Σουμεριακή γλώσσα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Kyrgesam (συζήτηση | συνεισφορές)
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Kyrgesam (συζήτηση | συνεισφορές)
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 48:
Στο μεταξύ ορισμένοι αμφισβητούσαν την ίδια την ύπαρξη ενός ξεχωριστού λαού των Σουμερίων, θωρώντας ότι οι Σουμεριακή χαλκεύτηκε από τους Σημίτες κατοίκους τής Μεσοποταμίας χρησιμεύοντας ως τεχνητή γλώσσα για απόκρυφα κείμενα [[Εσωτερισμός|εσωτερισμού]], ενώ ο Γερμανός ασσυριολόγος και εβραϊστής [[Φραντς Ντέλιτς]] (Frantz Delitzsch) κατέβαλλε μάταιες προσπάθειες να καταδείξει τις σημιτικές ρίζες της Σουμεριακής.
Από την δεκαετία του 1850 και μετά καταδείχθηκε ότι η Σουμεριακή όντως δεν ήταν Σημιτική γλώσσα, όπως η Ακκαδική και η Βαβυλωνιακή. Κατά τις ανασκεαφέςανασκαφές στην πόλη της Νιππούρ ανακαλύφθηκαν πλήθος λεξιλογικά και γραμματολογικά κείμενα, πολύτιμα για την κατανόηση της Σουμεριακής. Στη Νιππούρ ανακαλύφθηκαν επίσης πολλά λογοτεχνικά κείμενα, πολύτιμα από την άποψη της ιστορίας της λογοτεχνίας και της θρησκείας.
 
Για την Σουμεριολογία μνημειώδες στάθηκε το έργο «Οι Επιγραφές του Σουμέρ και του Ακκάδ» (''Les Inscriptions de Sumer et Akkad'') του Φρανσουά Τυρό Ντανζέν ( François Thureau-Dangin) που εκδόθηκε το 1905. Το ίδιο, αν όχι περισσότερο, μνημειώδης ήταν η έκδοση του έργου του Γερμανού Ασσυριολόγου Άρνο Παίμπελ (Arno Poebel) «Στοιχεία της Σουμεριακής Γραμματικής» (Grundzüge der sumerischen Grammatik) το 1923.
Γραμμή 66:
Όταν ειδικότερα πρόκειται για μορφήματα γραμματικής φύσεως, η Σουμεριακή δεν χρησιμοποιεί συνήθως σημεία Σ-Φ-Σ. Αντιθέτως χρησιμοποιεί, κατά σύμβαση, δύο σημεία Σ-Φ και Φ-Σ, αντί για ένα Σ-Φ-Σ. π.χ. για να πει '''nir''' γράφει '''ni-ir'''. Αυτό δεν σημαίνει ότι υπάρχει ένα μακρύ i. Είναι απλώς μια ορθογραφική σύμβαση που μειώνει τον πιθανό αριθμό των συλλαβών Σ-Φ-Σ, που θα έπρεπε να είναι τεράστιος, στο σύστημα της σφηνοειδούς, για να περιλάβει όλες τις περιπτώσεις συλλαβών τέτοιου είδους.
 
Ένα άλλο χαρακτηριστικό του σουμεριακού συλλαβισμού είναι η επανάληψη του τελικού συμφώνου ενός λογογράμματος από το πρώτο σύμφωνο του ακολουθούντος συλλαβογράμματος, χωρίς να σημαίνει ότι έχουμε περίπτωση διπλού συμφώνου. Ο Edzard δίνει το ακόλουθο παράδειγμα (σελ. 10): η φράση «στην Ουρ» (Urim-a - το a είναι κατάληξη τοπικής πτώσης) <u>δεν</u> γράφεται ''Urim-a'', αλλά '''Urim-ma''', χωρίς αυτό να σημαίνει παρέκταση του ''m''. Απλώς πρόκειται ξανά για ορθογραφική «σύμβαση».
 
Κατά τον Hayes επίσης το όλο σύστημα είναι εν μέρει «μορφογραφηματικό». Κάποια γραμματικά μορφήματα απαιτείται να έχουν βραχύτερη και μακρύτερη μορφή, που θα έπρεπε κανονικά να αντικατοπρίζεται και στη γραφή. Το σύστημα γραφής εν τούτοις προβλέπει την μακρύτερη μορφή και εκεί που η γραμματική απαιτεί την βραχύτερη π.χ. η δοτική, κατά την γραμματική, έχει κατάληξη ''–ra'' μετά από σύμφωνα και ''–r'' μετά από φωνήεντα, αλλά και στις δύο περιπτώσεις η γραφή έχει '''–ra'''. Αυτό γίνεται για λόγους οικονομίας.
 
Το σύστημα περιπλέκεται περισσότερο γιατί πολλά σημεία έχουν πάνω από μία συλλαβικές αξίες. Πολλά έχουν και λογογραφική και συλλαβική αξία μαζί π.χ. το σημείο για το diĝir (θεός) που αναφέρθηκε, αναγνωσμένο ως συλλαβή ''an'' σημαίνει τόσο «ουρανός», όσο και γενικώς την συλλαβή ''an'' σε άλλα συμφραζόμενα. Η σωστή προφορά ενός σημείου προκύπτει έτσι από τα συμφραζόμενα, πράγμα που δεν είναι πάντοτε σαφές. Γενικός κανόνας είναι ότι τα «λεξικά μορφήματα» (αυτά που αντιπροσωπεύουν ολόκληρες λέξεις) γράφονται «λογογραφικώς» και τα «γραμματικά μορφήματα» (αυτά που αντιπροσωπεύουν γραμματικά προσφύματα) γράφονται συλλαβικώς, χωρίς ωστόσο αυτό να ισχύει πάντοτε.
 
