Χούγκο Μπαλ: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Dada (συζήτηση | συνεισφορές)
+κ +interwiki
Dada (συζήτηση | συνεισφορές)
Γραμμή 6:
Το [[1915]] και κατά τη διάρκεια του [[Α' Παγκόσμιος Πόλεμος|Α' Παγκοσμίου πολέμου]], εγκαταστάθηκε στην ουδέτερη Ζυρίχη και όπως χαρακτηριστικά έγραψε ο [[Χανς Ρίχτερ]]: ''"[...] οδηγημένος και βασανισμένος, ίσως από τη συνείδησή του, έγινε ο καταλύτης που συνένωσε γύρω του όσα στοιχεία έμελλαν τελικά να γεννήσουν το Νταντά"''{{Ref|Richter}}. Το [[1916]] εγκαινίασε το ''Καμπαρέ Βολταίρ'', έναν χώρο αφιερωμένο στην καλλιτεχνική ψυχαγωγία αλλά και τόπο δημιουργίας της πρώτης ντανταϊστικής ομάδας στη Ζυρίχη.
 
Σε ότι αφορά στο προσωπικό, καλλιτεχνικό του έργο, ο Μπαλ είναι περισσότερο γνωστός ως ο δημιουργός μίας νέας μορφής [[τέχνη|τέχνης]], αυτής των [[φωνητική ποίηση|φωνητικών ποιημάτων]] αλλά και εν γένει για την συνεισφορά του στο είδος της αφηρημένης ποίησης. Τα φωνητικά ποιήματα αποτελούσαν ουσιαστικά έργα που συνδύαζαν την ποιητική με τη [[μουσική]] σύνθεση, περιλαμβάνοντας όμως στίχους χωρίς πραγματικές λέξεις ή νόημα και προορισμένα κυρίως να απαγγέλονται δημόσια. Ο ίδιος ο Μπαλ στήριζε την σύλληψή του στην ιδέα πως ''"το επόμενο βήμα για την ποίηση είναι να αποβάλλει τη γλώσσα, όπως η ζωγραφική απέβαλε το αντικείμενο"''. Τα αφηρημένα φωνητικά ποιήματα του Μπαλ βρήκαν αργότερα μιμητές και συνεχιστές, ενώ κατά τη δεκαετία του [[1940]] εξελίχθηκαν στον γαλλικό [[Λετρισμός|λετρισμό]]. Από το συγγραφικό του έργο ξεχωρίζουν ακόμα τα βιβλία του ''Κριτική της γερμανικής διανόησης'' (''Zur Kritik der deutschen Intelligenz''), όπου αναλύει το πνευματικό κλίμα στη [[Γερμανία]] καθώς και η βιογραφία του για τον [[Έρμαν Έσσε]] (''Herman Hesse: Sein Leben und sein Werk'').
 
Η συμμετοχή του Μπαλ στο ντανταϊστικό κίνημα διήρκεσε περίπου δύο χρόνια και θεωρείται πιθανό πως διαφωνούσε με την τροπή που έπαιρνε η ομάδα των ντανταϊστών υπό την καθοδήγηση του [[Τριστάν Τζαρά]]. Ο ίδιος σημείωνε σχετικά με αυτό στα ημερολόγια του: ''"Εξέτασα τον εαυτό μου και δεν θα μπορούσα να καλωσορίσω το χάος"''. Εργάστηκε για ένα διάστημα στη [[Βέρνη]] ως δημοσιογράφος στην ''Freie Zeitung'' αλλά στη συνέχεια αποσύρθηκε στο καντόνι του Τιτσίνο στην Ελβετία, όπου έζησε μία θρησκευτική και φτωχική ζωή, έχοντας αποκηρύξει τη δράση των νεανικών του χρόνων.