Μαρουάν Α΄
Ο Μαρουάν ιμπν αλ-Χακάμ ή Μαρουάν Α΄ (623/626 - Απρίλιος ή Μάιος 685) ήταν ο τέταρτος Χαλίφης στο Χαλιφάτο των Ομεϋαδών για λιγότερο από έναν χρόνο (684 - 685). Είναι ο ιδρυτής του Οίκου των Μαρουανιδών κλάδου του Οίκου των Ομεϋαδών με προέλευση από την Κουραϊσίτες, την εθνική δυναστεία των Αράβων. Οι Μαρουανίτες που ανήκαν στον κλάδο των Καχτανιτών της εθνικής δυναστείας αντικατέστησαν τους Σουφυανίδες επίσης κλάδο των Ομεϋαδών που κατέρρευσε στην "Δεύτερη Φίτνα", παρέμειναν στην εξουσία μέχρι το 750. Την περίοδο που ήταν Χαλίφης ο πρώτος ξάδελφος του Οθμάν ιμπν Αφφάν (644-656) ο Μαρουάν συμμετείχε στην εκστρατεία απέναντι στην Βυζαντινή αυτοκρατορία και το Εξαρχάτο της Αφρικής από το οποίο κέρδισε πολλά πολεμικά λάφυρα. Ο Μαρουάν υπηρέτησε εκ μέρους του Οθμάν κυβερνήτης του Φαρς στο νοτιοδυτικό Ιράκ, κατόπιν έγινε γραμματέας του Χαλίφη. Οι αντάρτες εξεγέρθηκαν εναντίον του Χαλίφη Οθμάν και τον δολοφόνησαν, ο Μαρουάν πολέμησε στο πλευρό του και τραυματίστηκε. Στον εμφύλιο πόλεμο που ακολούθησε ανάμεσα στον Αλί ιμπν Αμπού Τάλιμπ (656-661) και τους Καϊσίτες αντάρτες της χήρας του Μωάμεθ Αϊσάς τάχθηκε στην "Μάχη της Καμήλας" στο πλευρό των Καϊσιτών. Ο δεύτερος ξάδελφος του Μωαβίας Α΄ (661-680) που ίδρυσε τον κλάδο των Σουφυανιδών στο Χαλιφάτο των Ομεϋαδών τον διόρισε κυβερνήτη της Μεδίνας. Με τον γιο και διάδοχο του Γιαζίντ Α΄ (680-683) διοργάνωσε την άμυνα του Χαλιφάτου στην Χετζάζ απέναντι στην εσωτερική αντιπολίτευση, τους Μπανί Χασίμ, μια φυλή που επαναστάτησε υπό την ηγεσία του εγγονού του ίδιου του Μωάμεθ Χουσεΐν ιμπν Αλί.
Μαρουάν Α΄ مروان بن الحكم | |
---|---|
![]() | |
Περίοδος | Ιούνιος 684 - 12 Απριλίου 685 |
Προκάτοχος | Μωαβίας Β΄ |
Διάδοχος | Αμπντ αλ-Μαλίκ ιμπν Μαρουάν |
Γέννηση | 28 Μαρτίου 623 Ατ Τάιφ, Αραβία |
Θάνατος | 7 Μαΐου 685 (62 ετών) Δαμασκός ή Αλ-Σινάμπρα |
Απόγονοι | Αμπντ αλ-Μαλίκ ιμπν Μαρουάν και άλλοι 7 |
Θρησκεία | Ισλάμ |
δεδομένα ( ) |
Με τον θάνατο του Γιαζίντ Α΄ τον Νοέμβριο του 683 ο επαναστάτης Άμπντ Αλλάχ Ιμπν Αλ-Ζούμπαϊρ ανακηρύχτηκε Χαλίφης στην Μέκκα, έδιωξε τον Μαρουάν που δραπέτευσε στην Συρία, βάση των Ομεϋαδών. Με τον πρόωρο θάνατο του τελευταίου Χαλίφη των Σουφυανιδών Μωαβία Β΄ (684) ο πρώην κυβερνήτης του Ιράκ Ούμπαϊντ Αλάχ ιμπν Ζιγιάντ του πρότεινε κατά την διάρκεια μιας Σούρας υποψηφιότητα για την άνοδο του στην θέση του Χαλίφη. Η φυλετική αριστοκρατία υπό την ηγεσία του Χασάν ιμπν Μαλίκ ιμπν Μπαχντάλ αλ-Κάλμπι της φυλής των Μπανού Κάλμπ, υποφυλής των Καχτανιτών τον επέλεξε τον Αύγουστο του 683 νέο Χαλίφη. Τους επόμενους μήνες ο Μαρουάν Α΄ αποκατέστησε την κυριαρχία των Ομεϋαδών στην Αίγυπτο, την Παλαιστίνη και την βόρεια Συρία. Οι κυβερνήτες των επαρχιών είχαν αποστατήσει υπό την προτροπή του Ιμπν Αλ-Ζούμπαϊρ που είχε υπό τον έλεγχο του τους Καϊσίτες στην Τζαζίρα της βόρειας Μεσοποταμίας. Ο Μαρουάν Α΄ έστειλε την άνοιξη του 685 μια στρατιωτική αποστολή για να καταλάβει την Τζαζίρα αλλά πέθανε την άνοιξη του 685 ενώ η επιχείρηση βρισκόταν σε εξέλιξη. Λίγο πριν τον θάνατο του μοίρασε τις εξουσίες του Χαλιφάτου στους τρεις γιους του. Ο μεγαλύτερος Αμπντ αλ-Μαλίκ ιμπν Μαρουάν έγινε διάδοχος του Χαλίφης, ο Αμπντ αλ-Αζίζ κυβερνήτης της Αιγύπτου και ο Μωάμεθ στρατιωτικός διοικητής στην Άνω Μεσοποταμία. Ο Μαρουάν Α΄ στιγματίστηκε στην μεταγενέστερη παράδοση των Ομεϋαδών ως σφετεριστής και πατέρας τυράννων, ο ιστορικός Κλίφορντ Ε. Μπόσγουορθ τον θεωρεί ωστόσο άριστο και ικανό μονάρχη που έθεσε τα θεμέλια της διοίκησης των Ομεϋαδών για επιπλέον 65 χρόνια.
