Κωνστάντιος Α΄ Κωνσταντινουπόλεως
Ο Κωνστάντιος Α΄ ήταν Οικουμενικός Πατριάρχης κατά τα έτη 1830-1834.
Κωνστάντιος Α΄ Κωνσταντινουπόλεως | |
---|---|
![]() Ο Κωνστάντιος Α΄ σε εικονογράφηση του 1907 | |
Γενικές πληροφορίες | |
Όνομα στη μητρική γλώσσα | Κωνστάντιος Α΄ (Ελληνικά) |
Γέννηση | 1770 Κωνσταντινούπολη |
Θάνατος | 5 Ιανουαρίου 1859 Κωνσταντινούπολη |
Τόπος ταφής | Αίγυπτος |
Χώρα πολιτογράφησης | Οθωμανική Αυτοκρατορία |
Θρησκεία | Ορθόδοξος Χριστιανισμός |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | νέα ελληνική γλώσσα[1] |
Σπουδές | Kyiv-Mohyla Academy |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | Οικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Αξίωμα | Οικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (1830–1834) |
![]() | |
- Το άρθρο αφορά στον Οικουμενικό Πατριάρχη. Για τον ομώνυμο Αυτοκράτορα του Βυζαντίου δείτε: Κωνστάντιος Α΄ Χλωρός
Γεννήθηκε το 1770 στην Κωνσταντινούπολη. Σπούδασε στην Πατριαρχική Σχολή και στη συνέχεια στο Ιάσιο. Από εκεί, το 1789 ο κόμης Πίτερ Αλεξάντροβιτς Ρουμιάντσεφ τον έστειλε στην Ακαδημία του Κιέβου, μετά από την αποφοίτησή του από την οποία υπηρέτησε ως αρχιμανδρίτης στο σιναΐτικο μετόχι στο Κίεβο. Ως «ρωσοσπουδαγμένος» θωρούνταν και «ρωσόφιλος»[2]. Το 1805 εξελέγη Αρχιεπίσκοπος Σινά και διέμενε στα σιναϊτικά μετόχια στην Κύπρο και στην Κωνσταντινούπολη. Την θέση αυτή κατείχε μέχρι την εκλογή του σε Οικουμενικό Πατριάρχη, στις 6 Ιουλίου 1830.
Κατά την διάρκεια της Πατριαρχίας του, το 1831 ή 1833, ιδρύθηκε το το λεγόμενο «Ελληνικό Φροντιστήριο» και εγκαταστάθηκε σε νεόδμητα κτήρια της Μονής Καμαριώτισσας στην Χάλκη, η οποία έγινε μετέπειτα γνωστή ως «Ελληνοεμπορική Σχολή» ή «Σχολή των Ελλήνων Εμπόρων» και λειτούργησε ως το 1915[3]. Επίσης επί των ημερών του ανακαινίστηκε ο ιστορικός ναός της Ζωοδόχου Πηγής στο Μπαλουκλί. Το 1831, μετά την απόκτηση πολιτικής αυτονομίας του Πριγκιπάτου της Σερβίας, παραχώρησε αυτονομία στην τοπική Εκκλησία. Όταν ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων Αθανάσιος Ε΄ ζήτησε την βοήθειά του για την απόσβεση των χρεών της Αγιοταφιτικής Αδελφότητας, μετά από σύσκεψη με προκρίτους του Γένους, ο Κωνστάντιος αποφάσισε τον Φεβρουάριο του 1832 κάθε ορθόδοξος χριστιανός να πληρώσει ένα γρόσι υπέρ του Παναγίου Τάφου[4].
Στις 18 Αυγούστου 1834[5] παραιτήθηκε και ασχολήθηκε με τη μελέτη και συγγραφή. Ήταν σοφός[2] και φιλόμουσος[3] και συνέγραψε επιστημονικά, ιστορικά και θεολογικά έργα.
Πέθανε στις 5 Ιανουαρίου 1859[6] και ετάφη στο νεκροταφείο των Πατριαρχών στο Μπαλουκλί. Το 1865 τα οστά του μεταφέρθηκαν στην Μονή Σινά.
ΠαραπομπέςΕπεξεργασία
- ↑ «Identifiants et Référentiels». (Γαλλικά) IdRef. Agence bibliographique de l'enseignement supérieur. Ανακτήθηκε στις 23 Μαΐου 2020.
- ↑ 2,0 2,1 Χαμχούγιας 2006, σελ. 45.
- ↑ 3,0 3,1 Σιδηράς, Ιωάννης. «Παναγία Καμμαριώτισσα». Φως Φαναρίου. Ανακτήθηκε στις 14 Απριλίου 2021.
- ↑ Χατζηιωάννου, Αγγελική Δ. (2016). Ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων Κύριλλος ο Β΄, Διδακτορική Διατριβή. Αθήνα. σελ. 9-10.
- ↑ Σερραϊκά Σύμμεικτα, τόμος τέταρτος, σελ.33
- ↑ Καλλίφρων, Βασίλειος Δ. (1867). Εκκλησιαστικά ή Εκκλησιαστικόν Δελτίον. Κωνσταντινούπολη. σελ. 159.
ΠηγέςΕπεξεργασία
- Οικουμενικό Πατριαρχείο Αρχειοθετήθηκε 2010-06-16 στο Wayback Machine.
- Σερραϊκά Σύμμεικτα, Εταιρεία Μελέτης και Έρευνας της Ιστορίας των Σερρών, τόμος τέταρτος, ISSN: 1792-5045, σελ.33-34
- Χαμχούγιας, Χρήστος (2006). Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Γρηγόριος ΣΤ' ο Φουρτουνιάδης εν μέσω εθνικών και εθνοφυλετικών ανταγωνισμών, διδακτορική διατριβή. Θεσσαλονίκη: Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ), Θεολογική Σχολή, Τμήμα Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας.