Αντώνης Κατσαντώνης: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
αφαίρεση βιβλίου παιδικών εκδόσεων, σύμφωνα με την υπάρχουσα σήμανση, αφαίρεση υπάρχουσας σήμανσης και προσθήκη σχετικής σήμανσης περί πηγής
Γραμμή 1:
{{πηγές|2|07|2018}}
{{ακρίβεια|Εκτεταμένη χρήση βιβλίου παιδικών εκδόσεων (Στρατίκη) + μεγάλα τμήματα χωρίς τεκμηρίωση}}
{{πληροφορίες προσώπου
| εικόνα = O_atromitos_Katsantonis.jpg
| ημερομηνία γέννησης = 1775
| τόπος γέννησης = Δήμος Αγράφων
| ημερομηνία θανάτου = 28 Σεπτεμβρίου 1809<ref name="Petritis 1998">Πετρίτης 1998.</ref>{{πηγή}}
| τόπος θανάτου = Ιωάννινα
| εθνικότητα = Ελληνική
Γραμμή 19 ⟶ 18 :
Το ζευγάρι απέκτησε τρία αγόρια: τον Κατσαντώνη, ο οποίος γεννήθηκε στο Μάραθο και που πήρε το όνομα του σύμφωνα με άλλη παράδοση από τη παράκληση της μάνας του να μην πάει στα βουνά ως [[αρματολός]] και του έλεγε «Κάτσε Αντώνη, κάτσε Αντώνη»<ref name="Νομός Ευρυτανίας">Συλλογικό έργο, ''Νομός Ευρυτανίας'', σελ. 241.</ref>, τον [[Κώστας Λεπενιώτης|Κώστα Λεπενιώτη]], που γεννήθηκε στη [[Λεπενού]] [[Αιτωλοακαρνανία|Αιτωλοακαρνανίας]], εξ ου και το επώνυμό του, και τον Γιώργο Χασιώτη, που γεννήθηκε στα [[Χάσια]], απ΄ όπου και το επίθετο του.
 
Αρκετοί άλλοι μελετητές αναφέρουν πως το ζευγάρι είχε έναν ακόμη γιο το Χρήστο ή Κούτσικο, που πέθανε φυλακισμένος από τους Τούρκους στα [[Μετέωρα]], καθώς και μια κόρη, τη Κατερίνα, που παντρεύτηκε κατόπιν στο χωριό Βελαώρα των Απεραντίων αλλά δεν είναι γνωστό με ποιόν. Στο Μάραθο γεννήθηκε το πρώτο παιδί της οικογένειας, ο Αντώνης, ο μετέπειτα γνωστός ως Κατσαντώνης το [[1775]]{{πηγή}}.<ref name="Petritis 1998"/>
Πριν ξεκινήσει την επαναστατική του δράση ήταν βοσκός στο κοπάδι του πατέρα του και είχε γυρίσει όλα τα βουνά των [[Άγραφα|Αγράφων]]. Σύμφωνα με ορισμένες πηγές παντρεύτηκε μια τσελιγκοπούλα που ονομαζόταν Αγγελική Δράκου και έκανε μαζί της έναν γιο, τον Αλέξανδρο, αλλά οι πληροφορίες για αυτούς είναι λιγοστές και δεν έχουν εξακριβωθεί.
 
Σύμφωνα με την τοπική παράδοση ο Κατσαντώνης έμενε με τους γονείς του στη [[Λεπενού]], όταν καταγγέλθηκε (το 1800 ή 1802), άδικα κατά κάποιους<ref>Σταμέλος 2004.</ref>, στον [[Αλή Πασάς|Αλή Πασά]] από κάποιον Γιάγκο Καραγκούνη πως όλη η οικογένεια του Γιάννη Μακρυγιάννη προέβαινε σε συστηματική ζωοκλοπή σε όλη την ευρύτερη περιοχή. Τότε ο Αλή Πασάς διέταξε τη σύλληψή του μαζί με το γιο του, τον Κατσαντώνη οι οποίοι και οδηγήθηκαν στις φυλακές των Ιωαννίνων. Τότε ο Κατσαντώνης υποχρεώθηκε για να πετύχει την ελευθερία του πατέρα του να καταβάλει ένα μεγάλο χρηματικό ποσό, όπως κικαι έγινε{{πηγή}}.<ref name="Petritis 1998"/>
 
