Σχίσμα του 1054: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Διάσωση 1 πηγών και υποβολή 0 για αρχειοθέτηση.) #IABot (v2.0
Ορθογραφία
Γραμμή 43:
 
===Άζυμος άρτος===
Η εκ μέρους των Δυτικών χρήση άζυμου άρτου (όστια) στην εκτέλεση της Θείας Ευχαριστίας ήταν γενικευμένη τον 9ο αιώνα στη Δυτική Εκκλησία. Οι Λατίνοι επικρίθηκαν γι' αυτό τον 11ο αιώνα κυρίως από τους [[Νικήτας Στηθάτος|Νικήτα Στηθάτο]], Μιχαήλ Κηρουλάριο και Αρχιεπίσκοπο Βουλγαρίας ΛέωνταΛέοντα. θεωρήθηκαν ''ιουδαΐζοντες'' .Για τους Λατίνους αυτό ίσχυε επειδή στον Μυστικό Δείπνο ο Ιησούς με τους μαθητές του έφαγαν άζυμο άρτο. Για τους Βυζαντινούς οι συμμετέχοντες σε αυτόν έφαγαν ένζυμο άρτο, και η λέξη ''άρτος'' στα ευαγγέλια αυτό δείχνει, δηλωτικό δε της ολοκλήρωσης της εποχής της Παλαιάς Διαθήκης και του τυπικού της ήταν η έλευση του Αγίου Πνεύματος. <ref>Δήμητρα Πλακαλή, «Τα Σχίσματα της Ανατολικής με τη Δυτική Εκκλησία. Συμβολή στη μελέτη τους», Βυζαντινός Δόμος, τομ.10-11, (1999-2000), σελ.221-222</ref>Το θέμα του άζυμου άρτου ήταν το μόνο που τέθηκε σε επίπεδο σημασίας συγκρίσιμο με το filioque. <ref> Ιωάννης Μάγιεντορφ, Βυζαντινή θεολογία, μτφρ. π. Παύλος Κουμαριανός, Βασίλης Τσάγκαλος, εκδ. Ίνδικτος, Αθήνα, 2010, σελ. 210</ref>
 
===Η νηστεία του Σαββάτου===
Γραμμή 51:
Ο θεσμός του Πάπα κατά τον Μεσαίωνα ήταν το αποτέλεσμα μιας μακράς δογματικής και θεσμικής εξέλιξης. Ο μεταρρυθμισμένος παπισμός του 11ου αι χρησιμοποίησε μια από μακρού υφιστάμενη δυτική ερμηνευτική παράδοση.
Σύγκρουση μεταξύ Ρώμης και Κωνσταντινούπολης είχε προκαλέσει και το ζήτημα της χρήσης του όρου ''Οικουμενικός''. Ο όρος ήταν εν χρήσει ήδη από τα μέσα του 5ου αι.-ο Πατριάρχης Ακάκιος για πρώτη φορά τον χρησιμοποίησε όταν ο Πάπας Γελάσιος διεκδίκησε με απόλυτο τρόπο όχι απλώς τα πρεσβεία τιμής, αλλά και την οικουμενική δικαιοδοσία. Το θέμα επανέρχεται κάθε φορά που αμφισβητείται στην Ανατολή η θεσμοποίηση της συνήθειας του εκκλήτου στον Πάπα, συνήθεια που χρησιμοποιήθηκε για την τεκμηρίωση της διεκδίκησης παγκόσμιας εκκλησιαστικής εξουσίας για τον εκάστοτε Πάπα. Ο Γρηγόριος Α' ο Διάλογος (590-604) δυσκολευόταν να κατανοήσει τη χρήση του όρου, στον οποίο έδινε ουσιαστικό και κατά κυριολεξία περιεχόμενο από τους Ανατολικούς, οι οποίοι υποστήριζαν πως ο τίτλος δεν εξέφραζε ''οικουμενικές'' αξιώσεις. Έτσι ο Γρηγόριος θεωρούσε πως από μια τέτοια χρήση του όρου λάνθανε «αμφισβήτηση της δικής του αποκλειστικής auctoritas universlalis, κυρίως όπως αυτή εκφραζόταν στο θέμα του εκκλήτου»<ref>Ευάγγελος Χρυσός, «Το Βυζάντιο και η διεθνής κοινωνία του μεσαίωνα», στο: Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών/Ινστιτούτο Βυζαντινών Ερευνών-Διεθνείς Συμπόσια 16, ''Το Βυζάντιο ως οικουμένη, Αθήνα, 2005, σελ.67</ref>Για τους Βυζαντινούς της εποχής του Φωτίου η χρήση του όρου ήταν τεκμηρίωση και εξασφάλιση εκ μέρους τους των πρεσβειών του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως μόνο πάνω στην Εκκλησία της Βυζαντινής επικράτειας στην Ανατολή. <ref>Ευάγγελος Χρυσός, «Το Βυζάντιο και η διεθνής κοινωνία του μεσαίωνα», στο: Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών/Ινστιτούτο Βυζαντινών Ερευνών-Διεθνείς Συμπόσια 16, ''Το Βυζάντιο ως οικουμένη, Αθήνα, 2005, σελ.68</ref>
Στη Δύση, η ανόρθωση της Παποσύνης από τη γερμανική κηδεμονία είναι αποτέλεσμα και της αύξησης της σφαίρας επιρροής της με τον εκχριστιανισμό των Ούγγρων, Πολωνών και ΣκανδιναυώνΣκανδιναβών. Αυτό όμως δεν οφειλόταν τόσο στην Παποσύνη αλλά στους Γερμανούς αυτοκράτορες. Μια τέτοια επέκταση αναπόφευκτα έδινε την τάση στη Ρωμαϊκή Εκκλησία να αναλάβει τα ηνία από τους Γερμανούς αυτοκράτορες.<ref>Βασιλική Βλυσίδου, «Προσέγγιση ή εχθρότητα με τη Δύση; Βυζάντιο και Ευρώπη τον 9ο και 10ο αιώνα», στο:Το Βυζάντιο και οι απαρχές της Ευρώπης, Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών, Αθήνα, 2004, σελ.115</ref>
Το Πατριαρχείο από την άλλη πλευρά μετά τις μεγάλες κατακτήσεις του Βασίλειου Β' και την προσάρτηση του σλαβικού κόσμου στην ορθοδοξία «[...]ήταν διαποτισμένο με τη συνείδηση της δύναμής του, γεγονός που ενίσχυε την αντιρωμαϊκή διάθεση, η οποία είχε αναζωπυρωθεί μετά της γερμανική επιρροή στη Δύση»<ref>Σταυρούλα Χονδρίδου, Ο Κωνσταντίνος Θ' Μονομάχος και η εποχή του (ενδέκατος αιώνας μ.Χ), εκδ.Ηρόδοτος, Αθήνα, 2002, σελ.418</ref>
Ήδη σε μια σύνοδο στη Ρενς το 1049, ανέθεσε ο Λέων Θ' τη διατύπωση μιας πανηγυρικής διακήρυξης, σύμφωνα με την οποία μόνο ο επίσκοπος Ρώμης είναι ''αποστολικός'' και πρωθιεράρχης της συνολικής Εκκλησίας.<ref>Hans-Georg Beck, Ιστορία της Ορθόδοξης Εκκλησίας στη Βυζαντινή αυτοκρατορία, μτφρ.Λευτέρης Αναγνώστου, τομ.1ος, εκδ.Στέφανος Βασιλόπουλος, Αθήνα, 2004,σελ. 395</ref>