Κώστας Καρυωτάκης: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 11:
== Βιογραφία==
=== Παιδική και εφηβική ηλικία ===
Γεννήθηκε στην [[Τρίπολη Αρκαδίας]] στις 30 Οκτωβρίου 1896.<ref>Γ.Π. Σαββίδης, "Εισαγωγή", στο Κ.Γ. Καρυωτάκης, ''Ποιήματα και πεζά'', Ερμής, Αθήνα 1991.</ref> Ήταν δευτερότοκο παιδί του νομομηχανικού Γεωργίου Καρυωτάκη, με καταγωγή από την [[Καρυά Κορινθίας]], και της Αικατερίνης Σκάγιαννη από την Τρίπολη. Στο σπίτι της γεννήθηκε ο ποιητής και εκεί σήμερα στεγάζεται η διοίκηση του εκεί Πανεπιστημίου. Είχε μία αδελφή ένα χρόνο μεγαλύτερή του, τη Νίτσα, που παντρεύτηκε τοτον δικηγόρο Παναγιώτη Νικολετόπουλο, και έναν αδελφό μικρότερο, το Θάνο, που γεννήθηκε το 1899 και σταδιοδρόμησε ως τραπεζικός υπάλληλος. Λόγω της εργασίας του πατέρα του, η οικογένειά του αναγκαζόταν να αλλάζει συχνά τόπο διαμονής. Τα παιδικά του χρόνια τα πέρασε στη [[Λευκάδα]], το [[Αργοστόλι]], τη [[Λάρισα]], την [[Πάτρα]], την [[Καλαμάτα]], την [[Αθήνα]] (1909-1911) και τα [[Χανιά]] όπου έμειναν ως το 1913 λόγω των συνεχών μεταθέσεων του πατέρα του. Στην εφηβική του ηλικία 1909-1911 βρέθηκε στην Αθήνα και από το 1911-1913 στα Χανιά. Εκεί ερωτεύτηκε την Άννα Σκορδύλη. Αποφοίτησε το 1913 από το 1ο Γυμνάσιο Χανίων με βαθμό «λίαν καλώς». Από νεαρή ηλικία, περίπου δεκαέξι ετών, δημοσίευε ποιήματά του σε παιδικά περιοδικά, ενώ το όνομά του αναφέρεται και σε διαγωνισμό διηγήματος της ''Διαπλάσεως των παίδων.''
 
=== Φοιτητική περίοδος ===
Γραμμή 19:
Το 1917 ο Καρυωτάκης πήρε το πτυχίο Νομικής με βαθμό "λίαν καλώς". Το 1918 επισκέφθηκε τους γονείς του στη Θεσσαλονίκη όπου έμεναν. Το 1919 επιστρατεύθηκε αλλά πήρε ολιγόμηνη αναβολή λόγω υγείας. Το ίδιο έτος έλαβε άδεια δικηγόρου και διορίσθηκε υπουργικός γραμματέας Α’ στη Θεσσαλονίκη, προφανώς για να είναι κοντά στους γονείς του.
