Ο δρόμος χωρίς όνομα (μυθιστόρημα)

Μυθιστόρημα του Μαρσέλ Αιμέ

Ο δρόμος χωρίς όνομα (γαλλικός τίτλος: La Rue sans nom) είναι μυθιστόρημα του Μαρσέλ Αιμέ, που εκδόθηκε το 1930. Η ιστορία επικεντρώνεται σε έναν δρόμο σε παρισινό προάστιο όπου διαμένουν Ιταλοί και Γάλλοι εργάτες. Κύρια θέματα είναι η ξενοφοβία, η φτώχεια, ο αλκοολισμός, ο έρωτας, η τρέλα και τα γηρατειά.[1]

Ο δρόμος χωρίς όνομα
Εξώφυλλο έκδοσης του 2016
ΣυγγραφέαςΜαρσέλ Εμέ
ΤίτλοςLa Rue sans nom
ΓλώσσαΓαλλικά
Ημερομηνία δημοσίευσης1930
Μορφήμυθιστόρημα
ΤόποςΠαρίσι

Παρουσίαση Επεξεργασία

Όπως υποδηλώνει ο τίτλος του, το μυθιστόρημα διαδραματίζεται σε έναν ανώνυμο δρόμο ενός προαστίου του Παρισιού όπου ζουν εργάτες σε άθλιες συνθήκες διαβίωσης. Από τα χαράματα ο δρόμος της λαϊκής φτωχογειτονιάς αντηχεί από τους άνδρες που φεύγουν για τη δουλειά. Οι πόρτες των σπιτιών χτυπούν, οι σόλες σέρνονται μέσα στη λάσπη, οι φωνές, ο βήχας και μερικές φορές τα γέλια υψώνονται κατά μήκος των προσόψεων. Πρώτοι ξεκινούν οι Ιταλοί μετανάστες, που είναι χτίστες ή ναυτικοί και ζουν στα τελευταία σπίτια του δρόμου, τα πιο ερειπωμένα. Τους ακολουθούν οι εργάτες που παίρνουν το δρόμο για το εργοστάσιο. Για να ζεσταθούν, μερικές φορές σταματούν στο μπιστρό για να πιουν ένα ποτήρι ρούμι. Οι μέρες της δουλειάς διαδέχονται η μία την άλλη και μοιάζουν ατελείωτες. Τις Κυριακές, πίνουν κρασί για να δραπετεύσουν από τον μόχθο και την καθημερινότητα και διασκεδάζουν με τον ήχο ακορντεόν.[2]

Μέσα σ'αυτό το νοσηρό σκηνικό προετοιμάζεται το δράμα: Ο Μεούλ, δύο φορές δολοφόνος, ζει με τη γυναίκα και τον γιο του στη γειτονιά εδώ και αρκετά χρόνια, όταν ξαφνικά εμφανίζεται το παρελθόν του. Ένα χειμωνιάτικο βράδυ, τον επισκέπτεται ένας παλιός συνεργός του, ο Φονόκλ, ο οποίος του ζητά καταφύγιο - και καταλαβαίνουμε ότι αναζητείται από την αστυνομία μετά την απόδρασή του. [3]Ο άντρας εγκαθίσταται σε ένα από τα δωμάτια του φτωχικού σπιτιού με την 18χρονη κόρη του Νοά. Η μοιραία ομορφιά της νεαρής θα προκαλέσει πάθη και θα ταρακουνήσει τη μικρή κοινωνία. Ωστόσο, το δράμα παρουσιάζεται με δύο μορφές: ο άλλος λόγος ανησυχίας των κατοίκων είναι όταν μαθαίνουν ότι τα σπίτια τους θα κατεδαφιστούν και στη θέση τους θα ανεγερθούν γραφεία.[4]

Σχολιασμός Επεξεργασία

Ο Μαρσέλ Αιμέ απεικονίζει το εργατικό προλεταριάτο που εργάζεται σκληρά και ζει σε άθλιες συνθήκες. Περιγράφει κουρασμένους, παραιτημένους άντρες που βρίσκουν χαρά μόνο στο αλκοόλ ή στον πόθο. Οι γυναίκες συχνά ξυλοκοπούνται και τα παιδιά μεγαλώνουν στους δρόμους όπου κολλάνε τύφο που είναι θανατηφόρος. Ο συγγραφέας αναφέρεται επίσης στην ξενοφοβία εναντίον των Ιταλών μεταναστών, θύματα της ξενοφοβίας των Γάλλων που δεν είναι σε καλύτερη κατάσταση από αυτούς, που τους κατηγορούν για μείωση των μισθών και αποπλάνηση των γυναικών. Δεν είναι απλά ένα μυθιστόρημα για τον εργατικό κόσμο, αναφέρεται σε ανθρώπους που δραπετεύουν από την καθημερινότητά τους μέσα από τον έρωτα, την τρέλα ή την περιπέτεια. [5]

Ταινία Επεξεργασία

  • Το μυθιστόρημα διασκευάστηκε σε κινηματογραφική ταινία το 1934, σε σκηνοθεσία Πιέρ Σενάλ.[6]

Ελληνική μετάφραση Επεξεργασία

  • Ο δρόμος χωρίς όνομα. Μετάφραση Πόλα Ταχταλίδου, εκδόσεις Αστάρτη, 1989

Παραπομπές Επεξεργασία