Ωκεανός (Βενέζης)

μυθιστόρημα

Ο «Ωκεανός» είναι μυθιστόρημα (το τελευταίο που έγραψε) του λογοτέχνη Ηλία Βενέζη, που εκδόθηκε το Πάσχα του 1956 από τις εκδόσεις «Βιβλιοπωλείον της Εστίας», με θέμα τη ζωή των ναυτικών και το πέρασμα του μεγάλου Ατλαντικού Ωκεάνου.

Ωκεανός
ΣυγγραφέαςΗλίας Βενέζης
ΓλώσσαΕλληνική
ΜορφήΜυθιστόρημα
ΣειράΝεοελληνική λογοτεχνία - 34
Αριθμός Σελίδων280

Στην πρώτη έκδοση, του 1956 κυκλοφόρησαν 4100 αντίτυπα.
Στη δεύτερη έκδοση του 1962 κυκλοφόρησαν 4500 αντίτυπα. Το κάλυμμα του εξωφύλου της έκδοσης αυτής, το φιλοτέχνησε ο εικαστικός Σπύρος Βασιλείου.
Ανατυπώσεις έγιναν ξανά το 1969, 1981, 1985, 1991, 2002, 2008. Συνολικά έχουν τυπωθεί 11.120 αντίτυπα του βιβλίου.

Το μυθιστόρημα, εμπνευσμένο από το ταξίδι του ίδιου του συγγραφέα, με το φορτηγό πλοίο «Κάπταιν Παπάζογλου», από την Ελλάδα στην Αμερική το 1953, είναι αφιερωμένο στο πλήρωμα του Λίμπερτυ «Κάπταιν Παπάζογλου» που μαζί περάσαμε τον Ατλαντικό, στους ναυτικούς των ελληνικών φορτηγών που ταξιδεύουν στους ωκεανούς και στις μητέρες και στις γυναίκες τους που τους περιμένουν.

Προδημοσίευση του κεφαλαίου 18 του έργου έγινε από το περιοδικό «Νέα Εστία», στο τεύχος της 1ης Μαϊου του 1956.
Από το προλογικό σημείωμα αυτής της δημοσίευσης διαβάζουμε: ...Καθώς επεξηγεί ο ίδιος ο συγγραφέας του, ο Ωκεανός ο πραγματικός είναι εδώ σαν πρόσωπο που πρωταγωνιστεί. Και ο μύθος του βιβλίου είναι είναι η ζωή μιας ομάδας ανθρώπων του πληρώματος ενός ελληνικού φορτηγού στο ταξίδι του στον Ατλαντικό. [1]

Η υπόθεση του μυθιστορήματος Επεξεργασία

 
Φορτηγό καράβι τύπου Λίμπερτυ

Ο αφηγητής του μυθιστορήματος (ο συγγραφέας) συναντά στο Λιβόρνο της Ιταλίας, το φορτηγό καράβι τύπου λίμπερτυ, το «Μαντώ» με σκοπό να ταξιδέψει με αυτό στην Αμερική. Το καράβι φορτωμένο κάρβουνο από το Νόρφολκ της Αγγλίας, ξεφορτώνει στο ιταλικό λιμάνι. Από το Λιβόρνο το καράβι θα φύγει άδειο για να φορτώσει μετάλλευμα στην Μπόνα (σημερινή Ανάμπα) της Αλγερίας και από εκεί θα διασχίσει τον μεγάλο Ατλαντικό Ωκεανό με προορισμό την Βαλτιμόρη της Αμερικής. Οι ναυτικοί του καραβιού και ο μεγάλος Ωκεανός είναι οι πρωταγωνιστές αυτού του βιβλίου. Η ζωή τους, οι επιθυμίες, οι πίκρες, οι φιλίες και οι έχθρες του μικρόκοσμου αυτού περιγράφονται με ενάργεια και λυρικότητα από τον Βενέζη, που κατορθώνει να δώσει ένα ολοκληρωμένο θαλασσινό μυθιστόρημα, αυτός ο πρώτος ουσιαστικά μυθιστοριογράφος που ιχνογράφησε τη ζωή των Ελλήνων ναυτικών. [2] Χρησιμοποιώντας την περιηγητική τεχνική καθώς και την τεχνική του διηγήματος, δημιουργεί ένα μυθιστόρημα, που η εξωτερική φόρμα του είναι ασυνήθιστη για τα δεδομένα της εποχής.
Χωρίζει την εξιστόρηση σε 22 μικρά κεφάλαια, το καθένα στη φόρμα του διηγήματος και σαν προμετωπίδα σε αυτά, έχει βάλει την περίληψη του κάθε κεφαλαίου.

