Αλόνα (ζώο)
γένος βραγχιόποδων ζώων
Η αλόνα (επιστημονική-λατινική ονομασία Alona) είναι γένος βραγχιόποδων καρκινοειδών ζώων, από τα μικρότερα της ομοταξίας του, το οποίο ανήκει στην ομάδα που αποκαλείται κοινώς «ψύλλοι της θάλασσας».
Αλόνα | ||||||||||||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
Συστηματική ταξινόμηση | ||||||||||||||||
|
Μέχρι τη δεκαετία του 2010 ήταν ένα από τα μεγαλύτερα γένη των διπλόστρακων[1] και πιστευόταν ευρύτατα ότι χρειαζόταν συστηματική αναθεώρηση.[2] Περί τους 240 οργανισμούς είχαν περιγραφεί ως είδη στο γένος Alona, χωρίς να είναι διευκρινισμένο το πόσα από αυτά ήταν έγκυρο να ταξινομηθούν σε αυτό ή το πώς συσχετίζονταν μεταξύ τους.[3]
Σήμερα γίνονται γενικώς αποδεκτά μόνο τα εξής τέσσερα είδη στο γένος Alona:
- Alona hercegovinae, Brancelj, 1990
- Alona quadrangularis (O. F. Müller, 1776)
- Alona sketi, Brancelj, 1992
- Alona smirnovi, Petkovsky & Flossner, 1972
Το πολύ μικρό και διάφανο σώμα αυτών των καρκινοειδών βρίσκεται περικλεισμένο μέσα σε δίθυρο κέλυφος.
Παραπομπές Επεξεργασία
- ↑ Artem Y. Sinev (2009). «Notes on morphology and taxonomic status of some North American species of the genus Alona Baird, 1843 (Cladocera: Anomopoda: Chydoridae)». Fundamental and Applied Limnology 175 (1): 59-77. doi:. http://www.schweizerbart.de/resources/downloads/paper_previews/73382.pdf.
- ↑ Kay Van Damme & Henri J. Dumont (2007). «The 'true' genus Alona Baird, 1843 (Crustacea: Cladocera: Anomopoda): position of the A. quadrangularis-group and description of a new species from the Democratic Republic of Congo». Zootaxa 1943: 1-25. http://www.mapress.com/zootaxa/2008/f/z01943p025f.pdf.
- ↑ Kay Van Damme, Alexey A. Kotov & Henri J. Dumont (2010). «A checklist of names in Alona Baird 1843 (Crustacea: Cladocera: Chydoridae) and their current status: an analysis of the taxonomy of a lump genus». Zootaxa 2330: 1-63. doi: . ISBN 978-1-86977-456-1. http://www.mapress.com/zootaxa/2010/f/z02330p063f.pdf.
Πηγές Επεξεργασία
- Το λήμμα «αλόνα» στη Νέα Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια «Χάρη Πάτση», τόμος 4, σελ. 493