Αλλαμάνδη
Η αλλαμάνδη (Allamanda) είναι γένος αγγειόσπερμων φυτών, που ανήκει στην οικογένεια της πικροδάφνης (αποκυνοειδή). Είναι ιθαγενή φυτά της Αμερικής, απαντώμενα από το Μεξικό μέχρι την Αργεντινή. Τα περισσότερα είδη είναι πολύ διακοσμητικά, και μερικά είναι γνωστά ως καλλιεργούμενα καλλωπιστικά φυτά, εξαιτίας των μεγάλων χρωματιστών (συνήθως κίτρινων) λουλουδιών τους.[1] Το γένος ονομάσθηκε έτσι προς τιμή του Ελβετού βοτανολόγου και ιατρού Φρεντερίκ-Λουί Αλαμάν.[2]
Αλλαμάνδη | ||||||||||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
Το είδος Allemanda neriifolia
| ||||||||||||||
Συστηματική ταξινόμηση | ||||||||||||||
|
Περιγραφή
ΕπεξεργασίαΤο σύνολο των φυτών του γένους είναι αειθαλείς θάμνοι, αναρριχητικά φυτά ή δένδρα[2]. Περιέχουν ένα λευκό γαλακτώδες υγρό. Τα φύλλα είναι αντίθετα ή εκφυόμενα ανά 5 ή λιγότερα σε σπονδυλώματα. Τα ελάσματα των φύλλων έχουν γενικώς ωοειδές σχήμα και λείες άκρες. Το άνθος έχει 5 σέπαλα και κωδωνόσχημο ή σε σχήμα χωνιού σύστημα ισάριθμων πετάλων, που στα περισσότερα είδη έχουν κίτρινο χρώμα. Ο καρπός σχίζεται όταν ωριμάσει και περιέχει 2 έως 4 σπέρματα.[2]
Βιοχημεία και φαρμακευτικές χρήσεις
ΕπεξεργασίαΜε εργαστηριακές αναλύσεις, από τα είδη αλλαμάνδης έχουν απομονωθεί αρκετές χημικές ενώσεις, ιδίως ιριδοειδείς λακτόνες, όπως η αλλαμανδίνη (που πήρε το όνομά της από το όνομα του γένους), η πλουμερικίνη και οι πλουμιερίδες. Η πλουμερικίνη αποδείχθηκε ότι είναι ισχυρός αναστολές του συμπλέγματος NF-κB, με αντιφλεγμονώδη δράση in vitro και in vivo. Τα δομικώς παραπλήσια παράγωγά της πλουμιερδίνη, πλουμεριδοειδές C και αλλαμανδικίνη δεν έχουν τέτοια δράση.[3] Επίσης, η λιγνάνη πινορητινόλη και κουμαρίνες όπως η σκοπολετίνη και η σκοπαρόνη έχουν απομονωθεί από το είδος A. schottii.[4]
Είδη αλλαμάνδης έχουν βρει εφαρμογές σε συστήματα παραδοσιακής ιατρικής για διάφορους λόγους. Το είδος A. cathartica αναφέρεται σχετικώς με τη θεραπεία όγκων του ήπατος[4], ικτέρων, σπληνομεγαλίας και της ελονοσίας.
Καλλιέργεια
ΕπεξεργασίαΣτη φύση οι αλλαμάνδες φυτρώνουν κατά μήκος των όχθεων των ποταμών και σε ανοικτές, ηλιόλουστες τοποθεσίες με επαρκή βροχόπτωση και μονίμως υγρό υπόστρωμα του εδάφους. Δεν ευδοκιμούν σε σκιερά μέρη, ούτε σε αλκαλικά ή αλμυρά εδάφη, και είναι πολύ ευαίσθητα στο ψύχος. Μεγαλώνουν γρήγορα, κάποτε μέχρι και τρία μέτρα σε ένα έτος. Μπορούν να πολλαπλασιασθούν με παραφυάδες.
Είδη
ΕπεξεργασίαΤο γένος περιλαμβάνει 12 έως 15 διαφορετικά είδη[2], τα εξής:
- Allamanda angustifolia, Pohl
- Allamanda calcicola[1]
- Αλλαμάνδη η καθαρτική (Allamanda cathartica), L.
- Allamanda doniana, Müll.Arg.
- Allamanda laevis, Markgr.
- Allamanda martii, Müll.Arg.
- Αλλαμάνδη η νηριόφυλλος (Allamanda neriifolia ή Allamanda schottii), Pohl
- Allamanda nobilis, T.Moore
- Allamanda oenotherifolia, Pohl
- Αλλαμάνδη η πολυανθής (Allamanda polyantha), Müll.Arg.
- Allamanda puberula, A.DC.
- Allamanda setulosa, Miq.
- Allamanda thevetifolia, Müll.Arg.
- Αλλαμάνδη η ιόχρους (Allamanda violacea ή Allamanda blanchetii), A.DC.
- Allamanda weberbaueri, Markgr.
Παραπομπές
Επεξεργασία- ↑ 1,0 1,1 de Souza-Silva, R.F. & A. Rapini: «Allamanda calcicola (Apocynaceae), an overlooked new species from limestone outcrops in the States of Minas Gerais and Bahia, Brazil» Kew Bulletin, τόμος 64(1), σσ. 171-174 (2009)
- ↑ 2,0 2,1 2,2 2,3 Allamanda. FloraBase. Western Australian Herbarium.
- ↑ Fakhrudin, N. κ.ά.: «Identification of plumericin as a potent new scaffold inhibitor of the NF-κB pathway with anti-inflammatory activity in vitro and in vivo», Br. J. Pharmacol., 2013
- ↑ 4,0 4,1 Schmidt, D.D.F.N., κ.ά.: «Evaluation of the anti-proliferative effect the extracts of Allamanda blanchetti and A. schottii on the growth of leukemic and endothelial cells» J. Pharm. Pharm. Sci., τόμος 9 (2006), σσ. 200-208
Πηγές
Επεξεργασία- Το ομώνυμο λήμμα στη Νέα Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια «Χάρη Πάτση», τόμος 4, σελίδα 378