Πρώτα χρόνια
ΕπεξεργασίαΚαταγωγή
ΕπεξεργασίαΟ Μαρουάν Α΄ γεννήθηκε την τριετία 623/626 ως γιος του Αλ-Χακάμ ιμπν Αμπί αλ-Ας από τον Μπανού Κάλμπ κλάδο των Καχτανιτών Ομεϋαδών.[1] Ο πατέρας του ήταν μέλος της εθνικής δυναστείας των Κουραϊσιτών από τον κλάδο των Καχτανιτών, τρίτος ξάδελφος του προφήτη Μωάμεθ. Οι Καχτανίτες ήταν η ισχυρότερη φυλή των Μπανού και πολυθειστές που ζούσαν στην Μέκκα της Χετζάζ.[1][2] Οι Καχτανίτες προσηλυτίστηκαν στο Ισλάμ μαζί με τους υπόλοιπους Κουραϊσίτες μετά την κατάκτηση της Μέκκας από τον συγγενή τους Μωάμεθ.[3] Ο Μαρουάν γνώριζε τον Μωάμεθ και βρισκόταν ανάμεσα στους συντρόφους του.[1] Η μητέρα του Αμινά μπιντ Αλκαμά ιμπν Σαφβάν αλ-Κινανιγιά ανήκε σε μια πανάρχαια φυλή των Κουραϊσιτών που επεκτεινόταν από την Μέκκα μέχρι την ακτή της Τιχάμας.[4] Ο Μαρουάν Α΄ απέκτησε 16 παιδιά και τουλάχιστον 12 γιους από 5 συζύγους και μία παλλακίδα.[4] Με την πρώτη του σύζυγο Αϊσά κόρη ενός από πατέρα πρώτου ξαδέλφου του Μωαβία Α΄ απέκτησε τα τρία μεγαλύτερα παιδιά του, τον διάδοχο του Αμπντ αλ-Μαλίκ ιμπν Μαρουάν, τον Μωαβία ιμπν Μαρουάν και την Ουμρ Αμρ ιμπν Μαρουάν.[4][5] Η Ουμρ Αμρ παντρεύτηκε έναν δισέγγονο του Χαλίφη (644) Οθμάν ιμπν Αφφάν ο οποίος ήταν επίσης από πατέρα πρώτος ξάδελφος του Μωαβία Α΄.[6] Ο Μαρουάν Α΄ είχε επίσης 10 αδέλφια και ήταν θείος από πατέρα 10 ανεψιών.[7]
Γραμματέας του Οθμάν
ΕπεξεργασίαΣτην διάρκεια του Χαλιφάτου του Οθμάν (644-656) ο Μαρουάν Α΄ ανέλαβε την στρατιωτική εκστρατεία απέναντι στο Βυζαντινό Εξαρχάτο της Αφρικής με πρωτεύουσα την Καρχηδόνα, την κατέκτησε και συγκέντρωσε πολλά λάφυρα.[1][8] Τα λάφυρα αυτά ήταν η βάση για τον σημαντικό πλούτο που απέκτησε ο Μαρουάν Α΄, τα διέθεσε για να αγοράσει πολλά ακίνητα στην πρωτεύουσα του Χαλιφάτου Μεδίνα. Σε κάποια αδιευκρίνιστη στιγμή έγινε κυβερνήτης του Φαρς στο νοτιοδυτικό Ιράν και στην συνέχεια γραμματέας του ίδιου του Οθμάν και επόπτης του θησαυροφυλακίου της Μεδίνας.[1][9] Ο Κλίφορντ Ε. Μπόσγουορθ έγραψε ότι την ίδια περίοδο αναθεώρησε τα ιερά κείμενα για λογαριασμό του Οθμάν, με τον τρόπο αυτό το Κοράνι πήρε την τελική του μορφή.[1] Ο ιστορικός Χιου Κέννεντι υποστήριξε ότι ο Μαρουάν ήταν το "δεξί χέρι" του Χαλίφη Οθμάν.[10] Σύμφωνα με την Μουσουλμανική παράδοση πολλοί Κουραϊσίτες παλιοί οπαδοί του Οθμάν απέσυραν την στήριξη τους στον Χαλίφη, κατηγόρησαν τον Μαρουάν και την επίδραση που είχε σε αυτόν ως υπεύθυνο για τις αμφιλεγόμενες αποφάσεις του.[9][11][12] Ο ιστορικός Φρεντ Ντόνερ αμφισβητεί τις κατηγορίες θεωρεί απίθανο ένας Χαλίφης να παίρνει αποφάσεις σύμφωνα με τις οδηγίες ενός νεότερου σε ηλικία συγγενή του. Οι κατηγορίες εναντίον του Μαρουάν δεν αποδείχτηκαν ποτέ, αποτελούν πιθανόν προϊόν μετέπειτα Ισλαμικής προπαγάνδας με στόχο να δικαιολογήσουν την αποτυχία της διακυβέρνησης του Οθμάν.[9]
Η δυσαρέσκεια από τις πολιτικές Νεποτισμού του Οθμάν και η δήμευση των εδαφών του πρώην Στέμματος των Σασσανιδών του Ιράκ δυσαρέστησαν τόσο τους Κουραϊσίτες όσο και τις ανώτερες τάξεις της Κούφα και της Αιγύπτου που στράφηκαν εναντίον του Χαλίφη.[13] Οι αντάρτες της Αιγύπτου και της Κούφα εισήλθαν στις αρχές του 656 στην Μεδίνα με στόχο να πιέσουν τον Οθμάν να αλλάξει πολιτική.[14] Ο Μαρουάν έκανε εισήγηση ως γραμματέας στον Οθμάν να χρησιμοποιήσει απέναντι τους βία.[15] Ο Οθμάν δεν το δέχτηκε και προχώρησε σε συμφωνία με τους Αιγυπτίους, την μεγαλύτερη και πιο ειλικρινή ομάδα μεταξύ των στασιαστών.