Αρθούρος Ρεμπώ: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό
Adratiatic20 (συζήτηση | συνεισφορές)
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 1:
{{Προβεβλημένο λήμμα}}{{Πληροφορίες προσώπου|ημερομηνία θανάτου ={{ηθηλ|1891|11|10|1854|10|19}} }}O '''Αρθούρος Ρεμπώ''' (''Arthur Rimbaud'', {{IPA|aʁ.tyʁ ʁɛ̃.bo}}, πλήρες όνομα '''Ζαν-Νικολά-ΑρτύρΑρτίρ ΡεμπώΡεμπό''', [[20 Οκτωβρίου]] [[1854]] - [[10 Νοεμβρίου]] [[1891]]) ήταν [[Γαλλία|Γάλλος]] [[ποιητής]]. Θεωρείται ένας από τους μείζονες εκπροσώπους του [[συμβολισμός|συμβολισμού]], με σημαντική επίδραση στη μοντέρνα [[ποίηση]], παρά το γεγονός πως εγκατέλειψε οριστικά τη [[λογοτεχνία]] στην ηλικία των είκοσι ετών. Από το σύνολο του έργου του ξεχωρίζουν οι ποιητικές συλλογές ''Εκλάμψεις'' και ''Μια Εποχή στην Κόλαση''. Η τελευταία υπήρξε το μοναδικό βιβλίο του Ρεμπώ που δημοσιεύτηκε κατόπιν επιθυμίας και ενεργειών του ίδιου, ενώ σημαντικό μέρος των ποιημάτων του δημοσιεύτηκαν ενόσω ήταν εν ζωή αλλά χωρίς τη συγκατάθεσή του ή εν αγνοία του.
 
Γεννήθηκε στη Γαλλική αγροτική πόλη [[Σαρλβίλ-Μεζιέρ|Σαρλβίλ]] των [[Αρδεννών]], όπου έζησε τα νεανικά του χρόνια, πριν ξεκινήσει η πολύχρονη περιπλάνηση του σε πολυάριθμες πόλεις της [[Ευρώπη]]ς. Στη διάρκεια του πολυτάραχου βίου του ταξίδεψε σε δεκατρείς διαφορετικές χώρες και έζησε ως επαίτης, μισθοφόρος, εργάτης, παιδαγωγός και ναυτικός, παράλληλα με τη συγγραφική δραστηριότητα. Στα τελευταία χρόνια της ζωής του, έχοντας ήδη εγκαταλείψει την ποίηση, περιπλανήθηκε στην βορειοανατολική [[Αφρική]] όπου εργάστηκε ως έμπορος και εξερευνητής, την ίδια περίοδο που άρχισε να αναγνωρίζεται το ποιητικό έργο του μεταξύ των λογοτεχνικών κύκλων του [[Παρίσι|Παρισιού]].
 
== Νεανικά χρόνια ==
Ο ΡεμπώΡεμπό γεννήθηκε στην αγροτική περιοχή [[Σαρλβίλ-Μεζιέρ|Σαρλβίλ]] (''Charleville'') των Αρδεννών στη βορειοανατολική [[Γαλλία]], κοντά στα σύνορα με το [[Βέλγιο]]. Ο πατέρας του, Φρεντερίκ ΡεμπώΡεμπό, ήταν στρατιωτικός και η μητέρα του, Βιταλί ΚυίφΚιίφ, κόρη εύπορου αγρότη από την περιοχή [[Ρος]] (''Roche''), κοντά στη Σαρλβίλ. Πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της παιδικής του ηλικίας στο αγρόκτημα της οικογένειας της μητέρας του στη Ρος, μαζί με τον μεγαλύτερο αδελφό του Φρεντερίκ και τις νεότερες αδελφές του, Βιταλί<ref>Τον Ιούνιο του [[1857]] είχε γεννηθεί η πρώτη κόρη της οικογένειας, που ονομάστηκε επίσης Βιταλί, ωστόσο πέθανε ένα μήνα αργότερα. Τον Ιούνιο του επόμενου έτους γεννήθηκε η ομώνυμη δεύτερη κόρη των Φρεντερίκ Ρεμπώ και Βαλερί Κυίφ.</ref> και Ιζαμπέλ. Όταν ο ΡεμπώΡεμπό ήταν έξι ετών, ο πατέρας του εγκατέλειψε την οικογένεια χωρίς να γυρίσει ποτέ πίσω. Για τη ρήξη που προκλήθηκε μεταξύ των γονέων του, έχουν υποστηριχθεί αρκετές εκδοχές, χωρίς κάποια από αυτές να μπορεί να αποδειχθεί. Ο [[Φρεντερίκ Ρεμπώ|Φρεντερίκ Ρεμπώό]] έλειπε συχνά από το σπίτι, εξαιτίας του επαγγέλματός του, ενώ κατά τις λίγες επισκέψεις του, ανάλωνε τον ελεύθερο χρόνο του στη συγγραφή.<ref>Ο πατέρας του Ρεμπώ συνέλεγε κείμενα για τα οποία έγραφε αναλύσεις. Στο σχετικά πλούσιο λογοτεχνικό του έργο, συγκαταλέγονται κείμενα για στρατιωτικά θέματα, μία πραγματεία για τους αρχαίους και σύγχρονους στρατιωτικούς λόγους, αραβικά ανέκδοτα (είχε διακριθεί στην κατάκτηση της βόρειας Αφρικής και είχε τεθεί υπεύθυνος του φυλακίου Σεμπντού στην [[Αλγερία]]) αλλά και μία μετάφραση του [[Κοράνιο|Κορανίου]].</ref> Από την άλλη πλευρά, η μητέρα του ΡεμπώΡεμπό θεωρούσε κάθε λογοτεχνικό έργο ανώφελο, ενώ ο δύσκολος χαρακτήρας της ενδεχομένως να συντέλεσε στο χωρισμό του ζευγαριού. Ένα δείγμα του σκληρού χαρακτήρα της περιέγραψε ο ίδιος ο ΡεμπώΡεμπό στο ποίημά του ''Les Poètes de Sept Ans'' (''Ο επτάχρονος ποιητής''), στο οποίο περιγράφει τον ποιητή με «μέτωπο γεμάτο εξογκώματα».<ref>Στο πρωτότυπο «Dans les yeux bleus et sous le front plein d'éminences», ''Les Poètes de sept ans'', στ. 3.</ref>
 
