Ο Σάμιουελ Τζόνσον (Samuel Johnson, 18 Σεπτεμβρίου 1709 - 13 Δεκεμβρίου 1784), αναφερόμενος συχνά ως Δρ. Τζόνσον, ήταν Άγγλος συγγραφέας με διαρκή συμβολή στην αγγλική λογοτεχνία ως ποιητής, δοκιμιογράφος, ηθικολόγος, κριτικός λογοτεχνίας, βιογράφος, συντάκτης και λεξικογράφος. Ο Τζόνσον ήταν ένας αφοσιωμένος Αγγλικανός και περιγράφεται στο Εθνικό Βιογραφικό Λεξικό της Οξφόρδης ως "ο αναμφισβήτητα πιο διακεκριμένος άνθρωπος των γραμμάτων στην αγγλική ιστορία". Αποτελεί το θέμα της πιο διάσημης βιογραφίας στην αγγλική λογοτεχνία, που έχει τον τίτλο Η Ζωή του Σάμιουελ Τζόνσον και γράφτηκε από τον Τζέιμς Μπόσγουελ. Θεωρείται μια σημαντική φυσιογνωμία της πνευματικής ζωής και των γραμμάτων του 18ου αιώνα.[1]

Σάμιουελ Τζόνσον
ΌνομαΣάμιουελ Τζόνσον
ΓέννησηSamuel Johnson
18 Σεπτεμβρίου 1709
Λίτσφιλντ, Στάφορντσερ, Αγγλία
Θάνατος13 Δεκεμβρίου 1784 (75 ετών)
Λονδίνο, Αγγλία
Επάγγελμα/
ιδιότητες
Δοκιμιογράφος, λεξικογράφος, βιογράφος, ποιητής
ΓλώσσαΑγγλικά
ΥπηκοότηταΒασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας
Σχολές φοίτησηςΚολλέγιο Πέμπρουκ, King Edward VI College Stourbridge και King Edward VI School
Αξιοσημείωτα έργαA Dictionary of the English Language
Σύζυγος(οι)Ελίζαμπεθ Τζόνσον
Commons page Πολυμέσα σχετικά με τoν συγγραφέα

Γεννημένος στο Στάφορντσαϊρ, ο Τζόνσον φοίτησε στο Πανεπιστήμιο Πέμπροουκ της Οξφόρδης για ένα χρόνο περίπου αλλά η έλλειψη οικονομικών πόρων τον ανάγκασε να εγκαταλείψει τις σπουδές του. Αφού αρχικά εργάστηκε ως δάσκαλος, μετακόμισε στο Λονδίνο όπου άρχισε να γράφει για το περιοδικό The Gentleman's Magazine. Τα πρώτα του έργα περιλαμβάνουν την βιογραφία του Ρίτσαρντ Σάβατζ, τα ποιήματα Λονδίνο και Η Ματαιότητα των Ανθρώπινων Ευχών και το θεατρικό έργο Ειρήνη.

Μετά από εννέα χρόνια εργασίας, δημοσιεύσε το 1755, το Λεξικό της Αγγλικής Γλώσσας. Συνεισέφερε ένα αρκετά σημαντικό έργο στην σύγχρονη αγγλική γλώσσα και έχει αναγνωριστεί ως "ένα από τα μεγαλύτερα επιτεύγματα ανθρώπου". Αυτό το έργο έφερε δημοτικότητα και επιτυχία στον Τζόνσον. Μέχρι την ολοκλήρωση του πρώτου αγγλικού λεξικού της Οξφόρδης 150 χρόνια αργότερα, το λεξικό του Τζόνσον ήταν το βασικό βρετανικό λεξικό στην χώρα. Τα ύστερα έργα του Τζόνσον περιλάμβαναν δοκίμια, μια ειδική έκδοση με σχολιασμό των έργων του Ουίλιαμ Σαίξπηρ και την ευρέως πολυδιαβασμένη ιστορία Η Ιστορία του Ράσσελας, Πρίγκιπα της Αβισσινίας. Το 1763 έγινε φίλος με τον Τζέιμς Μπόσγουελ, με τον οποίο ταξίδεψε στην Σκωτία. Ο Τζόνσον περιέγραψε τα ταξίδια τους στο έργο Ένα Ταξίδι στα Δυτικά Νησιά της Σκωτίας. Κατά τα τελευταία χρόνια της ζωής του, συνέγραψε μαζικά τις ζωές των πιο διακεκριμένων Άγγλων ποιητών οι οποίες αποτελούν μια συλλογή από βιογραφίες και αξιολογήσεις των ποιητών του 17ου και 18ου αιώνα.