[16] Οι αντάρτες με την επιστροφή τους στην Αίγυπτο έκλεψαν μια επιστολή του Οθμάν με την οποία έδινε εντολή στον διοικητή της Αιγύπτου Αβδαλλάχ Ιμπν Σαάντ Ιμπν Αμπί Σαρ να καταπνίξει με την βία την επανάσταση.[16] Οι Αιγύπτιοι αντάρτες εξοργίστηκαν με την ανάγνωση της επιστολής, κατέφυγαν στην Μεδίνα και πολιόρκησαν τον Ιούνιο του 656 τον Οθμάν στην οικία του.[16] Ο Οθμάν δήλωσε άγνοια για την ύπαρξη της επιστολής, χρησιμοποίησε ως δικαιολογία ότι την έγραψε στο όνομα του ο Μαρουάν χωρίς να του το πει.[16] Ο Μαρουάν ωστόσο υπερασπίστηκε τον Χαλίφη του με θάρρος παρά την τρικλοποδιά, τραυματίστηκε σοβαρά στον λαιμό από τους αντάρτες και σώθηκε με την παρέμβαση μιας βρεγμένης νοσοκόμας που τον πήρε σπίτι της.[1][9][17][18] Ο Οθμάν δολοφονήθηκε κατόπιν από τους επαναστάτες, ο θάνατος του στάθηκε η αιτία για να ξεσπάσει η "Πρώτη Φίτνα"[16][19] Ο Μαρουάν με τους υπόλοιπους οπαδούς του Ομεϋάδες κατέφυγαν μετά την δολοφονία στην Μέκκα.[20] Με στόχο να εκδικηθούν τους επαναστάτες για την δολοφονία του Οθμάν η χήρα και τελευταία σύζυγος του Μωάμεθ Αϊσά και δύο κορυφαίοι σύντροφοι του Μαρουάν οργάνωσαν την αντεπίθεση. Οι αντίπαλοι του διαδόχου του Αλί, γαμπρού του Μωάμεθ πίεζαν συνεχώς και έντονα τον νέο Χαλίφη να τιμωρήσει τους δολοφόνους.[21]
Πρώτη Φίτνα
ΕπεξεργασίαΣτις εχθροπραξίες που ακολούθησαν ανάμεσα στον Αλί και τους Κουραϊσίτες αντάρτες της Αΐσα ο Μαρουάν συντάχθηκε με την Αΐσα.[1] Στην "μάχη της Καμήλας" πολέμησε τον Δεκέμβριο του 656 στο πλευρό της Αΐσα στην Μπάσρα.[1] Ο ιστορικός Λεόνε Καετάνι έχει υποθέσει ότι στην μάχη στρατηγός της Αΐσα ήταν ο ίδιος ο Μαρουάν αν και νεότεροι ιστορικοί το έχουν απορρίψει.[22] Σύμφωνα με μια εκδοχή της Ισλαμικής παράδοσης ο Μαρουάν με την ευκαιρία της μάχης σκότωσε έναν αντάρτη της Αΐσας, τον Τάχλα που τον θεωρούσε που τον θεωρούσε ηθικό αυτουργό για την δολοφονία του Οθμάν.[1] Ο Μαρουάν έριξε ένα βέλος στον Τάχλα, τον χτύπησε κάτω από το γόνατο στην ισχιακή φλέβα την ίδια στιγμή που τα δύο στρατεύματα ήταν απασχολημένα στις μεταξύ τους μάχες.[23] Ο ιστορικός Ουίλφερντ Μάντελουνγκ τονίζει ότι στόχος του Μαρουάν ήταν να σκοτώσει τον Τάλχα, εμφανίστηκε μπροστά του τότε η Αΐσα και του ζήτησε εξηγήσεις.[23] Μια άλλη έκδοση χρεώνει τον θάνατο του Τάλχα στους στρατιώτες του Αλή την ώρα που αποχωρούσε ο ίδιος από το πεδίο της μάχης.[24] Ο Λεόνε Καετάνι απορρίπτει κατηγορηματικά την ενοχή του Μαρουάν στον φόνο του Τάλχα, χρεώνει την πληροφορία στην μετέπειτα προπαγάνδα των αντι-Ομεϋαδών.[25] Ο Ουίλφερντ Μάντελουνγκ αντίθετα τονίζει το γεγονός ότι δολοφόνος ήταν ο Μαρουάν επιβεβαιώνεται από την προπαγάνδα των Ομεϋαδών την δεκαετία του 680, υπερηφανεύονταν ότι πρώτοι αυτοί εκδικήθηκαν την δολοφονία του Οθμάν σκοτώνοντας τον Τάλχα.[25] Η μάχη έληξε άδοξα με νίκη του Αλί, ο Μαρουάν αναγκάστηκε να του ορκιστεί πίστη και ο Αλί τον συγχώρησε.[1] Ο Μαρουάν έφυγε για την Συρία, στην αυλή του ξαδέλφου του μετέπειτα Χαλίφη Μωαβία Α΄ ο οποίος είχε αρνηθεί να ορκιστεί υποταγή στον Αλί.[26] Ο Μαρουάν συμμετείχε στο πλευρό του Αλί στην "Μάχη του Σιφφίν" κοντά στην Ράκκα (657), η μάχη ήταν ανεπιτυχής για τον Αλί όπως και η σύναψη συνθήκης, ο πρώτος εμφύλιος συνεχίστηκε.[27]
Κυβερνήτης της Μεδίνας
