Οι χρυσοκονδυλιές αποτελούν ένα ουσιαστικό διακοσμητικό στοιχείο και εκφραστικό μέσο στη Βυζαντινή και, γενικότερα, Ορθόδοξη αγιογραφία, με τη μεγαλύτερη διάδοση στο Σλαβικό χώρο. Η επιχρύσωση σε γραμμική μορφή συνήθως εφαρμόζεται στους μανδύες του Χριστού και της Παναγίας, όπως και στα φορέματα των Αγίων, μερικές φορές στα μαλλιά και τα φωτοστέφανα των απεικονιζομένων, και σε άλλα μέρη της παράστασης. Υπάρχουν δυο βασικές τεχνικές επιχρύσωσης, με φύλλα χρυσού που εφαρμόζονται πάνω στην προετοιμασμένη χρωματική επιφάνεια και με σκόνη χρυσού, η οποία αναμειγνύεται με κόλλα. Η τελευταία τεχνική έγινε ευρύτερα γνωστή από τον 17ο αι. Το συμβολικό νόημα της επιχρύσωσης είναι ίδιο με το νόημα του χρυσού ως συμβόλου του φωτός και, ιδιαίτερα, του αδιαπέραστου φωτός του Θεού[1]. Στη νεότερη αγιογραφία είναι συχνές οι απομιμήσεις της επιχρύσωσης με ώχρα.

Αρχάγγελος Γαβριήλ. Ρωσική εικόνα 12ου αι. Τα μαλλιά του Αρχαγγέλου φέρουν χρυσοκονδυλιές.

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. Η έννοια του χρώματος στο βυζαντινό κόσμο, http://www.pemptousia.gr/2014/09/i-ennia-tou-chromatos-sto-vizantino-ko/