Το Τρίτο Μάτι (περιοδικό τέχνης): Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Επεξεργασία από εφαρμογή κινητού επεξεργασία από εφαρμογή Android
→‎Περιγραφή και περιεχόμενο: διαχωρισμός λέξεων
Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Επεξεργασία από εφαρμογή κινητού επεξεργασία από εφαρμογή Android
Γραμμή 16:
 
=== Πρώτο τεύχος, 10 Οκτωβρίου 1935 ===
Στο πρώτο τεύχος το περιοδικό, έχοντας συνείδηση της αποστολής του, παρουσιάζει διεξοδικά το πρόγραμμά του. Σε αυτό, αναφέρεται η διαπίστωση μερικών κενών και ελλείψεων στην πνευματική ζωή του τόπου, που προτίθεται να συμπληρώσει. Με αυτόν τον τρόπο, το περιοδικό, θα αποτελέσει μια «ελπίδα» αλλά και ένα «όπλο» για όσους το υποστηρίξουν. Τα κενά που διαπιστώθηκαν στην πνευματική ζωή είναι: η έλλειψη κατεύθυνσης σε «όλα τα πνευματικά -εθνικά και διεθνή- ζητήματα», «ανυπαρξία καθορισμένου προγράμματος», «έλλειψη πειθαρχίας και ιεραρχίας», άγνοια σε ό, τι αφορά την σύγχρονη κίνηση του εξωτερικού, «ημιμάθεια και κακή μίμηση», αδιαφορία για τα «ζωντανά και αυθεντικά στοιχεία της τέχνης», «πνευματική και συναισθηματική προχειρότητα», «απροθυμία για κάθε καινοτομία». Στη συνέχεια, ακολουθούν οι ελπιδοφόροι οιωνοί, οι οποίοι βρίσκονται στο ελληνικό παρελθόν και στις δυνατότητες της ελληνικής φυλής. <ref>Έ. Χαμαλίδη, «Ελληνικά Περιοδικά Τέχνης κατά τη δεκαετία 1930-1940», ''Σε Αναζήτηση της Ελληνικότητας: Η «Γενιά του '30». Ζωγραφική-Κεραμική-Γλυπτική-Χαρακτική, ''επιμ. Δ. Παυλόπουλος, Αθήνα 1994, υποσημ. 1, σ. 58.</ref> Θα πρέπει, δηλαδή, να μελετηθεί πρώτα η ελληνική κληρονομιά και έπειτα να «αποφανθούμε για έργα». Ο συντάκτης αναφέρεται έπειτα σε μια εργασία που χρειάζεται η Ελλάδα, αυτή της αποκατάστασης της συνέχειας του «φαινομενικά ασυνάρτητου μωσαϊκού», που μας κληροδότησαν οι πολιτισμοί που πέρασαν από τον τόπο μας.<ref>Ό.π., υποσημ. 1, σ. 59.</ref> Μέτρο της επιλογής των έργων δεν θα είναι πλέον η μορφή τους αλλά το «πηγαίο» και το «πρωτότυπο» της δημιουργίας. Στην παράγραφο έξι, αναφέρεται ξεκάθαρα το ενδιαφέρον του περιοδικού, το οποίο θα είναι στραμμένο τόσο στην παράδοση όσο και στην πρωτοπορία, στις λαϊκές εκδηλώσεις αλλά και στους νέους. Στην επόμενη παράγραφο σημειώνεται η επιδίωξη του περιοδικού να παρακολουθήσει όλα τα σύγχρονα κινήματα του εξωτερικού. Ο τελικός σκοπός αναφέρεται στην παράγραφο εννέα και αφορά σε μια σωστή αφετηρία από τις «φυλετικές μας δυνατότητες», σε μία τοποθέτηση αυστηρή και αμερόληπτη και σε μια βοήθεια για την επιδίωξη ενός έργου. Το πρόγραμμα αυτό πλαισιώνουν έξι φωτογραφίες: ένα κυκλαδικό ειδώλιο, ένα έργο του [[Πάμπλο Πικάσο]] (1881-1973), ένα πολεοδομικό σχέδιο του [[Λε Κορμπυζιέ]] (1887-1965), μια εικόνα «σύγχρονης τεχνικής»<ref>Νίκου Ζία, «Τα περιοδικά των εικαστικών τεχνών (δοκίμιο βιβλιογραφικής έρευνας). Αθηναϊκός Τύπος 1900-1962», ''Νέα Εστία'', τ.72, 1962, υποσημ. 3, σ. 1357.</ref> , μια βυζαντινή τοιχογραφία και ένα λαϊκό γλυπτό για να φανεί «η ενότητα όλων των πηγαίων και αυθεντικών μορφών στη ζωή και στην τέχνη».