ΕπεξεργασίαΟ Αλί δολοφονήθηκε τον Ιανουάριο του 661 από ένα μέλος που ανήκε στους Χαριζίτες οι οποίοι ήταν αντίθετοι τόσο στον ίδιο τον Αλί όσο και στον Μωαβία Α΄.[28] Ο γιος και διάδοχος του Αλί Χασάν ιμπν Αλί παραιτήθηκε ειρηνικά, ο Μωαβίας Α΄ εισήλθε στην πρωτεύουσα του Αλί και του Χασάν Κούφα και αναγνωρίστηκε το καλοκαίρι νέος Χαλίφης εγκαινιάζοντας τον κλάδο των Σουφυανιδών.[28][29] Ο Μαρουάν διορίστηκε αρχικά κυβερνήτης του Μπαχρέιν και κατόπιν κυβερνήτης της Μεδίνας (661-668 και 674-677), την περίοδο 668-674 κυβέρνησαν τρεις ευγενείς της εμπιστοσύνης του Χαλίφη.[1] Η Μεδίνα μετά την δολοφονία του Οθμάν είχε χάσει την θέση της ως πολιτικό κέντρο του Χαλιφάτου, ο Μωαβίας Α΄ μετέφερε την πρωτεύουσα στην Δαμασκό.[30] Παρά το γεγονός ότι υποβαθμίστηκε σε επαρχιακό κυβερνήτη η Μεδίνα παρέμεινε το επίκεντρο της Ισλαμικής επιστήμης, του πολιτισμού και της αριστοκρατίας.[31] Η άρχουσα τάξη της Μεδίνας όπως και οι Ομεϋάδες που ζούσαν σε αυτή είχαν δυσαρεστηθεί έντονα για την απώλεια της εξουσίας τους. Ο ιστορικός Τζούλιους Βελχάουζεν έγραψε για τον Μαρουάν "Τι κατάντια! Από γραμματέας του ίδιου του Χαλίφη Οθμάν έγινε τώρα ένας τοπικός κυβερνήτης! Δεν είναι τυχαία τα βλέμματα ζήλιας που έριχνε απέναντι στον ξάδελφο του στην Δαμασκό ο οποίος τον ξεπέρασε!".[32] Την πρώτη περίοδο της θητείας του ο Μαρουάν απέκτησε μεγάλες εκτάσεις στην Όαση του Φαντάκ στην βορειοδυτική Αραβία, την παραχώρησε στους γιους του Αμπντ αλ-Μαλίκ και Αμπντ αλ-Αζίζ.[1] Η πρώτη του καθαίρεση από κυβερνήτη της Μεδίνας (668) τον οδήγησε στην αυλή του Χαλίφη στην Δαμασκό για να του ζητήσει εξηγήσεις. Ο Μωαβίας Α΄ του ανέφερε τρεις λόγους :
- Αρνήθηκε να κάνει κατάσχεση στην περιουσία του συγγενή τους Άμπντ-Αλλάχ Ιμπν Αμέρ μετά την απόλυση του από την διακυβέρνηση της Μπάσρας.
- Υιοθέτησε στην Μπάσρα ως διάδοχο του Ιμπν Αμέρ τον γιο του Αμπού Σουφυάν ιμπν Χαρμπ του οποίου η οικογένεια είχε αμφισβητηθεί.
- Δεν βοήθησε την κόρη του Ράμλα στην διαμάχη της με τον σε διάσταση σύζυγο της Αμρ Ιμπν Ούτμαν.[33]
Ο Μαρουάν αντέδρασε στην προσπάθεια που έγινε να ταφεί ο Χασάν ιμπν Αλί δίπλα από τον Μωάμεθ, ο αδελφός του Χουσεΐν ιμπν Αλί τον έθαψε σε ένα κοιμητήρι στο Αλ-Μπακί.[34] Ο Μαρουάν παραβρέθηκε στην κηδεία και ύμνησε τον Χασάν σαν έναν άνθρωπο με τεράστια ανεκτικότητα.[35] Σύμφωνα με τον Μπόσγουορθ ο Μωαβίας Α΄ έβλεπε ύποπτα τις φιλοδοξίες του Μαρουάν και γενικά τον κλάδο των Καχτανιτών επειδή υπερείχε σημαντικά σε αριθμό από τον δικό του κλάδο των Σουφυανιδών.[7] Ο Μαρουάν ήταν από τους πιο διάσημους άνδρες των Ομεϋάδων την ίδια στιγμή που δεν υπήρχαν άξιοι Σουφυανίδες σε ώριμη ηλικία.[7] Ο Μπόσγουορθ συνεχίζει αναφέροντας ότι οι φόβοι αυτοί οδήγησαν τον Μωαβία Α΄ στην απόφαση να ορίσει διάδοχο του στον θρόνο τον γιο του Γιαζίντ ενώ ο ίδιος ζούσε ακόμα.[7] Ο Μαρουάν είχε προσπαθήσει να πείσει τον γιο του Οθμάν Αμρ Ιμπν Ούτμαν να διεκδικήσει το Χαλιφάτο στο όνομα του πατέρα του αλλά ο ίδιος στάθηκε αδιάφορος.[36] Ο Μαρουάν αποδέχθηκε σιωπηλά την νομιμοποίηση του Γιαζίντ ως διαδόχου του πατέρα του (676) αλλά την ίδια στιγμή προσπάθησε να πείσει έναν άλλον γιο του Οσμάν τον Σαΐντ Ιμπν Ούτμαν να αμφισβητήσει την διαδοχή.[37] Οι φιλοδοξίες του Σαΐντ σταμάτησαν όταν ανέλαβε την διοίκηση του Χορασάν, της ανατολικότερης περιοχής του Χαλιφάτου.[38]
Αρχηγός των Ομεϋαδών της Μεδίνας
ΕπεξεργασίαΜε τον θάνατο του Μωαβία Α΄ (680) ο Χουσεΐν ιμπν Αλί, ο Άμπντ Αλλάχ Ιμπν Αλ-Ζούμπαϊρ και ο Αμπντουλλάχ ιμπν Όμαρ, όλοι γιοι επιφανών Κουραϊσιτών συντρόφων του Μωάμεθ που διεκδικούσαν το Χαλιφάτο αρνήθηκαν να ορκιστούν πίστη στον γιο και διάδοχο του Γιαζίντ Α΄.[39][40] Ο Μαρουάν ως αρχηγός των Καχτανιτών Ομεϋαδών της Χετζάζ έδωσε συμβουλή στον κυβερνήτη της Μεδίνας Αλ-Ουαλίντ ιμπν Ούτμπα να αναγκάσει τον Χουσεΐν και τον Ιμπν Αλ-Ζούμπαϊρ να δώσουν με την βία όρκο πίστης στον Γιαζίντ ως πιο επικίνδυνοι.