Το μεταθέατρο εστιάζει «στο ίδιο το θέατρο, που «μιλά» κατά συνέπεια για τον εαυτό του κι «αυτοπαρουσιάζεται»»[1], κάτι που γίνεται πολύ καθαρό και άμεσο με την τεχνική του «θέατρο εν θεάτρω».[2] Χαρακτηριστικό παράδειγμα της τεχνικής αυτής συναντάμε στο κείμενο του Σαίξπηρ "Άμλετ", όπου ένας θίασος ηθοποιών πηγαίνει στο παλάτι για να παίξει μια παράσταση. Όμως, μεταθεατρικά στοιχεία μπορούμε να συναντήσουμε και με πιο έμμεσους τρόπους. Πολύ χαρακτηριστικά αναφέρει ο Patrice Pavis για το μεταθέατρο:

Αν το θέατρο είναι όντως μια μεταεπικοινωνία (ΟΣΟΛΣΟΜΠ, 1981) (επικοινωνία με το κοινό μιας επικοινωνίας μεταξύ των ηθοποιών), θα πρέπει να αναζητήσουμε στις δύο αυτές επικοινωνίες (την εξωτερική και την εσωτερική) μια κοινή θεώρηση: το δραματικό πρόσωπο είναι κατ’ ανάγκη φτιαγμένο από την ίδια επικοινωνιακή ύλη που έχει ο δραματουργός κατά νου (ακόμη και ασαφώς). Ο τύπος για κάθε πράξη ομιλίας του δραματικού κειμένου πράγματι είναι: «Εγώ (1) λέγω ότι εγώ (2) λέγω…». Το πρώτο εγώ είναι θεωρητικά ένα αντικείμενο αυτός, του συγγραφέα, αλλά είναι επίσης αυτός που αφηγείται με το δικό του τρόπο αυτό που εμφανίζεται δεικνυόμενο μόνο μιμητικά. Το δεύτερο εγώ, αυτό του δραματικού προσώπου, υποτίθεται ότι είναι το υποκείμενο των ρημάτων δράσης και δεν στοχάζεται πάνω στην κατάστασή του ως ομιλητή∙ εντούτοις, το δραματικό πρόσωπο μπορεί να αποκαλυφθεί ως παραγωγός της ομιλίας, ως εκφέρων χωρίς άλλο εκφερόμενο, πέραν του ότι είναι ένα «ομιλούν είναι» (Μαριβώ, Μπρεχτ, Πινζέ). Ανάμεσα σε αυτά τα δυο εγώ, με τα ασαφή περιγράμματα, στήνεται ένα παιχνίδι ταύτισης και ανταλλαγής. Η μεταθεατρικότητα είναι θεμελιακή ιδιότητα κάθε θεατρικής επικοινωνίας. Το «εγχείρημα μετά» του θεάτρου συνίσταται στο να εκληφθούν η σκηνή και ό,τι την αποτελεί –ηθοποιός, σκηνικό, κείμενο- ως αντικείμενα εγκαλυπτόμενα από ένα καταδεικτικό κι αρνητικό σημείο («δεν είναι ένα αντικείμενο, αλλά η σημασία του αντικειμένου»). Κατά τον ίδιο τρόπο, που ο ποιητικός λόγος ορίζεται ως καλλιτεχνική μέθοδο, το θέατρο ορίζεται ως κόσμος κυριευμένος ήδη από τη ψευδαίσθηση και τη θεατρικότητα.[3]

Σύμφωνα με τα παραπάνω, μπορούμε να καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι κάθε θεατρικό δρώμενο ενέχει το στοιχείο της μεταθεατρικότητας, ακόμα κι αν αυτό δεν γίνεται πάντα φανερό. Όπως υποστηρίζει και ο Richard Hornby, ένα θεατρικό έργο δεν αντικατοπτρίζει την ζωή, αλλά τον ίδιο του τον εαυτό.[4] Εξετάζοντας την έννοια «metadrama», ο ίδιος υποστηρίζει ότι δεν είναι ένα φαινόμενο που περιορίζεται σε μερικούς συγγραφείς ή σε συγκεκριμένες περιόδους, αλλά ότι το συναντούμε παντού στην ιστορία του θεάτρου. Με αυτό προσπαθεί να ξεκαθαρίσει ότι κανένα έργο δεν μπορεί να αντικατοπτρίζει πιστά την πραγματικότητα και ότι κάθε έργο είναι ένας έντεχνος στοχασμός πάνω στη ζωή και στο ίδιο το θέατρο. Ο συγγραφέας γνωρίζει πολύ καλά ότι το έργο του προορίζεται για τη σκηνή ενός θεάτρου και ότι με αυτό καταθέτει την άποψή του για το θέατρο.[5] Όταν μάλιστα, ο καλλιτέχνης χρησιμοποιήσει το μεταθεατρικό στοιχείο στην πιο ακραία του μορφή, τότε εμφανίζεται και ο όρος της «αποστασιοποίησης» ή αλλιώς του «παραξενίσματος»,[6]που έχει πλέον ταυτιστεί με τον Μπρεχτ. Στην περίπτωση του έργου Η όπερα της πεντάρας, ο Μπρεχτ κάνει ένα σχόλιο ουσιαστικά στην Όπερα του ζητιάνου του Τζων Γκαίυ. Βλέπουμε εδώ δηλαδή ένα θεατρικό έργο να σχολιάζει ένα άλλο θεατρικό έργο και τελικά το ίδιο το θέατρο να μιλάει για τον εαυτό του. Σε αυτό το έργο, όπως λέει και ο Μπερναρ Ντορτ, η κριτική που ασκεί ο Μπρεχτ είναι ταυτόχρονα θεατρική αλλά και κοινωνική.[7]


Παραπομπές Επεξεργασία

  1. Patrice Pavis, «μεταθέατρο» (λήμμα), μτφ. Αγνή Στρουμπούλη, Λεξικό του Θεάτρου, Gutenberg, Αθήνα 2006, σ. 306.
  2. Patrice Pavis, «θέατρο εν θεάτρω» (λήμμα), μτφ. Αγνή Στρουμπούλη, Gutenberg, Αθήνα 2006, σημ. «τύπος έργου ή παράστασης που έχει ως θέμα την αναπαράσταση ενός θεατρικού έργου: το κοινό παρακολουθεί μια παράσταση, στην οποία ένα κοινό ηθοποιών παρακαλουθεί επίσης μια παράσταση».
  3. Patrice Pavis, «μεταθέατρο».
  4. Richard Hornby, Drama, Metadrama and Perception, Associated University Presses, USA 1986, σ. 17.
  5. Στο ίδιο, σ. 26. “Rather than mirroring life passively, drama is instead a means of thinking about life, a way of organizing and categorizing it
  6. Στο ίδιο, σ. 32.
  7. Μπερναρ Ντορτ, Ανάγνωση του Μπρεχτ, σ. 75–76.