Μετά τη φυγή του πατέρα του, ο ΡεμπώΡεμπό και τα τέσσερα αδέλφια του αναγκάστηκαν να ζήσουν φτωχικά και δύσκολα χρόνια, υπό την αυστηρή παρουσία της μητέρας τους, η οποία φρόντισε με επιμέλεια για τη μόρφωσή τους. Τον Οκτώβριο του [[1861]], ο ΡεμπώΡεμπό εισήχθη μαζί με τον αδελφό του στο [[Ινστιτούτο Ροσσά|Ινστιτούτο Ροσά]], όπου φοίτησε για περίπου τρία χρόνια. Στο διάστημα αυτό, διακρίθηκε κερδίζοντας πολυάριθμα αριστεία και επαίνους, στα [[λατινική γλώσσα|λατινικά]], στη [[γραμματική]], στην [[ιστορία]], στη [[γεωγραφία]], αλλά και στην [[αριθμητική]]. Στερημένος από παιδικές παρέες, λόγω της αυστηρής επαγρύπνησης της μητέρας του, ασχολήθηκε σχεδόν αποκλειστικά με το διάβασμα και τη μελέτη. Τον Απρίλιο του [[1865]], μετά από απόφαση της μητέρας του, μεταφέρθηκε στο Κολέγιο της Σαρλβίλ, όπου σύντομα διακρίθηκε εκ νέου στα μαθήματα και οι ικανότητες του προκάλεσαν μεγάλη εντύπωση, μεταπηδώντας από την πέμπτη τάξη του δημοτικού στην πρώτη τάξη του γυμνασίου. Μεταξύ των διακρίσεών του, ξεχωρίζουν επίσης οι δημοσιεύσεις εργασιών του στην εφημερίδα της εκπαιδευτικής κοινότητας ''Moniteur de l'Enseignement Superieur'' καθώς και πολυάριθμα βραβεία που κέρδιζε σε διαγωνισμούς των σχολείων της περιφέρειας. Στις αρχές του επόμενου χρόνου, το ποίημά του με τίτλο ''Les Étrennes des ophelins'', δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα ''La Revue pour Tous'' και αποτελεί πιθανότατα ένα από τα καλύτερα δείγματα των πρώιμων έργων του.
 
Λίγες ημέρες μετά τη δημοσίευση του ποιήματος, το Κολέγιο της Σαρλβίλ υποδέχτηκε ένα νέο δάσκαλο, τον [[Ζωρζ Ιζαμπάρ|Ζορζ Ιζαμπάρ]] (''Georges Izambard''), ο οποίος εξελίχθηκε σε ένα είδος λογοτεχνικού συμβούλου του ΡεμπώΡεμπό. Εκείνος, με τη σειρά του, συνέχιζε να γράφει [[ποίηση]] και να παρουσιάζει αντίγραφα των έργων του στον Ιζαμπάρ, ο οποίος με τη σειρά του δάνειζε βιβλία από την προσωπική του συλλογή στον μαθητή του. Στις πρώιμες λογοτεχνικές του συνθέσεις, ο ΡεμπώΡεμπό άντλησε στοιχεία από την ανθολογία ''Le Parnasse contemporain'' των [[παρνασσισμός|παρνασσιστών]], αποστέλλοντας μάλιστα ένα δικό του ποίημα προς δημοσίευση, με αποδέκτη τον [[Τεοντόρ ντε Μπανβίλ]], το οποίο όμως δεν έγινε τελικά δεκτό. Στις [[19 Ιουλίου]] [[1870]] κηρύχθηκε ο [[Γαλλοπρωσικός Πόλεμος]], με αποτέλεσμα ο Ιζαμπάρ να εγκαταλείψει τη Σαρλεβίλ. Το Κολέγιο της πόλης έπαψε να λειτουργεί κατά τη διάρκεια του πολέμου, γεγονός που θα έδινε και ένα οριστικό τέλος στην επίσημη σχολική εκπαίδευση του ΡεμπώΡεμπό. Οι πολιτικές εξελίξεις σε συνδυασμό με τη φυγή του Ιζαμπάρ, τού προκάλεσαν μελαγχολία και τάσεις φυγής, σημειώνοντας σε μία επιστολή προς τον δάσκαλό του: «Η πατρίδα μου ξεσηκώνεται. Προσωπικά θα προτιμούσα να τη δω να ξανακάθεται.».<ref>βλ. Robb, σελ. 64.</ref> Στις [[31 Αυγούστου]] εγκατέλειψε το σπίτι του και επιβιβάστηκε στο [[τρένο]], με προορισμό το [[Παρίσι]]. Εξαιτίας της αδυναμίας του να καλύψει οικονομικά το αντίτιμο του εισιτηρίου, είχε προμηθευτεί ένα για τη συντομότερη διαδρομή μέχρι το [[Σαιν Κεντέν|Σεν Κεντάν]], ταξιδεύοντας στο υπόλοιπο της διαδρομής κρυφά. Κατά την άφιξή του στο [[Παρίσι]] έγινε αντιληπτός από την αστυνομία, με αποτέλεσμα να συλληφθεί και να φυλακιστεί.
 
[[Αρχείο:Arthur Rimbaud Les Assis.jpg|thumb|left|180px|Χειρόγραφο από το ποίημα ''Les Assis'']]
Χάρη σε ένα γράμμα που απέστειλε στον Ιζαμπάρ, ζητώντας τη βοήθειά του, οι αρχές τον έστειλαν σε εκείνον και φιλοξενήθηκε στο σπίτι της οικογένειάς του στο [[Ντουαί|Ντουέ]]. Παρέμεινε εκεί για περίπου τρεις εβδομάδες, εργαζόμενος ως δημοσιογράφος της εφημερίδας ''Liberal du Nord'', της οποίας ο Ιζαμπάρ ήταν εκδότης. Αρνούμενος αρχικά να επιστρέψει στη μητέρα του, η οποία σε αλληλογραφία με τον Ιζαμπάρ τον κατηγορούσε για τη φυγή του γιου της, επέστρεψε τελικά στη Σαρλβίλ, στις [[27 Σεπτεμβρίου]], με συνοδό τον Ιζαμπάρ. Τα καινούργια του ποιήματα ήταν εμπνευσμένα από τις πρόσφατες εμπειρίες του και επιθυμούσε να εκδοθούν με τη βοήθεια του [[Πωλ Ντεμενύ|Πολ Ντεμενί]], τον οποίο είχε γνωρίσει στο Ντουαί και ήταν συνιδιοκτήτης εκδοτικού οίκου στο [[Παρίσι]]. Μία εβδομάδα μετά την επιστροφή του, ο ΡεμπώΡεμπό εγκατέλειψε ξανά τη Σαρλβίλ με προορισμό αυτή τη φορά τη [[Βέλγιο|βελγική]] πόλη [[Σαρλερουά]], όπου αναζήτησε εργασία στην εφημερίδα ''Journal de Charleroi'', χωρίς όμως επιτυχία. Επόμενοι σταθμοί της περιπλάνησής του υπήρξαν το [[Φυμέ|Φιμέ]], το [[Βιρέ]], οι [[Βρυξέλλες]] και τέλος το ΝτουαίΝτουέ, όπου επισκέφτηκε εκ νέου το σπίτι του Ιζαμπάρ.
 
