Μυκηναϊκός πολιτισμός: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ →‎Γενετική: βικισύνδεσμος
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 17:
Με βάση, λοιπόν, τη γεωγραφική εξάπλωση του λεγόμενου «μυκηναϊκού πακέτου» αρχαιολογικών ευρημάτων (ανακτορικό κτήριο τύπου μεγάρου, Γραμμική Β γραφή, θολωτοί και θαλαμοειδείς τάφοι, τροχήλατη στιλβωτή κεραμική μελανού σε ανοικτό βάθος),<ref>B. Feuer, "Being Mycenaean: A View from the Periphery", ''American Journal of Archaeology'' 115, 2011, σσ. 507-536 και ειδικότερα σ. 530.</ref> τον γεωγραφικό πυρήνα του μυκηναϊκού κόσμου συγκροτεί η νότια ηπειρωτική [[Ελλάδα]] με την [[Πελοπόννησος|Πελοπόννησο]], την ανατολική [[Στερεά Ελλάδα]] ([[Αττική]], [[Νομός Βοιωτίας|Βοιωτία]]) και την [[Εύβοια]].<ref>B. Feuer, "Being Mycenaean: A View from the Periphery", ''American Journal of Archaeology'' 115, 2011, σ. 523 εικ. 3 (χάρτης).</ref> Ιδιαίτερη συγκέντρωση αρχαιολογικών θέσεων, στις οποίες περιλαμβάνονται και ανακτορικές ακροπόλεις, παρουσιάζουν η [[Νομός Αργολίδας|Αργολίδα]] και η [[Νομός Μεσσηνίας|Μεσσηνία]], που μπορούν να θεωρηθούν τα δύο αρχαιότερα και σημαντικότερα κέντρα του Μυκηναϊκού Πολιτισμού, αν και η εικόνα αυτή οφείλεται ως ένα βαθμό στο γεγονός ότι αυτές οι περιοχές είναι και οι πιο εντατικά ερευνημένες. Σημαντικά αρχαιολογικά κατάλοιπα έχουν έλθει στο φως τα τελευταία χρόνια στην ευρύτερη περιοχή του [[Βόλος|Βόλου]], που επιτρέπουν να εντάξουμε και τη [[Θεσσαλία]] στις περιοχές εξάπλωσης του Μυκηναϊκού Πολιτισμού, όπως και την [[Ήπειρος (περιοχή)|Ήπειρο]],<ref>Tandy, p. xii. "Figure 1: Map of Epirus showing the locations of known sites with Mycenaean remains"; Tandy, p. 2. "The strongest evidence for Mycenaean presence in Epirus is found in the coastal zone of the lower Acheron River, which in antiquity emptied into a bay on the Ionian coast known from ancient sources as ''Glykys Limin'' (Figure 2-A)."</ref> αλλά και την [[Μακεδονία (διαμέρισμα)|Μακεδονία]].<ref>[http://aegeobalkanprehistory.net/img_articles/thumbs/tmb_75.jpg Aegeobalkan Prehistory - Mycenaean Sites]</ref>
 
Ο Μυκηναϊκός Πολιτισμός εξαπλώθηκε σταδιακά προς νότια και ανατολικά μέσω των θαλάσσιων δρόμων, ώστε για την εποχή ακμής του, το 13<sup>ο</sup> αι. π.Χ, να μπορεί να αναγνωριστεί μια ομοιογενής πολιτισμική σφαίρα επιρροής του Μυκηναϊκού Πολιτισμού τουλάχιστον στον χώρο του Αιγαίου, η λεγόμενη «Μυκηναϊκή Κοινή». Τα άφθονα ευρήματα εισηγμένης μυκηναϊκής κεραμικής στα νησιά του Αιγαίου και σε ολόκληρη την ανατολική Μεσόγειο, καθώς και η ανάπτυξη επιτόπιων απομιμήσεων, δίνουν τα σημαντικότερα στοιχεία. Ωστόσο από μόνη της η κεραμική δεν αποδεικνύει και την παρουσία Mυκηναίων εποίκων ούτε και διαφωτίζει τη σχέση πιθανών τέτοιων εποίκων με τους ιθαγενείς πληθυσμούς. Η παρουσία σε μια περιοχή ξένων ταφικών ή λατρευτικών εθίμων, που είναι στενά συνδεδεμένα με ένα λαό, και η γραφή, ως ενδεικτική της γλώσσας του, δίνουν πιο ισχυρές ενδείξεις. Με βάση αυτά τα δεδομένα θεωρείται σχεδόν βέβαιη η παρουσία Μυκηναίων στα νησιά του Αιγαίου και την [[Κρήτη]] από την ΥΕ ΙΙΒ (περ. 1420 Π.Χ.), στις [[Κυκλάδες]] από την ΥΕ ΙΙΙΑ1, στην [[Κύπρος|Κύπρο]] από την ΥΕ ΙΙΙΑ1 (περ. 1400 Π.Χ.) τα [[Δωδεκάνησα]] και τα παράλια της Μ. Ασίας λίγο αργότερα. Η εξάπλωση των Μυκηναίων στα νησιά του Αιγαίου, όπου προηγουμένως κυριαρχούσαν οι ΜινωίτεςΜινωΐτες, σχετίζεται ασφαλώς με τη μυκηναϊκή κυριαρχία στην Κρήτη.