Ορισμένα «συλλαβογράμματα» χρησιμεύουν ως '''«φωνητικοί δείκτες»''', δηλαδή χρησιμεύουν στο να αποδίδουν σε μεμονωμένα σημεία (ή και μια ομάδα σημείων) μια ορισμένη φωνητική αξία. Στην μεταγραφή, τόσο οι «φωνητικοί δείκτες», όσο και οι συλλαβές στις οποίες αποδίδουν την συγκεκριμένη φωνητική αξία, γράφονται με κεφαλαία λατινικά γράμματα, π.χ. ο φωνητικός δείκτης '''(PI)''' δίδει στα σημεία '''GIŠ.TUG''' την προφορά '''ĝeštug''' που σημαίνει «αυτί».
 
Ορισμένα σημεία ('''«προσδιοριστικά»''') είναι υποδηλωτικά της γενικής «σημασιολογικής τάξεως» στην οποία ανήκει το όνομα που έπεται (ή ορισμένες φορές, που προηγείται), π.χ. σχεδόν μπροστά από όλα τα θεϊκά ονόματα (και ορισμένες φορές σε ονόματα βασιλέων) υπάρχει το αστρόσχημο σημείο ''diĝir'' («θεός») που προειδοποιεί ότι το όνομα που ακολουθεί είναι ένα όνομα θεού. Τα προσδιοριστικά σημεία κατά πάσαν πιθανότητα δεν προφέρονταν, αλλά απλώς ήταν στοιχεία του συστήματος γραφής. Τα σημεία αυτά («πικτογράμματα») ανάλογα με τα συμφραζόμενα λειτουργούσαν και ως «λογογραφικά» ή συλλαβικά στοιχεία. Στην μεταγραφή γράφονται με πεζά λατινά στοιχεία, τα οποία προηγούνται του ονόματος που προσδιορίζουν σε πάνω αριστερή θέση, π.χ. <sup>d</sup>Innana είναι η θεά Ινάννα (το ''d'' πάνω αριστερά είναι για το ''diĝir'' = θεός).
Άλλα προσδιορίστικα σημεία εκτός από το '''diĝir''' (ή '''an''') = θεός, είναι τα '''ki''' = χώρα (το οποίο έπεται του ονόματος που προσδιορίζει), '''íd''' = ποταμός, '''ĝiš''' = δέντρο, ξύλο (χρησιμοποιείται και για διάφορα εργαλεία), '''urudu''' = χαλκός, μέταλλο, '''dug''' = δοχείο, '''ku''' = ψάρι, '''mušen''' = πουλί, '''lu''' = άνθρωπος, πρόσωπο, '''sar''' = λαχανικό, '''u''' = φυτό, '''gi''' = καλάμι, '''na''' = λίθος, '''tug''' = ρούχο, '''kuš''' = δέρμα, '''še''' = σιτηρά, '''zid''' = αλεύρι.
 
Επειδή διαφορετικά σφηνοειδή σημεία (φαίνεται να) έχουν την ίδια προφορά, στην μεταγραφή τους στην λατινική συνοδεύονται συνήθως από αριθμούς ως διακριτικά, π.χ. υπάρχουν τουλάχιστον πέντε διαφορετικά σημεία που προφέρονταν ως ''u''. Για να ξέρουμε σε ποιο σφηνόγραμμα αντιστοιχούν στην λατινική τους μεταγραφή, τα προσδιορίζουμε ως '''u''', '''u<sub>2</sub>''', '''u<sub>3</sub>''', '''u<sub>4</sub>''' και '''u<sub>5</sub>''', ανάλογα με το πόσες φορές (την συχνότητα με την οποία) εμφανίζονται στις δέλτους. Οι αριθμοί δηλαδή δεν υποδηλώνουν διαφορά στην προφορά. Επειδή μάλιστα πρώτα αποκρυπτογραφήθηκε η Ακκαδική (και εν συνεχεία η Σουμεριακή), η αριθμητική αξία αναφέρεται στη συχνότητα που εμφανίζονται τα σφηνογράμματα στα κείμενα της Ακκαδικής. Έτσι ένα σημείο, π.χ. το '''bi<sub>2</sub>''' που στα Ακκαδική είναι δεύτερο στην συχνότητα, στα σουμεριακά κείμενα μπορεί να είναι κοινότερο, εν τούτοις όμως δεν θα γραφεί ''bi'', αλλά, όπως και για τα ακκαδικά, ''bi''<sub>''2''</sub>. Τούτο γίνεται χάριν ευκολίας, για να μην χρησιμοποιούνται διάφορα συστήματα μεταγραφής, και για την αποφυγή σύγχυσης, καθώς τα ίδια σφηνοειδή σύμβολα χρησιμοποιούνταν για διάφορες γλώσσες. Έτσι το πρωταρχικό σύστημα κατάταξης (της Ακκαδικής) χρησιμοποιείται και στην Σουμεριακή.
 