O ΡεμπώΡεμπό επέστρεψε στο [[Παρίσι]] και θεωρείται πιθανό πως βρέθηκε εκεί στο αποκορύφωμα των γεγονότων της [[Παρισινή Κομμούνα|Κομμούνας]], στα τέλη Απριλίου του [[1871]]. Η σχέση του με την παρισινή Κομμούνα είναι εν γένει αμφιλεγόμενη, όπως και το αν βρισκόταν στην πόλη κατά τη διάρκειά της, ωστόσο κάτι τέτοιο φαίνεται να βεβαιώνεται από ισχυρισμούς του [[Πολ Βερλαίν|ΒερλαίνΒερλέν]], καθώς και από μία αστυνομική έκθεση του [[1873]], σύμφωνα με την οποία ήταν «μέλος των ατάκτων της Κομμούνας».<ref name="robb">ό.π. σελ. 101.</ref> Τρία ποιήματά του θεωρούνται επηρεασμένα από την Κομμούνα και πρόκειται για τα ''L’Orgie parisienne'', ''Les Mains de Jeanne-Marie'' και ''Chant de guerre parisien''. Πιθανώς απογοητευμένος από τις αντίξοες εμπειρίες του, ο ΡεμπώΡεμπό έστειλε στις [[13 Μαΐου]] του [[1871]], από τη Σαρλβίλ, μία επιστολή στον Ιζαμπάρ που περιείχε επίσης το ποίημα ''Le Cœur volé'' («Κλεμμένη καρδιά»).<ref>Αρχικός τίτλος ''Le Cœur supplicié'' («Βασανισμένη καρδιά»)</ref> Το γράμμα προκάλεσε την αντιπάθεια του πρώην δασκάλου του, που θα το χαρακτήριζε αργότερα ως «κακόηθες» στα απομνημονεύματά του. Δύο ημέρες αργότερα, έγραψε μία δεύτερη σημαντική μακροσκελή επιστολή στον ΠωλΠολ ΝτεμενύΝτεμενί, γνωστή ως η «Επιστολή του προφήτη» (''Lettre du voyant''), μέσα στην οποία εξέθετε το ποιητικό του όραμα και τις αισθητικές του θεωρίες, αναφερόμενος στο ρόλο του ποιητή ως «προφήτη» και της ίδιας της ποίησης ως ένα μέσο που θα έπαυε να συμβαδίζει με την πραγματικότητα αλλά θα την ξεπερνούσε.
 
Κάτω από την πίεση της μητέρας του να βρει μία εργασία, ο ΡεμπώΡεμπό προσπάθησε να ανακτήσει την επαφή του με το λογοτεχνικό κόσμο του Παρισιού, ελπίζοντας στην βοήθεια των [[παρνασσισμός|παρνασσιστών]]. Την ίδια περίοδο, καθοριστική υπήρξε η γνωριμία του με τον [[Σαρλ Μπρετάν]], ο οποίος είχε γνωρίσει παλαιότερα τον [[Πολ Βερλαίν|ΠωλΠολ ΒερλαίνΒερλέν]] και προσφέρθηκε να του συστήσει τον νεαρό ποιητή. Ο ΡεμπώΡεμπό, με τη σειρά του, έγραψε ένα οικείο και αυτοβιογραφικό γράμμα στον ΒερλαίνΒερλέν, δηλώνοντας ένθερμος θαυμαστής του και τονίζοντας την επιθυμία του να εγκατασταθεί στο Παρίσι, εσωκλείοντας επίσης μερικά από τα ποιήματά του.
 
== Λογοτεχνική πορεία ==
[[Αρχείο:Henri Fantin-Latour 005.jpg|right|thumb|300px|''Coin de table'', ο. 1872, λάδι σε μουσαμά, 1.6x2.25 μ., [[Μουσείο Ορσέ]], Παρίσι.<br /><small>Πίνακας του Ανρί Φαντέν-Λατούρ. Διακρίνεται ο Πωλ Βερλαίν (πρώτος από αριστερά) και δίπλα του ο Αρθούρος Ρεμπώ (δεύτερος από αριστερά).</small>]]
Ο ΒερλαίνΒερλέν, εξίσου γοητευμένος από το έργο του ΡεμπώΡεμπό, φρόντισε για την εγκατάσταση του στο σπίτι του ίδιου, συγκεντρώνοντας επίσης ένα χρηματικό ποσό για την κάλυψη των εξόδων του ταξιδιού του. Ο ΡεμπώΡεμπό ενσωματώθηκε για ένα διάστημα στον κύκλο των παρνασσιστών, ενώ σε ολόκληρο το διάστημα της διαμονής του στο [[Παρίσι]], προκαλούσε με τη συμπεριφορά του την λογοτεχνική ελίτ της εποχής, διάγοντας έκλυτο βίο. Ο ποιητής [[Λεόν Βαλάντ]] περιέγραψε την παρουσία του ΡεμπώΡεμπό σε μία επιστολή του, στις [[5 Οκτωβρίου]] του [[1871]], γράφοντας:
<blockquote>
«Μεγάλα χέρια, μεγάλα πόδια, αληθινά παιδικό πρόσωπο που θα μπορούσε κάλλιστα να ανήκει σε δεκατριάχρονο, βαθυγάλανα μάτια, μάλλον άγρια παρά συνεσταλμένα – αυτός είναι ο νεαρός που με τη φαντασία του, τις εκπληκτικές δυνατότητες και την αχρειότητά του έχει συναρπάσει ή φοβίσει όλους τους φίλους μας.»<ref>βλ. Robb, σελ. 146.</ref>
</blockquote>
 
