Το Παλάτι του Λαύσου ή Λαύσος, επίσης γνωστό ως Λαυσείον, ήταν ένα κτίριο του 5ου αι. που βρίσκεται στην Κωνσταντινούπολη, το οποίο αποκτήθηκε και ανήκε στον ευνούχο Λαύσο .

Παλάτι του Λαύσου
Χάρτης
Είδοςανάκτορο
Αρχιτεκτονικήβυζαντινή αρχιτεκτονική
Γεωγραφικές συντεταγμένες41°0′28″N 28°58′31″E
Διοικητική υπαγωγήΚωνσταντινούπολη
ΧώραΤουρκία
Commons page Πολυμέσα
Η Αυτοκρατορική συνοικία της Κωνσταντινούπολης, με το Παλάτι του Λαύσου που βρίσκεται ακριβώς δυτικά του Ιπποδρόμου.
Περίγραμμα του ανακτόρου του Αντιόχου. Η βόρεια πτέρυγά του ταυτίζεται συχνά ως το Παλάτι του Λαύσου.
Μία ανακατασκευή (1572) του αγάλματος του Δία, φιλοτεχνημένου από τον Φειδία, όπως το είχε τοποθετήσει ο Λαύσος στο Παλάτι του.

Ο Λαύσος Επεξεργασία

Ο Λαύσος, ο οποίος είχε προηγουμένως υπηρετήσει ως ευνούχος στην Αυλή του Θεοδόσιου Β', έγινε ο αυτοκρατορικός αρχιθαλαμηπόλος κάπου γύρω στο 420. Αναφέρεται σε επιστολή του επισκόπου Καισαρείας ως φιλάνθρωπος για τους ενδεείς, αλλά επίσης ως πολύ πλούσιος και ιδιοκτήτης καλών ιδιοκτησιών. [1] Ο Μακρόβιος αναφέρει ότι ο Λαύσος έχασε τη θέση του ως αρχιθαλαμηπόλος, δύο μόνο χρόνια μετά την προαγωγή του· δέκα χρόνια περίπου μετά μάλλον ανέκτησε τον τίτλο του, έπειτα από σύσταση του Κύριλλου Α΄ Πατριάρχη Αλεξανδρείας και αποκατέστησε τον πλούτο του. [2]

Περιγραφή του παλατιού Επεξεργασία

Το Παλάτι του Λαύσου ήταν γνωστό σε όλη την Κωνσταντινούπολη για την τεράστια συλλογή ηρωικών και μυθολογικών αγαλμάτων, που ο ιδιοκτήτης τους στέγαζε μέσα στους τοίχους του. Ο Λαύσος συγκέντρωσε αυτήν την τεράστια συλλογή από ναούς στην ανατολή, που λεηλατήθηκαν και αδειάστηκαν κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Θεοδοσίου και, ως εκ τούτου, η συλλογή του ήταν πιθανώς η πιο ποικίλη, που υπήρχε εκείνη την εποχή στην Κωνσταντινούπολη. Η συλλογή ειδωλολατρικών αγαλμάτων του Λαύσου ήταν η πρώτη που συγκροτήθηκε ανυπόμονα για καθαρά αισθητικούς και ιστορικούς λόγους, καθώς ο ίδιος φέρεται να ήταν ευσεβής Χριστιανός. [3] Τα πιο διάσημα εκθέματα από τη συλλογή του ήταν τα αγάλματα του Δία από την Ολυμπία, που σμιλεύτηκε από τον Φειδία γύρω στο 500 π.Χ. [4] (ένα από τα Επτά Θαύματα του Αρχαίου Κόσμου) και της Αφροδίτης της Κνίδου του Πραξιτέλη. Ο Λαύσος είναι επίσης γνωστό ότι κατείχε την Ήρα της Σάμου και την Αθηνά της Λίνδου, καθώς και αλληγορικά αγάλματα του Έρωτα και του Καιρού. Οι αναφορές δείχνουν ότι ο Λαύσος είχε εκθέσει τη συλλογή του με μία συγκεκριμένη σειρά. Το προαναφερθέν άγαλμα του Δία βρισκόταν σε μία αψίδα στο άκρο της αίθουσας, με τον Έρωτα και τον Καιρό στο πλάι του. Ο ένας τοίχος ήταν αφιερωμένος σε αγάλματα θεαινών, ο άλλος σε γλυπτά ζώων.

Η ακριβής τοποθεσία του Ανακτόρου του Λαύσου στην Κωνσταντινούπολη είναι αμφιλεγόμενη, αν και είναι γενικά αποδεκτό ότι το Παλάτι συνδεόταν με τη δυτική πλευρά του Ιππόδρομου μέσω μίας ροτόντας και ότι ήταν δίπλα στο Παλάτι του Αντιόχου. Ήταν επίσης πολύ κοντά στη Μέση οδό, την κεντρική οδό της Κωνσταντινούπολης, στον κλάδο της που οδηγούσε από το Αυγουσταίον στη Χρυσή Πύλη. [5] Δείτε τον χάρτη στα δεξιά για πιο λεπτομερή ανάλυση.

Τόσο ο Ζωναράς όσο και ο Κεδρηνός [1] αναφέρουν ότι το Παλάτι του Λαύσου, μαζί με μεγάλο μέρος της πόλης, καταστράφηκε από πυρκαγιά το 475. Ολόκληρη η συλλογή του Λαύσου χάθηκε από τη φλόγα.

Η καταστροφή αυτή του ανακτόρου συνέβη πολύ μετά το θάνατο του Λαύσου, που είχε αποβιώσει τριάντα χρόνια νωρίτερα, περί το 436.

Σήμερα η Κινστέρνα του Φιλοξένου βρίσκεται κάτω από την τοποθεσία, όπου το Παλάτι του Λαύσου είναι κοινώς αποδεκτό ότι βρισκόταν. Τα ερείπια τού ανακτόρου τού Αντιόχου εξακολουθούν να παραμένουν στον χώρο σήμερα, όπως και τα ερείπια από τη Ροτόντα, που ένωνε το Παλάτι του Λαύσου με τον Ιππόδρομο. [1]

Βιβλιογραφικές αναφορές Επεξεργασία

  1. 1,0 1,1 1,2 Grout, James. «The Palace of Lausus - Encyclopaedia Romana». University of Chicago. Ανακτήθηκε στις 6 Οκτωβρίου 2008. 
  2. Bardill, Jonathan. The Palace of Lausus and Nearby Monuments in Constantinople: A Topographical Study. Archaeological Institute of America, σελ. 67–95. 
  3. Pearce, Susan M.· Alexandra Bounia (2001). The Collector's Voice. Ashgate Publishing, Ltd. σελ. 183. ISBN 1-85928-417-5. 
  4. Elsner, Jaś (1998). Imperial Rome and Christian Triumph. Oxford University Press. σελίδες 189. ISBN 0-19-284201-3. 
  5. Teetgen, ADA B. (2004). The Life and Times of the Empress Pulcheria Ad 399 to Ad 452. Kessinger Publishing. σελ. 162. ISBN 0-7661-9618-6.