Η σαλάτα είναι έδεσμα ορεκτικό ή συμπληρωματικό του κυρίως φαγητού, που αποτελείται από ετερογενή υλικά, όπως ωμά ή βρασμένα λαχανικά, ζυμαρικά, κομμάτια κρέατος, τόνου κ.λπ. με προσθήκη αρτυματικού, π.χ. λάδι, ξύδι, αλάτι, ή σάλτσας. Σερβίρεται συνήθως κρύα, αν και κάποιες πατατοσαλάτες σερβίρονται ζεστές.

Παράδειγμα σαλάτας

Η λέξη χρησιμοποιείται επίσης μεταφορικά στην έκφραση «τα κάνω σαλάτα» δηλαδή, προκαλώ μπέρδεμα ή αποτυγχάνω παταγωδώς.