Ο Τζόνσον ήταν ένας ψηλός και εύσωμος άνθρωπος. Οι περίεργες κινήσεις και τα τικ του ανησυχούσαν μερικούς όταν τον συναντούσαν για πρώτη φορά. Η βιογραφία του Μπόσγουελ, μαζί με άλλες βιογραφίες, τεκμηρίωσε την συμπεριφορά και τους τρόπους του Τζόνσον με τέτοια λεπτομέρεια ώστε μετά το θάνατό του ενημερώθηκαν για την διάγνωση του συνδρόμου Τουρέτ, μια κατάσταση που δεν είχε καθοριστεί ούτε διαγνωστεί κατά τον 18ο αιώνα. Μετά από μια σειρά από ασθένειες, ο Τζόνσον πέθανε το βράδυ της 13ης Δεκεμβρίου 1784 και θάφτηκε στο Αβαείο του Ουέστμινστερ. Στα χρόνια που ακολούθησαν τον θάνατό του, ο Τζόνσον άρχισε να αναγνωρίζεται ως ένα άτομο με μια διαρκή επίδραση στη λογοτεχνική κριτική ενώ ορισμένοι ισχυρίστηκαν ότι αυτός ήταν ο πραγματικά μεγάλος κριτικός της αγγλικής λογοτεχνίας.

Λογοτεχνική κριτική

Επεξεργασία

Τα έργα του Τζόνσον, ιδιαίτερα η σειρά Βιογραφιών του, παρουσιάζουν διάφορα χαρακτηριστικά εξαιρετικής γραφής. Πίστευε ότι η καλύτερη ποίηση βασιζόταν στην σύγχρονη γλώσσα και δεν του άρεσε η χρήση της διακοσμητικής ή σκόπιμα αρχαϊκής γλώσσας. Ήταν ύποπτος σχετικά με την ποιητική γλώσσα που χρησιμοποιείται από τον Μίλτον, για τον οποίο πίστευε ότι ο κενός στίχος του θα εμπνεύσει πολλές κακές απομιμήσεις. Επίσης ο Τζόνσον αντιτάχθηκε στην ποιητική γλώσσα του σύγχρονού του Τόμας Γκρέη. Το μεγάλο παράπονό του ήταν ότι οι ασαφείς υπαινιγμοί που βρέθηκαν σε έργα όπως το Λυκόφως του Μίλτον είχαν χρησιμοποιηθεί υπερβολικά. Ο ίδιος προτιμούσε την ποίηση η οποία θα μπορούσε να διαβαστεί και να γίνει κατανοητή αρκετά εύκολα. Εκτός από τις απόψεις του περί γλώσσας, ο Τζόνσον πίστευε επίσης ότι ένα καλό ποίημα περιείχε νέες και μοναδικές εικόνες.

