Ιερός Λόχος Θηβών

κορυφαία πολεμική μονάδα που έδρασε στην Αρχαία Ελλάδα

Ο Ιερός Λόχος των Θηβών ήταν μια από τις κορυφαίες πολεμικές μονάδες που έδρασαν στην Αρχαία Ελλάδα. Ιδρύθηκε το 379 π.Χ. από τον Γοργίδα και απαρτιζόταν από 150 ζευγάρια εραστών και ερώμενων, δηλαδή δασκάλων και μαθητών, Θηβαίων οπλιτών[1] αν και πιθανολογείται πως υπήρχε και σε παλαιότερη εποχή. Στη συνέχεια αναδιοργανώθηκε και απέκτησε μέγιστη φήμη υπό τον Πελοπίδα. Καταστράφηκε ολοκληρωτικά στη μάχη της Χαιρώνειας (338 π.Χ.).

Οργάνωση, τακτική και δράση

Επεξεργασία

Σύμφωνα με τον Πλούταρχο,[2] ο Λόχος ιδρύθηκε από τον Γοργίδα, την εποχή που η Θήβα αποτίναξε τη σπαρτιατική κυριαρχία. Όμως ο Διόδωρος Σικελιώτης μαρτυρεί ύπαρξη Ιερού Λόχου το 424 π.Χ., κατά τη μάχη του Δηλίου. Έχει εκφραστεί η άποψη ότι αυτή η διαφορά με τον Πλούταρχο εξηγείται αν θεωρηθεί πως ο Γοργίδας απλώς αναδιοργάνωσε το σώμα, μετά την απελευθέρωση της Θήβας.[3] Η ίδρυση μιας τέτοιας επίλεκτης μονάδας καλά εκπαιδευμένων στρατιωτών πρέπει να θεωρηθεί προϊόν μίμησης του επιτυχημένου σπαρτιατικού δόγματος ότι ο πόλεμος είναι τέχνη η οποία αποκτάται με την εκπαίδευση.[4]

Κατά τον James G. DeVoto η ένταξη των εκπαιδευόμενων στον Ιερό Λόχο γινόταν στην ηλικία των 20 με 21[5].

Πριν τον Πελοπίδα, ο Ιερός Λόχος χρησιμοποιούνταν αποκλειστικά στην πρώτη γραμμή της θηβαϊκής φάλαγγας, με αποτέλεσμα τη διασπορά των ανδρών του, ενώ ο Πελοπίδας ήταν ο πρώτος που τον χρησιμοποίησε ως αδιάσπαστη δύναμη.[6]

Οι πληροφορίες που δίνουν οι αρχαίοι συγγραφείς για τον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποιήθηκε ο Ιερός Λόχος, μετά την αναδιοργάνωση από τον Πελοπίδα, δεν είναι σαφείς. Εξ αιτίας αυτού έχουν διατυπωθεί αντικρουόμενες ερμηνείες. Κατά μία άποψη, η μονάδα αυτή βρισκόταν πίσω από την πρώτη γραμμή του κέρατος του Επαμεινώνδα. Ωστόσο η θεωρία αυτή προσκρούει στις δυσκολίες παρακολούθησης της μάχης πίσω από σχηματισμό με μεγάλο βάθος, όπως ήταν ο θηβαϊκός. Η αντίθετη άποψη τοποθετεί τον Λόχο στην πρώτη γραμμή της πτέρυγας του Επαμεινώνδα, είτε καλύπτοντάς την ολόκληρη είτε εν μέρει.[7]

Η πρώτη μάχη όπου ο Ιερός Λόχος του Πελοπίδα είχε σημαντική συμβολή ήταν αυτή στην Τεγύρα, όπου ανέκοψε μεγαλύτερη σπαρτιατική δύναμη.

