Ιάκωβος Ρώτας: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
→‎Βίος: Προσθήκες από τη δημοσιευμένη εργασία του Εμμ.Ν. Φραγκίσκου
Γραμμή 3:
 
==Βίος==
Ο '''Ιάκωβος Ρώτας''' γεννήθηκε στην [[Κέα]] (Τζια) σε άγνωστη χρονολογία, περί τα τέλη του 18ου αιώνα.
 
Η καταστροφή του σχολείου στο οποίο φοιτούσε στην ιδιαίτερη πατρίδα του στα 1791 από τους Τούρκους, έκανε τον πατέρα του να τον στείλει στη [[Σμύρνη]] για να ολοκληρώσει τις σπουδές του και να εξοικειωθεί με τις εμπορικές συναλλαγές. Εκεί έμαθε για τον [[Αδαμάντιος Κοραής|Κοραή]] και το έργο του, που αν κι εγκατεστημένος στη Γαλλία από το 1782 αλληλογραφούσε τακτικά με τη διεύθυνση του σχολείου στη Σμύρνη για τη δημιουργία βιβλιοθήκης<ref>{{Cite web|url=https://anemi.lib.uoc.gr/php/pdf_pager.php?rec=/metadata/9/a/f/metadata-39-0000563.tkl&do=151833.pdf&pageno=6&width=327&height=552&maxpage=244&lang=el|title=PDF pager|website=anemi.lib.uoc.gr|accessdate=2019-06-26}}</ref>.
Γραμμή 13:
Μεταξύ 1825 και 1836 η οικονομική κατάσταση του Ρώτα δυσχεραίνει καθώς ενισχύει με πολεμοφόδια τους εξεγερμένους κι έχει επωμισθεί μέρος της δαπάνης συντηρήσεως του Κοράη αλλά κι εκδόσεως των βιβλίων που συνέγραφε. Ο Κοραής προ του επικείμενου θανάτου του συνέταξε διαθήκη το 1825, με την οποία διώριζε μεταξύ των άλλων εκτελεστών και τον Ιάκωβο Ρώτα. Μετά τον θάνατο του Κοραή το 1833, ο Ρώτας μερίμνησε σχετικά με την συγκέντρωση των βιβλίων του Κοραή παραδίδοντάς τα στο Χιώτη γιατρό Φίλιππο Φουρναράκη.
 
Στις αρχές του 1836 ο Ρώτας αποφάσισε να επιστρέψει οριστικά στην Ελλάδα. Άλλωστε, όπως έγραφε στο φίλο του λόγιο [[Θεόφιλος ΚαϊρηςΚαΐρης|Θεόφιλο ΚαϊρηΚαΐρη]], "''δέν είχον ποτέ σκοπόν να αφήσω εις ξένην γήν τα κόκκαλά μου''»<ref name=":0" />. Ήλθε στην Αθήνα κι έπειτα στην Κέα στις 19 Ιουνίου 1838 με την οικογένειά του και το σχέδιο να ασχοληθεί με την έκδοση έργων του Κοραή. Εξέδωσε το Σεπτέμβριο του 1838 στην Αθήνα τον πρώτο τόμο επιστολών του (''Απάνθισμα επιστολών Αδαμαντίου Κοραή)'' τονίζοντας τι "''θησαυρός ακένωτος μαργαριτών και λίθων πολυτίμων''» ήταν τα "''γραπ τά γεννήματα της διάνοιας του αθανάτου τούτου της Ελλάδος Ευεργέτου''». Το έργο προκάλεσε αίσθηση στην νεοελληνική κοινωνία και σημείωσε σημαντική εκδοτική επιτυχία. Το 1841 εξέδωσε και δεύτερο τόμο, χωρίς όμως την ίδια επιτυχία. Η τελευταία αυτή εκδοτική αποτυχία του τον παρώθησε να πουλήσει τη βιβλιοθήκη του στον Δήμο [[Ερμούπολη|Ερμούπολης Σύρου]] με σκοπό ο τελευταίος να συστήσει τη βιβλιοθήκη του Γυμνασίου του νησιού.
 
Αλληλογραφούσε εκτός από το Θεόφιλο Καϊρη και με τον έμπορο κι εθνικό ευεργέτη [[Νικόλαος Ζωσιμάς|Νικόλαο Ζωσιμά]].