Στα μικρότερα ποιητικά του έργα ο Τζόνσον βασίστηκε σε σύντομες γραμμές και συμπλήρωσε τη δουλειά του με ένα συναίσθημα ενσυναίσθησης, το οποίο πιθανόν να επηρέασε το ποιητικό ύφος του Χουσμάν. Στο ποίημα Λονδίνο, ο Τζόνσον χρησιμοποιεί την ποιητική μορφή για να εκφράσει την πολιτική του γνώμη και, όπως αρμόζει σε έναν νέο συγγραφέα, προσεγγίζει το θέμα με ένα παιχνιδιάρικο και σχεδόν χαρούμενο τρόπο. Ωστόσο στο δεύτερο ποίημά του, Η Ματαιότητα των Ανθρώπινων Ευχών, διάγει μια τελείως διαφορετική προσέγγιση. Η γλώσσα παραμένει απλή αλλά το ποίημα γίνεται πιο περίπλοκο και πιο δύσκολο στην ανάγνωση επειδή ο Τζόνσον προσπαθεί να περιγράψει την σύνθετη χριστιανική ηθική. Οι χριστιανικές αξίες δεν είναι μοναδικές για αυτό το ποίημα αλλά περιέχουν απόψεις που εκφράζονται στα περισσότερα έργα του Τζόνσον. Ειδικότερα ο Τζόνσον τονίζει την απεριόριστη αγάπη του Θεού και τονίζει ότι η ευτυχία μπορεί να επιτευχθεί με ενάρετη δράση.

Όσον αφορά τις βιογραφίες, ο Τζόνσον διαφώνησε με την βιογραφική χρήση από τον Πλούταρχο για να επαινέσει και να διδάξει την ηθική. Αντ'αυτού ο Τζόνσον πίστευε στην ακριβή απεικόνιση των βιογραφικών θεμάτων και στις ενδεχόμενες αρνητικές πτυχές της ζωής των βιογραφούμενων. Επειδή η εμμονή του στην ακρίβεια της βιογραφίας ήταν ελάχιστα επαναστατική, ο Τζόνσον αναγκάστηκε να αγωνιστεί ενάντια σε μια κοινωνία που δεν θέλησε να δεχτεί τα βιογραφικά στοιχεία που θα μπορούσαν να θεωρηθούν ότι αμαυρώνουν μια φήμη. Επιπλέον ο Τζόνσον πίστευε ότι η βιογραφία δεν έπρεπε να περιορίζεται στα πιο διάσημα πρόσωπα καθώς και η βιογραφία των λιγότερο σημαντικών προσώπων ήταν εξίσου σημαντική. Έτσι στις Βιογραφίες του προτίμησε τόσο τους γνωστότερους όσο και τους λιγότερο γνωστούς ποιητές. Σε όλες τις Βιογραφίες του επέμενε να συμπεριλάβει όλα όσα οι υπόλοιποι θεωρούσαν ασήμαντες λεπτομέρειες για να περιγράψουν πλήρως την ζωή των υποκειμένων τους. Ο Τζόνσον θεώρησε το λογοτεχνικό είδος της αυτοβιογραφίας και του ημερολογίου, συμπεριλαμβανομένου του δικού του, ως ένα είδος με την μεγαλύτερη σημασία. Σε ένα έργο του αναφέρει ότι ο συγγραφέας μιας αυτοβιογραφίας είναι το λιγότερο πιθανό άτομο που θα στρεβλώσει την ίδια την ζωή του.

Οι σκέψεις του Τζόνσον σχετικά με την βιογραφία και την ποίηση συνενώθηκαν στην άποψή του για το τι θα έκανε έναν καλό κριτικό. Στα έργα του κυριαρχούσε η πρόθεσή του να τα χρησιμοποιήσει για λογοτεχνική κριτική. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για το αγγλικό λεξικό του, για το οποίο έγραψε : "Πρόσφατα δημοσίευσα ένα λεξικό όπως αυτά που συνέταξαν οι Ακαδημίες της Ιταλίας και της Γαλλίας, για την χρήση άλλων παρόμοιων που επιδιώκουν την ακρίβεια της κριτικής ή την κομψότητα του στυλ". Παρόλο που μια μικρότερη έκδοση του λεξικού του έγινε το τυπικό οικιακό λεξικό, το αρχικό λεξικό του Τζόνσον ήταν ένα ακαδημαϊκό εργαλείο που εξέταζε πώς χρησιμοποιούνται οι λέξεις, ιδιαίτερα σε λογοτεχνικά έργα. Για να επιτύχει αυτόν τον σκοπό, ο Τζόνσον παρέθετε αποσπάσματα από έργα των Μπέικον, Χούκερ, Μίλτον, Σαίξπηρ, Σπένσερ και πολλών άλλων τους οποίους θεωρούσε ότι ήταν οι πιο σημαντικοί λογοτεχνικοί κλάδοι : φυσικές επιστήμες, φιλοσοφία, ποίηση και θεολογία. Αυτά τα αποσπάσματα και οι χρήσεις τους συγκρίθηκαν και μελετήθηκαν προσεκτικά στο λεξικό έτσι ώστε ο αναγνώστης να μπορεί να καταλαβαίνει τι σήμαιναν οι λέξεις των λογοτεχνικών έργων μέσα στο περιεχόμενο.