[[Αρχείο:MaskeAgamemnon.JPG|μικρογραφία|Το επονομαζόμενο [[Προσωπείο του Αγαμέμνονα]] (16<sup>ος</sup> αι. Π.Χ.) είναι ίσως το διασημότερο τεχνούργημα του μυκηναϊκού πολιτισμού<ref>{{Cite book|url=https://www.worldcat.org/oclc/434439310|title=Mycenaean Greece, Mediterranean Commerce, and the Formation of Identity|last=Burns|first=Bryan E.|date=2010|publisher=Cambridge University Press|year=|isbn=9780521119542|location=New York|page=|id=434439310}}</ref>]]
Στις Βόρειες περιοχές του ελλαδικού χώρου (Ήπειρο, Μακεδονία, Ανατολική και Δυτική Θράκη) οι εγκατάσταση των Μυκηναίων καθυστέρησε κάπως, περίπου 600-800 Π.Κ.Χ.(βλέπε χάρτη).
Γραμμή 184:
Οι γνώσεις μας για την κοινωνική οργάνωση και το πολιτικό σύστημα των μυκηναϊκών βασιλείων στην εποχή της ακμής τους προέρχονται από τις πινακίδες [[Γραμμική Β|Γραμμικής Β]] γραφής που βρέθηκαν κυρίως στην [[Πύλος|Πύλο]], αλλά και στην [[Κνωσός|Κνωσό]]. Τα ευρήματα πινακίδων από άλλα ανάκτορα είναι λίγα, δεν φαίνεται όμως να υπήρχαν σημαντικές διαφορές από βασίλειο σε βασίλειο.
Ανώτατος άρχοντας ενός μυκηναϊκού βασιλείου είναι ο ''wa-na-ka'' (<span lang="grc" dir="ltr">ἄναξ</span>). Η εξουσία του δεν στηρίζεται σε προσωποπαγές δίκαιο και δυναστικές γενεαλογίες, αλλά στην ικανότητά του να ρυθμίζει την αναδιανομή προϊόντων και υπηρεσιών στα όρια του βασιλείου του, να οργανώνει πλούσια συμπόσια με πάνδημη συμμετοχή και να εξασφαλίζει την εύνοια των θεών με την οργάνωση και διεξαγωγή της λατρείας. Υπάρχουν μαρτυρίες ότι αναγνωριζόταν και στον ίδιο θεϊκή υπόσταση, και εδώ φαίνεται η επίδραση της μινωικήςμινωϊκής ιδεολογίας της εξουσίας στη μυκηναϊκή. Ο ''wa-na-ka'' δεν φαίνεται να διεκδικούσε κύρος με την απόδοσή του στο πεδίο της μάχης, όπως οι ομηρικοί ή οι μακεδόνες βασιλείς αργότερα. Η αρχηγία του στρατού ήταν ίσως υπόθεση ενός άλλου ανώτατου αξιωματούχου, του ''ra-wa-ke-ta'' («αρχηγός του λαού», από το <span lang="grc" dir="ltr">λαός</span> + <span lang="grc" dir="ltr">ἄγω</span>), που εμφανίζεται δεύτερος στην ιεραρχία. Έτσι εξηγείται μια σημαντική ιδιομορφία των μυκηναϊκών βασιλείων, η αδιαφορία των αρχείων και της τέχνης για τον άνακτα ως άτομο, για το όνομα, την ιστορία και τη γενεαλογία του. Ένα σώμα ανώτατων πολεμιστών κοντά στον άνακτα αποτελούσαν οι ''e-qe-ta'' (<span lang="grc" dir="ltr">ἐπέται</span>, ακόλουθοι, σύντροφοι).
