Τα χολικά οξέα (αγγλ. bile acids), τα οποία συνήθως συναντώνται ως χολικά άλατα είναι πολικά καρβοξυλικά οξέα παράγωγα της χοληστερόλης και ιδιαίτερα σημαντικά μόρια για την πέψη, ειδικά για τη διαλυτοποίηση των λιπών της τροφής. Τα άλατα Να⁺ και Κ⁺ του γλυκοχολικού οξέος και του ταυροχολικού οξέος είναι τα κύρια χολικά άλατα. To γλυκοχολικό και το ταυροχολικό προκύπτουν από τη σύζευξη του χολικού οξέος με γλυκίνη και ταυρίνη, αντίστοιχα.

Τα χολικά άλατα περιέχουν πολικές και παράλληλα μη πολικές περιοχές και δρουν ως ισχυρά απορρυπαντικά. Αυτές οι ουσίες συντίθεται στο ήπαρ, αποθηκεύονται στη χοληδόχο κύστη και εκκρίνονται στο έντερο, στον βαθμό που η δράση τους απαιτείται.[1]

Σύνθεση Επεξεργασία

Η σύνθεση χολικών αλάτων αντιπροσωπεύει την κύρια οδό αποικοδόμησης της χοληστερόλης. Το πρώτο βήμα περιλαμβάνει υδροξυλίωση στον C-7, η 7α-υδροξύλαση, η οποία καταλύει την αντίδραση, είναι μια οξειδάση μεικτής λειτουργίας που συνεργάζεται με το κυτόχρωμα P-450. Οι οξειδάσες μεικτής λειτουργίας (αγγλ. mixed-function oxidases) χρησιμοποιούν στις αντιδράσεις τους μοριακό O2 ως υπόστρωμα. Το ένα άτομο οξυγόνου προορίζεται για υδροξυλίωση του υποστρώματος, ενώ το δεύτερο ανάγεται σε νερό. Η λειτουργία του κυτοχρώματος P-450 είναι η ενεργοποίηση του O2 για την αντίδραση υδροξυλίωσης.[1]

Πηγές Επεξεργασία

  1. 1,0 1,1 Garrett, Crisham, Reginald H., Charles M. (2019). Βιοχημεία Garrett 6η Αμερικάνικη - 1η Ελληνική Έκδοση. Αγίου Ιωάννου 63 και Ελευθερίας 1, 153 42, Αγία Παρασκευή: Utopia publishing. σελ. 894. ISBN 9786185173401.