Ο Τζόνσον δεν προσπάθησε να δημιουργήσει θεωρητικά σχολεία για να αναλύσει την αισθητική της λογοτεχνίας. Αντιθέτως χρησιμοποίησε την κριτική του για τον πρακτικό σκοπό της λογοτεχνίας ώστε να βοηθήσει τους άλλους να διαβάζουν και να κατανοούν καλύτερα την λογοτεχνία. Όσον αφορά τα έργα του Σαίξπηρ, ο Τζόνσον υπογράμμισε τον ρόλο του αναγνώστη στην κατανόηση της γλώσσας : "Αν ο Σαίξπηρ, και όχι άλλοι συγγραφείς, συναντά δυσκολίες, η ευθύνη πρέπει να καταλογίζεται στην ευθύνη του έργου του το οποίο απαιτούσε την χρήση της κοινής γλώσσας και συνεπώς αναγνωρίστηκαν πολλές φράσεις που υπονοούνταν ή ήταν ελλειπτικές και παροιμιώδεις, όπως μιλάμε και ακούμε κάθε ώρα της ημέρας χωρίς να παρατηρούμε τις προτάσεις".

Τα έργα του πάνω στον Σαίξπηρ ήταν αφιερωμένα όχι μόνο στον ίδιο τον Σαίξπηρ αλλά και στην κατανόηση της λογοτεχνίας στο σύνολό της ; στον Πρόλογό του για τον Σαίξπηρ, ο Τζόνσον απορρίπτει το κλασικό δόγμα των προηγούμενων οντοτήτων και υποστηρίζει ότι το δράμα πρέπει να είναι πιστό στην ζωή. Ωστόσο ο Τζόνσον δεν υπερασπίστηκε μόνο τον Σαίξπηρ ; συζήτησε τα σφάλματα του Σαίξπηρ, συμπεριλαμβανομένων της έλλειψης ηθικής του, της χυδαιότητάς του, της απροσεξίας τους στην κατασκευή πλοκής και της περιστασιακής απροσεξίας του κατά την επιλογή λέξεων ή σύνταξης των λέξεων. Πέρα από την άμεση λογοτεχνική κριτική, ο Τζόνσον υπογράμμισε την ανάγκη να δημιουργηθεί ένα κείμενο που θα αντικατοπτρίζει με ακρίβεια αυτό που γράφει ένας συγγραφέας. Τα έργα του Σαίξπηρ, ειδικότερα, είχαν πολλαπλές εκδόσεις, καθεμιά από τις οποίες περιείχε σφάλματα που προκλήθηκαν κατά την εκτύπωση. Αυτό το πρόβλημα επιδεινώθηκε από απρόσεκτους συντάκτες που θεωρούσαν τις δύσκολες λέξεις ως λανθασμένες και τις άλλαζαν στις μεταγενέστερες εκδόσεις. Ο Τζόνσον πίστευε ότι ένας εκδότης δεν πρέπει να αλλάξει ένα κείμενο κατ'αυτόν τον τρόπο.

Παραπομπές

Επεξεργασία
  1. «Σάμιουελ Τζόνσον στο Books and Writers». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 19 Φεβρουαρίου 2014. Ανακτήθηκε στις 19 Ιανουαρίου 2014. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Επεξεργασία