Παρόλο που υπάρχουν πολλά σημεία που μπορεί να προφέρονται το ίδιο, τόσο τα λεξικά όσο και τα γραμματικά μορφήματα τείνουν να γράφονται με έναν μόνο τρόπο. π.χ. ενώ υπάρχουν διάφορα σημεία με προφορά ''e'', η λέξη για το σπίτι '''e''' = «σπίτι» γράφεται μόνο με το σημείο '''e<sub>2<sub/>''' και όχι με άλλα σημεία (το e<sub>2</sub> σημείο αρχικά εικονογραφούσε τμήμα μιας οικίας). Άλλο σύστημα είναι να χρησιμοποιούνται διάφοροι «τόνοι» (βαρεία και οξεία) αντί για αριθμούς π.χ. '''ú''', '''ù'''. Και εδώ οι «τόνοι» δεν έχουν καμία σχέση με την προφορά, απλά χρησιμεύουν (τουλάχιστον στην Ευρώπη) πιο εύκολα ως διακριτικά. Το σύστημα με τους «τόνους» είναι το πιο παλιό, αυτό με τους αριθμούς διαδόθηκε πρόσφατα, μαζί με την ευκολία που πρόσφερε η χρήση των ηλεκτρονικών υπολογιστών.
 
Για τα δισύλλαβα, όταν υπάρχουν περισσότερα του ενός σύμβολα που αποτυπώνουν την ίδια φωνητική αξία, η χρήση των γραμμάτων προτιμάται, π.χ. '''kala''', '''kala<sub>2</sub>''', '''kala<sub>3</sub>'''. Ορισμένες φορές το ίδιο σύμβολο μπορεί να διαβάζεται με δύο πιθανούς τρόπους. π.χ. λέγεται πως το σημείο '''zar''' διαβάζεται και ως '''bul'''. Αυτό υποδεικνύεται με την υποσημείωση '''x''' (εν προκειμένω ως '''bul<sub>x</sub>'''). Τα προσδιοριστικά γράφονται ως [[Εκθέτης|εκθέτες]] π.χ. το προσδιοριστικό για το diĝir γράφεται, όπως ειπώθηκε <sup>d</sup>Ištar (= θεά Ιστάρ).
Γραμμή 147:
===Φωνήεντα===
 
Τα φωνήεντα (συμπεριλαμβανομένου του υποτιθέμενου ''o'') είναι τα εξής: '''a''', '''e''', '''i''', '''o''', '''u.'''.
 
Επειδή σε ορισμένες λέξεις συμβαίνει να προφέρεται ένα φωνήεν π.χ. άλλοτε ως ''u'' και άλλοτε ως ''i'', αυτό πιθανώς να σημαίνει ότι η ορθή προφορά ήταν κάτι ενδιάμεσο π.χ. όπως το γερμανικό ''ü''. Βέβαια υπάρχει και η πιθανότητα, επειδή αυτές οι προφορές μας έρχονται από μία περίοδο που η Σουμεριακή ήταν πλέον μια νεκρή φιλολογική γλώσσα, να μην αντιπροσωπεύουν την πραγματική προφορά. Έχει υποτεθεί ότι η Σουμεριακή διέθετε έρρινα φωνήεντα, αλλά αυτό δεν έχει αποδειχθεί. Αν υπήρχαν μακρά και βραχέα φωνήεντα (όπως πολλοί υποθέτουν) επίσης δεν το γνωρίζουμε, καθώς δεν φαίνονται στο σύστημα γραφής. Αμφιβολίες υπάρχουν και για άλλα φωνήεντα της Σουμεριακής πλην του ''o''. Δεν είναι καθαρό, λέει ο Edzard (σελ. 14) από τον συλλαβισμό, αν με το σουμεριακό '''i''' εννοείται το [''e]'' ή το [''i]''. Δεν ξέρουμε π.χ. αν το '''NI''' προφερόταν '''ni''' ή '''ne''' και αν το '''BI''' προφέρονταν '''bi''' ή '''be'''.
 
=== Σύμφωνα ===
 
Τα σύμφωνα είναι τα εξής: '''b''', '''d''', '''dr''', '''g''', '''ĝ''', '''h''', '''k''', '''l''', '''m''', '''n''', '''p''', '''r''', '''s''', '''š''', '''t''', '''z.'''
 
Τα ζεύγη '''b''''''p''', '''d''''''t''' και '''g''''''k''', κατά τον Hayes, φαίνεται επιφανειακά να αποτελούν διαφορετικά σύμφωνα. Ενδεχομένως όμως η διαφορά τους να είναι διαφορά δάσυνσης (aspiration). Έτσι, τα ''p'', ''t'' και ''k'' μπορεί να ήταν τα στιγμιαία δασυνόμενα ''ph'', ''th, ''kh'' (δηλ. τα ''φ'', ''θ'', και ''χ'' της αρχαιοελληνικής), ενώ τα ''b'', ''d'' και ''g'' μπορεί να είναι τα ψιλούμενα στιγμιαία, δηλ. τα ''π'', ''τ'' και ''κ''. Αυτό τουλάχιστον συνάγεται από την μεταγραφή των σουμεριακών λέξεων στα ακκαδικά. Π.χ. το '''barag''' (= εξέδρα θρόνου) στα ακκαδικά γίνεται '''parraku''', ενώ το '''gala''' (= είδος ιερέα) γίνεται '''kalu'''. Αντιστρόφως γίνεται με τα ακκαδικά δάνεια στην Σουμεριακή π.χ. το ακκαδικό '''tamharu''' (= μάχη) γίνεται στη Σουμεριακή '''damhara'''. Έτσι η μεταγραφή των σουμεριακών λέξεων είναι κάπως προβληματική.
 