[41][42] Ο Χουσεΐν ιμπν Αλί απάντησε θετικά στην έκκληση αλλά ζήτησε να δώσει δημόσια τον όρκο πίστης.[43] Ο Αλ-Ουαλίντ το δέχτηκε αλλά ο Μαρουάν που βρισκόταν στην συνάντηση ζήτησε να κρατηθεί ο Χουσεΐν μέχρι να δώσει όρκο πίστης και αν αρνηθεί να εκτελεστεί.[44] Ο Χουσεΐν ιμπν Αλί καταράστηκε εξοργισμένος τον Μαρουάν, έφυγε γρήγορα από την συνάντηση και πήγε στην Κούφα με στόχο να οργανώσει την εξέγερση των οπαδών του εναντίον των Ομεϋαδών.[45] Ο Χουσεΐν τελικά ηττήθηκε και σκοτώθηκε τον Οκτώβριο του 680 από τις δυνάμεις του Γιαζίντ Α΄ στην "μάχη της Καρμπάλα".[46] Ο Άμπντ Αλλάχ Ιμπν Αλ-Ζούμπαϊρ αρνήθηκε την πρόσκληση του Αλ-Ουαλίντ, δραπέτευσε στην Μέκκα όπου συγκέντρωσε όλους τους Καϊσίτες αντιπάλους του Γιαζίντ Α΄ στην Κάαμπα, το ιερότερο τέμενος του Ισλάμ στο οποίο δεν μπορούσε να ασκήσει βία κανένας.[47] Οι κάτοικοι της Μεδίνας επαναστάτησαν εναντίον του Χαλίφη (683) κατόπιν κατέφυγαν στα προάστια της πόλης όπου πολιορκήθηκαν από τον Μαρουάν.[48][49] Ο Γιαζίντ Α΄ έστειλε μετά από αίτηση του Μαρουάν μια εκστρατευτική δύναμη υπό την ηγεσία του Ιμπν Ούκμπα.[7] Οι Καχτανίτες Ομεϋάδες της Μεδίνας εκδιώχθηκαν από τους κατοίκους και εντάχθηκαν μαζί με τον Μαρουάν στις δυνάμεις του Ιμπν Ούκμπα.[7] Ακολούθησε τον Αύγουστο του 683 η "μάχη της Αλ-Χάρρα", ο Μαρουάν ηγήθηκε στο ιππικό και εξαπέλυσε επίθεση στους Μεδινέζους Καϊσίτες που βρίσκονταν στα ανατολικά προάστια της πόλης.[50] Οι δυνάμεις του Γιαζίντ Α΄ νίκησαν αλλά υποχώρησαν από την Συρία όταν έμαθαν σχετικά με τον θάνατο του Χαλίφη τον Νοέμβριο.[41] Με την αποχώρηση του στρατού ο Άμπντ Αλλάχ Ιμπν Αλ-Ζούμπαϊρ αναγνωρίστηκε Χαλίφης στις περισσότερες επαρχίες όπως επίσης στην Αίγυπτο, το Ιράκ και την Υεμένη.[51] Ο Μαρουάν και οι Καχτανίτες οπαδοί των Ομεϋαδών εκδιώχθηκαν για δεύτερη φορά από την Χετζάζ, οι περιουσίες τους κατασχέθηκαν.[7]
Χαλίφης
ΕπεξεργασίαΆνοδος
ΕπεξεργασίαΟ Μαρουάν βρισκόταν στις αρχές του 684 στην Συρία, είτε στην Παλμύρα είτε στην πρωτεύουσα Δαμασκό στην αυλή του νέου διαδόχου Μωαβία Β΄.[7] Ο Μωαβίας Β΄ πέθανε πρόωρα σε λίγες βδομάδες χωρίς να ορίσει διάδοχο.[52] Οι στρατιωτικοί κυβερνήτες της Παλαιστίνης του Χομς και του Κιννασρίν δήλωσαν την πίστη τους στον Άμπντ Αλλάχ Ιμπν Αλ-Ζούμπαϊρ.[7] Ο Μπόσγουορθ έγραψε ότι ο Μαρουάν είχε απελπιστεί σε τέτοιο βαθμό που ήταν έτοιμος να αναγνωρίσει τον Αλ-Ζούμπαϊρ.[7] Ο Μαρουάν ωστόσο σε μια Αραβική Σούρα που έγινε στην Ζαμπίγια πρότεινε στον έκπτωτο κυβερνήτη του Ιράκ Ούμπαϊντ Αλάχ ιμπν Ζιγιάντ να δηλώσει ο ίδιος υποψηφιότητα για την διαδοχή του Μωαβία Β΄.[7] Οι διεκδικήσεις που έγιναν για την σύγκρουση σχετικά με την διαδοχή του Μωαβία Β΄ ανέδειξαν τρεις αντιμαχόμενες ομάδες.[53] Η αναγνώριση του Άμπντ Αλλάχ Ιμπν Αλ-Ζούμπαϊρ τηρούσε τον όρο σχετικά με την διαδοχή του Χαλιφάτου σε έναν επιφανή Μουσουλμάνο, τον υποστήριζαν οι Καϊσίτες.[54] Οι Καχτανίτες Ομεϋάδες πρότειναν επιπλέον άλλες δύο λύσεις στην διάρκεια της Σούρας. Η πρώτη ήταν η άμεση και κληρονομική διαδοχή όπως είχε ορίσει ο Μωαβίας Α΄, με τον τρόπο αυτό το Χαλιφάτο θα περνούσε στον Καλίντ Ιμπν Γιαζίντ, μικρότερο αδελφό του Μωαβία Β΄. Με τον Αραβικό νόμο το Χαλιφάτο θα περνούσε στον πιο σοφό και ικανό άντρα της εθνικής δυναστείας, με τον τρόπο αυτό η διαδοχή θα περνούσε στον Μαρουάν.[55] Ο οργανωτής της Σούρας της Ζαμπίγια Χασάν ιμπν Μαλίκ ιμπν Μπαχντάλ αλ-Κάλμπι πρότεινε να περάσει το Χαλιφάτο στον Καλίντ Ιμπν Γιαζίντ.[7][10] Οι υπόλοιποι οπλαρχηγοί ωστόσο, Καχτανίτες της Μπανού Καλμπ αναγνώρισαν την μεγάλη ηλικία, τις ικανότητες και την στρατιωτική εμπειρία του Μαρουάν, τον εξέλεξαν νέο Χαλίφη.[7][56]
