Το ρυτό πληθ. ρυτά από το αρχαιοελληνικό ῥυτόν είναι δοχείο για πόσιμα υγρά ή χοές κατά τη διάρκεια σχετικών τελετουργιών. Εισηγμένα στην Ελλάδα μετά τους περσικούς πολέμους[1] τα ρυτά ήταν γνωστά στην αρχαία Περσία, όπου ονομάζονταν τακούκ (تکوک).

Ρυτόν του Ζωγράφου των Βρυξελλών R 330, περ. 470-60 π. Χ.

Ονομασία και λειτουργία

Επεξεργασία
 
Ρυτόν από την Ουγκαρίτ, άποψη από τον πυθμένα του δοχείου

Η λέξη αναφέρεται ότι προέρχεται από το ρήμα ρειν, και πιθανώς προέρχεται από Πρωτοϊνδοευρωπαϊκό *sreu-[2]. Στην τυπολογία του αγγείου ανήκουν χαρακτηριστικά όπως το ανοικτό στόμιο και η οπή κοντά στον πυθμένα που πιθανώς χρησίμευε στη διάχυση του υγρού. Η λέξη ρυτόν δεν υπάρχει στη μυκηναϊκή Ελληνική, αλλά το ταυρόμορφο μινωικό ρυτόν, αναφέρεται σε πινακίδες της Κνωσού, όπως για παράδειγμα η πινακίδα 231 (K872), ως Κε-ρα-α, με το ιδεόγραμμα του ταύρου[3].

Αναφορές

Επεξεργασία
  1. Bakker, Janine, Persian influence on Greece, στο Iran chamber society, accessed: January 2009.
  2. *sreu- Αρχειοθετήθηκε 2009-01-24 στο Wayback Machine.
  3. Ventris & Chadwick, Documents in Mycenaean Greek, 2nd Edition, Page 330.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Επεξεργασία