 
Στις 9 Μαρτίου [[1919]] έστειλε εξώδικο στο περιοδικό «''Νουμάς»'' γιατί δεν του δημοσίευσε κριτική – ανακοίνωση για την ποιητική του συλλογή "''Ο Πόνος του Ανθρώπου και των Πραμάτων" (φωτοτυπία διαθέσιμη)''. Το 1923 διορίστηκε στο Υπουργείο Υγιεινής Πρόνοιας και Κοινωνικής Αντιλήψεως, όπου επέδειξε σημαντικό έργο πρότασης νόμων που αφορούν τη δημόσια υγεία. Όμως τίποτε δεν υλοποιήθηκε γιατί ξέσπασε η δικτατορία του Πάγκαλου. Το [[1926]] ταξίδεψε στη [[Ρουμανία]]. Το 1927 εξέδωσε την ποιητική συλλογή «''Ελεγεία και Σάτιρες»''. Το 1928 αποσπάσθηκε στην Πάτρα, αλλά αμέσως έφυγε για ταξίδι στο Παρίσι και μετά την επιστροφή του μετατέθηκε στη Νομαρχία Πρέβεζας.<ref>Μ. Περάνθης: Ανθολογία της Ποιήσεως, Αθήνα, έκδοση 1958</ref> Για ένα διάστημα ο Καρυωτάκης επιχείρησε να ασκήσει το επάγγελμα του δικηγόρου, ωστόσο η έλλειψη πελατείας τον ώθησε στην αναζήτηση θέσης δημοσίου υπαλλήλου. Διορίστηκε υπουργικός γραμματέας Α΄ στη Νομαρχία Θεσσαλονίκης, ενώ, μετά την οριστική απαλλαγή του από τον ελληνικό στρατό (παρουσιάσθηκε μόνο για λίγες μέρες), τοποθετήθηκε σε διάφορες δημόσιες υπηρεσίες, μεταξύ των οποίων οι νομαρχίες Σύρου, Άρτας και Αθήνας. Στο τέλος για ν' αποφύγει τις μεταθέσεις απ' τη μια νομαρχία στην άλλη, μεταπήδησε στο Υπουργείο Πρόνοιας και μάλιστα στην κεντρική του υπηρεσία, στην Αθήνα. Η πρώτη του ποιητική συλλογή, ''Ο Πόνος του Ανθρώπου και των Πραμάτων'', δημοσιεύτηκε το 1919. Τον ίδιο χρόνο εξέδωσε το σατιρικού περιεχομένου περιοδικό ''Η Γάμπα'', του οποίου η δημοσίευση όμως απαγορεύτηκε μετά από έξι τεύχη κυκλοφορίας. Η δεύτερη συλλογή του, υπό τον τίτλο ''Νηπενθή'', εκδόθηκε το 1921. Την ίδια περίοδο συνδέθηκε με την ποιήτρια [[Μαρία Πολυδούρη]] (1902-1930). Το Δεκέμβριο του 1927 εκδόθηκε η τελευταία του ποιητική συλλογή με τίτλο ''Ελεγεία και Σάτιρες''. Τον Φεβρουάριο του 1928 αποσπάστηκε στην πόλη της [[Πάτρα]]ς και λίγο αργότερα στην [[Πρέβεζα]].{{πηγή}}
 
=== Σχέση με τη Μαρία Πολυδούρη ===
Γραμμή 47:
Ένας λόγος που φαίνεται να ώθησε τον Καρυωτάκη στην αυτοκτονία είναι και η [[σύφιλη]] από την οποία πιθανολογείται ότι έπασχε. Ο καθηγητής του [[Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης|Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης]], Γιώργος Σαββίδης, ο οποίος διέθετε το μεγαλύτερο αρχείο για τους Νεοέλληνες Λογοτέχνες, ερχόμενος σε επαφή με φίλους και συγγενείς του ποιητή, αποκάλυψε ότι ο Καρυωτάκης ήταν συφιλιδικός, και, μάλιστα ο αδελφός του, Θάνος Καρυωτάκης, θεωρούσε ότι η ασθένεια συνιστούσε προσβολή για την οικογένεια. Ο [[Γιώργος Μακρίδης]], στη μελέτη του για τον Καρυωτάκη, διατυπώνει την άποψη ότι ''"ο ποιητής αυτοκτόνησε στην Πρέβεζα, όχι πιεζόμενος από τη μετάθεσή του εκεί, αλλά φοβούμενος να νοσηλευτεί σε ψυχιατρική κλινική, όπως συνέβαινε με όλους τους συφιλιδικούς στο τελικό στάδιο της νόσου την περίοδο εκείνη".'' Θέλοντας μάλιστα, να ισχυροποιήσει το επιχείρημά του, τονίζει ότι ''"δεν είναι δυνατόν ένας βαριά [[Κατάθλιψη|καταθλιπτικός]] ασθενής να αστειεύεται στο επιθανάτιο γράμμα του"''.<ref>Κοντόκωστας Κ. & Κουσούλης Α., 2008. ''Η σύφιλη στην ιστορία και στις τέχνες''. Αθήνα: Ιατρικές εκδόσεις Γιάννη Β. Παρισιάνου. ISBN 978-960-89486-7-9</ref> Σύμφωνα με τον σύγχρονο ορισμό της κλινικής κατάθλιψης, ο ποιητής είναι βέβαιο ότι έπασχε από τη νόσο. Το έργο του, πολύ πριν μάθει ότι πάσχει από σύφιλη το καλοκαίρι του 1922, η ζωή και ο θάνατος του συνιστούν ακράδαντες αποδείξεις για αυτό. Το πως η πρώτη νόσος ουσιαστικά τον οδήγησε στη δεύτερη, περιγράφεται στο τελευταίο του σημείωμα.