Η ακριβής αξία του '''ĝ''' δεν είναι γνωστή. Η ύπαρξή του συνάγεται από διάφορες προφορές που μπορεί να εμφανίζουν στα Ακκαδικά είτε ''m'' είτε ''n'' ή ''g'' ή ''ng''. Γενικά θεωρείται πως είναι ένα έρρινο n (προφέρεται συνήθως ως έρρινο '''ng''' όπως περίπου στη λέξη "Αγγλία" - γράφεται και ως '''ng''' ή '''ŋ''' ή '''ğ'''). Δεν υπήρχε στην Ακκαδική. π.χ. στο '''ĝu''' που σημαίνει «μου» (στο «δικό μου») το ακκαδικό αντίστοιχο είναι το '''mu''', και άρα μεταγράφεται στα λατινικά έτσι π.χ. lugal-mu = βασιλιά μου. Άλλοι το μεταγράφουν ως ''ŋu'' ή ''ğu'', αναλόγως. π.χ. το Σουμεριακό '''saĝa''' (= είδος ιερέα) εμφανίζεται στα ακκαδικά, που δεν διέθεταν το ''ĝ'', ως ''šangǔ''. Το '''ĝuruš''' (= δυνατός άντρας, νεαρός άντρας) φαίνεται ως ''nurišum'' σε ένα εβλαϊτικό κείμενο (από την Έβλα, πόλη της αρχαίας Συρίας - η εβλαϊτική είναι η παλαιότερη καταγεγραμμένη σημιτική γλώσσα). Από αυτό συνάγεται ότι η προφορά αυτού του ''ĝ'' ήταν διαφορετική των ''m'', ''n'', και ''g''.
 
Τα συριστικά '''z''', '''s''' και '''š''' θεωρούνται ότι προφέρονται όπως τα αντίστοιχα ακκαδικά (αν και για την προφορικά των συριστικών της αρχαίας Ακκαδικής, όπως γενικά της Σημιτικής, υπάρχουν πολλά ερωτηματικά).
 
Το σουμεριακό '''r''' θεωρείται μάλλον υπερωϊκό (uvular) και όχι επιγλωττιδικό (flap). Αυτό προκύπτει από μεταγραφές λέξεων στα ακκαδικά (και το αντίστροφο). Π.χ. το ακκαδικό ''šuršu'' = «ρίζα», στα σουμεριακά φαίνεται ως '''šu-hu-uš'''. Η Thomsen διαβλέπει πάντως την ύπαρξη δύο ειδών ''r'' (σελ. 46).
Το σουμεριακό '''h''' αντιστοιχεί στο νεοελληνικό ''χ'' (υπερωϊκό), όχι στο αγγλικό h (που αντιστοιχεί στο δασύ πνεύμα της αρχαίας ελληνικής), χωρίς ωστόσο να αποκλείεται η ύπαρξη σουμεριακού δασέως πνεύματος (δασεία). Για να διακρίνεται από το αγγλικό h, γράφεται συνήθως με μία παύλα από κάτω.
 
Ένα άλλο φώνημα που πιθανώς υπάρχει στην Σουμεριακή (χωρίς ωστόσο να υπάρχει βεβαιότητα γι' αυτό) είναι το '''dr'''. Αυτό θεωρείται επιγλωττιδικό. Η ύπαρξή του βασίζεται κυρίως σε προφορές όπου εμφανίζεται να διαφέρει από τα d, t και r. Π.χ. το τελικό σύμφωνο του ρήματος '''kudr''' (κόβω), καμιά φορά φαίνεται ως d και άλλοτε ως r, δηλ. άλλοτε ως kud και άλλοτε ως kur, αν και μπορεί να πρόκειται για διαφορετικά ρήματα. Η ύπαρξη του ''dr'' εικάζεται σε ένα πολύ μικρό αριθμό λέξεων. O Edzard φαίνεται πως δεν αποδέχεται την ύπαρξή του.
 
Κατά την Thomsen, μπορεί να συμβεί εναλλαγή μεταξύ των '''g''' και '''b''' σε ορισμένες λέξεις, ιδίως προ του '''u''', π.χ. '''buru''' / '''guru''' = κοράκι. Εναλλαγή μπορεί να γίνεται και μεταξύ '''l''' και '''r''' (π.χ. στα '''kibir''' / '''gibil''' = προσάναμμα). Τα '''m''' και '''n''' επίσης μπορούν να εναλλάσσονται στην τελική θέση μιας ρίζας (σελ. 44 και 46).
 
Πόλλές φορές, όπως προαναφέρθηκε, το τελικό σύμφωνο παραλείπεται στη γραφή, π.χ. το '''e-ak''' = του σπιτού, ποτέ δεν γράφεται ως ''e-ak'', αλλά ως '''e-a'''. Στις περιπτώσεις όμως αυτές δεν είναι βέβαιο ποια ήταν η πραγματική προφορά της λέξης.
 
=== Τονισμός ===
Γραμμή 181:
== Η δομή των προτάσεων στη Σουμεριακή γλώσσα ==
 
Η τυπική σουμεριακή πρόταση αποτελείται από μία σύνθετη σειρά προσφυμάτων, την '''«προσφυματική αλυσίδα»''' (chain), που αποτελείτε με τη σειρά της από μία ή περισσότερες '''«ονοματικές αλυσίδες»''' και μία '''«ρηματική αλυσίδα»''', η οποία πρέπει να είναι '''«παρεμφατική»''' (finite), δηλαδή να λειτουργεί ως το ρήμα της προτάσεως και όχι ως όνομα (μετοχή ή απαρέμφατο). Κάθε σουμεριακή πρόταση περιέχει πάντα ένα '''υποκείμενο''' ή έναν '''δέκτη της ενέργειας''' (''patient''). Μπορεί επίσης να περιέχει (αν και δεν είναι υποχρεωτικό) και τον '''δράστη της ενέργειας''' (''agent'').
 
