Ερωτευμένος Ορλάνδος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Kyrgesam (συζήτηση | συνεισφορές)
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Kyrgesam (συζήτηση | συνεισφορές)
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 203:
===Άσματα 1-5===
'''Πρώτο άσμα'''
Ο υπερήφανος ''Μανδρικάρδος'' (Mandricardo), νέος βασιλιάς της Ταρταρίας, θέλει να εκδικηθεί τον ξένο ιππότη που είχε σκοτώσει τον πατέρα του, Αγρικάνη. Αυτός ήταν ο Ορλάνδος, αλλά ο νέος ηγεμόνας δεν το ήξερε ακόμα. Ο Μανδρικάρδος αποφασίζει να ανακαλύψει τον δολοφόνο και να τον εκδικηθεί με την αξία του. Αναχωρεί έτσι προς τη Δύση δίχως όπλα και πεζός. Περνά από την Αρμενία και από άλλα μέρη και φτάνει κάποτε σε μια μεγάλη μαρμάρινη κρήνη πλάι στην οποία υπήρχε ένα περίπτερο κτίσμα. Εκεί βρίσκει μια πανοπλία και έναν πολεμικό ίππο. Μόλις φορά την πανοπλία ξεσπά μια πυρκαγιά που άρχισε να κατακαίει τα πάντα εκτός από το κτίσμα και την κρήνη. Τα ρούχα και η πανοπλία του πιάνουν φωτιά και αναγκάζεται να πέσει γυμνός μέσα στα νερά της κρήνης. Τότε προβάλλει από τα νερά μια υπέροχη κοπέλα, που τον πιάνει από το μπράτσο λέγοντάς του πως ήταν αιχμάλωτος της μαγεμένης κρήνης, όπως και πολλοί άλλοι πριν από αυτόν, ανάμεσά τους ο ΓραδάσσοςΓραδάσος, ο Γρύφωνας και ο Ακιλάντης. Του λέει ότι αν αντιμετώπιζε με επιτυχία κάποιες δοκιμασίες θα αποκτούσε την πανοπλία που ανήκε κάποτε στον ένδοξο [[Έκτορας|Έκτορα]] της Τροίας. Το σπαθί του Έκτορα το είχε αποκτήσει μετά το θάνατό του η [[Πενθεσίλεια]] και μετά τον θάνατό της χάθηκε, έως ότου βρέθηκε στα χέρια του Αλμόντη, από τον οποίον το είχε πάρει ο Ορλάνδος. Ήταν η περίφημη σπάθα του, η Ντουριντάνα. Αντιθέτως, την πανοπλία και τα άλλα όπλα του Έκτορα τα είχε πάρει μετά τον θάνατό του ο [[Αινείας]], από τον οποίον όμως τα πήρε μια μάγισσα. Αυτή είχε θέσει αυτή την δοκιμασία και η κοπέλα αυτή ήταν ορισμένη να προσκαλεί κάθε ιππότη που περνούσε από εκεί. Ο Μανδρικάρδος της λέει ότι ήθελε διακαώς να αποκτήσει την περίφημη πανοπλία, ντρεπόταν όμως να βγει έτσι γυμνός από την κρήνη. Τότε η κοπέλα καλύπτει το σώμα του με την πλούσια κόμη της. Οι δυο τους αγκαλιασμένοι βγαίνουν από τα νερά και μπαίνουν στο περίπτερο κτίσμα, όπου η κοπέλα ντύνει τον Μανδρικάρδο, του φορά μια νέα πανοπλία και τον προτρέπει να ανέβει στον ίππο. Του λέει ότι πρέπει να μονομαχήσει με τον βασιλιά Γραδάσσο, ο οποίος πράγματι εμφανίζεται να έρχεται πάνοπλος εναντίον του καβάλα στο άλογό του. Μετά από σκληρή και πολύωρη μονομαχία ο Μανδρικάρδος καταφέρνει να νικήσει τον Γραδάσσο. Ενώ ο ΓραδάσσοςΓραδάσος αποσύρεται από την δοκιμασία, η κοπέλα λέει στον Μανδρικάρδο ότι την επομένη θα δει τα όπλα του Έκτορα. Ο Μανδρικάρδος την παρακαλεί να μην χάνουν χρόνο. Τότε αυτή την οδηγεί στο φωτισμένο ανάκτορο όπου βρισκόταν ένας γίγαντας που ήταν ο φύλακας του κάστρου. Τον Μανδρικάρδο υποδέχονται διάφορες κοπέλες. Εμφανίζεται τότε ο φοβερός γίγαντας. Μετά από σύντομη μάχη, ο Μανδρικάρδος φονεύει τον γίγαντα, οπότε και οι κοπέλες αρχίζουν τον χορό και τα τραγούδια, ενώ ο Μανδρικάρδος αποσύρεται για να ξεκουραστεί σε ένα υπνοδωμάτιο του πύργου.