Η ένδοξη πορεία του ΡεμπώΡεμπό δεν είχε ωστόσο μεγάλη διάρκεια, κυρίως εξαιτίας της αντικοινωνικής και προκλητικής συμπεριφοράς του, που συνδύαζε δύο διαφορετικούς χαρακτήρες, του [[ομοφυλοφιλία|ομοφυλόφιλου]] και του [[αναρχισμός|αναρχικού]], και οι δύο ιδιαίτερα απωθητικοί στη δεκαετία του 1870. Το Μάρτιο του [[1872]], εγκαταστάθηκε για ένα διάστημα στο σπίτι της μητέρας του στη Σαρλβίλ, μετά από παρότρυνση του Βερλαίν που επιθυμούσε να σώσει τον γάμο του, ο οποίος είχε οδηγηθεί σε διάλυση εξαιτίας της ερωτικής σχέσης του με τον ΡεμπώΡεμπό. Τον Ιούλιο του ίδιου έτους, ο ΒερλαίνΒερλέν εγκατέλειψε τη σύζυγο και το γιο του, ταξιδεύοντας μαζί με τον ΡεμπώΡεμπό, αρχικά στο [[Βέλγιο]] και κατόπιν στο [[Λονδίνο]]. Στην αγγλική πόλη, ο ΡεμπώΡεμπό συνέθεσε μία σειρά πεζών ποιημάτων που αργότερα συγκρότησαν τη συλλογή ''Εκλάμψεις'' (''Les Illuminations''), η οποία ανήκει στα σημαντικότερα έργα του. Τον Απρίλιο του [[1873]], επισκέφτηκε την οικογένειά του στη Σαρλβίλ. Στο αγρόκτημα της Ρος, ο ΡεμπώΡεμπό ξεκίνησε να επιμελείται το πρώτο σχεδίασμα για το ''Μια εποχή στην κόλαση'', το μοναδικό έργο που εξέδωσε ο ίδιος και το βιβλίο που επρόκειτο να του χαρίσει την αναγνώριση.
 
Το επόμενο διάστημα, ο ΡεμπώΡεμπό επέστρεψε στο [[Λονδίνο]] και στην κοινή ζωή με τον ΒερλαίνΒερλέν. Η προβληματική συμβίωση των δύο ποιητών οδήγησε σύντομα στη φυγή του ΒερλαίνΒερλέν, για να συναντηθούν ξανά στις [[Βρυξέλλες]], όπου μετά από έντονη διαφωνία, ο ΒερλαίνΒερλέν σε κατάσταση μέθης, πυροβόλησε και τραυμάτισε τον ΡεμπώΡεμπό στο αριστερό του χέρι, πάνω από τον καρπό. Για την πράξη του καταδικάστηκε σε δύο χρόνια φυλάκιση και πρόστιμο 200 φράγκων, που αποτελούσε τη μέγιστη δυνατή ποινή. Ο ΡεμπώΡεμπό νοσηλεύτηκε για λίγες ημέρες στο νοσοκομείο ΣαινΣεν Ζαν των Βρυξελλών και αργότερα εγκαταστάθηκε εκ νέου στη Ρος, όπου ολοκλήρωσε το ''Μια εποχή στην κόλαση'', έργο σε μεγάλο βαθμό εξομολογητικό. Το βιβλίο τυπώθηκε με χρηματοδότηση της μητέρας του, σε τυπογραφείο των Βρυξελλών, αν και ελάχιστα αντίτυπα κυκλοφόρησαν αρχικά. Ο ΡεμπώΡεμπό παρέλαβε περίπου δέκα αντίτυπα, από τα συνολικά 500 που είχε παραγγείλει, τα οποία μοίρασε σε οικεία πρόσωπα και άλλους λογοτέχνες, ωστόσο δεν πλήρωσε για τα υπόλοιπα. Μέχρι το [[1884]], έτος δημοσίευσης του ''Les Poètes maudits'' (''Οι καταραμένοι ποιητές'') του ΒερλαίνΒερλέν, δεν είχαν καταγραφεί αντιδράσεις ή κριτικές απέναντι στο βιβλίο, το οποίο παρέμενε στην αφάνεια.
 
Tους μήνες που ακολούθησαν την εκτύπωση του ''Μια Εποχή στην Κόλαση'' o ΡεμπώΡεμπό έζησε στο [[Λονδίνο]], όπου για ένα διάστημα συγκατοίκησε με τον ποιητή [[Ζερμαίν Νουβώ|Ζερμέν Νουβό]], ενώ κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών διακοπών του [[1874]], δέχθηκε την επίσκεψη της μητέρας του και της αδελφής του, Βιταλί. Tην ίδια περίοδο αναζήτησε επίμονα εργασία ως δάσκαλος [[γαλλική γλώσσα|γαλλικών]]. Σύμφωνα με μία αγγελία στους ''Times'', βεβαιώνεται πως ο ΡεμπώΡεμπό εργάστηκε για ένα διάστημα ως δάσκαλος στη βιομηχανική πόλη του [[Ρήντιγκ|Ρίντιγκ]], όπου θεωρείται επίσης πιθανό πως επεξεργάστηκε μέρος των ''Εκλάμψεων''. Παρέμεινε εκεί για περίπου τρεις μήνες, πριν επιστρέψει στο σπίτι της μητέρας του, στις [[29 Δεκεμβρίου]] [[1874]].
 
Ο ΡεμπώΡεμπό αναζητούσε να ασχοληθεί με μία πρακτική εργασία, όπως το εμπόριο ή τη μηχανολογία. Παράλληλα, πίστευε πως η εκμάθηση χρήσιμων γλωσσών θα ήταν ένα επιπλέον εφόδιο και για το σκοπό αυτό ταξίδεψε στη [[Στουτγκάρδη]], προκειμένου να εξοικειωθεί με τη [[γερμανική γλώσσα]]. Θεωρείται πιθανό πως φοίτησε σε κάποια σχολή της πόλης ή παρέδιδε μαθήματα γαλλικών κατ' οίκον. Στη Στουτγκάρδη, ο ΡεμπώΡεμπό συνάντησε για τελευταία φορά τον ΒερλαίνΒερλέν, στον οποίο παρέδωσε τα ποιήματα που συγκρότησαν αργότερα τις ''Εκλάμψεις''. Στα τέλη Απριλίου, εγκατέλειψε τη [[Γερμανία]] και ξεκίνησε μία νέα περίοδος περιπλάνησης, κατά την οποία ταξίδεψε στο [[Μιλάνο]], στο [[Λιβόρνο]] (όπου εργάστηκε ως λιμενεργάτης) και στη [[Μασσαλία]], όπου δηλώνοντας υποστηρικτής του Δον Κάρλος, έλαβε χρήματα από ένα στρατολογικό γραφείο των Καρλιστών και οδηγίες για να μεταβεί και να ενταχθεί στον [[ανταρτοπόλεμος|αντάρτικο]] ισπανικό στρατό. Με τα χρήματα αυτά, ο ΡεμπώΡεμπό επέστρεψε τελικά στο [[Παρίσι]] και αργότερα στη Σαρλβίλ, όπου συνέχισε να μελετά ξένες γλώσσες.
 