Μια '''ονοματική αλυσίδα''' συνίσταται από μία '''ονοματική ρίζα''' και διάφορα '''επιθήματα''' που δηλώνουν το κτητικό, τον αριθμό και την πτώση.
Γραμμή 191:
==== Διάκριση σε Έμψυχα και Άψυχα ====
 
Η Σουμεριακή <u>δεν</u> διαθέτει οριστικό ή αόριστο άρθρο και <u>δεν</u> διακρίνει γραμματικά γένη, δηλαδή αρσενικό και θηλυκό ή και ουδέτερο ανεξαρτήτως του αν πρόκειται για πρόσωπα ή αντικείμενα. Έχει όμως την διάκριση μεταξύ <u>«εμψύχων»</u> και <u>«αψύχων»</u>.
 
'''ΈμψύχαΈμψυχα''' θεωρούνται οι άνθρωποι και '''άψυχα''' τα πράγματα και τα ζώα. Τα ζώα δηλαδή θεωρούνται πράγματα, γι' αυτό και ο Edzard θεωρεί καλύτερη τη διάκριση ανάμεσα σε '''«πρόσωπα»''' και '''«μη πρόσωπα»'''.
 
Η διάκριση μεταξύ εμψύχων και αψύχων γίνεται καταρχήν στα κτητικά, όπου η προσωπική αντωνυμία '''ane''', '''ene''' (= αυτός, αυτή) δέχεται το κτητικό πρόσφυμα (εγκλιτικό) '''-ani''' = (= δικό του, δικό της) για τα πρόσωπα («έμψυχα») και '''-bi''' (= δικό του), για ένα ζώο ή πράγμα («άψυχα»).
Γραμμή 199:
Επίσης, στο πτωτικό σύστημα, δοτική έχουν μόνο τα «έμψυχα», ενώ τοπική, αφαιρετική και τοπική-τελική υπάρχει μόνο για τα «άψυχα». Επίσης το πρόσφυμα '''-ene''' του πληθυντικού αριθμού χρησιμοποιείται μόνο για τα «έμψυχα».
 
Στη Σουμεριακή ένα κύριο όνομα συνοδευόμενο από το '''nitah''' = (άρρην) υποδηλώνει το (φυσικό) αρσενικό γένος. Αντίθετα, αν ακολουθείται από το '''munus''' = (θήλυ, θηλυκό) υποδηλώνει το (φυσικό) θηλυκό γένος. Τα ονόματα μπορούν επίσης να συνοδεύονται από το '''dumu''' = γιός ή κόρη, το '''dumu nitah''' (= γιος) και το dumu munus (= κόρη). Επίσης, όπως προσθέτει ο Hayes, η λέξη '''ur''' = «άντρας, ήρωας» όταν ακολουθείται από όνομα θεότητας, σημαίνει «άντρας του … », «πολεμιστής του … ».
 
==== Παραγωγή Ονομάτων ====
Γραμμή 205:
Στη Σουμεριακή γλώσσα τα ρήματα μπορεί να χρησιμεύουν και ως ουσιαστικά (βλ. Thomsen σελ. 48 και 55-57). Νέα ουσιαστικά επίσης μπορεί να προκύψουν από συνδυασμό περισσότερων ουσιαστικών, π.χ. '''an-ša''' «μέσο του ουρανού, μεσουράνημα», από τα '''an''' (= ουρανός), και '''ša''' (= ψυχή), από συνδυασμό ουσιαστικού και ρήματος, π.χ. '''di-kud(r)''' «δικαστής», από το '''di''' (= δίκη – απόφαση) και το '''kud(r)''' (= κόβω ή βάζω φόρο) ή και περισσότερων ονομάτων και ενός ρήματος π.χ. '''gaba-šu-ĝar''' = «αντίπαλος», από τις λέξεις '''gaba''' (= στήθος), '''šu''' (= χέρι) και '''ĝar''' (= τοποθετώ).
 
Συνηθισμένα είναι τα σύνθετα ονόματα με τα '''nu''', '''nam''' και '''nig'''. Το nu (+ ουσιαστικό) υποδηλώνει τα επαγγέλματα. (Το nu ίσως είναι τύπος του '''lu''' = άνθρωπος) π.χ. '''nu-eš''' = ιερέας ('''eš''' = το ιερό του ναού) και συνδυάζεται μόνο με ουσιαστικό. Το '''nam''' επίσης είναι παραγωγικότατο συνθετικό. Σε συνδυασμό με ένα ουσιαστικό δηλώνει την αφηρημένη έννοια αυτού, π.χ. '''nam-ursaĝ''' = «ηρωισμός» ('''ursaĝ''' = ήρωας), '''nam-lugal''' = η βασιλεία ('''lugal''' = βασιλιάς, το οποίο είναι και αυτό σύνθετο, εκ του lu = άνθρωπος και '''gal''' = μεγάλος). Σε συνδυασμό με ρήμα, το nam υποδηλώνει επίσης το αντίστοιχο αφηρημένο όνομα π.χ. nam-ti(l) = «ζωή» (από τα '''ti''' ή '''til''' = ζω). Τέλος, το '''nig''' υποδηλώνει το «πράγμα», το «κάτι». π.χ. '''nig-gu''' ('''gu''' = «τρώω», «γεύομαι») = «φαγητό», «γεύμα». Ομοίως το '''nig-dug''' = «κάτι γλυκό» ('''dug''' = γλυκός).
 