 
'''Δεύτερο άσμα'''
Την άλλη μέρα το πρωί ο Μανδρικάρδος βρίσκει μέσα σε έναν ψηλό λευκό πύργο του κάστρου την ασπίδα του Έκτορα, που πρέπει να την πάρει για να αντιμετωπίσει τις επόμενες δοκιμασίες. Αντιμετωπίζει μέσα στο μαγεμένο κάστρο άγρια θηρία και όρνια, καθώς και ένα φοβερό ερπετό, τα οποία νικά με την αξία του, αλλά και με τη βοήθεια της μαγείας. Τέλος βρίσκει μέσα σε ένα σκοτεινό σπήλαιο την πανοπλία του Έκτορα και όλα του τα όπλα εκτός από το σπαθί του. Τότε οι γυναίκες τον τριγυρίζουν ξανά. Του φορούν την θαυμαστία πανοπλία και του δίνουν τα όπλα, λέγοντάς του ότι δεν πρέπει να ειρηνεύσει μέχρι να κερδίσει και το σπαθί του Έκτορα, με το οποίο ο Ορλάνδος είχε σκοτώσει τον πατέρα του, τον Αγρικάνη. Έτσι θα έπαιρνε εκδίκηση και για τον πατέρα του, σκοτώνοντας τον ίδιο τον Ορλάνδο και παίρνοντας και το σπαθί του Έκτορα. Σε αυτό το σημείο η μάγισσα του κάστρου τον ξεπροβοδίζει, ελευθερώνοντας και διάφορους ιππότες που ήταν φυλακισμένοι εκεί, έχοντας αποτύχει στις δοκιμασίες, μεταξύ των οποίων ήταν ο ΓραδάσσοςΓραδάσος, ο Σακριπάντης, ο Γρύφωνας, ο Ακιλάντης και ο Ιζολιέρης. Έπειτα ο Μανδρικάρδος συνεχίζει την πορεία του προς τη Δύση μαζί με τον Γραδάσσο. Αντιθέτως τα δύο αδέρφια, ο Γρύφωνας και ο Ακιλάντης παίρνουν άλλην οδό φτάνοντας στην [[Αίγυπτος|Αίγυπτο]]. Συναντούν στον δρόμο δύο κοπέλες που τους ζητούν την βοήθειά τους για να αντιμετωπιστεί ένας γίγαντας, ο ''Ορρίλος'' (Orrilo) που τάιζε με ανθρώπινο αίμα το τεράστιο ερπετό του, που λεγόταν κροκόδειλος. Πρώτα δοκιμάζει ο Ακιλάντης, αλλά τα χτυπήματά του δεν κάνουν τίποτα στον γίγαντα. Εν τέλει οι δύο τους καταδιώκουν τον γίγαντα που καταφεύγει στον πύργο του, που βρισκόταν στις εκβολές του [[Νείλος|Νείλου]] και όπου μπαίνουν τα δύο αδέρφια για να αντιμετωπίσουν αυτόν και τον κροκόδειλο.