Ο ρόλος που ενδεχομένως έπαιξε η γυναίκα και ο έρωτας στην αυτοκτονία του Καρυωτάκη δεν αναφέρεται ούτε ως υπαινιγμός στο τελευταίο του σημείωμα, αλλά δεν πρέπει να αγνοηθεί. Η ωραία και χειραφετημένη ποιήτρια [[Μαρία Πολυδούρη]] τον είχε ερωτευθεί και αυτός φάνηκε να ανταποκρίνεται. Κατά την Πολυδούρη μάλιστα ήταν εκείνος που πρώτος εξομολογήθηκε τον έρωτά του<ref>Όπως σημειώνει η ίδια στο ημερολόγιό της με ημερομηνία 27 Απριλίου 1922: «Δέχθηκα, κείνη τη βραδιά, τη μυστική εξομολόγησή του με τόση αδιαφορία φαινομενική...» Και μια μέρα αργότερα «Γύρισα από τον περίπατο μόλις τώρα...Μ΄αγαπάει τον αγαπώ». Χρονογραφία Κ.Γ. Καρυωτάκη, επιμ. Γ.Π.Σαββίδης, Ν.Μ. Χατζηδάκη, Μαριλίζα Μήτσου, εκδ.Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα, 1989, σελ.83</ref> Του πρότεινε να παντρευτούν, μα εκείνος δεδεn θέλησε. Εκείνη το απέδωσε στο ''χρόνιο αφροδίσιο νόσημα'' από το οποίο έπασχε. Μαρτυρία του φίλου του Χαρίλαου Σακελλαριάδη, αλλά και το ημερολόγιο της Πολυδούρη, δείχνουν πως δεν είχαν οι δυο τους ολοκληρωμένες σεξουαλικές σχέσεις, αν και είχε ερωτικές επαφές με κοινές γυναίκες.<ref>Πέτρος Χαρτοκόλλης, Ιδανικοί αυτόχειρες. Έλληνες λογοτέχνες που αυτοκτόνησαν, εκδ. Βιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα, 2003, σελ.29 «Είναι γνωστό το σύμπλεγμα της πόρνης- μαντόνας, όταν ένας άντρας μπορεί να έχει σχέσεις με μια κοινή γυναίκα αλλά είναι ανίκανος με τη γυναίκα που αγαπά»</ref> Όπως παρατηρεί ο καθηγητής της [[Ψυχιατρική]]ς [[Πέτρος Χαρτοκόλλης]], «ήταν περισσότερο η αδυναμία ν' αγαπήσει η αιτία που τον ώθησε στην αυτοκτονία, παρά η στέρηση της γυναικείας αγάπης»<ref>όπ.π. σελ.27-28</ref>
Και συνεχίζει : «Το πρόβλημα του Καρυωτάκη ήταν ότι δεν μπορούσε να αγαπήσει τις γυναίκες που μπορούσαν να τον αγαπήσουν. Έχοντας μια πολύ κακήν ιδέα για τον εαυτό του την προέβαλλε στους άλλους - πολύ εύκολο για την φθονερή πραγματικότητα μέσα στην οποία ζούσε - πλάθοντας για τον εαυτό του μια ψεύτικη εικόνα ανωτερότητας που κατέρρεε όταν μια γυναίκα τον απέρριπτε, ενώ τον έκανε να χάνει την εκτίμησή του για μια γυναίκα που, σαν την Πολυδούρη, μπορούσε να τον αγαπήσει».<ref>όπ.π. σελ.31-32</ref>