Για τη μάχη των Λεύκτρων, επικρατεί η άποψη πως ο ρόλος του Ιερού Λόχου ήταν καθοριστικός στη διατάραξη της κυκλωτικής κίνησης που επιχείρησαν οι Σπαρτιάτες, αν και μερικοί γνωστοί σύγχρονοι ιστορικοί τον έχουν αμφισβητήσει έντονα, μη δίνοντας βάση στα λεγόμενα του Πλουτάρχου και παρατηρώντας τη σιωπή άλλων αρχαίων συγγραφέων.[8]

Για 35 χρόνια έμεινε αήττητος, μέχρι τη μάχη της Χαιρώνειας το 338 π.Χ. όπου καταστράφηκε ολοσχερώς από το Μακεδονικό Ιππικό του Φίλιππου το οποίο διοικούσε ο Μέγας Αλέξανδρος. Κατά μια υπόθεση που έχει αμφισβητηθεί, ο Λέων της Χαιρώνειας είχε ανεγερθεί προς τιμή του Ιερού Λόχου, στην περιοχή που είναι θαμμένοι οι νεκροί του.[9] Εχει επίσης διατυπωθεί η υπόθεση πως η έχει υπερτονιστεί η συμβολή του Λόχου στη μάχη αυτή (είναι χαρακτηριστικό ότι την αναφέρει μόνο ο Πλούταρχος), προκειμένου να εξαρθεί η συμβολή του Μεγάλου Αλεξάνδρου.[9]

Σχέσεις μεταξύ των μελών του Ιερού Λόχου

Επεξεργασία
 
«Ιερός Λόχος». Γλυπτό του Malcolm Lidbury για το 2016 LGBT History & Art Project

Κατά τον Πλούταρχο, «ἔνιοι δέ φασιν ἐξ ἐραστῶν καὶ ἐρωμένων γενέσθαι τὸ σύστημα τοῦτο».[10] Αυτό που οδήγησε στη δημιουργία αυτού του στρατιωτικού σώματος είναι, όπως σχολιάζει ο Πλούταρχος, το ότι μια μονάδα που βασίζεται στην αγάπη και τη φιλία του ερώμενου (Μαθητή) και του εραστή (Δασκάλου), κάνει πιο δύσκολο σε κάποιον να την εγκαταλείψει κατά τη διάρκεια της μάχης.[11] Είναι χαρακτηριστικό πως οι αρχαίοι συγγραφείς συχνά παραθέτουν τη Θήβα ως μια από τις δυο πόλεις-κράτη της ηπειρωτικής αρχαίας Ελλάδας (η άλλη ήταν η Ήλις), όπου ενθαρρύνονταν οι σχέσεις μεταξύ ανδρών και εφήβων.[12][13] Επίσης, η λατρεία του Ηρακλή ήταν πολύ διαδεδομένη στη Βοιωτία ενώ ο Αριστοτέλης αναφέρει και ιερό αφιερωμένο στον Ιόλαο, σύντροφο και εραστή του Ηρακλή, όπου οι Θηβαίοι εραστές έδιναν υποσχέσεις αμοιβαίας αφοσίωσης.[13] Κατά τον Πλούταρχο, ο Ιερός Λόχος πήρε το πρώτο συνθετικό του ονόματός του από αυτό το έθιμο που αναφέρει ο Αριστοτέλης.[12] Ωστόσο, το γεγονός ότι, κατά τον Πλούταρχο, ο Θηβαίος εραστής δώριζε μια πανοπλία στον ερωμένο, με την ευκαιρία της πολιτογράφησής του, θα μπορούσε να σημειώνει το τέλος της παιδεραστικής σχέσης τους παρά την αρχή της, πρακτική που συνηθιζόταν στην αρχαία Ελλάδα.[13]

Από τα παραπάνω είναι φανερό ότι δεν υπάρχει βεβαιότητα για την ακριβή φύση των σχέσεων μεταξύ των μελών του Ιερού Λόχου, κατά τη διάρκεια της συμμετοχής τους σ' αυτόν. Από τα 11 αρχαία κείμενα (από 9 διαφορετικούς συγγραφείς) που αναφέρονται στον Λόχο, τα έξι μιλούν για σεξουαλική σχέση αλλά, κατά την άποψη του ιστορικού David Leitão, αυτές οι πηγές είναι αρκετά μεταγενέστερες και αμφισβητήσιμης αξιοπιστίας, καθώς αναπαράγουν ερωτική παράδοση της ευρύτερης Ελλάδας η οποία φτάνει μέχρι τον Πλάτωνα. Επιπλέον, οι πηγές αυτές προέρχονται από ηθογραφικά κείμενα και όχι από την καθαρή ιστοριογραφία.[14] Υπάρχει όμως και η αντίθετη θέση, ότι το σώμα των αρχαίων πηγών που υποστηρίζουν την παιδεραστική εκδοχή είναι λιγότερο επισφαλές από άλλες πληροφορίες της αρχαίας ιστοριογραφίας τις οποίες έχουμε αποδεχθεί ως αληθινές[15] Μια άλλη κριτική στο σκεπτικισμό του Leitão υποστηρίζει πως ο όγκος των αρχαίων αναφορών στην ερωτική φύση του Λόχου, και των οποίων μεγάλο μέρος είναι σύγχρονες με την εποχή του, είναι πολύ σημαντικός για να μπορεί να απορριφθεί.[16]

