Αγγοφόρος

γένος φυτών της Αυστραλίας, συγγενικών του ευκαλύπτου

Η αγγοφόρος (Angophora) είναι γένος δικοτυλήδονων φυτών. Περιλαμβάνει δέντρα και μεγάλους θάμνους, ανήκει στην οικογένεια της μυρτιάς και του ευκαλύπτου, τα μυρτοειδή, και όπως ο ευκάλυπτος, είναι ενδημικό γένος της ανατολικής Αυστραλίας που έχει μεταφερθεί από τον άνθρωπο και σε άλλα μέρη της Γης. Οι βόρειοανατολικές ιδίως περιοχές της Αυστραλίας έχουν πολλά και μεγάλα δάση αγγοφόρων. Η αγγοφόρος διαφέρει από τον ευκάλυπτο στο ότι έχει φύλλα διατεταγμένα σε αντιθετικά ζεύγη, σέπαλα που είναι απλές προεκβολές στο άκρο του υπανθίου, 4 ή 5 αλληλοεπικαλυπτόμενα και λίγο-πολύ στρογγυλά πέταλα, καθώς και χαρτώδη ή λεπτή ξυλοειδή κάψα.

Αγγοφόρος
Το είδος Angophora costata
Το είδος Angophora costata
Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Φυτά
Συνομοταξία: Αγγειόσπερμα (Magnoliophyta)
Ομοταξία: Δικοτυλήδονα (Dicotyledons)
Τάξη: Μυρτώδη (Myrtales)
Οικογένεια: Μυρτοειδή (Myrtaceae)
Ομοιογένεια: Ευκάλυπτοι
Γένος: Αγγοφόρος
(Angophora)
Cav.

Περιγραφή Επεξεργασία

Τα περισσότερα από τα είδη των αγγοφόρων είναι δέντρα και έχουν τραχύ φλοιό εκτός από το είδος A. costata. Τα νεαρά φύλλα διαφέρουν από τα ενήλικα στο ότι είναι χνουδωτά και αναπτύσσουν ελαιοφόρους αδένες. Αλλά τόσο τα νεαρά όσο και τα ώριμα φύλλα είναι διατεταγμένα σε αντιθετικά ζεύγη, με τα ώριμα να μην έχουν συνήθως χνούδι και να είναι πιο ανοικτόχρωμα στην πλευρά τους που στρέφεται προς το έδαφος. Τα άνθη εκφύονται διατεταγμένα σε ομάδες των τριών ή των επτά. Το κάθε άνθος έχει 4 ή 5 μικρά σέπαλα, που έχουν εκφυλισθεί σε μικρές προεκβολές στο χείλος ανθικού κυπέλλου (υπανθίου). Ισάριθμα είναι και τα στρογγυλευμένα πέταλα, που αλληλοεπικαλύπτονται. Οι στήμονες εκφύονται σπονδυλοειδώς και έχουν υπόλευκο χρώμα. Αντίθετα με τον ευκάλυπτο και την κορυμβία, τα πέταλα δεν είναι συνενωμένα με τα σέπαλα ώστε να σχηματίζουν μια κυπελλοειδή καλύπτρα. Ο καρπός είναι και χαρτώδης ή λεπτή ξυλοειδής χνουδωτή κάψα με γραμμωτές προεξοχές κατά μήκος.[1][2][3]

Ταξινομική Επεξεργασία

Το γένος Angophora περιγράφηκε επιστημονικώς για πρώτη φορά το 1797 από τον Ισπανό βοτανολόγο Αντόνιο Χοσέ Καβανίγιες στο βιβλίο του Icones et Descriptiones Plantarum.[4][5]

Καλλιέργεια και χρήσεις Επεξεργασία

Είδη της αγγοφόρου μπορούν να ευδοκιμήσουν και στην Ελλάδα, ενώ βορειότερα στην Ευρώπη καλλιεργούνται μέσα σε θερμοκήπια.[6] Το ξύλο της αγγοφόρου είναι ελαφρό, αλλά και πολύ στερεό,[7] κατάλληλο για έπιπλα.

