Πρωτεύοντα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Nea Makri 2007 (συζήτηση | συνεισφορές)
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Ετικέτες: Οπτική επεξεργασία Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό
Σύνδεσμος προς 3 βιβλία για επαληθευσιμότητα.) #IABot (v2.1alpha3
Γραμμή 150:
Οι [[κλείδα|κλείδες]] στα πρωτεύοντα αποτελούν κυρίαρχο στοιχείο της [[ωμική ζώνη|ωμικής ζώνης]]. Αυτό επιτρέπει στις [[Γληνοβραχιόνια άρθρωση|γληνοβραχιόνιες αρθρώσεις]] μεγάλο βαθμό κίνησης προς όλες τις κατευθύνσεις.<ref name="palaeos" /> Ειδικότερα στους πιθήκους, οι συγκεκριμένες αρθρώσεις τους επιτρέπουν ακόμα μεγαλύτερη κινητικότητα λόγω της ραχιαίας θέσης της [[ωμοπλάτη]]ς, των φαρδιών πλευρών -που είναι πιο πλατιά στο μπροστινό μέρος απ' ό,τι στο πίσω, και μίας μικρότερης, λιγότερο ευκίνητης σπονδυλικής στήλης συγκριτικά με τις άλλες [[κερκοπιθηκίδες|μαϊμούδες Παλαιού Κόσμου]] (με σημαντική επίσης μείωση στο κάτω μέρος της [[σπονδυλική στήλη]]ς που έχει οδηγήσει στην απώλεια της ουράς σε πολλά είδη πιθήκων). Οι περισσότερες μαϊμούδες Παλαιού Κόσμου σε αντίθεση με τους πιθήκους έχουν ουρές. Η μόνη ομάδα πρωτευόντων με [[συλληπτήρια ουρά|συλληπτήριες ουρές]] ανήκει στις [[πλατύρρινοι|μαϊμούδες Νέου Κόσμου]], και πρόκειται για την οικογένεια [[Ατελίδες]], που μεταξύ άλλων περιλαμβάνει τις [[μαϊμού αράχνη|μαϊμούδες αράχνες]] και τις [[τριχωτή μαϊμού|τριχωτές μαϊμούδες]].
 
Τα πρωτεύοντα παρουσιάζουν τάση για μικρότερο [[ρύγχος]].<ref name="palaeos" /> Οι μαϊμούδες του Παλαιού Κόσμου διαφέρουν από αυτές του Νέου Κόσμου λόγω της διαφορετικής δομής της μύτης τους, καθώς και από την οδοντοφυΐα τους.<ref name="adw" /> Στις μαϊμούδες του Νέου Κόσμου τα ρουθούνια είναι στραμμένα προς το πλάι, ενώ στις μαϊμούδες του Παλαιού Κόσμου, τα ρουθούνια είναι στραμμένα προς τα κάτω.<ref name="adw" /> Οι οδοντικοί τύποι μεταξύ των πρωτευόντων διαφέρουν σημαντικά, με μερικά πρωτεύοντα να έχουν χάσει τους περισσότερους [[κοπτήρας|κοπτήρες]] τους, παρ'όλα αυτά όλα σχεδόν τα πρωτεύοντα διατηρούν τουλάχιστον έναν κάτω κοπτήρα.<ref name="adw" /> Οι περισσότεροι στρεψίρρινοι έχουν κτενωτά δόντια (toothcomb), δηλαδή μία πυκνή διάταξη των κάτω κοπτήρων και κυνοδόντων, που χρησιμεύουν κυρίως στην περιποίηση και σε ορισμένες περιπτώσεις και για τη χορτονομή,<ref name="EncycMammals" /><ref name="adw" /> ενώ οι πρώτοι κάτω προγόμφιοι έχουν σχήμα όμοιο με αυτό του κυνόδοντα.<ref name="EncycMammals" /> Οι μαϊμούδες του Παλαιού Κόσμου έχουν οχτώ [[προγόμφιος|προγόμφιους]], σε αντίθεση με τους δώδεκα προγόμφιους των μαϊμούδων του Νέου Κόσμου.<ref name="adw" /> Γενικότερα, ένα από τα πολλά χαρακτηριστικά που διαχωρίζει τα είδη του Παλαιού Κόσμου σε μαϊμούδες και πιθήκους είναι ο αριθμός των οδοντικών φυμάτων στους [[γομφίος|γομφίους]]: οι μαϊμούδες του Παλαιού Κόσμου έχουν τέσσερις,<ref name="adw" /> ενώ οι περισσότεροι πίθηκοι έχουν σε γενικές γραμμές πέντε (οι άνθρωποι μπορεί να έχουν 4 ή 5).