Με την ίδια προσοχή πρέπει να αξιολογούνται και οι πηγές που μιλούν για μη ερωτική σχέση μεταξύ των Ιερολοχιτών, οι οποίες φαίνεται να υπερβάλλουν στον υποτίθεται καθοριστικό ρόλο του Λόχου στις μάχες της Τεγύρας και των Λεύκτρων. Οι τελευταίες αυτές πηγές φαίνεται να αντλούν αποκλειστικά από τον Καλλισθένη και τον Έφορο.[17]

Παραπομπές

Επεξεργασία
  1. Hunt (2007), σ. 144.
  2. Πλούταρχος, Βίοι Παράλληλοι: Πελοπίδας.
  3. Anderson, John Kinloch (1970). Military Theory and Practice in the Age of Xenophon, University of California Press, σ. 312. ISBN 0-520-01564-9.
  4. Hunt (2007), σ. 503.
  5. 3. The Theban Paradigm. Ithaca, NY: Cornell University Press. 31 Δεκεμβρίου 2019. σελίδες 47–62. 
  6. Hunt (2007), σ. 144-145.
  7. Buckler, Beck (2008), σ. 113-115.
  8. Buckler, Beck (2008), σ. 115-117, όπου οι συγγραφείς υιοθετούν την εκδοχή του Πλουτάρχου. Στο ίδιο έργο αναφέρεται και η αμφισβήτηση του Πλουτάρχου, από τους Hans Delbrück και J. Wolter, στην οποία συνηγορεί και ο D. Leitao (2002), σ. 148, αναφέροντας τη σιγή του Ξενοφώντα και του Εφόρου για τη δράση του Λόχου στη μάχη αυτή.
  9. 9,0 9,1 Leitao (2002), σ. 149.
  10. Σε ελεύθερη μετάφραση, «μερικοί λένε ότι ο λόχος δημιουργήθηκε έχοντας μέλη εραστές και ερωμένους», Πλούταρχος, Βίοι Παράλληλοι: Πελοπίδας, 18.2.
  11. Πλούταρχος, Βίοι Παράλληλοι: Πελοπίδας, 18.3.
  12. 12,0 12,1 Crompton (2006), σ. 69.
  13. 13,0 13,1 13,2 Leitao (2002), σ. 145.
  14. Leitao (2002), σ. 145, 151
  15. Percy (2006), σ. 37. ISBN 1-560-23604-3.
  16. Davidson, James, London Review of Books, 12/06/2005, όπως παρατίθεται σε υποσημείωση στον Wardy (2007), σ. 159.
  17. Leitao (2002), σ. 147-148.
  • Buckler, John & Beck, Hans (2008). Central Greece and the Politics of Power in the Fourth Century BC, Cambridge University Press. ISBN 0-521-83705-7.
  • Crompton, Louis (2006). Homosexuality & Civilization, Harvard University Press, ISBN 0-674-02233-5.
  • Hunt, Peter (2007). Military Forces, στο P. Sabin, H. Van Wees, M. Whitby (επιμ.), The Cambridge History of Greek and Roman Warfare, Cambridge University Press. ISBN 978-0-521-782739.
  • Leitão, David (2002). «The Legend of the Sacred Band» στο Nussbaum Craven, Martha & Sihvola, Juha (επιμ.), The sleep of reason: erotic experience and sexual ethics in ancient Greece and Rome, University of Chicago Press, ISBN 0-226-60915-4.
  • Percy, William Armstrong (2006). «Reconsiderations in Greek Homosexualities», στο B.C.Verstraete, V.Provencal (επιμ.), Same-sex desire and love in Greco-Roman antiquity and in the classical tradition of the West, Routledge, ISBN 1-560-23604-3.
  • Wardy, Robert (2007). «Virgil's sacred duo», στο D. Scott (επιμ.), Maieusis: essays on ancient philosophy in honour of Myles Burnyeat, Oxford University Press, ISBN 0-199-28997-2.