==== Αριθμοί ====
 
Τα '''«έμψυχα»''' στη Σουμεριακή γλώσσα σχηματίζουν τον '''πληθυντικό''' με την κατάληξη '''-ene''', π.χ. '''diĝir-ene''' = «οι θεοί» (το -ene πηγαίνειπροστίθεται μετά το επίθετο που προσδιορίζει το ουσιαστικό ή μετά το κτητικό π.χ. '''diĝir gal-gal-ene''' = οι μεγάλοι θεοί).
 
Κατά τον Edzard (σελ. 45) με το -ene δεν συντάσσονται, πλην της τοπικής και της αφαιρετικής (που αφορούν μόνο άψυχα), ούτε η απόλυτη και η ομοιωτική πτώση (Edzard, σελ. 45).
Γραμμή 222:
 
Τέλος, δεν υπάρχει δυικός αριθμός στη Σουμεριακή.
 
==== Πτώσεις ====
 
Οι πτώσεις των <u>ονομάτων</u> στη Σουμεριακή δηλώνονται με συγκεκριμένα <u>επιθήματα</u>. Τα επιθήματα αυτά μέσα στην πρόταση <u>συσχετίζονται</u> με αντίστοιχα πτωτικά <u>προθήματα</u> της <u>ρηματικής</u> ρίζας, δηλαδή υπάρχει αντιστοιχία ή εναρμόνιση ανάμεσά τους, η οποία δηλώνεται στην πρόταση (αν και όχι πάντοτε με απόλυτη σαφήνεια). Σύμφωνα με τον Hayes, τα συσχετιστικά – παραπεμπτικά προσφύματα της ρηματικής ρίζας πολλές φορές παραλείπονται ή και καμιά φορά μπορούν να υπάρχουν χωρίς να παραπέμπουν σε κάποια σχετική πτώση ονόματος.
 
Οι πτώσεις της Σουμεριακής είναι οι εξής:
 
* '''Εργαστική'''
Η εργαστική πτώση, όπως έχει ειπωθεί, δηλώνεται με το επίθημα '''-e''' και δηλώνει το <u>υποκείμενο</u> ή <u>δράστη της ενέργειας</u> (έμψυχο ή άψυχο) ενός μεταβατικού ρήματος. Όπως γράφει ο Edzard, στον γραπτό λόγο, όταν το όνομα λήγει σε φωνήεν, το '''e''' της εργαστικής είτε παραλείπεται, είτε αντικαθίσταται από ένα πλήρες φωνηεντικό σημείο, αντίστοιχο με το τελευταίο φωνήεν του ονόματος. π.χ. '''ama''' = μητέρα, '''ama-a''' (εργαστική πτώση, αντί για ama-e).
* '''Απόλυτη'''
 
Στην απόλυτη πτώση, που όπως ειπώθηκε δηλώνει είτε α) το <u>υποκείμενο του αμετάβατου ρήματος</u> ή β) το <u>αντικείμενο</u> (ή <u>δέκτη της ενεργείας</u>), η ρίζα του ονόματος παρατίθεται <u>χωρίς επίθημα</u>. Η απόλυτη χρησιμεύει και ως '''κλητική'''.
 
* '''Αφαιρετική'''
 
Η αφαιρετική (ή αφαιρετική - οργανική) σχηματίζεται με το επίθημα '''-ta''' (= από, υπό). Ορισμένες φορές το πρόσφυμα αυτό γράφεται ως '''–da''', (πράγμα που δημιουργεί σύγχυση μεταξύ της αφαιρετικής και της συνοδευτικής πτώσης. Σημαίνει την κίνηση από κάπου, αλλά χρησιμοποιείται και για κάθε πράξη που εκπορεύεται ή έχει την αρχή της από κάπου (και με χρονική έννοια). Επίσης σημαίνει το μέσο ή το όργανο μέσω του οποίου γίνεται κάτι. Χρησιμοποιείται μόνο με <u> άψυχα</u> (π.χ. '''e-ta''' = από το σπίτι, οίκοθεν).
 
Για να λεχθεί και για <u>έμψυχα</u> χρησιμοποιείται η έκφραση: '''ki-x-ak-ta''', αναλυόμενο σε '''ki''' (= γη, τόπος, μέρος)-'''x'''-(= όνομα)-'''ak'''(= του)-'''ta'''(= από) = από το μέρος του τάδε x. Το '''-ak''' είναι η κατάληξη της γενικής, μπορεί κάποιες φορές να παραλείπεται, ολικά ή εν μέρει (βλ. '''Γενική''').
 
Επίσης, άλλες εκφράσεις: '''eĝer-x-ak-ta''', αναλυόμενο ως '''eĝer'''(= πίσω)-'''x'''-(= όνομα)-'''ak'''(= του).'''ta'''(= από), «όπισθεν του ...», '''ša-x-ak-ta''', αναλυόμενο σε '''ša'''(= μέσα)-'''x'''-(= προσωπικό όνομα)-'''ak'''(= του).'''ta'''(= από), «εντός του ...», '''šu-x-ak-ta''', αναλυόμενο σε '''šu''' (= χέρι)-'''x'''(= όνομα)-'''ak'''.'''ta''', «υπό την εξουσία του ...» ή κυριολεκτικά «από το χέρι του ...».
 
Το '''–ta''' επίσης έχει την έννοια του «καθενός», σε περιπτώσεις που μοιράζεται κάποιο πράγμα.
 
Ορισμένες φορές το '''–ta''' χρησιμοποιείται για να δηλώσει την <u>τοπική πτώση</u>, π.χ. '''sahar-ta''' = στην έρημο (βλ. Thomsen, σελ. 103-107 & Edzard, σελ. 41-42).
 