== Περιπλάνηση σε Ευρώπη και Αφρική ==
[[Αρχείο:Rimbaud in Harar.jpg|280px|thumb|Φωτογραφία του Ρεμπό στο Χαράρ της [[Αιθιοπία]]ς (περ. 1883).]]
Τον Μάιο του [[1875]], σε ένα καθοριστικό για το υπόλοιπο της ζωής του ταξίδι στο [[Βέλγιο]], ο ΡεμπώΡεμπό ήρθε σε επαφή με έναν στρατολόγο του [[Ολλανδία|ολλανδικού]] αποικιακού στρατού. Με βασικό κίνητρο τις οικονομικές απολαβές, δήλωσε συμμετοχή, και στο διάστημα από τις [[18 Μαΐου]] έως τις [[10 Ιουνίου]] ακολούθησε τη βασική εκπαίδευση στο λιμάνι του Χάρντερβεϊκ, μαζί με περίπου 200 στρατιώτες, στην πλειοψηφία τους [[μισθοφόρος|μισθοφόροι]]. Μετά από ένα πολυήμερο ταξίδι με το [[ατμόπλοιο]] ''Prins van Oranje'', το τάγμα στο οποίο ανήκε ο ΡεμπώΡεμπό, προσάραξε στη Μπατάβια ([[Τζακάρτα]]). Στις [[15 Αυγούστου]], ο ΡεμπώΡεμπό λιποτάκτησε και παρά την καταδίωξή του από ένα απόσπασμα του ολλανδικού στρατού κατάφερε να ξεφύγει. Οι διηγήσεις του ΡεμπώΡεμπό ταιριάζουν σε μεγάλο βαθμό με τις ημερομηνίες του ημερολογίου καταστρώματος του πλοίου ''The Wandering Chief'', τόσο ώστε να θεωρείται πολύ πιθανό πως τελικά έφυγε από την Ιάβα με αυτό, χρησιμοποιώντας το πλαστό όνομα ''Έντουϊν Χολμς''. Στις [[9 Δεκεμβρίου]] του 1875, επέστρεψε στο σπίτι της μητέρας του. Αν και δεν είναι εξακριβωμένη η πορεία που ακολούθησε κατά την επιστροφή του, ο φίλος του Ντελαέ ανέφερε σε ένα γράμμα στις [[28 Ιανουαρίου]] [[1877]], πως ταξίδεψε «''[...] από τις Βρυξέλλες στο Κορκ ([[Ιρλανδία]]), μέσω Ιάβας, ύστερα στο [[Λίβερπουλ]], τη [[Χάβρη]], το Παρίσι, για να καταλήξει όπως πάντα στην Πόλη του Καρόλου''».<ref>''Rimbaud : Oeuvres complètes'', επ. Α. Adam, Gallimard, 1972, σ. 302</ref> Η περίοδος από τις αρχές του [[1876]] μέχρι την άνοιξη του 1877, υπήρξε μάλλον απόλυτα αδρανής για τον Ρεμπώ, καθώς ελάχιστα στοιχεία είναι γνωστά για τις δραστηριότητές του.
 
Από το Μάιο του 1877, ξεκίνησε μία νέα περιπλάνηση με σταθμούς όπως η βόρεια [[Γερμανία]], η [[Βρέμη]], το [[Αμβούργο]], η [[Κοπεγχάγη]], η [[Στοκχόλμη]] και πιθανά το [[Παρίσι]]. Το Δεκέμβριο του [[1878]] προσελήφθη ως διερμηνέας για μία γαλλική κατασκευαστική εταιρεία με επιχειρηματική δραστηριότητα στην [[Κύπρος|Κύπρο]]. Ο ΡεμπώΡεμπό ταξίδεψε στην Κύπρο το Δεκέμβριο του 1878 και ανέλαβε τελικά επικεφαλής ενός λατομείου στην τοποθεσία Ποταμός, εργασία που εκτέλεσε με επιτυχία, σύμφωνα με την συστατική επιστολή που έλαβε από την εταιρεία την άνοιξη του [[1879]]. Ο ΡεμπώΡεμπό επέστρεψε στην [[Κύπρος|Κύπρο]] στα τέλη Απριλίου του [[1880]] για να αναχωρήσει ξαφνικά από το νησί το καλοκαίρι του ίδιου έτους. Η αλληλογραφία του, περιέχει αντιφατικές εξηγήσεις σχετικά με τα αίτια της αναχώρησής του, ενώ θεωρείται πιθανό πως προκλήθηκε από ένα «παράπτωμα» στο οποίο είχε υποπέσει. Ειδικότερα, σύμφωνα με μαρτυρία του Ιταλού εμπόρου ΟττορίνοΟτορίνο Ρόζα (που είχε συνοδεύσει τον ΡεμπώΡεμπό σε αποστολές), ο λόγος της φυγής του ήταν ένα εργατικό ατύχημα, κατά το οποίο είχε σκοτώσει από αμέλεια έναν ντόπιο εργάτη, πετώντας μία πέτρα.<ref>βλ. Robb, σελ. 351.</ref>
 