<ref>{{cite book |title=Wheeler's Dental Anatomy, Physiology, and Occlusion |author=Ash, M. M., Nelson, S. J. & Wheeler, R. C. |publisher=W.B. Saunders |year=2003 |isbn=9780721693828 |pages=[https://archive.org/details/dentalanatomyphy00majo/page/12 12] |url=https://archive.org/details/dentalanatomyphy00majo/page/12 }}</ref> Το βασικό φύμα των γομφίων των [[Ανθρωπίδαι|ανθρωπιδών]] (υποκώνος) εξελίχτηκε στην αρχή της εξελικτικής ιστορίας των πρωτευόντων, ενώ το αντίστοιχο πρωτόγονο κάτω φύμα των γομφίων (παρακώνος) χάθηκε. Οι προσιμιίδες ξεχωρίζουν από τα ακίνητα άνω χείλη τους, την υγρή κορυφή της μύτης τους και τα στραμμένα προς τα μπροστά κάτω μπροστινά δόντια τους.
 
Η [[εξέλιξη της έγχρωμης όρασης στα πρωτεύοντα]] είναι μοναδική σε σχέση με τα περισσότερα άλλα [[ευθήρια]] [[θηλαστικό|θηλαστικά]]. Παρόλο που οι παλαιότεροι [[σπονδυλωτό|σπονδυλωτοί]] πρόγονοι των πρωτευόντων είχαν [[τριχρωματική όραση]], οι πιο πρόσφατοι [[νυκτόβιο ζώο|νυκτόβιο]]ι και [[ομοιόθερμο]]ι, θηλαστικοί πρόγονοι τους έχασαν έναν εκ των τριών κώνων του [[αμφιβληστροειδής|αμφιβληστροειδούς]] κατά τη [[Μεσοζωικός αιώνας|Μεσοζωική]] περίοδο. Κατά συνέπεια τα ψάρια, τα ερπετά και τα πτηνά έχουν τριχρωματική ή τετραχρωματική όραση ενώ όλα τα θηλαστικά, με εξαίρεση μερικά πρωτεύοντα και μερικά [[μαρσιποφόρα]],<ref>{{cite journal | author=Arrese, C. A., ''et al.'' | year=2005 | title=Cone topography and spectral sensitivity in two potentially trichromatic marsupials, the quokka (''Setonix brachyurus'') and quenda (''Isoodon obesulus'') | journal=Proceedings of Biological Science | volume=272 | issue=1565 | doi=10.1098/rspb.2004.3009 | pages=791–796 | pmid=15888411 | pmc=1599861}}</ref> έχουν διχρωματική ή μονοχρωματική όραση (αχρωματοψία).<ref name="EncycMammals" /> Τα νυκτόβια πρωτεύοντα, όπως οι [[Αοτίδες|νυχτερινές μαϊμούδες]] και οι [[γαλάγος|γαλάγοι]] έχουν συχνά αχρωματοψία. Οι κατάρρινοι παρ'όλα αυτά έχουν τριχρωματική όραση χάρη στον [[διπλασιασμός γονιδίου|διπλασιασμό]] του κόκκινου-πράσινου γονιδίου ([[opsin]]) στην απαρχή της εξελικτικής τους πορείας ως ανεξάρτητη ομάδα, 30 με 40 εκατομμύρια χρόνια πριν.<ref name="EncycMammals" /><ref name="Bowmaker1991">{{cite journal | author = Bowmaker, J. K. & Astell, S. | year = 1991 | title = Photosensitive and photostable pigments in the retinae of Old World monkeys | journal = Journal of Experimental Biology | volume = 156 | pages = 1–19 |issn=0022-0949 |url=http://jeb.biologists.org/cgi/reprint/156/1/1.pdf |format=pdf |accessdate=2008-06-16 | pmid = 2051127}}</ref> Οι πλατύρρινοι, από την άλλη, παρουσιάζουν τριχρωματική όραση σε ελάχιστες περιπτώσεις.