:...Τότε, μες στο φορτηγό που έκαιγε καθώς ταξίδευε στα ζεστά νερά του γκολφστρήμ, άνοιξε και ξεχύθηκε πιο δυνατό από πριν το άλλο ποτάμι: γυμνοί, καίγοντας, πεινασμένοι απ' τη στέρηση, απ' το φόβο του τρελλού, οι άντρες του φορτηγού φώναζαν μέσα στον Ωκεανό τη γυναίκα. Απ' τα χαράματα ίσαμε τ' άγρια μεσάνυχτα, απ' το στόκολο ίσαμε τη γέφυρα, απ' τις κουκέτες τους η επιθυμία σερνόταν φοβερή, έγλειφε τα κορμιά τους, τα ταρακουνούσε, σάλιωνε τη γλώσσα τους, έκανε βαριά την ανασαμιά τους. Τους έβγαζε απ' την ερημιά, τους ένωνε ο πόθος που ήταν ίδιος για όλους, τους συμφιλίωνε. Λέγαν ιστορίες, βρωμιές, ο ένας κοίταζε να ξεπεράσει τον άλλο, θυμούνταν περιστατικά, σχεδιάζανε κορμιά και πράξεις ακατονόμαστες: με γυναίκες, με λιμάνια. Τα λιμάνια του κόσμου, η Αγγλία, η Αφρική, η Ευρώπη, η Αμερική, η Αυστραλία – δεν ήταν νερό και σίδερο. Ήταν θηλυκά ξετσίπωτα, αναμαλλιασμένα, κατάγυμνα. Η φυσιογνωμία του κόσμου έπαιρνε ενότητα, η Σιγκαπούρη δεν είχε διαφορά καμμιά με το Μπανκούβερ, όλα ήταν λαγόνες και λάσπη.

απόσπασμα, μυθιστόρημα «Ωκεανός», σελ. 215

Έτσι έχουμε:

ΚΕΦ. 1 : Σ’ ένα λίμπερτυ, το «Μαντώ» που ξεφορτώνει κάρβουνο στο Λιβόρνο, ο δεύτερος πλοίαρχος, ο καπταΙωακείμ απ’ το Θιάκι, θυμάται το ταξίδι της Ιαπωνίας, Οχτώβρη του 1940
ΚΕΦ. 2: Ο μπαρμπα Νικολός, ο καμαρότος του «Μαντώ», πηγαίνει με δυο παιδιά του πολέμου στις βομβαρδισμένες συνοικίες του Λιβόρνου, γυρεύοντας μες στα ερείπια τη γη
ΚΕΦ. 3: Ο ανθυποπλοίαρχος του «Μαντώ» απ’ την Άντρο έχει ανάγκη, πριν μπαρκάρει για τον Ωκεανό, να βρει την Άντρο στο Μοντενέρο
ΚΕΦ. 4: Ο γερο καμαρότος πρέπει να κάμει, για μια φορά στη ζωή του, πράξη που να έχει κίνδυνο
ΚΕΦ.5: 183 μοίρες
ΚΕΦ. 6: Ο μπαρμπα-Σταμάτης ο Χιμπαντζής, ναύτης της κουβέρτας, ονειρεύεται, έξω από την Κορσική, έναν οδοστρωτήρα στη λάσπη της Θεσσαλίας
ΚΕΦ. 7: Ο δόκιμος πλοίαρχος μαθαίνει στο δόκιμο μηχανικό τα περιστατικά του ανθυποπλοίαρχου της Καλιφόρνιας
ΚΕΦ. 8: Οι δυο δόκιμοι του «Μαντώ» ο Ζερόμ Μπερτανιά, ο Αλφόνς Ντωντέ, και πολλοί άλλοι
ΚΕΦ. 9: Πως έγινε κι ο μικρός Εβραίος του Λιβόρνου ανακάλυψε, μια βραδυα του Ραμαντάν στην Μπόνα, πως το Λιβόρνο είναι παντού
ΚΕΦ. 10: Ο ανθυποπλοίαρχος του «Μαντώ» και ο δόκιμος μηχανικός γυρεύουν τώρα στα ερείπια της Ιππώνος, στην Αφρική, την Πανάχραντο της Άντρου
ΚΕΦ. 11: Ο Χιμπαντζής κι ο γερο καμαρότος κάνουν συνωμοσία, τα χαράματα, στο μουράγιο της Μπόνας
ΚΕΦ. 12: Τι έγινε όταν το «Μαντώ» έφταξε στο Αλγέρι
ΚΕΦ. 13: Ο ύπαρχος, ο καπτα-Ιωακείμ απ’ το Θιάκι, έχει τοποθετήσει το Θιάκι που χάθηκε στο Μπρόνξ της Νέας Υόρκης
ΚΕΦ. 14: Γιβραλτάρ
ΚΕΦ. 15: Όπου, χάρη στο μικρό λαθρεπιβάτη του Λιβόρνου, οι δυο οι γερόντοι του πληρώματος γίνουνται τα πρώτα πρόσωπα
ΚΕΦ. 16: Ξημερώνει στις Αζόρες
ΚΕΦ. 17: Όλοι, απ’ την κουβέρτα, απ’ τη γέφυρα του «Μαντώ» ίσαμε το στόκολο περιμένουν το γκόλφστρημ
ΚΕΦ. 18: Όπου, πάνω απ’ το γκόλφστρημ, ο μπαρμπα-Νικολός βρίσκει επιτέλους το μηχάνημα που γύρευε
ΚΕΦ. 19: Γκόλφστρημ
ΚΕΦ. 20: Ο Πορτορίκος κ’ η γυναίκα με τα πράσινα μάτια
ΚΕΦ. 21: Όπου σκοπός γίνεται η Βαλτιμόρη, και η λάσπη της Θεσσαλίας
ΚΕΦ. 22: Το καραβοφάναρο του Τσέσαπικ
 