Το γένος είναι πολύ συγγενικό με τα γένη κορυμβία (Corymbia) και ευκάλυπτος, με τα τρία γένη να αποκαλούνται συχνά «ευκάλυπτοι» και να κυριαρχούν σε πολλά οικοσυστήματα της Αυστραλίας.[8][9] Οι ταξινομιστές έχουν εξ αρχής αναγνωρίσει τις σχέσεις μεταξύ των γενών, αλλά δεν έχουν συμφωνήσει σε ένα ταξινομικό σχήμα. Ορισμένοι έχουν προτείνει να συγχωνευθούν τα γένη Angophora και Corymbia στο γένος Eucalyptus ως υπογένη αυτού,[10] κάτι που απορρίφθηκε αμέσως από άλλους.[11] Μερικοί συνεχίζουν να συζητούν το θέμα.[12][13]

Είδη της αγγοφόρου επονομάζονταν «μηλιές» από τους πρώτους Ευρωπαίους εποίκους, που θεωρούσαν ότι, σε σχέση με τους ευκαλύπτους, έμοιαζαν περισσότερο με μήλιές.[9] Κάποια είδη είναι ακόμα και σήμερα γνωστά κοινώς ως «μηλιές».[1]

Είδη Επεξεργασία

Ακολούθως παρατίθεται κατάλογος των ειδών της αγγοφόρου που γίνονται δεκτά από την «Australian Plant Census»[14] (Μάρτιος του 2020):



Παραπομπές Επεξεργασία

  1. 1,0 1,1 Hill, Ken. «Corymbia». Royal Botanic Garden Sydney. Ανακτήθηκε στις 3 Μαρτίου 2020. 
  2. «More about Angophora». Euclid: Centre for Australian National Biodiversity Research. Ανακτήθηκε στις 3 Μαρτίου 2020. 
  3. Chippendale, George M. «Angophora». Australian Biological Resources Study, Department of Agriculture, Water and the Environment, Canberra. Ανακτήθηκε στις 3 Μαρτίου 2020. 
  4. «Angophora». APNI. Ανακτήθηκε στις 3 Μαρτίου 2020. 
  5. Cavanilles, Antonio J. (1797). Icones et Descriptiones Plantarum (Volume 4). Μαδρίτη. σελ. 21. Ανακτήθηκε στις 3 Μαρτίου 2020. 
  6. Νέα Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια «Χάρη Πάτση», τόμ. 1, σελ. 261
  7. Νέα Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια «Χάρη Πάτση», τόμ. 1, σελ. 261
  8. Eucalyptus, Corymbia and Angophora Αρχειοθετήθηκε 2014-01-25 στο Wayback Machine. Australian Native Plants Society.
  9. 9,0 9,1 «Eucalyptus, Corymbia and Angophora – Background» Αρχειοθετήθηκε 2011-08-23 στο Wayback Machine., Australian Native Plants Society.
  10. Brooker, M.I.H. (2000). «A new classification of the genus Eucalyptus L'Her. (Myrtaceae)», Australian Systematic Botany 13(1), έτος 2000, σσ. 79-148.
  11. Ladiges, P.Y. & F. Udovicic: «Comment on a new classification of the eucalypts», Australian Systematic Botany, τόμος 13(1), έτος 2000, σσ. 149-152.
  12. Brummitt, R.K. (2003). «Further dogged defense of paraphyletic taxa», Taxon, τόμος 52(4), έτος 2003, σσ. 803-804
  13. Nelson, G., et al. (2003). «Brummitt on paraphyly: a response», Taxon, τόμος 52(2), έτος 2003, σσ. 295-298
  14. «Angophora». Australian Plant Census. Ανακτήθηκε στις 3 Μαρτίου 2020. 

Πηγές Επεξεργασία

  • Το ομώνυμο λήμμα στη Νέα Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια «Χάρη Πάτση», τόμος 1 (1972), σελίδα 261