Ιόν
Ιόν (πληθυντικός ιόντα) είναι άτομο ή ομάδα ατόμων που φέρει ηλεκτρικό φορτίο.
Ιστορικά ο όρος αναφέρεται πρώτη φορά για να περιγράψει τις συγκεκριμένες χημικές οντότητες το 1834 από τον Μάικλ Φαραντέι, ο οποίος χρησιμοποίησε την ουδέτερου γένους μετοχή του αρχαιοελληνικού ρήματος εἶμι (ἰών, ἰοῦσα, ἰόν), το οποίο σημαίνει «πηγαίνω», θέλοντας να εξηγήσει γιατί τα (άγνωστης φύσεως τότε) σωματίδια πήγαιναν προς την άνοδο ή την κάθοδο όταν γινόταν ηλεκτρόλυση διαλύματος.[1]
Όταν άτομα ή χημικές ρίζες αποκτήσουν ηλεκτρόνια, τότε σχηματίζουν ιόντα με αρνητικό ηλεκτρικό φορτίο, τα οποία ονομάζονται ανιόντα. Αντίθετα όταν άτομα ή χημικές ρίζες χάσουν ηλεκτρόνια, τότε μετατρέπονται σε κατιόντα, δηλαδή με θετικό ηλεκτρικό φορτίο.
Πολλές χημικές ενώσεις αποτελούνται από ιόντα αντίθετου φορτίου που συγκρατούνται με ετεροπολικούς ή ιοντικούς δεσμούς.
- Γενικά ο σχηματισμός ιόντων καλείται ιονισμός ή χημική διάσταση και εμφανίζεται όταν (ορισμένες) ενώσεις διαλύονται ή λιώνουν.
- Το χημικό σθένος των ιόντων εξαρτάται από το ηλεκτρικό φορτίο τους.
Επίσης δεν θα πρέπει να αποκλείεται η περίπτωση να προκύψει χημική αντίδραση όταν τα ιόντα επανασυνδεθούν σε νέους συνδυασμούς.