 
Ο τίτλος ''qa-si-re-u'' (<span lang="grc" dir="ltr">βασιλεύς</span>) υπάρχει στα μυκηναϊκά κράτη, η έννοιά του όμως είναι ασαφής και οπωσδήποτε δεν δηλώνει τον ανώτατο άρχοντα. ''qa-si-re-u'' είναι περισσότεροι από ένας στην Πύλο και ασχολούνται, σε μια περίπτωση, με την επιστασία χαλκουργών. Έχουν ίσως και θρησκευτικά καθήκοντα, όπως ο <span lang="grc" dir="ltr">ἄρχων βασιλεύς</span> στην Κλασική Περίοδο, καθώς και καθήκοντα τοπικού άρχοντα. Ο ''ko-re-te'' με βοηθό έναν ''po-ro-ko-re-te'' (περιέχει το πρόθεμα <span lang="grc" dir="ltr">προ-</span>) ηγείται ενός οικονομικού διαμερίσματος από τα 16 που είναι γνωστά στο βασίλειο της Πύλου σαν ένα είδος επάρχου (πρβλ. ''curator'' και ''procurator'' της [[Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία|Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας]]). Τα κείμενα της [[Γραμμική Β|Γραμμικής Β]] αναφέρουν πλήθος άλλων αξιωματούχων, των οποίων οι τίτλοι όμως δεν έχουν ερμηνευθεί ακόμη ικανοποιητικά.
Γραμμή 313:
|}
 
Οι πηγές που διαθέτουμε για τη μυκηναϊκή θρησκεία είναι τα αρχαιολογικά ευρήματα σε χώρους ιερών, οι εικονογραφικές μαρτυρίες στη [[μυκηναϊκή τέχνη]] και ιδιαίτερα στη [[σφραγιδογλυφία]], και οι αναφορές των κειμένων της [[Γραμμική Β|Γραμμικής Β]] σε θεότητες (βλ. διπλανό πίνακα), αφιερώματα και τελετουργίες.<ref>T.G. Palaima, "Mycenaean Religion", στο: C.W. Shelmerdine (επιμ.), ''The Cambridge Companion to the Aegean Bronze Age'', Cambridge 2008, σ. 342.</ref> Οι πηγές αυτές δεν είναι χωρίς προβλήματα. Η αρχαιολογική ταύτιση ιερών χώρων και ευρημάτων (ειδωλίων, λατρευτικών σκευών), καθώς και η θρησκευτική ερμηνεία εικονογραφικών παραστάσεων εμπεριέχουν πάντοτε το στοιχείο της υποκειμενικότητας και της αβεβαιότητας, καθώς δεν υπάρχουν επιγραφές που να καθοδηγούν αυτές τις ερμηνείες. Ένα επιπλέον πρόβλημα είναι ότι οι λατρευτικές πρακτικές, τα ιερά σκεύη και σύμβολα και η θρησκευτική τέχνη των Μυκηναίων αναπτύχθηκαν υπό την έντονη επίδραση του ΜινωικούΜινωϊκού Πολιτισμού σε τέτοιο βαθμό, ώστε ακόμη και στο επίπεδο της έκφρασης να είναι εξαιρετικά δύσκολη η διάκριση του καθαρά μυκηναϊκού από το μινωικόμινωϊκό στοιχείο ήδη από την ΥΕ Ι περίοδο. Η διάκριση της μυκηναϊκής από τη μινωικήμινωϊκή θρησκεία είναι πράγματι ένα από τα πιο ακανθώδη προβλήματα της θρησκειολογικής έρευνας του Μυκηναϊκού Πολιτισμού.