<ref name="Surridge2003">{{cite journal | author = Surridge, A. K., and D. Osorio | year = 2003 | title = Evolution and selection of trichromatic vision in primates | journal = Trends in Ecology and Evolution | volume = 18 | pages = 198–205 | doi = 10.1016/S0169-5347(03)00012-0}}</ref> Συγκεκριμένα, τα θηλυκά άτομα της ομάδας λόγω [[ετεροζυγία]]ς στο φυλετικό [[χρωμόσωμα Χ]], μπορεί να έχουν διχρωματική ή τριχρωματική όραση, ενώ τα αρσενικά παρουσιάζουν μόνο διχρωματική όραση. Η έγχρωμη όραση στους στρεψίρρινους δεν είναι ακόμα αρκετά καλά κατανοητή. Παρόλα αυτά, έρευνες υποδεικνύουν πως το είδος της έγχρωμης όρασης τους δεν διαφέρει και πολύ από αυτή των πλατύρρινων.<ref name="EncycMammals" />
Γραμμή 159:
[[Αρχείο:Hamadryas Baboon.jpg|thumb|right|Ευδιάκριτος φυλετικός διμορφισμός σωματικής μάζας μπορεί να παρατηρηθεί μεταξύ των αρσενικών [[Μπαμπουίνος ο αμαδρυάς|Μπαμπουίνων αμαδρυάς]] (γκρι) και των θηλυκών ατόμων του πληθυσμού (καφέ)]]
 
Ο [[φυλετικός διμορφισμός]], δηλαδή η ανάπτυξη ευδιάκριτων φαινοτυπικών διαφορών μεταξύ θηλυκών και αρσενικών ατόμων σε ένα είδος ή πληθυσμό, παρατηρείται συχνά στους [[σιμιίδες]], σε μεγαλύτερο βαθμό στα είδη του Παλαιού Κόσμου (πίθηκοι και μερικές μαϊμούδες) απ' ό,τι στα είδη του Νέου Κόσμου. Πρόσφατες έρευνες [[συγκριτική ανάλυση|συγκριτικής ανάλυσης]] του [[DNA]] εξετάζουν τους διάφορους τρόπους φυλετικού διμορφισμού στα πρωτεύοντα, καθώς επίσης και τις θεμελιώδεις αιτίες αυτού του φαινομένου. Βασικότερα χαρακτηριστικά των πρωτευόντων στα οποία παρατηρείται έντονος διμορφισμός είναι η [[μάζα σώματος]]<ref>{{cite journal |author=Ralls, K. |year=1976 |title=Mammals in Which Females are Larger Than Males |journal=The Quarterly Review of Biology |volume=51 |issue=2 |doi=10.1086/409310 | pages=245–76 |pmid=785524}}</ref><ref>{{cite journal | author=Lindstedtand & Boyce | year=1985 | journal=The American Naturalist | volume=125 |pages=873 |doi = 10.1086/284385 |title = Seasonality, Fasting Endurance, and Body Size in Mammals | last2=Boyce | first2=Mark S.}}</ref> το μέγεθος των κυνοδόντων<ref>{{cite journal |author=Frisch, J. E. |year=1963 |title=Sex-differences in the canines of the gibbon (''Hylobates lar'') |journal = Primates |volume = 4 |issue = 2 |doi=10.1007/BF01659148 |pages=1}}</ref><ref>{{cite journal |author=Kay, R. F. |year=1975 |title=The functional adaptations of primate molar teeth |journal=American Journal of Physical Anthropology |volume=43 |issue=2 |pages=195–215 |doi=10.1002/ajpa.1330430207 |pmid=810034}}</ref> μαζί με το τρίχωμα και το χρώμα σώματος.<ref>{{cite book |author=Crook, J. H. |editor=Campbell, B. G. |year=1972 |chapter=Sexual selection, dimorphism, and social organization in the primates |title=Sexual selection and the descent of man |publisher=Aldine Transaction |pages=[https://archive.org/details/sexualselection00camp/page/246 246] |isbn=978-0202020051 |url=https://archive.org/details/sexualselection00camp/page/246 }}</ref> Ο σεξουαλικός διμορφισμός μπορεί να αποδοθεί και να επηρεαστεί από διάφορους παράγοντες, συμπεριλαμβανομένων των [[μέθοδος ζευγαρώματος|μεθόδων ζευγαρώματος]],<ref name="cheverud">{{cite journal |author=Cheverud, J. M., Dow, M. M. & Leutenegger, W. |year=1985 |title=The quantitative assessment of phylogenetic constraints in comparative analyses: Sexual dimorphism in body weight among primates |journal=Evolution |volume=39 |issue=6 |pages=1335–1351 |doi=10.2307/2408790 |url=http://jstor.org/stable/2408790}}</ref> του μεγέθους,<ref name="cheverud" /> του περιβάλλοντος και της διατροφής.