Terminus ante quem (λατ.- κυριολεκτικά «ημερομηνία προ της οποίας») στην αρχαιολογία ονομάζεται το υστερότερο εξακριβωμένο χρονικό όριο, πριν το οποίο γνωρίζουμε με βεβαιότητα ότι δημιουργήθηκε ένα αρχαιολογικό μνημείο ή άλλο αντικείμενο ιστορικής αξίας, αν και η ακριβής χρονική στιγμή της δημιουργίας του δε μας είναι γνωστή.[1] Παραδείγματος χάριν, σε περίπτωση που το υλικό των ανασκαφών δε δίνει πληροφορίες για το έτος κατασκευής ενός αρχιτεκτονικού μνημείου (ναού, φρουρίου, μοναστηρίου κ.λπ.), αλλά στις γραπτές πηγές υπάρχουν μαρτυρίες για ιστορικά συμβάντα που σχετίζονται με αυτό (μάχες, επίσημες επισκέψεις κ.λπ.) και η χρονολογία των συμβάντων αυτών μας είναι γνωστή, γνωρίζουμε και το terminus ante quem για το συγκεκριμένο μνημείο, δηλαδή ότι χωρίς καμία αμφιβολία είχε χτιστεί πριν από την αναφερόμενη χρονολογία.

Αντιθέτως, terminus post quem (ημερομηνία μετά την οποία) είναι το πρωιμότερο εξακριβωμένο χρονικό όριο, που προηγήθηκε της δημιουργίας του μνημείου.[2].Έτσι, ένα νόμισμα τοποθετημένο μέσα στον τάφο μας πληροφορεί για το γεγονός ότι η ταφή δεν έγινε νωρίτερα, αλλά οπωσδήποτε μετά από το έτος κυκλοφορίας του συγκεκριμένου νομίσματος.

Στη στρωματογραφία για να οριστούν το terminus ante quem και το terminus post quem τη θέση των γραπτών ή άλλων εξακριβωμένων πηγών καταλαμβάνουν οποιαδήποτε ευρήματα, εδαφικά υλικά ή μορφώματα που μπορούν να χρονολογηθούν στα πλαίσια της απόλυτης χρονολόγησης[3].

Παραπομπές

Επεξεργασία
  1. Grant, Jim; Gorin, Sam; Fleming, Neil (2005), The archaeology coursebook: an introduction to study skills, topics and methods (2 ed.), Taylor & Francis, p. 90, ISBN 978-0-415-36077-7
  2. Στο ίδιο.
  3. Barker, Philip (1977). Techniques of Archaeological Excavation. Universe Books. ISBN 978-0415151528.