* '''Συνοδευτική'''
 
Η Συνοδευτική (''Comitative'', από το λατ. comitor = ακολουθώ, παρακολουθώ) έχει την έννοια του «μαζί», «με», «και», τόσο για <u>έμψυχα</u>, όσο και για <u>άψυχα</u>. Σχηματίζεται με το επίθημα '''–da''', που ως ξεχωριστή λέξη σημαίνει «πλάι», «πλευρό» (βλ. και το ελληνικό τε ή το λατινικό -que).
 
Το '''x'''-(= όνομα)-'''y'''-(= άλλο όνομα)–'''bi'''-'''da'''- έχει την έννοια του «o x και o y» (κυριολεκτικά «ο x με το y του»), π.χ. '''ab-amar-bi-da''' = η αγελάδα ('''ab''') με ('''da''') το μοσχάρι ('''amar''') της ('''bi'''), ενώ η έκφραση '''x-da-nu-me-a''' = «μη όντας μαζί με τον x» (το nu εδώ είναι το αρνητικό μόριο), έχει την έννοια του «δίχως τον x», π.χ. '''ĝa-da-nu-me-a''' = δίχως εμένα (βλ. Thomsen, σελ. 99-101, και Edzard, σελ. 40-41).
 
* '''Δοτική'''
 
H δοτική δηλώνει το πρόσωπο για το οποίο (ή προς το οποίο) γίνεται η πράξη και χρησιμοποιείται μόνο για <u>έμψυχα</u>. Δοτική λαμβάνουν τα περισσότερα ρήματα, εκτός από εκείνα που δηλώνουν πράξη που δεν μπορεί να γίνει προς έμψυχο.
 
Η κατάληξη της δοτικής είναι '''-r/(a)'''. Κατά τον Edzard ο κανόνας (με εξαιρέσεις) ήταν, πιθανώς, '''-r''' μετά από φωνήεν. Αυτό συμβαίνει ιδίως μετά το ''-ani'', «-του, -της», καθώς και το πρόσφυμα ''-ene'' του πληθυντικού (βλ. και Thomsen σελ. 97), ενώ '''-ra''' μετά από σύμφωνο.
 
Σε παλαιότερα κείμενα το πρόσφυμα παραλείπεται συχνά εντελώς μετά από φωνήεν, ενώ εμφανίζεται μόνο μετά από σύμφωνο. To ότι το '''-r/(a)''' στη γραφή άλλοτε γράφεται και άλλοτε όχι δεν σημαίνει ότι δεν προφερόταν. Δεν είναι σαφές γιατί γίνεται αυτό στη γραφή, διότι αυτό το '''r''' δεν μπορεί να παραλείπεται, όπως π.χ. συμβαίνει με άλλα παραλειπτά (amissable) σύμφωνα.
 
* '''Τοπική'''
 
Η τοπική δηλώνει καταρχήν τον τόπο (το «πού») και χρησιμοποιείται μόνο για <u>άψυχα</u>. Σε νεότερα σουμεριακά κείμενα ωστόσο η τοπική αντικαθιστά την δοτική. Σχηματίζεται με το επίθημα '''-a'''. π.χ. '''an-ki-a''' = «στον ουρανό (και) στη γη». Η τοπική δηλώνει επίσης τον χρόνο, π.χ. '''ud-ba''' (< ''ud-bi-a'') = «εκείνη την μέρα», «όταν».
 
Επίσης δηλώνει την «κατάσταση» ή την «ικανότητα». π.χ. '''limmu-bi-nam.ir-nam.ĝeme-a-ba-a-gi''' = «αυτοί ('''bi''') οι τέσσερεις ('''limmu''') επέστρεψαν ('''gi''') στη ('''a''') θέση/ κατάστασή ('''nam.''') τους ('''ba''') ως σκλάβοι ('''ir''') και σκλάβες ('''ĝeme''')».
 
Επίσης χρησιμοποιείται σε επιρρηματικές φράσεις όπως π.χ. '''he-ĝal-la''' = «εν αφθονία», «αφθόνως» (βλ. Thomsen, σελ. 98-99).
 
Στην «προσφυματική σειρά» του παρεμφατικού ρήματος, η τοπική δηλώνεται (συσχετιστικά) κυρίως με το πρόθημα '''–ni-''' που αντιστοιχεί με την τοπική-τελική, και την τελική πτώση. Σύμφωνα όμως με τον Hayes, για την τοπική πτώση δεν υπάρχει συσχετιστικό – παραπεμπτικό επίθημα (τουλάχιστον στην νεότερη περίοδο της Τρίτης Δυναστείας της Ουρ).
 
Για την χρησιμοποίηση του '''–ta''' της αφαιρετικής στην τοπική, βλ. ανωτέρω ('''Aφαιρετική''').
 
* '''Τοπική – Τελική'''
 
Η τοπική - τελική (ή τοπική του σκοπού ή κατευθυντική) παραπέμπει σε κατεύθυνση ή προσέγγιση και δηλώνεται με το επίθημα '''-e''', όπως και η εργαστική, πράγμα που δημιουργεί κάποιο μπέρδεμα (ο Foxvog θεωρεί ότι το πρόσφυμα είναι το ένα και το αυτό με της εργαστικής). Χρησιμοποιείται μόνο για τα <u>άψυχα</u> και μόνο κατ' εξαίρεση για τα έμψυχα (στα οποία χρησιμοποιείται η δοτική) και συντάσσεται με ορισμένα μόνο ρήματα, κυρίως σύνθετα (π.χ. με το '''ki… aĝ''' = «αγαπώ», το '''gu…de''' = «καλώ, μιλώ σε» και το '''ĝiš…tuku''' = «ακούω».
 
