Προντραζβιόρστκα (επίσης Προντραζβέρστκα, Ρωσικά: Продразвёрстка, продовольственная развёрстка) ήταν πολιτική των Μπολσεβίκων και εκστρατεία δήμευσης των σιτηρών και άλλων αγροτικών προϊόντων από τους αγρότες για μια ονομαστική σταθερή τιμή σύμφωνα με καθορισμένα ποσοστά (το ουσιαστικό ραζβιόρστκα, και το ρήμα ραζβερστατ’ αναφέρονται στην κατανομή της ζητουμένης συνολικής ποσότητας ως χρέη από τους προμηθευτές).

Ο όρος συχνά συνδέεται με τον πολεμικό κομμουνισμό κατά τον Ρωσικό Εμφύλιο Πόλεμο όταν εισήχθη από την κυβέρνηση των Μπολσεβίκων. Ωστόσο, οι Μπολσεβίκοι δανείστηκαν την ιδέα από την ραζβιόρστκα σιτηρών που καθιερώθηκε στην Ρωσική Αυτοκρατορία κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο το 1916.

Η ραζβιόρστκα των σιτηρών του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου Επεξεργασία

Το 1916 είδε μια επισιτιστική κρίση στην Ρωσική Αυτοκρατορία. Ενώ η συγκομιδή ήταν καλή στην Περιφέρεια του Κάτω Βόλγα και στην Δυτική Σιβηρία, η μεταφορά του με σιδηροδρόμους κατέρρευσε. Επιπλέον, η αγορά τροφίμων ήταν σε σύγχυση. Οι σταθερές τιμές για τις κυβερνητικές αγορές ήταν μη ελκυστικές. Το Διάταγμα της 29ης Νοεμβρίου 1916 (υπογραμμένο από τον Αλεξάντρ Ρίτιτς (Александр Риттих), του Υπουργείου Γεωργίας) εισήγαγε την ραζβιόρστκα ως την συγκέντρωση σιτηρών για αμυντικούς σκοπούς. Η Ρωσική Προσωρινή Κυβέρνηση που εγκαθιδρύθηκε μετά την Φεβρουαριανή Επανάσταση του 1917 δεν μπόρεσε να προτείνει κάποια κίνητρα για τους αγρότες, και το κρατικό μονοπώλιό της στις πωλήσεις σιτηρών απέτυχε να επιτύχει τον στόχο του.[1][2]

Σοβιετική Προντραζβιόρστκα Επεξεργασία

Το 1918 το κέντρο της Σοβιετικής Ρωσίας βρέθηκε αποκομμένο από τις πιο σημαντικές γεωργικές περιοχές της χώρας. Τα αποθέματα σιτηρών ήταν χαμηλά, προκαλώντας πείνα στον αστικό πληθυσμό, όπου η υποστήριξη για την κυβέρνηση των Μπολσεβίκων ήταν ισχυρότερη. Για να ικανοποιήσει τις ελάχιστες διατροφικές ανάγκες, η Σοβιετική κυβέρνηση εισήγαγε αυστηρό έλεγχο στα πλεονάσματα τροφίμων των ευημερούντων αγροτικών νοικοκυριών. Δεδομένου ότι πολλοί αγρότες ήταν εξαιρετικά δυσαρεστημένοι με αυτήν την πολιτική και προσπάθησαν να αντισταθούν, ονομάστηκαν “σαμποτέρ” (δολιοφθορείς) του μονοπωλίου ψωμιού του κράτους και υποστηρικτές του ελεύθερου “ληστρικού”, “κερδοσκοπικού” εμπορίου. Ο Βλαντιμίρ Λένιν πίστευε ότι η προντραζβιόρστκα ήταν ο μόνος δυνατός τρόπος να προμηθευτούν επαρκείς ποσότητες σιτηρών και άλλων γεωργικών προϊόντων για τον πληθυσμό των πόλεων στην διάρκεια του εμφυλίου πολέμου.[3]

Πριν την προντραζβιόρστκα, το Διάταγμα του Λένιν της 9ης Μαΐου 1918 ("О продовольственной диктатуре") εισήγαγε την έννοια της “παραγωγικής δικτατορίας”. Αυτό και άλλα μεταγενέστερα διατάγματα εντέλλονταν την αναγκαστική συγκέντρωση ειδών διατροφής, χωρίς περιορισμούς, και χρησιμοποιούσαν τον Ερυθρό Στρατό για να το επιτύχουν.

