ηχεία κλειστού τύπου (ακουστικής ανάρτησης) χρησιμοποιούν αεροστεγή καμπίνα σχετικά μικρού μεγέθους, με ηχοαπορροφητικό υλικό, στα οποία ο εσώκλειστος αέρας χρησιμοποιείται ως ανάρτηση (ελατήριο) για τον έλεγχο του γούφερ. Όταν ο κώνος του γούφερ κινείται προς τα έξω, δημιουργείται υποπίεση η οποία ρουφάει το μεγάφωνο πίσω στη θέση ηρεμίας. Όταν ο κώνος κινείται προς τα μέσα, αυξάνεται η πίεση του αέρα και σπρώχνει το κώνο προς τη θέση ηρεμίας. Τα ηχεία με καμπίνα ακουστικής ανάρτησης, διακρίνονται για το σφιχτό και βαθύ μπάσο, το οποίο έχει προοδευτική μείωση κάτω από το όριο αποκοπής. Από την άλλη όμως τείνουν να είναι χαμηλότερης ευαισθησίας γιατί η ακουστική ενέργεια που παράγεται από το πίσω μέρος του κώνου απορροφάται.

Η γέμιση της κλειστής καμπίνας με υαλονήματα αυξάνει το φαινόμενο όγκο του ηχείου.
Κλειστή καμπίνα ακουστικής ανάρτησης

Η σχεδίαση αναπτύχθηκε από τον Edgar Villchur το 1954, και χρησιμοποιήθηκε στην πολύ επιτυχημένη σειρά ηχείων βιβλιοθήκης της Acoustic Research κατά τις δεκαετίες του 1960 και του '70.

Παρά το γεγονός ότι δεν αποτελεί πλέον δημοφιλή εμπορική σχεδίαση, η αρχή της ακουστικής ανάρτησης διαθέτει το πλεονέκτημα της σχετικά γραμμικότερης λειτουργίας. Η βελτιωμένη γραμμικότητα της ανάρτησης του συστήματος αντισταθμίζει τη μάλλον χαμηλότερη ευαισθησία. Οι μονάδες μεγαφώνων της συγκεκριμένης σχεδίασης βασίζονται περισσότερο στα χαρακτηριστικά της καμπίνας, ενώ τα περισσότερα μοντέρνα γούφερ δεν είναι κατάλληλα για χρήση ακουστικής ανάρτησης. [1]

Βιβλιογραφία Επεξεργασία

  • Σάγος Γεώργιος Α., Τεχνολογία Ηχείων, Β' Έκδοση [1] Εκδόσεις Bookstars-Free Publishing, Αθήνα 2022 ISBN 9789605714734

Παραπομπές Επεξεργασία