 
Τέλος, τα κείμενα της Γραμμικής Β είναι διοικητικά-λογιστικά και όχι θρησκευτικά, μυθολογικά ή τελετουργικά<ref>T.G. Palaima, "Mycenaean Religion", στο: C.W. Shelmerdine (επιμ.), ''The Cambridge Companion to the Aegean Bronze Age'', Cambridge 2008, σσ. 342-343.</ref> και διασώζουν πληροφορίες για τέτοια θέματα μόνο στον βαθμό που άπτονται οικονομικών και διοικητικών θεμάτων. Έτσι, η μελέτη της μυκηναϊκής θρησκείας παραμένει αναγκαστικά στο πεδίο έρευνας της προϊστορικής αρχαιολογίας και ερευνάται ως πνευματικό δημιούργημα με βάση κυρίως υλικά κατάλοιπα, όσο κι αν αυτό ηχεί αντιφατικό. Η προσφυγή σε ελληνικά κείμενα της ιστορικής περιόδου για τη μελέτη της προϊστορικής θρησκείας κυριάρχησε στα πρώιμα στάδια της μελέτης του μυκηναϊκού παρελθόντος, σήμερα όμως θεωρείται εν πολλοίς αναχρονιστική. Ωστόσο πολλά στοιχεία της ιστορικής ελληνικής θρησκείας εντοπίζονται με βάση τις παραπάνω πηγές και στο Μυκηναϊκό Πολιτισμό, σε βαθμό που να μπορούμε να μιλάμε για συνέχεια της θρησκείας από τα προϊστορικά χρόνια. Οι περισσότερες ελληνικές θεότητες μαρτυρούνται ήδη στα μυκηναϊκά κείμενα<ref>T.G. Palaima, "Mycenaean Religion", στο: C.W. Shelmerdine (επιμ.), ''The Cambridge Companion to the Aegean Bronze Age'', Cambridge 2008, σσ. 348-350.</ref> (βλ. τον διπλανό πίνακα, όπου οι μυκηναϊκοί τύποι αναγράφονται συνήθως στη δοτική, όπως αναφέρονται στις πινακίδες).
Γραμμή 321:
Η θυσία ζώων και η ακόλουθη τελετουργική κατανάλωση του κρέατος των σφαγίων (''sa-pa-ke-te-ri-ja'') είναι δύο σημαντικά λατρευτικά έθιμα στον μυκηναϊκό κόσμο. Στη Σειρά Wu των αρχείων της Θήβας και στην πινακίδα Un 138 από το μυκηναϊκό ανάκτορο της Πύλου είναι καταχωρισμένες οι εισφορές ζώων και άλλων τροφίμων από νομικά και φυσικά πρόσωπα, που αρκούν για την τροφοδοσία μέχρι και 1000 ατόμων κάθε φορά στο πλαίσιο θρησκευτικών συμποσίων που οργανώνονται από την κεντρική διοίκηση. Άλλα σκεύη, έπιπλα και σχετικός εξοπλισμός αναφέρονται στα αρχεία της Κνωσού και στη Σειρά Ta από την Πύλο. Στο ανάκτορο της Πύλου, που προφανώς χρησιμοποιήθηκε και για τη διοργάνωση πολυπληθών συμποσίων, βρέθηκαν 2854 κύλικες, το πιο διαδεδομένο αγγείο πόσεως κρασιού στη μυκηναϊκή περίοδο, μόνο στο Δωμάτιο 19. Άλλες βρέθηκαν διάσπαρτες στις αυλές του ανακτόρου. Στις μαρτυρίες αυτές προστίθεται η αποσπασματική Τοιχογραφία του Λυρωδού, που κοσμούσε τον τοίχο πίσω από το θρόνο στην κεντρική αίθουσα του μεγάρου της Πύλου. Εκεί διακρίνονται ένας ταύρος, μάλλον πάνω σε τράπεζα προσφορών έτοιμος για θυσία, άγνωστος αριθμός συμποσιαστών καθισμένων σε τραπέζια ανά δύο με υψωμένα χέρια (κρατώντας κύλικες;) και ένας μουσικός, που συνοδεύει με τη λύρα του την τελετή. Στην τοιχογραφία η τελετή φαίνεται να λαμβάνει χώρα στο ύπαιθρο, όμως και μέσα στο ίδιο δωμάτιο, δίπλα στο θρόνο, υπάρχουν αύλακες στο δάπεδο, που προφανώς χρησιμοποιούνταν για προσφορές υγρών στη θεότητα. Στον προθάλαμο του μεγάρου απεικονίζονταν λατρευτές να μεταφέρουν δώρα.
 
Όλα τα στοιχεία δείχνουν πως ο <span lang="grc" dir="ltr">ἄναξ</span> κατείχε κεντρική θέση στη μυκηναϊκή λατρεία ως οργανωτής και ως αποδέκτης της. Αναφορές που τον εμφανίζουν να λαμβάνει προσφορές λαδιού ανάμεσα μαζί με άλλες θεότητες, οδηγούν πολλούς μελετητές στο συμπέρασμα ότι αναγνωριζόταν θεϊκή υπόσταση και στον ίδιο τον άνακτα, όπως πιθανότατα και στους ηγεμόνες των μινωικώνμινωϊκών ανακτόρων παλιότερα.