 
'''Τρίτο άσμα'''
Εν τέλει μετά από μεγάλο αγώνα ο Γρύφωνας καταφέρνει να σκοτώσει τον γιγαντιαίο κροκόδειλο, ενώ ο Ακιλάντης έχει βρει τον μπελά του με τον γίγαντα, του οποίου τα κομματιασμένα από το σπαθί μέλη ανναγενιόντουσαν. Ο Γρύφωνας σπεύδει να βοηθήσει τον αδερφό του και η πάλη συνεχίζεται (η έκβαση της μάχης με τον Ορίλλο περιγράφεται από τον [[Λουντοβίκο Αριόστο]] στο δέκατο πέμπτο άσμα του [[Μαινόμενος Ορλάνδος|Μαινόμενου Ορλάνδου]]. Στο μεταξύ ο Μανδρικάρδος και ο ΓραδάσσοςΓραδάσος, έχοντας φύγει από το μαγεμένο κάστρο, συναντούν κοντά στη θάλασσα μια γυναίκα σε άσχημη κατάσταση, δεμένη σε έναν βράχο, αναμαλλιασμένη και ξεγυμνωμένη, που τους ζητούσε βοήθεια. Ήταν η Λουσίνα, η κόρη του βασιλιά της Κύπρου Θιβιανού, που την αγαπούσε ο Νορανδίνος, ο βασιλιάς της Δαμασκού. Ήταν αιχμάλωτη του τυφλού ''Όρκου'' (Orco), ενός γίγαντα αντί για μάτια είχε δύο οστέινες προεξοχές. Τους προειδοποιεί ότι ο Νορανδίνος δεν κατάφερε να την ελευθερώσει, λόγω της τεράστιας δύναμης του γίγαντα. Ο Γραδάσσος επιχειρεί πρώτος να αντιμετωπίσει τον γίγαντα, αλλά ηττάται και αιχμαλωτίζεται στη σπηλιά του τέρατος, όπως κάνει και ο κύκλωπας [[Πολύφημος]] στην [[Οδύσσεια]] με τον Οδυσσέα και τους συντρόφους του. Η επίθεση του Μανδρικάρδου είναι σφοδρότερη, αλλά και πάλι τα χτυπήματα δεν καταβάλλουν τον γίγαντα. Ωστόσο, επειδή ο γίγαντας είνια τυφλός, κάποια στιγμή πέφτει με φοβερό γδούπο από έναν γκρεμό, όπου τον έχει ωθήσει με τα χτυπήματα ο Μανδρικάρδος, ο οποίος στη συνέχεια ελευθερώνει τους αιχμαλώτους. Οι τρεις τους μπαίνουν τώρα στο πλοίο του πατέρα της Λουσίνας, ενώ ο τυφλός γίγαντας τους πετά έναν τεράστιο βράχο, που δεν τους πετυχαίνει μεν, αλλά σηκώνει μια μεγάλη τρικυμία που τους παρασύρει μακριά κάνοντας να κινδυνεύσουν αυτοί και το πλήρωμα.
 
'''Τέταρτο άσμα'''
Γραμμή 219:
===Άσματα 6-9===
'''Έκτο άσμα'''
Βοηθώντας ο ένας τον άλλον, η Βραδαμάντη και ο Ρουτζέρος καταφέρνουν να αντιμετωπίσουν τους αντιπάλους τους. Στην πραγματικότητα το μεγάλο βάρος το αναλαμβάνει ο Ρουτζέρος, που θέλει να προστατέψει την αγαπημένη του. Αλλά και η Βραδαμάντη, ατρόμητη, συμπαρίσταται αποφασιστικά και αυτή. Εν τέλει οι δύο τους σκοτώνουν ορισμένους από τους αντιπάλους τους, αν και ο Ρουτζέρος τραυματίζεται από τον ''Μαρτασίνο'' (Martasino). Επειδή στο μεταξύ στη μάχη έχουν μπει και άλλοι Σαρακηνοί, περίπου σαράντα, ο Ρουτζέρος και η Βραδαμάντη αποφασίζουν να χωριστούν. Η Βραδαμάντη προσποιείται ότι το βάζει στα πόδια καταφεύγοντας στο δάσος, ενώ ο Ρουτζέρος μένει για να αντιμετωπίσει τους εχθρούς. Ο Δανοφόρτης καταδιώκει την Βραδαμάντη μέσα στη νύχτα, την πλησιάζει και αυτή τότε, στρεφόμενη αποφασιστικά προς το μέρος του, τον αποκεφαλίζει με ένα δυνατό χτύπημα του σπαθιού της. Στο μεταξύ ο Ρουτζέρο, έχοντας νικήσει τους αντιπάλους του, ψάχνει τώρα να βρει την Βραδαμάντη και πέφτει πάνω στον Μανδρικάρδο και τον Γραδάσσο που είχαν φτάσει στο πεδίο της μάχης. Ο Μανδρικάρδος εκνευρίζεται βλέποντας ότι ο Ρουτζέρος φέρει ως έμβλημα τον λευκό αετό, που ήταν και το έμβλημα του ίδιου του Μανδρικάρδου. Λέγονται κάποια βαριά λόγια από τον Μανδρικάρδο, ο οποίος προκαλεί στο τέλος σε μονομαχία τον Ρουτζέρο. Μόνον ο νικητής θα μπορεί να φορά αυτά τα εμβλήματα. Ο ΓραδάσσοςΓραδάσος αντιλαμβανόμενος ότι ο Μανδρικάρδος θέλει να αποκτήσει την Ντουριντάνα, το σπαθί του Έκτορα, το οποίο είχε τώρα ο Ορλάνδος και ήθελε να το αποκτήσει διακαώς και ο ίδιος ο ΓραδάσσοςΓραδάσος, παρεμβαίνει στη διένεξη, η οποία έτσι γίνεται τριπλή. Ο ένας δίνει τώρα δίνει φοβερά χτυπήματα στον άλλον και επικρατεί μεγάλη φασαρία. Η άφιξη του Βρανδιμάρτη, που φτάνει μαζί με την Φιορδελίζα, βάζει τέλος στη διένεξη. Αντιλαμβανόμενος την αιτία της διαμάχης, ο Βρανδιμάρτης τους προσκαλεί να βοηθήσουν τον Ορλάνδο, ο οποίος, όχι πολύ μακριά από εκεί, βρισκόταν αιχμάλωτος σε ένα μέρος πλάι σε μια πηγή που, όπως τους είπε, λεγόταν Γέλιο, αλλά που θα έπρεπε να ονομάζεται Δάκρυ. Ο ΓραδάσσοςΓραδάσος και ο Μανδρικάρδος τον ακολουθούν και το ίδιο κάνει και ο Ρουτζέρο, για να βρουν τον Ορλάνδο και το σπαθί του, την Ντουριντάνα.
