Η Μικροϊστορία είναι μια μορφή της επιστημονικής κοινωνικής Ιστορίας, που πρωταρχικό σκοπό έχει να συμπεριλάβει στο επιστημονικό ιστορικό αφήγημα ανθρώπους που κινήθηκαν ιστορικά μακριά από τον χώρο των επωνύμων πρωταγωνιστών των ιστορικών εξελίξεων -π.χ. μακριά από τους χώρους λήψης των αποφάσεων της "υψηλής πολιτικής" των κρατών-, ώστε να ρίξει φως στις επιπτώσεις των κεντρικών ιστορικών γεγονότων στη ζωή και στον τρόπο σκέψης των απλών ανθρώπων. Η Μικροϊστορία συχνά εξετάζει πλευρές μιας τοπικής Ιστορίας σε μικρή κλίμακα (λόγου χάριν, την ιστορία μιας περιορισμένης γεωγραφικής περιφέρειας μιας χώρας στη χρονική έκταση μιας τετραετίας) και όχι σπάνια επικεντρώνεται στην εξιστόριση της καθημερινότητας απλών ανθρώπων σε μια δοσμένη, μικρής έκτασης, χρονική περίοδο.Έτσι, συχνά στοχεύει στο να ρίξει φως σε γεγονότα και περιστατικά που έμειναν στο περιθώριο ή που δεν συμπεριελήφθησαν στην παραδοσιακή ιστοριογραφία.

Όπως εύστοχα σημειώνει ο Έντουαρντ Μιούιρ (Edward Muir), η Μικροϊστορία στοχεύει στο «να φωτίσει την ιστορική αιτιότητα στο επίπεδο των μικρών ομάδων, όπου λαμβάνει χώρα το μεγαλύτερο κομμάτι της ζωής».[1] Η μικροϊστορία αναπτύσσεται σε διαλεκτική σχέση με την μακροϊστορία, όταν ο ιστορικός προσπαθεί να εντοπίσει ομοιότητες και διαφορές ανάμεσα στην εκδήλωση ενός ιστορικού φαινομένου στο τοπικό επίπεδο σε σχέση με το γενικό, και κυρίως όταν προσπαθεί να διαπιστώσει τον βαθμό επηρεασμού της μικροϊστορίας από την μακροϊστορία και το αντίστροφο.

Βιβλιογραφία Επεξεργασία

  • E. Muir, «Introduction: Observing Trifles», στο Muir Ruggiero (επιμ.) "Microhistory and the Lost Peoples of Europe", Johns Hopkins University Press, 1991.

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. Edward Muir, «Introduction: Observing Trifles», στο Muir Ruggiero (επιμ.) "Microhistory and the Lost Peoples of Europe" σ. xxi, Johns Hopkins University Press, 1991.