Η μάχη του Μάρτζ Ραχίτ
ΕπεξεργασίαΣε αντίθεση με τους Καχτανίτες οι Καϊσίτες αντιτάχθηκαν στην άνοδο του Μαρουάν και κάλεσαν τον κυβερνήτη της Δαμασκού Άλνταχακ να αναλάβει στρατιωτικά δράση, εκείνος στρατοπέδευσε στην πεδιάδα βόρεια της Δαμασκού.[10] Οι περισσότεροι στρατιωτικοί ηγέτες της Συρίας υποστήριζαν τον Άμπντ Αλλάχ Ιμπν Αλ-Ζούμπαϊρ, με εξαίρεση την Ιορδανία στην οποία κυριαρχούσαν οι Καχτανίτες.[57] Με την κρίσιμη υποστήριξη των Καχτανιτών και των υπόλοιπων συμμάχων του ο Μαρουάν βάδισε εναντίον του Άλνταχακ ο οποίος κατείχε μεγαλύτερο στρατό. Την ίδια εποχή ένας Γασσανίδης ευγενής ανέτρεψε τον Άλνταχακ από την Δαμασκό, έδιωξε τους Καϊσίτες και παρέδωσε την πόλη στον Μαρουάν.[10] Τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου (684) ο Μαρουάν Α΄ συνέτριψε στην "μάχη του Μάρτζ Ραχίτ" τις δυνάμεις των Καϊσιτών του Άλνταχακ .[7][10] Η άνοδος του Μαρουάν στο Χαλιφάτο επιβεβαίωσε την εξουσία των Καχτανιτών Κουραϊσιτών της οποίας κλάδος ήταν οι Κάλμπ, μετά την μάχη οι Καχτανίτες της Χομς δημιούργησαν μια νέα πανίσχυρη Ομοσπονδία της φυλής Γιαμάν.[58] Η συντριπτική νίκη των Ομεϋαδών -Γιαμάν στην "μάχη του Μάρτζ Ραχίτ" οδήγησε σε νέα μακρόχρονη αιματοχυσία ανάμεσα στους Καχτανίτες και τους Καϊσίτες .[59] Τα υπολείμματα των Καϊσιτών συγκεντρώθηκαν υπό την ηγεσία του Ζουφάρ ιμπν αλ-Χαρίθ αλ-Κιλαμπί στο Κιρκήσιον Μεσοποταμίας, με τον τρόπο αυτό απομονώθηκαν ξεκινώντας την αντίσταση στους Ομεϋάδες Μαρουανίδες.[10]
Μετά την αναγνώριση του από τις φυλές των Ζαμπίγια ο Μαρουάν Α΄ έδωσε το καλοκαίρι του 684 τον τελετουργικό όρκο του Χαλίφη.[60] Μετά την ορκωμοσία παντρεύτηκε την χήρα του Γιαζίντ Α΄ και μητέρα του Καλίντ με τον τρόπο αυτό σύμφωνα με τον Τζούλιους Βελχάουζεν ήθελε να επιβεβαιωθεί επίσης ως διάδοχος των Σουφυανιδών και θετός πατέρας των γιων του Γιαζίντ Α΄.[7][61] Ο μεγάλος θρίαμβος του Μαρουάν Α΄ στην "μάχη του Μάρτζ Ραχίτ" δεν είχε το επιθυμητό αποτέλεσμα αφού δεν τον αναγνώρισαν οι υπόλοιπες περιοχές των Ομεϋάδων εκτός από την κεντρική Συρία. Ο Μαρουάν Α΄ ανέλαβε να αποκαταστήσει σύμφωνα με τον Κέννεντι την εξουσία του στο Χαλιφάτο με αποφασιστικότητα.[59] Ο κυβερνήτης της Μπανού Ζουντάμ που αντιστεκόταν εναντίον του στην Παλαιστίνη εξορίστηκε στην Μέκκα.[62] Ο Μαρουάν Α΄ εξασφάλισε την κυριαρχία των Ομεϋαδών στην βόρεια Συρία και μέχρι τον θάνατο του προσπάθησε να την διατηρήσει.[7] Η κυριαρχία του στην Αίγυπτο εξασφαλίστηκε μέχρι την άνοιξη του 685 με την βοήθεια της Αραβικής αριστοκρατίας της τοπικής πρωτεύουσας Φουστάτ.[59] Ο τοπικός κυβερνήτης της Αιγύπτου εκδιώχθηκε και αντικαταστάθηκε με τον γιο του ίδιου του Μαρουάν Α΄ Άμπντ Αλ-Αζίζ.[7][59] Οι δυνάμεις του Μαρουάν Α΄ κατόπιν υπό την ηγεσία του Αμρ ιμπν Σαΐντ απέκρουσαν μια εκστρατεία στην Παλαιστίνη στην οποία ηγήθηκε ο Μουσάμπ, αδελφός του Αλ-Ζούμπαϊρ.[7][63] Ο Μαρουάν Α΄ έστειλε κατόπιν τον γιο του Μωάμεθ για να ελέγξει τους Καϊσίτες που ζούσαν στην μέση περιοχή του Ευφράτη.[59] Στις αρχές του 685 έστειλε μια αποστολή υπό την ηγεσία του Ιμπν Ζιάντ με στόχο να κατακτήσει το Ιράκ από τους οπαδούς του Αλ-Ζούμπαϊρ και του προηγούμενου Χαλίφη Αλί, γενάρχη των Σιιτών.[7]
Θάνατος
