Ο νωβελίσσιμος (λατ. nobilissimus [ευγενέστατος][1]) ήταν αξίωμα στην ύστερη Ρωμαϊκή και μετέπειτα Βυζαντινή Αυτοκρατορία.

Ήλκε την καταγωγή του από τους ρωμαϊκούς χρόνους, οπότε και λειτουργούσε ως επιθετικός προσδιορισμός στον τίτλο του Καίσαρος, όταν ο τιτλούχος τελούσε ως διάδοχος του θρόνου. Η χρήση του όρου εμφανίζεται με τον Γέτα περί το έτος 198 μ.Χ., ο οποίος αποκαλούνταν «Νωβελίσσιμος Καίσαρ» (nobilissimus Caesar).[2]

Κατά τον ιστορικό Ζώσιμο, ο Μέγας Κωνσταντίνος (βασ. 306-337) χρησιμοποίησε τον τίτλο ώστε να προσδώσει κύρος σε ορισμένα μέλη της οικογενείας του, αποκλείοντάς τους όμως κατ' αυτό τον τρόπο από τη διαδοχή.[1] Με την πάροδο του χρόνου ο τίτλος παρέμεινε σε χρήση ως δεύτερος τη τάξει μετά από αυτόν του Καίσαρα και εμφανίζεται μέχρι και τα μέσα του 11ου αιώνα[1]

Στο Κλητορολόγιον του Φιλοθέου (899) περιγράφονται όχι μόνο τα χαρακτηριστικά του αξιώματος, αλλά τα ενδύματα και τα διακριτικά που αντιστοιχούν σε αυτόν· ο νωβελίσσιμος διαθέτει χιτώνα, μανδύα και ζωνάρι ιώδους χρώματος και το αξίωμα παραδίδεται σε ειδική τελετή δια χειρός αυτοκράτορα, σηματοδοτώντας το υψηλό ανάστημα του αξιώματος.[3]

Από τα τέλη του 11ου αι. ο τίτλος αποδίδεται σε υψηλούς στρατιωτικούς αξιωματούχους, με πρώτο παραλήπτη του αξιώματος τον μελλοντικό αυτοκράτορα Αλέξιο Α΄ Κομνηνό.[1] Υπό τη βασιλεία του Κομνηνού οι τιτλούχοι αυξήθηκαν σε τέτοιο βαθμό, που το αξίωμα έχασε σε κύρος και αξία. Για να υπερκεραστεί η υποτίμηση αυτή, δημιουργήθηκαν κατά τον 12ο αι. δύο νέοι τίτλοι, ο πρωτονωβελίσσιμος και ο πρωτονωβελισσιμοϋπέρτατος.[1]

Τιτλούχοι Επεξεργασία

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. 1,0 1,1 1,2 1,3 1,4 Kazhdan 1991, σελίδες 1489–1490.
  2. Mitthof 1993, σελίδες 97–111.
  3. Bury 1911, σελ. 22.

Πηγές Επεξεργασία

 
 
Στο λήμμα αυτό έχει ενσωματωθεί κείμενο από το λήμμα Nobilissimus της Αγγλικής Βικιπαίδειας, η οποία διανέμεται υπό την GNU FDL και την CC-BY-SA 4.0. (ιστορικό/συντάκτες).