμένο χωρικό. Ο'' Εντμόντ, ο πρωταγωνιστής, σε δείπνο με τέσσερις μοναχούς.]]
Το 1767 ο Ρεστίφ δημοσίευσε το πρώτο σημαντικό του έργο, την ''Ενάρετη οικογένεια,'' και εγκατέλειψε το επάγγελμά του. Αυτό ήταν το πρώτο έργο και ακολούθησαν μεταξύ άλλων: ο ''Διεφθαρμένος χωρικός'' (1775), που τον έκανε γνωστό, ''η Ζωή του πατέρα μου'' (1778), στο οποίο σκιαγραφεί μια ρόδινη εικόνα της αγροτικής κοινωνίας πριν από την Επανάσταση με κυρίαρχη την αναφορά στον πατέρα του, ''οι Σύγχρονες'' (1780) που τον έκανε διάσημο, ''η Διεφθαρμένη χωρική'' (1784) , που ακολούθησε την επιτυχία του ''Διεφθαρμένου χωρικού'' και που και τα δύο έχουν σαν θέμα την ηθική εξαχρείωση των ενάρετων επαρχιωτών όταν έρχονταν στο Παρίσι., ''οι Παριζιάνες'' (1787), και ''Αντι-Ζυστίν ή οι Απολαύσεις του έρωτα,'' ένα μυθιστόρημα χαριτωμένο, αθυρόστομο και αναίσχυντο, χαρακτηριστικό ελευθέριο έργο, από αυτά που σκανδάλιζαν το λογοτεχνικό 18ο αιώνα, που ο Ρεστίφ έγραψε σαν "απάντηση" στη ''Ζυστίν'' του μαρκήσιου ντε Σαντ(1793). Τα βιβλία του συνοδεύονταν από εικονογραφήσεις<ref>Nicolas-Edme Rétif de La Bretonne et Pierre Testud (éd.), , <abbr>vol.</abbr> 2, Gallimard, <abbr>coll.</abbr> « Bibliothèque de la Pléiade », 1989, <abbr>p.</abbr> 1648, note 3.</ref>, κυρίως για την καταπολέμηση της πλαστογραφίας.
 
Το 1780, ζώντας χωριστά από τη σύζυγό του, συνάντησε τη νεαρή Σάρα, κόρη της σπιτονοικοκυράς του, η οποία του ενέπνευσε την ''Τελευταία περιπέτεια ενός ανθρώπου του σαράντα πέντε χρονών'' (1783).
Γραμμή 50:
Την ίδια χρονιά, καθώς τριγύριζε τη νύχτα στους δρόμους του Παρισιού και του [[Ιλ Σαιν-Λουί|Ιλ Σαιν-Λουί,]] ονομάζοντας τον εαυτό του "κουκουβάγια", άρχισε να γράφει ιστορίες στις γέφυρες και στους τοίχους.
 
Μάρτυρας στα γεγονότα της Επανάστασης, δημοσίευσε ''το Ισχυρότερο φυλλάδιο'' (26 Φεβρουαρίου, 1789), τις ''Νύχτες του Παρισιού'' (1788-1793), το ''Θεσμογράφο'' ( 1790), το ''Παλαί-Ρουαγιάλ'' (1790), τους πέντε τόμους του ''Θεάτρου'' του (1793), τους ''Επαρχιώτες'' (1795) τη ''Φιλοσοφία του κυρίου Νικολά'' (1796), τον ''κύριο Νικολά'' (1797).
 
Το''Ο κύριος Νικολά'' (Monsieur Nicolas) είναι το σημαντικότερο έργο του Ρεστίφ ντε λα Μπρετόν, είναι ημια τεράστια αυτοβιογραφία του, ''ο κύριος Νικολά'' (Monsieur Nicolas), σε οκτώ τόμους, που εκδόθηκε από το 1794 έως το 1797 και διαδραματίζεται κατά μεγάλο μέρος στον παρισινό υπόκοσμο. Σ' αυτό το βιβλίο-ποταμό ο συγγραφέας-αφηγητής αναφέρεται στη ζωή του και εκθέτει τα βάσανά του αλλά είναικαταθέτει επίσης μια μαρτυρία της εποχής του και της κοινωνίας. Επιπροσθέτως, είναι μια πολύ πλούσια πηγή πληροφοριών σχετικά με την αγροτική ζωή και τον κόσμο των εκτυπωτών του 18ου αιώνα.
 
Το 1811, ο Michel de Cubières δημοσίευσε την ''Ιστορία των συντρόφων της Μαρίας,'' μια συλλογή ανέκδοτων διηγημάτων του Ρεστίφ ντε λα Μπρετόν, συνοδευόμενη από ένα κείμενο σχετικά με τη ζωή και τα έργα του.<ref>Nicolas-Edme Rétif de La Bretonne et Pierre Testud, , <abbr>vol.</abbr> 1, Gallimard, <abbr>coll.</abbr> « Bibliothèque de la Pléiade », 1989, « Chronologie », <abbr>p.</abbr> XXVII-LIII.</ref>
Γραμμή 59 ⟶ 60 :
Θαυμαστής των ιδεών του Ρουσσώ, ο Ρεστίφ ήθελε, ακολουθώντας το παράδειγμά του, να εισάγει στα έργα του το θέμα της κοινωνικής μεταρρύθμισης, και επέδειξε, σε ό,τι έγραφε για την κυβέρνηση, την εκπαίδευση, τις γυναίκες, το θέατρο, κλπ., πρωτοτυπία και παραδοξότητα αλλά και τόλμη, ιδιαιτερότητα και ακρίβεια. Στο έργο του αποτύπωσε με ιδιαίτερη ζωντάνια τις πιο σκοτεινές πλευρές της γαλλικής ζωής κατά τον 18ο αιώνα.<ref>Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Λαρούς Britannica, τ.52, σελ 29</ref>
 
Ο μαρκήσιος ντε Σαντ και ο Ρεστίφ, των οποίων οι απόψεις ήταν αντίθετες, έτρεφαν αμοιβαία αντιπάθεια. Ο Ρεστίφ αντιμετώπιζε τον Σαντ σαν «τέρας», ένας όρος που του άρεσε ιδιαίτερα και συχνά βρίσκεται στα γραπτά του. Αντίθετα, εκτιμήθηκε ιδιαίτερα από πολλούς συγγραφείς, ανάμεσα στους οποίους και ο [[Φρίντριχ Σίλερ|Σίλερ]], ο οποίος επεσήμανε στον [[Γιόχαν Βόλφγκανγκ Γκαίτε|Γκαίτε]] τη δημοσίευση του ''κυρίου Νικολά'' το 1798. Επικρίθηκε ευρέως από τους απανταχού ακραιφνείς υποστηρικτές της γλώσσας, όπως ο Λα Αρπ ,(που του έδωσε το ψευδώνυμο «ο Βολταίρος των υπηρετριών» ή «ο Ρουσσώ του βούρκου». Όμως, ο Lavater τον ονόμαζε «ο Γάλλος [[Σάμουελ Ρίτσαρντσον|Ρίτσαρντσον]]», ο Ζεράρ ντε Νερβάλ του αφιέρωσε μια βιογραφία στο έργο του ''les Illuminés'', και θαυμάστηκε ιδιαίτερα από τους σουρεαλιστές, οι οποίοι τον επανανακάλυψαν.
 
Σαν εκδότης ενδιαφερόταν επίσης για τη μεταρρύθμιση της γλώσσας, για την ορθογραφία και το συντακτικό,<ref>Jean-René Suratteau, « Restif (de la Bretonne) Nicolas Edme », dans Albert Soboul (dir.), ''Dictionnaire historique de la Révolution française'', Paris, PUF, 1989 (rééd. Quadrige, 2005, p. 897-898).</ref> δημιουργώντας πολλούς νεολογισμούς. Επίσης, ήταν ένας από τους πρωτοπόρους του σχολιασμού του τρόπου αμφίεσης, που απασχόλησε πολύ την κριτική στην εποχή του, αυτό εμφανίζεται για πρώτη φορά στο έργο του ''οι Σύγχρονες'' το 1780.<ref>Nicolas-Edme Rétif de La Bretonne et Pierre Testud (éd.), , <abbr>vol.</abbr> 2, Gallimard, <abbr>coll.</abbr> « Bibliothèque de la Pléiade », 1989, <abbr>p.</abbr> 1419-1420, note 7.</ref>
 
Φιλόσοφος, μεταρρυθμιστής, για καιρό αγνοημένος, ο Ρεστίφ ντε λα Μπρετόν καταπιάστηκε με όλα τα κοινωνικά προβλήματα, συμπεριλαμβανομένων των ταμπού (πορνεία, αιμομιξία, κ.λπ.), υποστηρίζοντας συχνά συντηρητικές και κατασταλτικές λύσεις. Συνέλαβε επίσης την ιδέα μια μορφής αγροτικού κομμουνισμού, από όπου εμπνεύστηκαν ο [[Ανρί ντε Σαιν-Σιμόν|Σαιν-Σιμόν]] και ο [[Σαρλ Φουριέ|Φουριέ]]. <ref>Jean-René Suratteau, « Restif (de la Bretonne) Nicolas Edme », dans Albert Soboul (dir.), ''Dictionnaire historique de la Révolution française'', Paris, PUF, 1989 (rééd. Quadrige, 2005, p. 897-898).</ref>
 
Τα ερωτικά του βιβλία ήταν συχνά εικονογραφημένα με γυναίκες με μικρά πόδια και στρογγυλό στόμια. Σε όσους τον επέκριναν για την επιλογή των θεμάτων του απαντούσε ότι έγραφε βιβλία ηθικής ιατρικής, ότι οι αρχές του ήταν ειλικρινείς και ότι δεν θα μπορούσε να απεικονίσει αγνά ήθη όταν στον αιώνα κυριαρχούσαν τα διεφθαρμένα. Αν και το στυλ του είναι συνήθως τετριμμένο και συχνά ανακριβές, ο Ρεστίφ, ωστόσο, άγγιζε τους αναγνώστες του με τις παραστατικές σκηνές του, με συγκινητικούς τόνους, με τη ζωντάνια των διαλόγων του και με την απεικόνιση πραγματικών σκηνών της παρισινής ζωής. Η συγγραφική του γονιμότητα ήταν ανεξάντλητη και η επιτυχία του πολύ μεγάλη. Σε μια εποχή που τόσα πολλά ελευθέρια έργα διαβάζονταν στα μπουντουάρ των κυριών και στα σαλόνια, μέρος του κοινού παθιάστηκε με τα μυθιστορήματά του, που έφεραν τη σφραγίδα της αλήθειας και της ειλικρίνειας.