===Έναρξη συμπλοκών===
Ο Κατσαντώνης ορκίσθηκε τότε να ξεπλύνει τη ντροπή της οικογενείας του με τα όπλα παρατώντας τη βοσκή. Έτσι αφού σκότωσε τον «Μπουλούκμπαση» Γιάγκο Καραγκούνη, επιδόθηκε εν συνεχεία σε ληστείες και κλοπές, στην αρχή κατά των χαρατζήδων (δηλ. αυτών που εισέπρατταν τους φόρους για λογαριασμό των Τούρκων) και των [[Σπαχήδες|σπαχήδων]] (εξισλαμησθέντων στρατιωτών ιππέων) του Αλή Πασά. Ο [[Αλή Πασάς]] όταν το έμαθε, προκειμένου να τον εκφοβίσει, διέταξε για δεύτερη φορά τη σύλληψη του πατέρα του, τη δήμευση της περιουσίας του και την πυρπόληση της οικίας του. Αλλά ενώ ο πατέρας του Κατσαντώνη μαζί με κάποιους εκ των συγγενών του πέθαινε στις φυλακές της [[Άρτα]]ς<ref name="Νομός Ευρυτανίας"/>, ο Κατσαντώνης ενισχύθηκε με ομάδες κλεφτών των αδελφών του Λεπενιώτη και Χασιώτη καθώς και μ΄ εκείνων των Δίπλα και [[Γιώργος Τσόγκας|Τσόγκα]], οπότε και άρχισε ένας αμείλικτος αγώνας μεταξύ των [[Δερβέναγας|Δερβεναγάδων]] του Αλή και των παραπάνω συμμοριών, με κύρια θέατρα συμπλοκών τα Άγραφα, τον Βάλτο, το Ξηρόμερο και άλλες περιοχές. Μάχες στις μάχες, ενέδρες στις ενέδρες και προδοσίες στις προδοσίες συμπλήρωναν όλον εκείνο τον αγώνα. Τίποτα όμως δεν κατόρθωναν οι «Αληπασίτες» κατά του αεικίνητου Κατσαντώνη, που παρέμενε κάθε φορά ασύλληπτος{{πηγή}}.<ref name="Petritis 1998"/>
 
Αντ' αυτών, ο ιστορικός Φραγκίστας περιορίζοντας τα γεγονότα κατά το επιεικέστερο επί των παραδόσεων, αναφέρει πως ο Κατσαντώνης στα εικοσιπέντε του χρόνια, ([[1802]]) εγκατέλειψε τον ποιμενικό βίο και έγινε κλέφτης, έπειτα από κάποιο περιστατικό που του συνέβη μ' έναν Τούρκο. Είχε συλληφθεί και αφού δάρθηκε από ένα μπουλούκμπαση με την κατηγορία της ζωοκλοπής, αφέθηκε ελεύθερος αφού κατέβαλε πολλά λύτρα. Μόλις ο Κατσαντώνης απελευθερώθηκε, σκότωσε τον μπουλούκμπαση και υποχρεώθηκε έτσι, φυγοδικώντας, να στραφεί στην κλέφτικη ζωή. Εδώ αξίζει να αναφέρουμε ότι πολλοί μελετητές πιστεύουν ότι το όνομα Κατσαντώνης προέρχεται από την τούρκικη λέξη "Kaçan" (Κατσάν) που σημαίνει φυγόδικος{{πηγή}}. Εντάχθηκε στην ομάδα του παππού του Δίπλα, που λέγεται κατά την παράδοση ότι ήταν και νονός του. Αργότερα τον ακολούθησαν και τα δυο μικρότερα αδέρφια του, ενώ χάρη στις ικανότητες του Κατσαντώνη ο Δίπλας αύξησε τη δύναμη του ασκεριού του και όταν σε προχωρημένη ηλικία ένιωσε τις δυνάμεις του να τον εγκαταλείπουν, παρέδωσε τα ηνία της ηγεσίας της κλεφτουριάς των Αγράφων στον εγγονό του Κατσαντώνη. Ο [[Αλή πασάς]] των [[Ιωάννινα|Ιωαννίνων]] εξόντωσε την οικογένειά του, μόλις έμαθε ότι το αρματολίκι των Αγράφων ξεσηκώνεται εναντίον του από τον Κατσαντώνη, και αυτός με τη σειρά του για να τον εκδικηθεί, εξόντωσε πολλούς [[Τουρκαλβανοί|Τουρκαλβανούς]] σε διάφορες ενέδρες και μάχες. Τον Μάιο του [[1808]] έφερε μια τιμητική διάκριση για τον Κατσαντώνη, αφού είχε σκοτώσει τον [[Βεληγκέκας|Βεληγκέκα]]<ref name="Νομός Ευρυτανίας"/>, γνωστό μας από το [[θέατρο Σκιών]]{{πηγή}}.<ref name="Petritis 1998"/>
 