Τo επόμενο διάστημα κατέφυγε στην [[Αφρική]], περιπλανώμενος προς αναζήτηση εργασίας. Στο [[Άντεν]] της [[Υεμένη]]ς, προσελήφθη στο πρακτορείο του Αλφρέντ Μπαρντέ, από τον συνταγματάρχη ΝτυμπάρΝτιμπάρ, μέλος του συνδέσμου εξαγωγέων [[καφές|καφέ]], προκειμένου να επιβλέπει τη διαλογή και τη συσκευασία του. Το Νοέμβριο του [[1880]], υπέγραψε νέο συμβόλαιο με σημαντικά αυξημένες αποδοχές, αυτή τη φορά για να εργαστεί σε εμπορευματικό σταθμό του [[Χαράρ]]. Παράλληλα οργάνωσε εξερευνητικές αποστολές και περιοδείες, με στόχο την χαρτογράφηση άγνωστων περιοχών, στα πλαίσια των οποίων έφθασε μέχρι την περιοχή [[Ογκαντέν]] της [[Αιθιοπία]]ς, το νοτιότερο σημείο που είχε επισκεφθεί ποτέ [[Ευρώπη|Ευρωπαίος]] και μία από τις μεγαλύτερες ανεξερεύνητες περιοχές του κόσμου εκείνη την εποχή. Μία λεπτομερής αναφορά του ΡεμπώΡεμπό για το Ογκαντέν δημοσιεύτηκε αργότερα από τη [[Γαλλική Γεωγραφική Εταιρεία]], αποτελώντας την πρώτη αξιόπιστη περιγραφή της περιοχής αλλά και το δεύτερο έργο που εξέδωσε ο ίδιος, μετά το ''Μια Εποχή στην Κόλαση''. Όταν το εμπορικό πρακτορείο του Χαράρ έκλεισε, ο ΡεμπώΡεμπό εγκαταστάθηκε εκ νέου στο Άντεν. Λίγους μήνες αργότερα διέκοψε τη συνεργασία του με τον Μπαρντέ, προκειμένου να συνεργαστεί με τον έναν άλλο Γάλλο έμπορο, τον Πιερ ΛαμπατύΛαμπατί, στο εμπόριο όπλων, αποβλέποντας σε γρήγορο πλουτισμό. Η αποστολή του στη Σόα και η συνεργασία του με τον βασιλιά Μενελίκ, αποδείχθηκε εξαιρετικά επικερδής, μετά το πέρας των οποίων έμεινε επτά εβδομάδες στο [[Κάιρο]], αναρρώνοντας από τις κακουχίες και την επιβάρυνση της υγείας του. Από τα τέλη του [[1888]], το μεγαλύτερο ποσοστό του ξένου εμπορίου στη νότια Αβησσυνία διεξαγόταν με επίκεντρο τον Αρθούρο ΡεμπώΡεμπό, ο οποίος είχε ανελιχθεί σε κορυφαίο επιχειρηματία και έμπορο της περιοχής, ικανό να διαμορφώνει τις τιμές σημαντικών εμπορευμάτων.<ref>Robb, σελ. 452. Βλ. επίσης επιστολή Α. Ιλγκ προς Ρεμπώ, 30 Μαρτίου 1889, ''Oeuvres complètes'', επ. Α. Adam, Gallimard, 1972, σ. 529.</ref>
 
== Θάνατος ==
[[Αρχείο:Rimbaud - tombe à Charleville.jpg|right|thumb|200px|Ο τάφος του Ρεμπώ στο κοιμητήριο της [[Σαρλβίλ-Μεζιέρ|Σαρλβίλ]].]]
Στις [[7 Απριλίου]] του [[1891]] ο ΡεμπώΡεμπό εγκατέλειψε το Χαράρ με την υγεία του σε κακή κατάσταση και την δεξιά κνήμη του πρησμένη. Στο νοσοκομείο του Άντεν διαγνώστηκε λανθασμένα αρθροορογονίτιδα σε προχωρημένο στάδιο. Στις [[20 Μαΐου]] μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο Κονσεψιόν της [[Μασσαλία]]ς όπου η αρχική διάγνωση έκανε λόγο για «νεόπλασμα στο γοφό», ενώ οι επόμενες ιατρικές αναφορές παραπέμπουν σε ένα είδος [[καρκίνος|καρκίνου]] στα οστά. Μία εβδομάδα αργότερα, οι γιατροί του νοσοκομείου ακρωτηρίασαν το δεξί του πόδι. O ΡεμπώΡεμπό παρέμεινε στο νοσοκομείο για τους επόμενους δύο μήνες και στη συνέχεια επέστρεψε στο οικογενειακό αγρόκτημα της Ρος, όπου λάμβανε τη φροντίδα της αδελφής του Ιζαμπέλ. Στις [[23 Αυγούστου]] αναχώρησε ξανά για τη Μασσαλία, καθώς μία δεύτερη επέμβαση ήταν επιβεβλημένη. Η κατάστασή του επιδεινώθηκε και σύντομα παρέλυσε το αριστερό χέρι του κατά τα τρία τέταρτα.
 
Πέθανε στις [[10 Νοεμβρίου]] του [[1891]] σε ηλικία τριάντα επτά ετών. Η σορός του μεταφέρθηκε στο [[Παρίσι]] και στη συνέχεια στη [[Σαρλβίλ-Μεζιέρ|Σαρλβίλ]]. Στην επιτύμβια πλάκα του τάφου του αναγράφεται εκτός από το όνομα, την ηλικία του και την ημερομηνία θανάτου του, η φράση «Προσευχηθείτε για αυτόν» (γαλλ. «Priez pour lui»). Δέκα χρόνια αργότερα, στην πλατεία ''de la Gare'' της Σαρλβίλ στήθηκε μνημείο προς τιμή του, όπως και το 1984 στο [[Παρίσι]], στην Πλας Ντε λ' Αρσενάλ. Στην πόλη της Σαρλβίλ λειτουργεί επίσης το [[Μουσείο Αρθούρου Ρεμπώ|Μουσείο Αρθούρου Ρεμπώό]], το οποίο φιλοξενεί χειρόγραφα έργα του καθώς και προσωπικά αντικείμενα.
 
== Έργο ==
Η επιστολή του ΡεμπώΡεμπό προς τον Πωλ ΝτεμενύΝτεμενί, στις [[15 Οκτωβρίου]] του [[1871]], συνιστά ένα από τα σημαντικότερα κείμενά του, με αντικείμενο το ρόλο της ποίησης, όπως τον αντιλαμβανόταν ο ίδιος. Σύμφωνα με τον ΡεμπώΡεμπό, ο αληθινός ποιητής αποτελούσε ένα είδος προφήτη, ικανό να διαμορφώσει μία νέα πραγματικότητα, εφευρίσκοντας το ''άγνωστο''. Ως χρέος του, αντιλαμβανόταν τη γνωριμία με τον εαυτό του, την καλλιέργεια του μυαλού και της ψυχής του, ώστε τελικά να δημιουργήσει μία «οικουμενική γλώσσα». Ο ποιητής, κατά τον ΡεμπώΡεμπό, θα γινόταν «προφήτης» μέσω μίας «μακράς, απέραντης και λελογισμένης απορρύθμισης όλων των αισθήσεων», υπονομεύοντας συστηματικά την καθιερωμένη και συμβατική λειτουργία τους. Η διαδικασία αυτή συνδέθηκε στην περίπτωσή του, με τον τρόπο ζωής του και ειδικότερα με τη μετέπειτα χρήση ψυχοτρόπων ουσιών, που πιθανώς συνέβαλαν στο παραισθησιακό ή παραληρηματικό ύφος ορισμένων ποιημάτων του. Στο ίδιο γράμμα, αναφερόταν συνοπτικά στην ιστορία της ποίησης, απορρίπτοντας μεγάλο μέρος της αλλά αναγνωρίζοντας τη συνεισφορά ποιητών όπως ο [[Σαρλ Μπωντλαίρ|Σαρλ Μποντλέρ]], ο παρνασσιστής [[Αλμπέρ Μερά]] καθώς και ο [[Πολ Βερλαίν|ΒερλαίνΒερλέν]].
 