ΕπεξεργασίαΜετά από ένα Χαλιφάτο που διατηρήθηκε 6 με 10 μήνες ο Μαρουάν Α΄ πέθανε την άνοιξη του 685.[7] Η ακριβής ημερομηνία του θανάτου του δεν έχει καταγραφεί, βρίσκεται ανάμεσα στις 11 Απριλίου και στις 7 Μαΐου 685.[7] Οι περισσότερες Μεσαιωνικές πηγές αναφέρουν ότι πέθανε στην Δαμασκό, άλλες ότι πέθανε στην εξοχική του κατοικία κοντά στην Θάλασσα της Γαλιλαίας.[7] Οι περισσότερες Μεσαιωνικές πηγές λένε ότι δολοφονήθηκε στον ύπνο του από την σύζυγο του από εκδίκηση για μια προσωολή.[64] Οι σύγχρονοι ιστορικοί ωστόσο όπως ο Μπόσγουορθ το απορρίπτουν αναφέροντας ότι αιτία του θανάτου του ήταν η επιδημία πανώλης που μάστιζε εκείνη την εποχή την Συρία.[7] Με την επιστροφή του από την Συρία στην Αίγυπτο (685) ο Μαρουάν Α΄ όρισε διαδόχους τους γιους του Αμπντ αλ-Μαλίκ ιμπν Μαρουάν και Άμπντ αλ-Αζίζ. Με την άφιξη του πληροφορήθηκε ότι ο Χασάν ιμπν Μαλίκ ιμπν Μπαχντάλ αλ-Κάλμπι όρισε σαν διάδοχο του τον Άμρ-ιμπν-Σαΐντ.[65] Ο Μαρουάν Α΄ κάλεσε τον Μπαχντάλ αλ-Κάλμπι, του ζήτησε να ακυρώσει την διαδοχή που προγραμμάτιζε και να ορκιστεί πίστη στον γιο του Αμπντ αλ Μαλίκ.[65] Ο Μαρουάν επιβεβαίωσε την διαδοχή σε Σούρα που συνεκλήθη στην Ζαμπίγια εντός του 684.[7] Η κληρονομική διαδοχή στους Χαλίφηδες του Ισλάμ επιβεβαιώθηκε πλέον επίσημα, ο Αμπντ αλ Μαλίκ τον διαδέχθηκε χωρίς αντίδραση από τους υπόλοιπους Ομεϋάδες Κουραϊσίτες.[66]
Παραπομπές
Επεξεργασία- ↑ 1,00 1,01 1,02 1,03 1,04 1,05 1,06 1,07 1,08 1,09 1,10 1,11 1,12 Bosworth 1991, σ. 621
- ↑ Della Vida & Bosworth 2000, σ. 838
- ↑ Donner 1981, σ. 77
- ↑ 4,0 4,1 4,2 Watt 1986, σ. 116
- ↑ Ahmed 2010, σ. 111
- ↑ Ahmed 2010, σσ. 119-120
- ↑ 7,00 7,01 7,02 7,03 7,04 7,05 7,06 7,07 7,08 7,09 7,10 7,11 7,12 7,13 7,14 7,15 7,16 7,17 7,18 7,19 7,20 7,21 7,22 7,23 Bosworth 1991, σ. 622
- ↑ Madelung 1997, σ. 81
- ↑ 9,0 9,1 9,2 9,3 Donner 2014, σ. 106
- ↑ 10,0 10,1 10,2 10,3 10,4 10,5 Kennedy 2004, σ. 91
- ↑ Madelung 1997, σ. 92
- ↑ Della Vida & Khoury 2000, σ. 947
- ↑ Madelung 1997, σσ. 86-89
- ↑ Hinds 1972, σσ. 457–459
- ↑ Madelung 1997, σσ. 127, 135
- ↑ 16,0 16,1 16,2 16,3 16,4 Hinds 1972, σ. 457
- ↑ Madelung 1997, σ. 136
- ↑ Madelung 1997, σ. 137
- ↑ Wellhausen 1927, σσ. 50–51
- ↑ Anthony 2011, σ. 112
- ↑ Wellhausen 1927, σσ. 52–53, 55–56
- ↑ Vaglieri 1965, σ. 416
- ↑ 23,0 23,1 Madelung 1997, σ. 171
- ↑ Landau-Tasseron 1998, σσ. 27–28
- ↑ 25,0 25,1 Madelung 2000, σ. 162
- ↑ Madelung 1997, σσ. 235–236
- ↑ Kennedy 2004, σσ. 77–80
- ↑ 28,0 28,1 Hinds 1993, σ. 265
- ↑ Wellhausen 1927, σσ. 104, 111
- ↑ Wellhausen 1927, σσ. 59–60, 161
- ↑ Wellhausen 1927, σσ. 136, 161
- ↑ Wellhausen 1927, σ. 136
- ↑ Madelung 1997, σσ. 343–345
- ↑ Madelung 1997, σ. 332
- ↑ Madelung 1997, σ. 333
- ↑ Madelung 1997, σσ. 341–342
- ↑ Madelung 1997, σσ. 342–343
- ↑ Madelung 1997, σ. 343
- ↑ Howard 1990, σ. 2
- ↑ Wellhausen 1927, σσ. 142, 144–145
- ↑ 41,0 41,1 Kennedy 2004, σ. 90
- ↑ Wellhausen 1927, σσ. 145–146
- ↑ Howard 1990, σσ. 4–5
- ↑ Howard 1990, σ. 5
- ↑ Wellhausen 1927, σ. 146
- ↑ Wellhausen 1927, σ. 147
- ↑ Wellhausen 1927, σσ. 147-148
- ↑ Wellhausen 1927, σ. 154
- ↑ Vaglieri 1971, σ. 226
- ↑ Vaglieri 1971, σ. 227
- ↑ Gibb 1960, σ. 55
- ↑ Duri 2011, σ. 23
- ↑ Duri 2011, σσ. 23–24
- ↑ Duri 2011, σσ. 23-24
- ↑ Duri 2011, σσ. 23–25
- ↑ Duri 2011, σσ. 24–25
- ↑ Rihan 2014, σ. 104
- ↑ Cobb 2001, σσ. 69–70
- ↑ 59,0 59,1 59,2 59,3 59,4 Kennedy 2004, σ. 92
- ↑ Wellhausen 1927, σ. 182
- ↑ Madelung 1997, σ. 349
- ↑ Biesterfeldt & Günther 2018, σ. 953
- ↑ Wellhausen 1927, σ. 185
- ↑ Madelung 1997, σ. 351
- ↑ 65,0 65,1 Mayer 1952, σ. 185
- ↑ Duri 2011, σ. 25
Πηγές
Επεξεργασία- Ahmed, Asad Q. (2010). The Religious Elite of the Early Islamic Ḥijāz: Five Prosopographical Case Studies. Oxford: University of Oxford Linacre College Unit for Prosopographical Research.
