Λατινοκρατία: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
W5ry3 (συζήτηση | συνεισφορές) →H Ορθόδοξη Εκκλησία στην περίοδο της Λατινοκρατίας: αφαίρεση, ανακρίβειες |
W5ry3 (συζήτηση | συνεισφορές) →H Ορθόδοξη Εκκλησία στην περίοδο της Λατινοκρατίας: διευκρίνιση |
||
Γραμμή 87:
==H Ορθόδοξη Εκκλησία στην περίοδο της Λατινοκρατίας==
Με τη δημιουργία Λατινικών κρατιδίων αποδιοργανώνεται ο ακμαίος εκκλησιαστικός βίος. Η εχθρική πολιτική των κατακτητών έναντι της τοπικής ορθόδοξης ιεραρχίας και του λαού εκφραζόταν με την βίαιη εγκαθίδρυση λατινικής ιεραρχίας, η οποία με καταπιεστικά μέσα επεδίωκε την υποταγή στον Πάπα. Ορθόδοξοι αρχιερείς εγκαταλείπουν τις Μητροπόλεις και επισκοπές τους: ο Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης καταφεύγει στην Νίκαια και άλλοι σε άλλους τόπους, ναοί και μοναστήρια λεηλατούνται ή παραχωρούνται στην λατινική ιεραρχία, ενώ σημαντικές κτήσεις δίδονται σε Ιπποτικά τάγματα. Η Ρώμη υπάγει στο λατίνο Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως τις λατινικές Αρχιεπισκοπές Κορίνθου, Θεσσαλονίκης, Αθηνών, Πατρών, Λαρίσης, Θηβών και Νέων Πατρών (Υπάτης). Επιβλήθηκε η φορολογία της δεκάτης και η λατινική ομολογία πίστης της Ραβεννίκης<ref>Νίκος Ζαχαρόπουλος, Η Εκκλησία στην Ελλάδα κατά τη Φραγκοκρατία, εκδ.Πουρναράς, Θεσσαλονίκη, 1998, σελ.212-214</ref>. Η διασπορά των λατινικών κτήσεων και ο μεταξύ τους ανταγωνισμός υπονόμευαν την όποιας μορφής ενεργοποίηση της Ορθόδοξης Ιεραρχίας.<ref>Χρύσα Μαλτέζου, «Λατινοκρατούμενη Ελλάδα-Βενετικές και Γενουατικές κτήσεις», Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών, τομ. Θ΄(1980), σελ.245-246</ref>Η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης (1223) ελάφρυνε γενικότερα τη σκληρότητα της πολιτικής των Λατίνων, όπως αποτυπώθηκε στην απόφαση της δεύτερης συνόδου της Ραβεννίκης (1223), η οποία αναγνώρισε ορισμένα προνόμια στον Ορθόδοξο κλήρο: μη φυλάκιση των Ελλήνων ιερέων αν δεν κατέβαλαν τους φόρους τους, καταδίκη κοσμικών λατίνων αρχόντων από λατινικές εκκλησιαστικές αρχές λόγω αυθαιρεσιών σε βάρος του ορθόδοξου κλήρου<ref>Νίκος Ζαχαρόπουλος, Η Εκκλησία στην Ελλάδα κατά τη Φραγκοκρατία, εκδ.Πουρναράς, Θεσσαλονίκη, 1998, σελ. 214-219</ref>. Ο Αρχιεπίσκοπος Αχρίδας διεκδίκησε ανεξάρτητη από το Οικουμενικό Πατριαρχείο Εκκλησία, αλλά ναυάγησε λόγω της συρρίκνωσης των εδαφών του κρατιδίου από τους Βούλγαρους<ref>Donald Nicol, «Το Δεσποτάτο της Ηπείρου (1204-1261)», Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών, τομ. Θ΄(1980), σελ.104</ref>. Η παρουσία ελληνικών κρατιδίων στην ηπειρωτική Ελλάδα και η ανάκαμψή τους συνέβαλε στην σταδιακή αποκατάσταση της ορθόδοξης ιεραρχίας και των περιορισμό της δραστηριότητας των λατίνων Αρχιεπισκόπων. Όπου όμως διατηρήθηκε η λατινική κατοχή (Κρήτη, Μεθώνη, Κορώνη) η σκληρή πολιτική σε βάρος της ορθόδοξης ιεραρχίας συνεχίστηκε: χαρακτηριστικά σε ολόκληρη την Κρήτη δεν υπήρχε ορθόδοξος Επίσκοπος και οι ενετικές αρχές εμπόδιζαν την αποστολή τέτοιου από το Οικουμενικό Πατριαρχείο ή από τη Μητρόπολη Μονεμβασίας
Στην Κύπρο κατά την περίοδο της Ενετοκρατίας (1489-1571) το νομικό καθεστώς της Εκκλησίας δεν βελτιώθηκε και οι αντιδράσεις του Ορθόδοξου κλήρου και λαού συνεχίστηκαν αμείωτες, όπως φαίνεται από τα γεγονότα της άλωσης της Λεμεσού από τους Τούρκους. Η πολιτική της Βενετίας ήταν μετριοπαθέστερη και διευκόλυνε την Ορθόδοξη Εκκλησία στη δυναμική ανάκτηση πολλών από τις χαμένες ελευθερίες της προηγούμενης περιόδου.<ref>Θεόδωρος Παπαδόπουλος, «Η Βενετική κυριαρχία στην Κύπρο», Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών, τομ.Ι (1974), σελ.196-197</ref>
Στα [[Ενετική κυριαρχία στα Επτάνησα|Ενετοκρατούμενα Επτάνησα]] εγκαταστάθηκε Λατινικό ιερατείο, υφαρπάχθηκε η εκκλησιαστική περιουσία των Ορθοδόξων, ενώ επιβλήθηκε η δεκάτη για τη συντήρηση του λατινικού κλήρου. Ο προσηλυτισμός γινόταν με σεμινάρια, αναβαπτισμούς και εξαναγκασμό στην τέλεση άλλων λατινότροπων μυστηρίων και ιερών ακολουθιών<ref> Χρύσα Μαλτέζου, «Επτάνησα», Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών, τομ.Ι (1974), σελ.223-226</ref>.
|