Τα <u>ρήματα</u> που παίρνουν (συσχετιστικά) τοπική-τελική πτώση μπορεί να έχουν το πτωτικό πρόθημα '''-ni-''', που πιθανώς υποδηλώνει τόπο – σκοπό. Επίσης το πρόθημα '''-bi''' και η προσφυματική αλυσίδα '''ba-ni''' απαντούν ως συσχετιστικά προθήματα επίσης.
 
Το '''-e''' (όπως και στην εργαστική πτώση) μετά από φωνήεν μπορεί να μένει ως '''-e''' ή να γίνεται '''-a''' ή '''-u'''. Ορισμένες φορές πάλι αφομοιώνεται ή εξαφανίζεται εντελώς μετά από φωνήεν, π.χ. μετά τα προσωπικά προσφύματα '''bi''' και '''ani'''. Επίσης εξαφανίζεται και μετά το πρόσφυμα '''–ene''' του πληθυντικού (βλ. Thomsen σελ. 93-96).
 
* '''Τελική'''
 
Η τελική έχει την έννοια του «προς το», «προς χάρη του»), αλλά και του «μέχρι» ή ακόμα και τού «ως προς το, αναφορικά με το…». Βασικό επίθημα της τελικής είναι το '''–še''', π.χ. το '''an-še''' = προς τον ουρανό. Χρησιμοποιείται τόσο για <u>άψυχα</u>, όσο και για <u>άψυχα</u>. Το '''–še''' μέσα στην <u>ονοματική</u> σειρά εμφανίζεται ως '''-ši-''', ενώ στο τέλος της πρότασης μπορεί να έχει τη μορφή απλώς '''-š''', μετά από φωνήεν.
 
Η τελική πτώση χρησιμοποιείται και για να υποδηλώσει την <u>αιτία</u> και ως εκ τούτου στο σχηματισμό ερωτηματικών εκφράσεων και επιρρημάτων (βλ. Thomsen, σελ.101-103 και Edzard, σελ. 42-43.)
 
* '''Ομοιωτική'''
 
Ως σχετικό επίθημα της ομοιωτικής (ή εξισωτικής) πτώσης θεωρείται το –'''gin''', το οποίο σημαίνει «σαν, όπως» και χρησιμοποιείται τόσο για τα <u>έμψυχα</u> όσο και για τα <u>άψυχα</u>. Προηγείται το πρόσωπο ή πράγμα με το οποίο στη συνέχεια συγκρίνεται ο όρος μετά τον οποίο προστίθεται το –gin. (βλ. Thomsen σελ. 108-109).
 
Καμιά φορά το -gin φαίνεται σαν '''-gim'''. Ο Edzard (σελ. 44) θεωρεί πιθανόν ότι ο δεύτερος τύπος έχει επιρροή από τον ακκαδικό τύπο ''kīma'' ( = σαν). Σπανιότερα φαίνεται και ως '''-ge'''.
* '''Γενική'''
 
Η γενική ακολουθεί συνήθως τον τύπο <u>κτήμα – κτήτωρ</u>. Η κατάληξη της είναι '''-ak'''. π.χ. '''e-lugal-ak''' = οίκος του βασιλέως (βασιλικός οίκος). Το ''k'' της γενικής –''ak'' σε γενικές γραμμές παραλείπεται. Συνήθως το ''k'' εξαφανίζεται όταν βρίσκεται σε τελική θέση και γράφεται μόνο όταν ακολουθείται από φωνήεν.
Η Σουμεριακή έχει και έναν άλλο ιδιάζοντα τύπο γενικής. Ένα παράδειγμα από τον Hayes: '''Enlil-a(k)-e-ani''' = (κατά λέξη) «του Ενλιλ ο ναός του» = ο ναός του Ενλίλ. Αυτού η είδους η γενική χρησιμοποιείτο συνήθως σε στερεότυπες εκφράσεις.
 
== Το πρόβλημα της καταγωγής της Σουμεριακής γλώσσας ==
Σε αντίθεση με την Ακκαδική, μια σημιτικήΣημιτική γλώσσα που έχει γίνει περισσότερο κατανοητή λόγω της συγγένειάς της με τις άλλες γλώσσες της ίδιας γλωσσικής οικογένειας, η Σουμεριακή θεωρείται '''[[Απομονωμένη γλώσσα|απομονωμένη γλώσσα]]''' (''language isolate''), χωρίς δηλαδή καμία γλωσσική συγγένεια. Από κάποιους Σουμεριολόγους θεωρείται ότι είναι πιθανόν να αποχωρίστηκε από την υποθετική της γλωσσική οικογένεια γύρω στα μέσα ή προς το τέλος της τέταρτης χιλιετίας π.Χ.
 
Για όσους θεωρούν ότι οι Σουμέριοι ήταν αυτόχθονες, η γλώσσα τους αποτελούσε κάποτε τμήμα ενός γλωσσικού συνεχούς μεταξύ Καυκάσου, Μικράς Ασίας και Ινδικού Ωκεανού που υπήρχε πριν την εξάπλωση των ινδοευρωπαϊκών και των σημιτικών γλωσσών. Υπάρχει η υπόθεση ότι η Σουμεριακή μπορεί να είναι μακρινή συγγενής άλλων εξαφανισμένων γλωσσών όπως η Ελαμιτική ή η Ετρουσκική.