- Biesterfeldt, Hinrich; Günther, Sebastian (2018). The Works of Ibn Wāḍiḥ al-Yaʿqūbī (Volume 3): An English Translation. Leiden: E. J. Brill.
- Bosworth, C.E. (1991). "Marwān I b. al-Ḥakam". In Bosworth, C. E.; van Donzel, E. & Pellat, Ch. (eds.). The Encyclopaedia of Islam, Second Edition. Volume VI: Mahk–Mid. Leiden: E. J. Brill. σσ. 621–623.
- Cobb, Paul M. (2001). White Banners: Contention in 'Abbasid Syria, 750-880. Albany, New York: State University of New York Press.
- Della Vida, Giorgio Levi & Bosworth, C. E. (2000). "Umayya b. ʿAbd Shams". In Bearman, P. J.; Bianquis, Th.; Bosworth, C. E.; van Donzel, E. & Heinrichs, W. P. (eds.). The Encyclopaedia of Islam, Second Edition. Volume X: T–U. Leiden: E. J. Brill. σσ. 837–839.
- Della Vida, Giorgio Levi & Khoury, Raif Georges (2000). "ʿUthmān b. ʿAffān". In Bearman, P. J.; Bianquis, Th.; Bosworth, C. E.; van Donzel, E. & Heinrichs, W. P. (eds.). The Encyclopaedia of Islam, Second Edition. Volume X: T–U. Leiden: E. J. Brill. σσ. 946–949
- Donner, Fred M. (1981). The Early Islamic Conquests. Princeton: Princeton University Press.
- Donner, Fred M. (2014). "Was Marwan ibn al-Hakam the First 'Real' Muslim". In Savant, Sarah Bowen; de Felipe, Helena (eds.). Genealogy and Knowledge in Muslim Societies: Understanding the Past. Edinburgh: Edinburgh University Press. σσ. 105–114.
- Duri, Abd al-Aziz (2011). Early Islamic Institutions: Administration and Taxation from the Caliphate to the Umayyads and ʿAbbāsids. Translated by Razia Ali. London and Beirut: I. B. Tauris and Centre for Arab Unity Studies.
- Gibb, H. A. R. (1960). "ʿAbd Allāh ibn al-Zubayr". In Gibb, H. A. R.; Kramers, J. H.; Lévi-Provençal, E.; Schacht, J.; Lewis, B. & Pellat, Ch. (eds.). The Encyclopaedia of Islam, Second Edition. Volume I: A–B. Leiden: E. J. Brill. σσ. 54–55.
- Hawting, G. R., ed. (1989). The History of al-Ṭabarī, Volume XX: The Collapse of Sufyānid Authority and the Coming of the Marwānids: The Caliphates of Muʿāwiyah II and Marwān I and the Beginning of the Caliphate of ʿAbd al-Malik, A.D. 683–685/A.H. 64–66. SUNY Series in Near Eastern Studies. Albany, New York: State University of New York Press.
- Hawting, Gerald R. (2000). The First Dynasty of Islam: The Umayyad Caliphate AD 661–750 (Second ed.). London and New York: Routledge.
- Hinds, Martin (October 1972). "The Murder of the Caliph 'Uthman". International Journal of Middle East Studies. 13 (4): 450–469.
- Hinds, M. (1993). "Muʿāwiya I b. Abī Sufyān". In Bosworth, C. E.; van Donzel, E.; Heinrichs, W. P. & Pellat, Ch. (eds.). The Encyclopaedia of Islam, Second Edition. Volume VII: Mif–Naz. Leiden: E. J. Brill. σσ. 263–268.
- Howard, I. K. A., ed. (1990). The History of al-Ṭabarī, Volume XIX: The Caliphate of Yazīd ibn Muʿāwiyah, A.D. 680–683/A.H. 60–64. SUNY Series in Near Eastern Studies. Albany, New York: State University of New York Press.
- Kennedy, Hugh (2004). The Prophet and the Age of the Caliphates: The Islamic Near East from the 6th to the 11th Century (Second ed.). Harlow: Longman.
- Landau-Tasseron, Ella, ed. (1998). The History of al-Ṭabarī, Volume XXXIX: Biographies of the Prophet's Companions and their Successors: al-Ṭabarī's Supplement to his History. SUNY Series in Near Eastern Studies. Albany, New York: State University of New York Press.
- Madelung, Wilferd (1997). The Succession to Muhammad: A Study of the Early Caliphate. Cambridge: Cambridge University Press.
- Madelung, W. (2000). "Ṭalḥa". In Bearman, P. J.; Bianquis, Th.; Bosworth, C. E.; van Donzel, E. & Heinrichs, W. P. (eds.). The Encyclopaedia of Islam, Second Edition. Volume X: T–U. Leiden: E. J. Brill. σσ. 161–162.
- Mayer, L. A. (1952). "As-Sinnabra". Israel Exploration Journal. 2 (3): 183–187.
- Rihan, Mohammad (2014). The Politics and Culture of an Umayyad Tribe: Conflict and Factionalism in the Early Islamic Period. London and New York: I. B. Tauris.
- Vaglieri, L. Veccia (1965). "Al-Djamal". In Lewis, B.; Pellat, Ch. & Schacht, J. (eds.). The Encyclopaedia of Islam, Second Edition. Volume II: C–G. Leiden: E. J. Brill. σσ. 414–416. *Vaglieri, L. Veccia (1971). "Al-Ḥarra". In Lewis, B.; Ménage, V. L.; Pellat, Ch. & Schacht, J. (eds.). The Encyclopaedia of Islam, Second Edition. Volume III: H–Iram. Leiden: E. J. Brill. σσ. 226–227.
- Watt, W. M. (1986). "Kināna". In Bosworth, C. E.; van Donzel, E.; Lewis, B. & Pellat, Ch. (eds.). The Encyclopaedia of Islam, Second Edition. Volume V: Khe–Mahi. Leiden: E. J. Brill. σ. 116.
- Wellhausen, Julius (1927). The Arab Kingdom and Its Fall. Translated by Margaret Graham Weir. Calcutta: University of Calcutta.
- Anthony, Sean (25 November 2011). The Caliph and the Heretic: Ibn Saba' and the Origins of Shi'ism. BRILL.