Το διάταγμα του Σόβναρκομ εισήγαγε την προντραζβιόρστκα σε όλη την Σοβιετική Ρωσία στις 11 Ιανουαρίου 1919. Η προντραζβιόρστκα επεκτάθηκε επίσης σε Ουκρανία και Λευκορωσία (1919), Τουρκεστάν και Σιβηρία (1920). Σύμφωνα με το διάταγμα του Λαϊκού Επιτροπάτου Εφοδιασμού για τις διαδικασίες της προντραζβιόρστκα (13 Ιανουαρίου 1919), η ποσότητα των διαφόρων ειδών προϊόντων που προορίζονταν για συγκέντρωση από το κράτος (κάποιοι ιστορικοί (κατ’ ευφημισμό) την αποκαλούν ολοκληρωτική δήμευση) υπολογιζόταν με βάση τα στοιχεία για τις εκτάσεις κάθε κυβερνείου βάσει καλλιέργειας, τον όγκο της καλλιέργειας και τα αποθέματα προηγούμενων χρόνων. Μέσα σε κάθε κυβερνείο, το σχέδιο συγκέντρωσης κατανεμόταν μεταξύ uyezds, volosts, χωριών και στη συνέχεια σε κάθε χωριστό αγροτικό νοικοκυριό. Οι διαδικασίες συγκέντρωσης γίνονταν από τις υπηρεσίες του Λαϊκού Επιτροπάτου Εφοδιασμού και τις προντότριαντς (продовольственный отряд, υπηρεσίες τροφίμων) με την βοήθεια των κόμπεντ (комитет бедноты, επιτροπές των φτωχών) και των τοπικών σοβιέτ.

Αρχικά, η προντραζβιόρστκα κάλυπτε την συγκέντρωση σιτηρών και ξηράς ζωοτροφής. Κατά την διάρκεια της εκστρατείας προμήθειας 1919 – 20, η προντραζβιόρστκα περιλάμβανε επίσης πατάτες και κρέας. Μέχρι το τέλος του 1920, περιλάμβανε σχεδόν κάθε είδος αγροτικών προϊόντων. Σύμφωνα με τις Σοβιετικές στατιστικές, οι αρχές συνέλεξαν 107,9 εκατομμύρια πούτια (1,77 εκατομμύρια μετρικούς τόνους) σιτηρών και ζωοτροφών το 1918 – 19, 212,5 εκατομμύρια πούτια (3,48 εκατομμύρια μετρικούς τόνους) το 1919 – 20, και 367 εκατομμύρια πούτια (6,01 εκατομμύρια μετρικούς τόνους) το 1920 – 21.

Η προντραζβιόρστκα επέτρεψε στην Σοβιετική κυβέρνηση να λύσει το σημαντικό πρόβλημα εφοδιασμού του Ερυθρού Στρατού και του αστικού πληθυσμού και της παροχής πρώτων υλών για διάφορες βιομηχανίες. Η προντραζβιόρστκα άφησε το σημάδι της στις σχέσεις εμπόρευμα – χρήμα, δεδομένου ότι οι αρχές είχαν απαγορεύσει την πώληση ψωμιού και σιτηρών. Επίσης επηρέασε πολλές, αν όχι όλες, τις πλευρές των σχέσεων μεταξύ της πόλης και του χωριού και έγινε ένα από τα πιο σημαντικά στοιχεία του συστήματος του πολεμικού κομμουνισμού.

Καθώς ο Ρωσικός Εμφύλιος Πόλεμος πλησίαζε στο τέλος του, η προντραζβιόρστκα έχασε την επικαιρότητά της, αλλά είχε κάνει μεγάλη ζημιά στον γεωργικό τομέα και προκάλεσε αυξανόμενη δυσαρέσκεια μέσα στους αγρότες. Καθώς η κυβέρνηση μεταπήδησε στην ΝΕΠ (Νέα Οικονομική Πολιτική), το διάταγμα του 10ου Συνεδρίου του Ρωσικού Κομμουνιστικού Κόμματος (μπ) τον Μάρτιο του 1921 αντικατέστησε την προντραζβιόρστκα με τον προντναλόγκ (φόρος τροφίμων).

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. N. M. Dronin, E. G. Bellinger (2005). Climate Dependence and Food Problems in Russia, 1900-1990: The Interaction ... CEU Press. σελίδες 65–66. ISBN 963-7326-10-3. 
  2. "г. session of State Duma", Free Duma (in Russian), RU: Kodeks, 14 February 1917, where Rittich reports on the introduction and results of the grain razvyorstka.
  3. Lenin, VI (1965), Collected Works 32, Moscow: Progress Publishers, p. 187.