 
== Πόλεμος ==
Γραμμή 337:
 
== Γενετική ==
Η [[αρχαιογενετική]] μελέτη με τίτλο "''Genetic origins of the Minoans and Mycenaeans''" που εκδόθηκε το 2017 κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι Μυκηναίοι είχαν γενετικά στενή σχέση με τους [[Μινωικός πολιτισμός|ΜινωϊτεςΜινωΐτες]], και ότι και οι δύο σχετίζονταν στενά αλλά όχι απόλυτα με τους σύγχρονους Έλληνες. Η ίδια μελέτη ανέφερε επίσης ότι τουλάχιστον 3/4 του DNA των Μυκηναίων και των ΜινωϊτωνΜινωϊτών προερχόταν από τους πρώϊμους [[Νεολιθική περίοδος|Νεολιθικούς]] γεωργούς που ζούσαν στη δυτική [[Μικρά Ασία]] και το [[Αιγαίο Πέλαγος]] (Μυκηναίοι ~74–78%, ΜινωίτεςΜινωΐτες ~84–85%), ενώ περί το υπόλοιπο 1/4 προερχόταν από αρχαίους πληθυσμούς που σχετίζονταν με τους [[Κυνηγός-συλλέκτης|κυνηγούς-τροφοσυλλέκτες]] του [[Καύκασος|Καυκάσου]] και το Νεολιθικό Ιράν (Μυκηναίοι ~8–17%, ΜινωίτεςΜινωΐτες ~14–15%). Σε αντίθεση με τους ΜινωϊτεςΜινωΐτες, οι Μυκηναίοι είχαν επίσης κληρονομήσει ~4-16% από μία "βόρεια" πηγή που σχετίζεται με τους κυνηγούς-τροφοσυλλέκτες της [[Ανατολική Ευρώπη|Ανατολικής Ευρώπης]] και της [[Παλαιολιθική περίοδος|Άνω Παλαιολιθικής]] [[Σιβηρία|Σιβηρίας]], και εισήχθη μέσω μίας εγγύτερης πηγής που σχετίζεται είτε με τους κατοίκους της δυτικής [[Ευρασιατική στέπα|Ευρασιατικής στέπας]] είτε με την [[Αρμενία]]. Μεταξύ των Μυκηναϊκών δειγμάτων, το ένα αρσενικό δείγμα της μελέτης βρέθηκε να ανήκει στη [[Απλοομάδα#Απλοομάδες_στο_Υ-χρωμόσωμα|πατρογραμμική απλοομάδα]] J2a1 και στη [[Απλοομάδα#Απλοομάδα_του_μιτοχονδριακού_DNA|μητρογραμμική απλοομάδα]] X2, ενώ τα τρία θηλυκά δείγματα στις μητρογραμμικές απλοομάδες X2, X2d και H αντίστοιχα.<ref>{{Cite journal|title=Genetic origins of the Minoans and Mycenaeans|last1=Lazaridis|first1=Iosif|last2=Mittnik|first2=Alissa|last3=Patterson|first3=Nick|last4=Mallick|first4=Swapan|last5=Rohland|first5=Nadin|last6=Pfrengle|first6=Saskia|last7=Furtwängler|first7=Anja|last8=Peltzer|first8=Alexander|last9=Posth|first9=Cosimo|last10=Vasilakis|first10=Andonis|last11=McGeorge|first11=P. J. P.|last12=Konsolaki-Yannopoulou|first12=Eleni|last13=Korres|first13=George|last14=Martlew|first14=Holley|last15=Michalodimitrakis|first15=Manolis|last16=Özsait|first16=Mehmet|last17=Özsait|first17=Nesrin|last18=Papathanasiou|first18=Anastasia|last19=Richards|first19=Michael|last20=Roodenberg|first20=Songül Alpaslan|last21=Tzedakis|first21=Yannis|last22=Arnott|first22=Robert|last23=Fernandes|first23=Daniel M.|last24=Hughey|first24=Jeffery R.|last25=Lotakis|first25=Dimitra M.|last26=Navas|first26=Patrick A.|last27=Maniatis|first27=Yannis|last28=Stamatoyannopoulos|first28=John A.|last29=Stewardson|first29=Kristin|last30=Stockhammer|first30=Philipp|last31=Pinhasi|first31=Ron|last32=Reich|first32=David|last33=Krause|first33=Johannes|last34=Stamatoyannopoulos|first34=George|url=https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pmc/articles/PMC5565772/|doi=10.1038/nature23310|issue=7666|volume=548|pages=214–218|pmid=28783727|pmc=5565772|issn=0028-0836|date=2 Αυγούστου 2017|journal=Nature|language=en}}</ref>
 
== Σημειώσεις και παραπομπές ==