Υπήρξε ένας από τους πρώτους μοντέρνους ποιητές που επιδίωξαν να εγκαταλείψουν τους περιορισμούς του κλασικού μέτρου, που κυριαρχούσε στη γαλλική ποίηση, προτείνοντας την κατάργηση του αλεξανδρινού στίχου και αφήνοντας τα «οράματά» του να διαμορφώσουν τις νέες ελεύθερες φόρμες που θα ακολουθούσε. Επιχείρησε να απαλλάξει την ποίησή από τους περιορισμούς της πραγματικότητας, συνδέοντας συχνά στον ποιητικό του λόγο αντίθετα ή απομακρυσμένα στοιχεία και χρησιμοποιώντας ελεύθερους συνειρμούς, στοιχεία που υπήρξαν αργότερα σημεία επαφής του με τον [[υπερρεαλισμός|υπερρεαλισμό]].
Γραμμή 54:
=== Δημοσιεύσεις ===
[[Αρχείο:Une saison en enfer - 01.jpg|right|thumb|250px|Εξώφυλλο της πρώτης έκδοσης του ''Μια Εποχή στην Κόλαση'' (Οκτώβριος 1873).]]
Το 1870 δημοσιεύτηκαν για πρώτη φορά ποιήματα του ΡεμπώΡεμπό, με τη συγκατάθεσή του. Επρόκειτο για τα ''Les Étrennes des orphelins'' και ''Trois baisers'' (ή ''Première soirée'') που παρουσιάστηκαν στα περιοδικά ''La Revue pour tous'' και ''La Charge'' αντίστοιχα. Το ''Μια Εποχή στην Κόλαση'' υπήρξε το μοναδικό του βιβλίο που εκδόθηκε κατόπιν επιθυμίας και ενεργειών του ίδιου, γραμμένο από τον Απρίλιο μέχρι τον Αύγουστο του 1873. Η εκτύπωση του χρηματοδοτήθηκε από τη μητέρα του και ολοκληρώθηκε περίπου στα τέλη Οκτωβρίου του ίδιου έτους, στο τυπογραφείο της επιχείρησης του Ζακ Πόουτ, στις [[Βρυξέλλες]]. Ο ΡεμπώΡεμπό παρήγγειλε συνολικά 500 αντίτυπα, αριθμός ιδιαίτερα υψηλός για τα δεδομένα της εποχής, από τα οποία παρέλαβε ο ίδιος περίπου δέκα, υποσχόμενος να πληρώσει εν καιρώ για τα υπόλοιπα. Για αρκετά χρόνια, το ποσό που οφειλόταν δεν πληρώθηκε, με αποτέλεσμα τα λιγοστά αντίτυπα που είχε παραλάβει ο ΡεμπώΡεμπό να αποτελούν τα μοναδικά που είχαν διαρρεύσει σε έναν πολύ περιορισμένο κύκλο. Σύμφωνα με έναν ισχυρισμό της αδελφής του, Ιζαμπέλ, τα υπόλοιπα αντίτυπα του βιβλίου κάηκαν από τον ίδιο τον ΡεμπώΡεμπό, ωστόσο η ανακάλυψη των απλήρωτων αντιτύπων διαψεύδει αυτό το ενδεχόμενο.<ref>Robb, σελ. 275. Βλ. επίσης [http://www.loiseaulire.com/19eme/Rimbaud.html Librairie L'Oiseau-Lire]{{fr}}, ''La légende de la destruction par Rimbaud de l'édition princeps de «Saison en enfer»; Carteret, Le Trésor du bibliophile romantique et moderne, tome II, p. 271.</ref>
 
Σημαντικό μέρος των ποιημάτων του δημοσιεύτηκε ενόσω ήταν εν ζωή, ωστόσο χωρίς να έχει δώσει ο ίδιος τη συγκατάθεσή του. Το έργο του ξεκίνησε να αναγνωρίζεται και να εκδίδεται την περίοδο που ο ΡεμπώΡεμπό είχε ήδη εγκαταλείψει τη λογοτεχνία και ειδικότερα στο διάστημα της παραμονής του στην [[Αφρική]]. Από το Νοέμβριο του 1886, ποιήματά του άρχισαν να εμφανίζονται σε περιοδικές εκδόσεις, ενώ για ένα διάστημα αποδόθηκαν στον ΡεμπώΡεμπό και αρκετά πλαστά έργα. Οι ''Εκλάμψεις'' εκδόθηκαν για πρώτη φορά τον ίδιο χρόνο, στην επιθεώρηση ''La Vogue'', χάρη σε ενέργειες του ΒερλαίνΒερλέν και του ΝουβώΝουβό. Δεν είναι γνωστό αν ο ίδιος επιθυμούσε τη δημοσίευσή τους, ούτε ακόμα αν τα ποιήματα που εκδόθηκαν συγκροτούσαν το πλήρες έργο, ωστόσο θεωρείται πως αυτά που περιέχονταν στη συλλογή είχαν γραφτεί πράγματι ως ένα ενιαίο σύνολο. Το 1892, επανεκδόθηκαν τα δύο κυριότερα έργα του, ''[[Μια Εποχή στην Κόλαση]]'' και ''Εκλάμψεις'', ενώ το 1895 ακολούθησε η έκδοση της συλλογής ''Poésies Complètes'' που περιείχε ποιήματα του ΡεμπώΡεμπό γραμμένα μέχρι το 1873. Σχεδόν το σύνολο του έργου του εκδόθηκε πριν τον [[Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος|Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο]], με λίγες εξαιρέσεις. Δεν είναι γνωστό αν ο ΡεμπώΡεμπό προμηθεύτηκε κάποιες από τις εκδόσεις των έργων του αλλά βεβαιωμένα γνώριζε για την ολοένα μεγαλύτερη αναγνώρισή του, καθώς το 1885 έλαβε μία επιστολή από τον εκδότη του λογοτεχνικού περιοδικού ''La France moderne'', ο οποίος ζητούσε τη συνεργασία του με το περιοδικό, χαρακτηρίζοντας τον ΡεμπώΡεμπό «ηγέτη της σχολής της παρακμής».
 