Το πρώτο κείμενο έχει τίτλο «Χαρακτηριστικά της Νέας Τέχνης» με υπότιτλο «Τέχνη και Εποχή» και υπογράφεται από τον Χατζηκυριάκο-Γκίκα. Το  άρθρο ξεκινά  με  το επιχείρημα  ότι  η  τέχνη  πρέπει  να  καθρεφτίζει  την εποχή της και να την αντιπροσωπεύει με οποιοδήποτε τρόπο. Στη συνέχεια, ξεκινώντας από την Αρχαία Ρώμη και φτάνοντας ως τον εικοστό αιώνα -τον αιώνα της ταχύτητας και των γρήγορων μεταβολών- ο συντάκτης αναφέρεται στους παράγοντες που διαμορφώνουν την τέχνη σε κάθε εποχή, παραλληλίζοντάς τους με τα εκάστοτε πολιτισμικά φαινόμενα. Το άρθρο κλείνει με τον κίνδυνο της ομοιομορφίας που χαρακτηρίζει την εποχή. Ακολουθούν «αποσπάσματα και κείμενα» του [[Νίτσε]] -για τις αισθήσεις και το πνεύμα, συνοδευόμενο από ένα σχέδιο του «ΕΡΝΙ»- και του [[Πλάτωνας|Πλάτωνα]] (427-347 π.Χ.) -απόσπασμα από τον Φίληβο και συνοδεύεται από ένα σχέδιο του «Τζιακομέττι» (=Αλμπέρτο Τζιακομέτι (1901-1966)). Τα επόμενα δύο κείμενα υπογράφονται από τον Πικιώνη. Το πρώτο, έχει τίτλο «Τα Παιχνίδια Της Οδού Αιόλου» και αναφέρεται σε μια «καλλιεργημένη όραση», σε μια «προετοιμασία», που χρειάζεται προκειμένου να γίνει κατανοητή η νέα τέχνη, η οποία προέρχεται ουσιαστικά από τη «λαϊκή παράδοση» και διασώζει ένα «πανάρχαιο πνεύμα», ένα πνεύμα που στη «βιομηχανική Ευρώπη» έχει πεθάνει για πάντα. Το δεύτερο κείμενο φέρει τον τίτλο «Ιδεογράμματα της Οράσεως» και ένα μικρό απόσπασμα από τους «Έξι Κανόνες Ζωγραφικής» του Αμπανίντρα-Ναθ Ταγκόρ (1871-1946) αναφερόμενο στο «διπλό φως», αυτό της ψυχής   και   των   πλανητών,   που   φωτίζει   τις   μορφές.  Το   άρθρο   ξεκινά με την «ατμοσφαιρική ζωγραφική» του [[Πωλ Σεζάν]] (1839-1906), αναφέρεται στην Αφαίρεση που χαρακτηρίζει την εποχή, τη «νέα αντιμετώπιση του αντικειμένου», το «μυστήριο». Τονίζει την προβολή ενός «αισθητικού» σχεδίου που θα εξηγεί την «ασύλληπτη ενότητα των Μορφών», την αναγωγή τους σε «συναισθηματικά σύμβολα της οράσεως», που για τη δημιουργία τους συνδυάζονται και οι πέντε αισθήσεις. Ακολουθούν στοιχεία και «Ιδεογράμματα» που δικαιολογούν τις απόψεις του. Το κείμενο συνοδεύουν τέσσερα έργα των Σεζάν, Πικάσο, [[Ζωρζ Μπρακ]] (1882-1963) και [[Φερνάν Λεζέ]] (1881-1955). Στη συνέχεια, υπάρχει ένα αφιέρωμα για τον Ισπανό κυβιστή Χουάν Γκρις (1887-1927), τον οποίο παρουσιάζει σύντομα ο Χατζηκυριάκος-Γκίκας, συγκρίνοντάς τον με τον «ιμπρεσιονιστή» Σεζαν. Η διάλεξη του Ισπανού, που ακολουθεί, είναι μεταφρασμένη  στα ελληνικά και αναφέρεται, ουσιαστικά, στη νέα αρχιτεκτονική σύνθεση, η οποία «πρέπει ν’ ακούει σε ορισμένους όρους» και τη ζωγραφική, η οποία είναι «η επίπεδη και με χρώματα αρχιτεκτονική». Στη συνέχεια ο συντάκτης αναλύει τις σχέσεις και τις αναλογίες ως προς το χρώμα και το σχήμα, συμπεραίνοντας ότι «η μόνη δυνατότητα ζωγραφικής είναι η έκφραση κάποιων σχέσεων του ζωγράφου με τον εξωτερικό κόσμο», γιατί όπως είπε και ένας φιλόσοφος «Οι αισθήσεις δίνουν το υλικό για τη γνώση, όμως ο νους δίνει σε αυτή τη μορφή»
 
Το τεύχος κλείνει με ένα μικρό αφιέρωμα στον Μιλτιάδη Σαράντη Πεντζίκη, που χάθηκε πρόωρα, και το οποίο περιλαμβάνει ένα σχέδιό του και ένα κείμενό του, «Το Ρολογά του Πέτρογραντ».