Υπόθεση Πατσίφικο: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
σγχ
σγχ
Γραμμή 1:
Η '''Υπόθεση Πατσίφικο''' ήταν μια διπλωματική και πολιτική κρίση μεταξύ [[Ελλάδα|Ελλάδας]] και [[Βρετανία|Βρετανίας]] το [[1847]]-[[1850]] που ανέκυψε με αφορμή την επίθεση το [[1849]] του αθηναϊκού όχλου κατά της περιουσίας του βρετανικής υπηκοότητας Εβραίου ''Δον Πατσίφικο'', προξένου της Πορτογαλίας. Η κυβέρνηση είχε απαγορεύσει τη χρονιά εκείνη για πρώτη φορά το «κάψιμο του Εβραίου» ή του «Ιούδα», πασχαλινό έθιμο κατά το οποίο έκαιγαν αχυρένιο ομοίωμα Εβραίου. Με αφορμή την απαγόρευση αυτήν όχλος επιτέθηκε στον Εβραίο Δον Πατσίφικο, εισέβαλε στο σπίτι του και προξένησε καταστροφές. Ο Πατσίφικο ζήτησε υπέρογκο ποσό ως αποζημίωση από το ελληνικό κράτος αλλά δεν ικανοποιήθηκε και τότε στράφηκε στη βρετανική κυβέρνηση. Η υπέρμετρη αντίδραση της Βρετανίας, που κορυφώθηκε με τον ναυτικό αποκλεισμό της χώρας από το Βρετανικό Ναυτικό το 1850 και την κατάσχεση ελληνικών πλοίων στο Αιγαίο, ωστε να αναγκαστεί η Ελλάδα να καταβάλει αποζημίωση, αποτελεί πρωτοφανή στην ιστορία των διεθνών σχέσεων αναίτια επίδειξη ισχύος και αμφισβήτηση της κυριαρχίας κυρίαρχου κράτους και έχει παραμείνει κλασικό παράδειγμα στρατηγικής καταναγκασμού μέσω της "διπλωματίας της κανονιοφόρου". Η κρίση έληξε ύστερα από παρέμβαση των άλλων δύο προστάτιδων δυνάμεων του νεοσύστατου ελληνικού κράτους, της [[Γαλλία|Γαλλίας]] και της [[Ρωσία|Ρωσίας]] και αφού η Ελλάδα δέχτηκε ισχυρό οικονομικό πλήγμα. Ο βρετανικός ναυτικός αποκλεισμός έμεινε στην ιστορία ως [[Παρκερικά]], από το όνομα του Βρετανού ναυάρχου.
 
'''Παρκερικά''' ή '''Πατσιφικά''' ή '''Υπόθεση Πατσίφικο''' (όρος που δόθηκε από την γαλλική διπλωματία, κατά το υπόθεση Ντρέυφους), ονομάσθηκαν, από τους Έλληνες, τα υπέρογκα ενάντια της Ελλάδας πιεστικά εκ μέρους της Αγγλίας μέτρα, ([[ναυτικός αποκλεισμός]], απαγόρευση καταπόπλων πλοίων, με κίνδυνο κατάσχεσης αυτών κ.λπ) που λήφθηκαν τον Ιανουάριο του [[1850]], εξ αφορμής επεισοδίου που σημειώθηκε στην Αθήνα σε βάρος του ισπανοεβραίου και Αγγλου υπήκοου [[Δαυίδ Πατσίφικο]], πρώην Προξένου της Πορτογαλίας και στη συνέχεια τοκογλύφου. Η ονομασία προήλθε από το όνομα του Άγγλου ναυάρχου [[Ουΐλιαμ Πάρκερ]] που και εφάρμοσε τα μέτρα αυτά, κατά διαταγή του τότε υπουργού των εξωτερικών της Αγγλίας [[Πάλμερστον]], ώστε να αναγκαστεί η Ελλάδα να καταβάλει την εξαιρετικά υπέρογκη αποζημίωση.
 
Τα μέτρα δε εκείνα αποτέλεσαν πρωτοφανή στην ιστορία των διεθνών σχέσεων αναίτια επίδειξη ισχύος και αμφισβήτηση της κυριαρχίας κυρίαρχου κράτους και έχει παραμείνει κλασικό παράδειγμα στρατηγικής καταναγκασμού μέσω της "διπλωματίας της κανονιοφόρου".<br>
Γεγονός όμως υπήρξε ότι έναντι των μέτρων εκείνων πάντες οι Έλληνες από του Βασιλέως μέχρι και του τελευταίου εργάτη επέδειξαν γενναία ψυχραιμία και οι δε πληγέντες από τα μέτρα αυτά κυρίως έμποροι και ναυτιλλόμενοι στον [[Πειραιάς|Πειραιά]] τάχθηκαν όλοι στο πλευρό της ελληνικής Κυβέρνησης επιδοκιμάζοντας την στάση της.<br>
Τελικά μετά από διπλωματικά επεισόδια μεταξύ [[Γαλλία|Γαλλίας]] και [[Αγγλία|Αγγλίας]] και της παρέμβασης της [[Ρωσία|Ρωσίας]] ο ναυτικός αποκλεισμός ήρθη στις [[15 Απριλίου]] του [[1850]] όπου και το ζήτημα της αποζημίωσης του Πατσίφικο παραπέμφθηκε σε [[Διεθνή διαιτησία|διεθνή διαιτησία]].
 
==Ο πρωταγωνιστής==
Ο '''Δαυίδ''', ή '''Νταβίντ''', '''Πατσίφικο''' ήταν ισπανοεβραίος ή πορτογαλοεβραίος (Γιβραλτάρ [[1784]]-[[1854]] [[Λονδίνο]]), τυχοδιώκτης που εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα το [[1836]] ως Πρόξενος της [[Πορτογαλία|Πορτογαλίας]] στην [[Αθήνα]] από το [[1836]] ως το [[1842]] οπότε και παύθηκε συνεπεία καταχρήσεων.<ref>Γιάννης Καιροφυλας, ''Η ιστορία της συνοικίας του Ψυρή'', εκδ. Φιλιππότη, Αθήνα 2000, σελ.102</ref><ref>[http://www.sansimera.gr/archive/articles/show.php?id=51&feature=%D5%F0%FC%E8%E5%F3%E7%20%D0%E1%F4%F3%DF%F6%E9%EA%EF%20%AB%D0%E1%F1%EA%E5%F1%E9%EA%DC%BB Παρκερικά]</ref>. Στη συνέχεια προσκολλήθηκε στο κύκλο της Δούκισσας της Πλακεντίας που έζησε για κάποιο διάστημα με βοηθήματά της.<ref>Γιάννης Καιροφυλας, ''Η ιστορία της συνοικίας του Ψυρή'', εκδ. Φιλιππότη, Αθήνα 2000, σελ.104</ref> Στη συνέχεια επιδόθηκε στη τοκογλυφία με άγνωστους πόρους.