=== Συνδιαλλαγή ===
Γραμμή 42 ⟶ 41 :
 
===Το τέλος===
Επανερχόμενος ο Κατσαντώνης στα Άγραφα ήδη προσβεβλημένος από [[ευλογιά]] από παιδική ηλικία αποσύρθηκε των περιπετειών, το καλοκαίρι του [[1809]]. Παρά τις προσπάθειες του γιατρού του, Θανάση Ντουφεκιά, η κατάσταση του ήταν μη αναστρέψιμη. Έτσι μαζί με τ΄ αδέλφια του και τεσσάρων συντρόφων του διέμενε κρυμμένος στο σπήλαιο Φούρκα της [[Ευρυτανίας]], στο χωριό «Μοναστηράκι» των Αγράφων σε μια άγρια και δυσπρόσιτη περιοχή<ref name="Νομός Ευρυτανίας"/>. Εκεί τον περιποιούνταν ο γιατρός του Ντουφεκιάς και για την ασφάλεια του άφησαν 5 κλέφτες με τον Γιώργο Χασιώτη επικεφαλής. Το πολεμικό σώμα του Κατσαντώνη ανέλαβε να διοικεί ο άλλος του αδερφός, ο Κώστας Λεπενιώτης. Μόνον ένας βοσκός γνώριζε τη θέση του σπηλαίου ο οποίος και τροφοδοτούσε τους κρυπτόμενους{{πηγή}}.<ref name="Petritis 1998"/>
Η ασθένεια και ο τόπος απόκρυψής του τελικά προδόθηκε στον Αλή Πασά (από κάποιον Γκούρλια, κατά άλλους ο προδότης ήταν ένας καλόγερος, άλλοι πιστεύουν ότι τον πρόδωσε μια γριά που πουλούσε βότανα και μαγγανείες, ενώ τέλος άλλοι πιστεύουν ότι τον πρόδωσε παρά τη θέληση του, ύστερα από βασανιστήρια, ένας φίλος του Κατσαντώνη, που ονομαζόταν Σιούρτας), ο οποίος και έστειλε τον έμπιστό του μουχουρντάρη (=σφραγιδοφύλακα) Άγο Βαστάρη με 800 άνδρες να τον συλλάβει. Ενώ αρχικά πουθενά δεν βρισκόταν το σημείο απόκρυψης κάποιοι εντόπισαν τον βοσκό που μετά από θηριώδη βασανιστήρια αποκαλύφθηκε το σημείο του σπηλαίου. Όταν άρχισε η πολιορκία ο Χασιώτης άρπαξε τον αδελφό του στο ώμο όπου και διέφυγαν. Μετά από επτά ώρες καταδίωξη τελικά κυκλώθηκαν μέσα σε χαράδρα όπου και αναγκάστηκαν να συνθηκολογήσουν με τον Άγο Βαστάρη. Ο τελευταίος όμως αθετώντας το λόγο του αφού τους έδεσε τους οδήγησε θριαμβευτικά στα [[Γιάννενα]]<ref name="Νομός Ευρυτανίας"/>.
Γραμμή 118 ⟶ 117 :
 
==Πηγές==
* Πετρίτης Πάνος, ''Κατσαντώνης, το λιοντάρι της κλεφτουριάς'', Αθήνα 1998.
* [[Δημήτριος Σταμέλος|Σταμέλος Δημήτρης]], ''Ο Κατσαντώνης. Ιστορικές διαστάσεις του θρύλου του'', Εκδόσεις «Βιβλιοπωλείο της Εστίας», Αθήνα 2004.
* Συλλογικό έργο, ''Νομός Ευρυτανίας'', τόμος 13ος, σειρά: «ΕΛΛΑΔΑ», Εκδόσεις Δομή, Αθήνα 2006.