Αργύρης Εφταλιώτης: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
→‎Έργο: αφαίρεση περιττου τόνου
Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Επεξεργασία από εφαρμογή κινητού επεξεργασία από εφαρμογή Android
→‎Έργο: αφαίρεση περιττης στίξης
Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Επεξεργασία από εφαρμογή κινητού επεξεργασία από εφαρμογή Android
Γραμμή 29:
 
===Υπόλοιπο πρωτότυπο έργο===
Ο Εφταλιώτης συνέγραψε τις ''«Φυλλάδες του Γεροδήμου»'' (1897) ως ένα ιστορικό ανάγνωσμα και ένα είδος φρονηματιστικής πρόζας με την μορφή διηγημάτων, που οι ομοϊδεάτες του το ονόμασαν «Βαγγέλιο» για παιδιά, αλλά η διάρθρωση και το περιεχόμενό τους τις καθιστά πιο προσιτές στους μεγάλους. Οι «Φυλλάδες» αυτές προαναγγέλλουν κατά κάποιο τρόπο το επόμενο έργο του, την ''«Ιστορία της Ρωμιοσύνης»'' (1901), με ευρύτερους στόχους και προοπτικές, που δεν ολοκληρώθηκε ποτέ. Ο [[Φώτος Πολίτης]] έγραψε για τον Εφταλιώτη: ''«Ποιητής δεν ήτο. Κατά βάθος ήτο πατριώτης αγνός. Ο αγών του υπήρξε κατ' εξοχήν κριτικός.»''. Ιστορικό του έργο, αλλά σε διαφορετικό κλίμα, είναι και το ''«Οι μεγάλοι μας Βυζαντινοί»'', που βρέθηκε στα ανέκδοτα γραπτά του. Σε αυτό παρουσιάζει με γλαφυρότητα τους μεγάλους σταθμούς της βυζαντινής ιστορίας τονίζοντας τις προσωπικότητες που την καταξίωσαν. Επίσης δημοσίευσε στον Νουμά λαϊκά παραμύθια.
 
Ο Αργύρης Εφταλιώτης έγραψε και ένα [[θεατρικό έργο]], τον ''«Βουρκόλακα»'' (1900), που πρωτοπαίχθηκε στη [[Βάρνα (Βουλγαρία)|Βάρνα]] όταν υπήρχε εκεί ακμαίος ελληνισμός. Το έργο αντλεί από την πλούσια πηγή των [[δημοτικό τραγούδι|δημοτικών τραγουδιών]], ενώ αντανακλά με χαρακτηριστικό τρόπο και τις αισθητικές προτιμήσεις του συγγραφέα. Ο Εφταλιώτης ήταν θερμός υποστηρικτής της δημοτικής γλώσσας στην ποίηση, την οποία και χρησιμοποιούσε κατά κόρον· είχε έναν δυναμισμό και ταυτόχρονα διακρινόταν από ευγένεια και μετριοπάθεια στην χρήση ακραίων ιδιωματικών τύπων. Τα ποιήματά του τα χαρακτήριζε μια ποικιλία ρυθμών και λυγεράδα στον στίχο αφού θα ήταν καλύτερα έτσι αν δεν θεωρούσε χρέος του να τα γράψει έτσι ώστε να μην ξεχωρίζουν όπως ο ίδιος έλεγε από τα δημοτικά τραγούδια. Τα έγραφε έτσι επειδή θεωρούσε πως ήταν το μοναδικό μέσο με το οποίο η Ελλάδα θα γνώριζε την εθνική της αναγέννηση ήταν η δημοτική γλώσσα και ο φορέας της, δηλ. η δημοτική παράδοση.