 
'''Έβδομο άσμα'''
Προτού ξεκινήσουν οι τέσσερεις πολεμιστες ρίχνουν κλήρο για να δουν ποιος δεν θα έρθει μαζί. Αυτό συμβαίνει γιατί, κατά τον Βρανδιμάρτη, ο ζυγός αριθμός είναι γρουσούζικος και απαιτείται να κατέβει σε μονό. Κληρώνεται να φύγει ο Μανδρικάρδος, ο οποίος αποχωρεί μαινόμενος σαν ταύρος και στη συνέχεια ενώνεται με τα στρατεύματα των Σαρακηνών που πολιορκούν το Παρίσι. Οι υπόλοιποι τρεις, ο Βρανδιμάρτης, ο Ρουτζέρος και ο ΓραδάσσοςΓραδάσος φτάνουν στην μαγεμένη πηγή όπου έχει αιχμαλωτιστεί ο Ορλάνδος, ακολουθούμενοι από την Φιορδελίζα, η οποία φορά στην κεφαλή του Βρανδιμάρτη τέσσερα στεφάνια που τον κάνουν άτρωτο από τη μαγεία. Συναντούν μία κοπέλα που λέει στους ιππότες να επιδείξουν θάρρος και σύνεση στις δοκιμασίες και δεν θα έχουν να φοβηθούν τίποτα. Πρώτος προχωρά ο Ρουτζέρος, ο οποίος βλέπει να βγαίνει μέσα από ένα δέντρο δάφνης μια κοπέλα, που τον αρπάζει και ρίχνεται μαζί του μέσα στη λίμνη. Ο ΓραδάσσοςΓραδάσος, που προχωρεί δεύτερος, δέχεται την επίθεση ενός φτερωτού αλόγου, που πέταξε μέσα από τα δέντρα, τον σήκωσε ψηλά και τον έριξε κι αυτόν στα νερά της πηγής. Ο Βρανδιμάρτης πέφτει κατευθείαν στα νερά της πηγής φορώντας τα μαγικά στεφάνια που εμποδίζουν τη μαγεία. Βρίσκει τους άλλους τρεις και τους φορά τα τρία από τα στεφάνια. Έτσι ελευθερώνονται από τη μαγεία και μπορούν να βγουν από την πηγή. Μόλις βγαίνουν όμως ένας νάνος προκαλεί μια διαμάχη μεταξύ του Ορλάνδου και του Γραδάσσου, ο οποίος θέλει να αποκτήσει την Ντουριντάνα. Ο Ρουτζέρος και ο Βρανδιμάρτης επεμβαίνουν για να σταματήσουν την διαμάχη. Έπειτα ο Ρουτζέρος και ο ΓραδάσσοςΓραδάσος ακολουθούν τον νάνο, ενώ ο Ορλάνδος με τον Βρανδιμάρτη προχωρούν προς το πολιορκημένο Παρίσι.
 
'''Όγδοο άσμα'''
Γραμμή 231:
 
==Βιβλιογραφία==
Matteo Maria Boiardo, ''Orlando Innamorato'', translated with an Introduction and Notes by Charles Stanley Ross, Oxford University Press, New York, 1995 ISBN 9 7801928243870-19-282438-4