Η σειρά με την οποία γράφτηκαν οι ''Εκλάμψεις'' και το ''Μια Εποχή στην Κόλαση'' αποτελεί αντικείμενο διαφωνιών, καθώς οι μελετητές του έργου του ΡεμπώΡεμπό δεν έχουν καταλήξει αν τα ποιήματα των ''Εκλάμψεων'', ή μέρος τους, ολοκληρώθηκαν μετά το ''Μια Εποχή στην Κόλαση''. Τα πρώτα πεζά ποιήματα του ΡεμπώΡεμπό χρονολογούνται το 1871-72, γεγονός που καθιστά, με μεγάλη πιθανότητα, τα πρώτα σχεδιάσματα για τις ''Εκλάμψεις'' προγενέστερα. Επιπλέον, το τελευταίο μέρος του ''Μια Εποχή στην Κόλαση'', με τίτλο ''Αποχαιρετισμός'' ([[γαλλική γλώσσα|γαλλ.]] ''Adieu''), ερμηνεύεται από ορισμένους μελετητές ως ο τελικός αποχαιρετισμός του συγγραφέα στην ίδια την ποίηση. Σύμφωνα ωστόσο με το εισαγωγικό σημείωμα του Πωλ Βερλαίν για την πρώτη έκδοσή τους του 1886, οι ''Εκλάμψεις'' γράφτηκαν την περίοδο 1873-75, κατά τη διάρκεια των ταξιδιών του ΡεμπώΡεμπό στο [[Βέλγιο]], την [[Αγγλία]] και τη [[Γερμανία]]. Επιπλέον, γραφολογική μελέτη των χειρογράφων από τον Ανρί ντε Μπουγιάν ντε Λακόστ, έδειξε ότι τμήμα των ''Εκλάμψεων'' φέρει το γραφικό χαρακτήρα του ποιητή [[Ζερμαίν Νουβώ|Ζερμέν Νουβό]], με τον οποίο όμως έζησε ο ΡεμπώΡεμπό μετά το 1874.<ref>βλ. Robb, σελ. 280. Για την μελέτη του ντε Λακόστ βλ. επίσης Henry de Bouillane de Lacoste, ''Rimbaud et le problème des Illuminations'', Mercure de France, 1949, p. 270.</ref> Αν και γενικά υπάρχει συμφωνία πως τα χειρόγραφα των ''Εκλάμψεων'' είναι μεταγενέστερα, δεν είναι από όλους παραδεκτό πως πράγματι η σύνθεσή τους χρονολογείται επίσης μετά το ''Μια Εποχή στην Κόλαση''. Από την άλλη πλευρά, δεν θεωρείται πιθανό πως ο ΡεμπώΡεμπό θα αφιέρωνε χρόνο στην αντιγραφή και πιθανά στη βελτίωση των ποιημάτων, ενώ είχε ήδη εγκαταλείψει την ποίηση.
 
=== Επίδραση ===
 
Μέχρι το θάνατό του, ο ΡεμπώΡεμπό ήταν γνωστός σε έναν περιορισμένο λογοτεχνικό κύκλο της [[αβάν-γκαρντ]]. Αρκετοί ποιητές του [[20ός αιώνας|20ού αιώνα]] επηρεάστηκαν από το έργο του, και ειδικότερα από την ελεύθερη φόρμα της ποίησής του, σε τέτοιο βαθμό ώστε να θεωρείται ένας από τους «πατέρες» του [[μοντερνισμός|μοντερνισμού]]. Σημαντική επιρροή άσκησε στους Γάλλους [[υπερρεαλισμός|υπερρεαλιστές]], με τον [[Αντρέ Μπρετόν]] να τον ονομάζει «σουρρεαλιστή στην πρακτική της ζωής και αλλού»,<ref>Αντρέ Μπρετόν, ''Μανιφέστα του Σουρρεαλισμού'', Δωδώνη (1983), σελ. 30.</ref> ενώ συχνά αναφέρεται και ως επιρροή των συγγραφέων της [[μπητ γενιά|μπιτ γενιά]]ς. Ο Αμερικανός συγγραφέας [[Χένρυ Μίλλερ|Χένρι Μίλερ]], εξέφρασε το δικό του θαυμασμό για το έργο και την προσωπικότητα του ΡεμπώΡεμπό, στο βιβλίο του ''[[Ο Καιρός των Δολοφόνων]]'' (1956). Τόσο το λογοτεχνικό του έργο, όσο και και η περιπετειώδης ζωή του, διαμόρφωσαν την εικόνα ενός επαναστατικού καλλιτέχνη ή όπως τον αποκάλεσε ο [[Αλμπέρ Καμύ|Αλμπέρ Καμί]], ενός «ποιητή της εξέγερσης», αποτελώντας είδωλο των φοιτητών του [[Μάης του '68|Μάη του '68]], διανοούμενων μουσικών ή ακόμα του κινήματος των ομοφυλόφιλων, εισάγοντας τα ρομαντικά ιδεώδη στον [[20ός αιώνας|20ο αιώνα]].<ref>βλ. Robb, σελ. 497.</ref>
 
Η ποίηση και σεξουαλική αντισυμβατικότητα του Ρεμπώ ενέπνευσαν διάσημους καλλιτέχνες όπως ο [[Τζιμ Μόρισον]], ο [[Μπομπ Ντίλαν]], ο [[Τζων Λένον|Τζον Λένον]] και η [[Πάτι Σμιθ]]. Η σχέση ΡεμπώΡεμπό και Βερλέν μεταφέρθηκε το [[1995]] στη μεγάλη οθόνη με την ταινία ''Καταραμένη σχέση'' (''Total eclipse''), σε σκηνοθεσία [[Ανιέσκα Χόλαντ]] και πρωταγωνιστή τον [[Λεονάρντο Ντι Κάπριο]]. Στη [[μουσική]], ο [[Μπέντζαμιν Μπρίτεν]] μελοποίησε τμήμα των ''Εκλάμψεων'' (έργο 18, 1939) σε ένα σύνολο τραγουδιών για σοπράνο ή τενόρο. Στον ελληνικό χώρο, ο [[Γιώργος Καρράς]] μαζί με τον [[Γιάννης Αγγελάκας|Γιάννη Αγγελάκα]] και άλλους μουσικούς, μελοποίησαν το ποίημα ''Μια Εποχή Στην Κόλαση'' στο δίσκο τους ''[[Υπέροχο Τίποτα]]'', ενώ ο [[Θάνος Μικρούτσικος]] ολοκλήρωσε το [[1987]] την [[όπερα]] ''«Μια εποχή στην κόλαση»'' όπου απαγγέλλει ο [[Γιώργος Κιμούλης]] με έντονα στοιχεία δραματικότητας, λυρικότητας και σαρκασμού. To 2015 εκδόθηκε από τον Γαβριηλίδη το θεατρικό με τίτλο "Σαρλβίλ" του συγγραφέα Αχιλλέα Κούμπου με αφορμή τη ζωή του ΡεμπώΡεμπό. Το κείμενο παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης τον Μάιο του 2014.
 
== Εργογραφία ==