Το καραβοφάναρο του Τσέσαπικ

Ο Πέτρος Χάρης στην μελέτη του για τον Βενέζη, [3] γράφει ότι ...σε αυτό το βιβλίο ο Βενέζης θέλησε να κινηθεί σε νερά, που δεν του ήταν γνωστά. Εδώ ο Βενέζης έπρεπε να δοκιμάσει τους αφηγηματικούς του τρόπους απάνω σε καταστάσεις, που δεν του είναι οικείες – όσο τουλάχιστον τα θέματα των περισσοτέρων βιβλίων του-, εδώ είχε να βάλει σε αγώνα σκληρό τη συγκρατημένη λυρική του διάθεση και τη μαγεία του λόγου με το ταξίδι, που δεν τελειώνει και με την ομοιομορφία της μεγάλης θάλασσας που θανάσιμα εξαντλεί.
Τελικά, ο ακαδημαϊκός πιστεύει, ότι ο Βενέζης κατάφερε να συνδυάσει σωστά τα επιμέρους στοιχεία – δηλαδή να παντρέψει την λυρική του διάθεση με την μονοτονία της ναυτικής πραγματικότητας και να δώσει ένα μυθιστόρημα, που ανεβάζει τα απλά, τα καθημερινά γεγονότα στο μύθο και τους δίνει πλάτος κι ομορφιά, κι ακόμη περισσότερο τον τόνο του παραμυθιού[4]

Πηγές Επεξεργασία

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. τεύχος 692, σελ. 600 και έπειτα. Διαβάστε εδώ το κεφάλαιο 18 του βιβλίου http://www.ekebi.gr/magazines/flipbook/showissue.asp?file=87274&code=8106 Αρχειοθετήθηκε 2016-04-10 στο Wayback Machine.
  2. Κριτική Μανόλη Γιαλουράκη,στην α' έκδοση του βιβλίου, στην εφημερίδα «Ταχυδρόμος» της Αλεξάνδρειας στις 10.6.1956
  3. Νέα Εστία, τχ. 1139, σελ. 41 Πέτρος Χάρη: Η μελέτη: Ηλίας Βενέζης
  4. «Αρχειοθετημένο αντίγραφο». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 16 Σεπτεμβρίου 2021. Ανακτήθηκε στις 14 Φεβρουαρίου 2017.