Ο λαντλοκίτης (αγγλ. ludlockite) είναι αρσενικικό ορυκτό του μολύβδου και του σιδήρου. Ανακαλύφθηκε το 1970 στο μέγιστο σχεδόν βάθος του κοιτάσματος του Τσουμέμπ στη Ναμίμπια και συγκεκριμένα στη βαθύτερη ζώνη οξείδωσης του κοιτάσματος, στην περιοχή που αποκαλείται "germanates" λόγω της ανεύρεσης πολλών (και μοναδικών) ορυκτών γερμανίου σε αυτήν. Οι συλλέκτες ορυκτών Φρέντρικ Λάντλοου Σμιθ ο 3ος (Fredrick Ludlow Smith 1939 - ) και Τσαρλς Λοκ Κή (Charles Locke Key, 1935 -) από το Νιού Τζέρσεϊ ήταν οι πρώτοι που τον ανακάλυψαν και έφεραν δείγματα προς εξέταση. Προς τιμήν τους το ορυκτό ονομάστηκε από τα τρία πρώτα γράμματα του επωνύμου καθενός.[2]

Λαντλοκίτης
Λαντλοκίτης. Προέλευση: Τσουμέμπ, Ναμίμπια
Γενικά
ΚατηγορίαΑρσενικικά
Χημικός τύποςPbFe3+4 As3+10 O22[1]
Ορυκτολογικά χαρακτηριστικά
Πυκνότητα4,5 gr/cm3
ΧρώμαΕρυθρό, χαλκέρυθρο, ερυθροκάστανο, πορτοκαλοκάστανο, κίτρινο
Σύστημα κρυστάλλωσηςΤρικλινές
ΚρύσταλλοιΕπιμηκυσμένοι, ελαφρά περιεστραμμένοι σε συσσωματώσεις
ΥφήΒελονοειδής. Σε τριχοειδή συσσωματώματα
ΔιδυμίαΣυχνή ελασματοειδής κατά {011}
Σκληρότητα1,5 - 2
ΣχισμόςΤέλειος κατά {011} και {021}
ΘραύσηΤμητή (θραύεται σε φυλλάρια)
ΛάμψηΑτελώς αδαμαντοειδής
Γραμμή κόνεωςΑνοικτοκάστανη
ΠλεοχρωισμόςΧ=κίτρινο Υ=βαθύ κίτρινο Ζ=πορτοκαλοκίτρινο
ΔιαφάνειαΗμιδιαφανής

Εμφάνιση, παραγενέσεις Επεξεργασία

Χαρακτηρίζεται ως ασύνηθες ορυκτό, που σχηματίζεται σε ζώνες οξείδωσης αρσενικούχων πολυμεταλλικών κοιτασμάτων υδροθερμικής προέλευσης, που περιέχουν σίδηρο και μόλυβδο. Ορυκτά με τα οποία σχετίζεται είναιο σιδηρίτης, ο τενναντίτης, ο χαλκοσίνης, ο σιδηροπυρίτης, ο βορνίτης, ο γερμανίτης, ο λεϊτεΐτης και οι σπανιότεροι ρενιερίτης, στολτσίτης, και σναϊντερχοενίτης.

Απαντάται στο Τσουμέμπ (όπου αποτελεί και χαρακτηριστικό ορυκτό (type locality, TL), στην Τοσκάνη της Ιταλίας (σε μεταλλευτικά απορρίμματα), στη Γαλλία (περιοχή Λίγηρα), στη Χιλή (περιοχή της Ατακάμα), στο Ιράν, στην Ιαπωνία (Κιουσού) και στη Νότια Αφρική.

Στην Ελλάδα ανευρίσκεται στα μεταλλεία Λαυρίου (περιοχές Λαυρίου - σπήλαιο «Οξυγόνο» - στην παραλία Θορικού και στην περιοχή «Βρυσάκη») πάντα μέσα σε μεταλλευτικά απορρίμματα.

Πηγές Επεξεργασία

Δείτε επίσης Επεξεργασία

Βιβλιογραφία Επεξεργασία

  • James Dwight Dana, Manual of Mineralogy and Lithology, Containing the Elements of the Science of Minerals and Rocks, READ BOOKS, 2008 ISBN 1443742244

Σημειώσεις Επεξεργασία

  1. Στον ιστοχώρο Webmineral αναφέρεται ως τύπος ο (Fe++,Pb)As+++++2O6. Στο Handbook of Mineralogy αναφέρεται ως χημικός τύπος ο αρχικά αναγραφόμενος, ο οποίος φαίνεται να είναι ορθότερος, καθώς ο σίδηρος εμφανίζεται (στον ηλεκτρονικό μικροαναλυτή) ως τρισθενής.
  2. Το όνομα εγκρίθηκε από την ΙΜΑ. Αρχικά είχε αποδοθεί και σε ορυκτό που εντοπίστηκε στο Takht-e-Suleiman του Ιράν, το οποίο, όμως, αποδείχθηκε ότι δεν ήταν λαντλοκίτης αλλά νέο ορυκτό, που έλαβε το όνομα νταλιρανίτης (daliranite).