<ref name="leutenegger">{{cite journal | author=Leutenegger, W. & Cheverud, J. M. | year=1982 | title=Correlates of sexual dimorphism in primates: Ecological and size variables | journal = International Journal of Primatology | volume = 3 | issue = 4 | doi=10.1007/BF02693740 | pages=387}}</ref>
 
Οι συγκριτικές αναλύσεις του DNA έχουν βοηθήσει στην πιο σφαιρική κατανόηση των σχέσεων μεταξύ [[σεξουαλική επιλογή|σεξουαλικής επιλογής]], [[φυσική επιλογή|φυσικής επιλογής]], και των μεθόδων ζευγαρώματος στα πρωτεύοντα. Έρευνες υποδεικνύουν πως ο διμορφισμός είναι προϊόν πολλών διαφορών στα αρσενικά και θηλυκά χαρακτηριστικά.<ref name="plavcan">{{cite journal |author=Plavcan, J. M. |year=2001 |title=Sexual dimorphism in primate evolution |journal=American Journal of Physical Anthropology |volume=33 |pages=25–53 |doi=10.1002/ajpa.10011 |pmid=11786990}}</ref> Η [[οντογενετική κλιμάκωση]] (ontogenetic scaling), ίσως βοηθήσει στην καλύτερη κατανόηση της σχέσης μεταξύ του φυλετικού διμορφισμού και τους ρυθμούς ανάπτυξης ενός ατόμου.<ref name="ohiggins">{{cite journal |author=O'Higgins, P. & Collard, M. |year=2002 |title=Sexual dimorphism and facial growth in papionine monkeys |journal=Journal of Zoology |volume=257 |issue=2 |pages=255–272 |doi=10.1017/S0952836902000857}}</ref> Σύμφωνα με στοιχεία ερευνών πάνω σε απολιθώματα, πιθανόν να συνέβη [[συγκλίνουσα εξέλιξη]] του διμορφισμού, και ορισμένοι αφανισμένοι [[ανθρωπίδαι|ανθρωπίδες]] ίσως παρουσίασαν μεγαλύτερο βαθμό διμορφισμού απ' οποιοδήποτε σωζόμενο πρωτεύον σήμερα.<ref name="plavcan" />
Γραμμή 220:
Τα πρωτεύοντα εξελίχθηκαν από [[δενδρόβιο ζώο|δενδρόβια]] ζώα, και πολλά είδη ζουν το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους σε δέντρα. Τα περισσότερα είδη πρωτευόντων ζουν σε [[τροπικά βροχοδάση]]. Ο αριθμός των ειδών πρωτευόντων εντός τροπικών περιοχών έχει αποδειχθεί ότι συσχετίζεται θετικά με το ποσό της βροχόπτωσης και την έκταση των βροχοδασών.<ref>{{cite journal|title=Geographic and climatic control of primate diversity|author=Reed, K. & Fleagle, J.|journal=Proceedings of the National Academy of Sciences of the United States of America|volume=92|issue=17|pages=7874–7876|date=August 15. 1995|url=http://www.pnas.org/content/92/17/7874.full.pdf+html|doi=10.1073/pnas.92.17.7874|pmid=7644506|pmc=41248}}</ref> Καθώς αποτελούν το 25% έως το 40% των φρουτοβόρων ζώων (ως προς τη [[βιομάζα]]) των τροπικών βροχοδάσων, τα πρωτεύοντα παίζουν σημαντικό [[οικολογία|οικολογικό]] ρόλο διασπείρωντας σπόρους πολλών ειδών φυτών.<ref>{{cite book|title=Primates in Perspective|author=Chapman, C. & Russo, S.|chapter=Primate Seed Dispersal|year=2007|publisher=Oxford University Press|editor=Campbell, C. J., Fuentes, A., MacKinnon, K. C., Panger, M. & Bearder, S. K.|isbn=978-0-19-517133-4|pages=510}}</ref>
 
Μερικά είδη είναι εν μέρει [[χερσόβιο ζώο|χερσόβια]], όπως οι [[μπαμπουίνος|μπαμπουίνοι]] και οι [[μαϊμούδες πάτας]] (''Erythrocebus patas''), ενώ λίγα είδη είναι εντελώς χερσόβια όπως οι [[γελάδας]] και οι [[άνθρωπος|άνθρωποι]]. Τα εκτός των ανθρώπων πρωτεύοντα ζουν σε ποικίλα δασώδη ενδιαιτήματα στις τροπικές ζώνες της Αφρικής, της Ινδίας, της Νοτιοανατολικής Ασίας και της Νότιας Αμερικής, συμπεριλαμβανομένων [[δάσος της βροχής|βροχοδασών]], περιοχών [[μανγκρόβια βλάστηση|μανγκρόβιας βλάστησης]] και ορεινών δασών. Υπάρχουν μερικά παραδείγματα μη ανθρώπινων πρωτευόντων που ζούν εκτός της τροπικής ζώνης, όπως ο ορεσίβιος [[ιαπωνικός μακάκος]] που ζει στα βόρεια του [[Χονσού]] όπου υπάρχει χιόνι οκτώ μήνες το έτος, και ο [[μακάκος της μπαρμπαριάς]] που ζει στην [[Άτλας (οροσειρά)|οροσειρά του Άτλαντα]] στην Αλγερία και το Μαρόκο. Τα ενδιαιτήματα των πρωτευόντων καλύπτουν μεγάλο εύρος υψομέτρων: ο ''[[Rhinopithecus bieti]]'' έχει βρεθεί στα [[Όρη Χέντζουαν]] σε υψόμετρο 4.700&nbsp;m,<ref name="Long94">{{cite journal | author = Long, Y. C., Kirkpatrick, R. C., Zhong, T., and Xiao, L. | year = 1994 | title = Report on the distribution, population, and ecology of the Yunnan snub-nosed monkey (''Rhinopithecus bieti'') | journal = Primates | volume = 35 | pages = 241–250 | doi = 10.1007/BF02382060}}</ref> ο [[Ορεινός Γορίλας]] μπορεί να βρεθεί σε υψόμετρο 4.200&nbsp;m να διασχίζει τα [[Όρη Βιρούνγκα]],<ref name="Schaller">{{cite book | author = Schaller, G. B. | year = 1963 | title = The Mountain Gorilla: Ecology and Behavior | location = Chicago | publisher = University Chicago Press | isbn = 978-0226736358 | url-access = registration | url = https://archive.org/details/mountaingorillae00scha }}</ref> και ο γελάδα μπορεί να βρεθεί σε υψόμετρο 5.000 μ. στο [[Αιθιοπικό υψίπεδο]]. Αν και τα περισσότερα είδη εν γένει φοβούνται το νερό, κάποια είναι καλοί κολυμβητές και είναι άνετα σε βάλτους και υγρές περιοχές, συμπεριλαμβανομένων των ''[[Nasalis larvatus]]'', ''[[Cercopithecus neglectus]]'' και ''[[Allenopithecus nigroviridis]]'', οι οποίοι έχουν αναπτύξει μία μικρή μεμβράνη ανάμεσα στα δάκτυλα. Κάποια πρωτεύοντα, όπως ο [[μακάκος ρέζους]] και ο [[γκρι λανγκούρ]] (''Semnopithecus''), μπορούν να εκμεταλλευτούν τροποποιημένα από τον άνθρωπο περιβάλλοντα και να ζήσουν ακόμα και σε πόλεις.<ref name="Rowe1996" /><ref>{{cite book|title=Primates in Perspective|author=Wolfe, L. D. & Fuentes, A.|chapter=Ethnoprimatology|year=2007|publisher=Oxford University Press|editor=Campbell, C. J., Fuentes, A., MacKinnon, K. C., Panger, M. & Bearder, S. K.|isbn=978-0-19-517133-4|pages=692}}</ref>
 
== Αλληλεπίδραση με τους ανθρώπους ==