Βάρδας Σκληρός

Βυζαντινός στρατηγός και επαναστάτης

Ο Βάρδας Σκληρός ήταν Βυζαντινός στρατηγός που ηγήθηκε μιας ευρείας Ασιατικής επανάστασης κατά του Αυτοκράτορα Βασιλείου Β΄ το 976–979.

Βάρδας Σκλήρος
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση10ος αιώνας
Θάνατος2  Απριλίου 991
Διδυμότειχο
Χώρα πολιτογράφησηςΒυζαντινή Αυτοκρατορία
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταστρατιωτικός
Οικογένεια
ΓονείςΠανθήριος Σκληρός
ΟικογένειαΟικογένεια Σκληρού
Στρατιωτική σταδιοδρομία
Βαθμός/στρατόςστρατηγός
Αξιώματα και βραβεύσεις
Αξίωμαστρατηγός
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Παρελθόν

Επεξεργασία

Ο Βάρδας ανήκε στη μεγάλη οικογένεια των Σκληρών, οι οποίοι ήταν ιδιοκτήτες τεράστιων εκτάσεων στις ανατολικές παρυφές της Μικράς Ασίας. Η μητέρα του Γρηγορία καταγόταν από τον αδελφό του Βασιλείου Α΄ τον Βάρδα. Ως μεγαλύτερο κατόρθωμα του λογίζεται η εξαιρετική άμυνα της Κωνσταντινούπολης κατά του στρατού του Σβιατοσλάβ Α΄ του Κιέβου το 970. Κατά τη Μάχη της Αρκαδιούπολης (970), αναφέρεται ότι κατάφερε να επιφέρει 20.000 απώλειες στους Ρως, ενώ η εκστρατεία κόστισε τις ζωές μόλις 25 Ελλήνων στρατιωτών.

Αφότου έδειξε ότι ο ίδιος ήταν ικανός να αντιμετωπίσει τους φοβερότερους εχθρούς του Βυζαντίου, ο Βάρδας έγινε έμπιστος σύμβουλος του Ιωάννη Α΄ Τσιμισκή, που επίσης καταγόταν από την Αρμενία και ήταν κουνιάδος του. Με τον θάνατο του Ιωάννη, ο Σκληρός επιδίωξε να τον αντικαταστήσει ως ενεργών αυτοκράτορας. Ο ευνούχος Βασίλειος Λεκαπηνός όμως, που στην πραγματικότητα ηγούνταν της αυτοκρατορικής κυβέρνησης είχε άλλα σχέδια, καθαιρώντας τον Βάρδα από τη θέση κλειδί που είχε ως στρατηγός στην Ανατολή το 975.

Σύμφωνα με τον Μιχαήλ Ψελλό, ο Βάρδας ήταν «άνθρωπος που δεν ήταν μόνο ικανός στο σχεδιασμό, αλλά εξαιρετικά έξυπνος κατά την εκτέλεση των σχεδίων του, κατείχε τεράστιο πλούτο, με το κύρος του βασιλικού αίματος και της επιτυχίας σε μεγάλους πολέμους, με όλη τη στρατιωτική κάστα στο πλευρό για να βοηθήσει το σκοπό του.»[1]

Επανάσταση

Επεξεργασία
 
Σύγκρουση μεταξύ των στρατών του Βάρδα Σκληρού και Βάρδα Φωκά.

Αφότου έλαβε την είδηση για την καθαίρεσή του, ο Σκληρός ήρθε σε συμφωνία με τους ντόπιους Αρμένιους, Γεωργιανούς, και ακόμη και Μουσουλμάνους ηγεμόνες που όλοι δεσμεύθηκαν να στηρίξουν τις διεκδικήσεις του πάνω στο αυτοκρατορικό στέμμα. Άναψε με επιτυχία την εξέγερση μεταξύ των συγγενών και των οπαδών του στις ασιατικές επαρχίες, γρήγορα καθιστώντας τον εαυτό του κύριο της Καισαρείας, της Αντιόχεια, και του μεγαλύτερου μέρους της Μικράς Ασίας.

Μετά που αρκετοί ναυτικοί διοικητές αυτομόλησαν στην πλευρά του Σκληρού, όρμησε στην Κωνσταντινούπολη, απειλώντας να αποκλείσει τα Δαρδανέλια. Οι επαναστάτες έκαναν το πρώτο τους λάθος, όταν απέστειλαν το ναυτικό τους να ακολουθήσει το στόλο του Βασιλείου στην Ελλάδα, όπου τα πλοία τους διασπάστηκαν χωρίς δυσκολία.

Έχοντας χάσει την υπεροχή στη θάλασσα, ο Σκληρός αμέσως πολιόρκησε την πόλη της Νίκαιας, η οποίο θεωρήθηκε κλειδί για την πρωτεύουσα. Η πόλη οχυρώθηκε από τον Μανουήλ Ερωτικό, πατέρα του μελλοντικού αυτοκράτορα Ισαάκιου Κομνηνού και γενάρχη της Δυναστείας των Κομνηνών.

Εν τω μεταξύ, ο Βασίλειος ανακάλεσε από την εξορία τον Βάρδα Φωκά τον Νεότερο, ένα στρατηγό ο οποίος είχε επαναστατήσει κατά την προηγούμενη βασιλεία και είχε εγκλεισθεί σε ένα μοναστήρι για επτά χρόνια. Ο Φωκάς προχώρησε στη Σεβάστεια στην Ανατολή, όπου βρίσκονταν οι χωροδεσποτείες της οικογενείας του. Ήρθε σε συνεννόηση με τον Δαβίδ Γ´ του Τάο, κουροπαλάτη, ο οποίος δεσμεύτηκε για 12.000 Γεωργιανούς ιππείς υπό τις διαταγές του Τορνίκιου ως ενισχύσεις για τον Φωκά.

Ο Σκληρός αμέσως άφησε τη Νίκαια για την Ανατολή, και νίκησε τον Φωκά σε δύο μάχες, αλλά ο τελευταίος ήταν νικητής σε μια τρίτη. Στις 24 Μαρτίου 979 οι δύο ηγέτες συγκρούστηκαν σε μονομαχία, με τον Σκληρό να κόβει το δεξί αυτί του αλόγου του Φωκά με τη λόγχη του πριν δεχτεί μια σοβαρή πληγή στο κεφάλι. Η φήμη για το θάνατό του έθεσε το στρατό του σε φυγή, αλλά Σκληρός ο ίδιος κατέφυγε στους μουσουλμάνους συμμάχους του. Στη συνέχεια η εξέγερση καταστάλθηκε χωρίς δυσκολία.

Ύστερα χρόνια

Επεξεργασία

Αφότου οι Ασιάτες ηγεμόνες αρνήθηκαν να υποστηρίξουν περαιτέρω τις δραστηριότητές του εναντίον της Κωνσταντινούπολης, ο Σκληρός και η οικογένειά του, αποσύρθηκαν στη Βαγδάτη το 980. Κατοικούσαν σε αξιότιμη αιχμαλωσία στην αυλή του χαλίφη για έξι χρόνια, ονειρευόμενοι την εισβολή στο Βυζάντιο. Το 987 ο Σκληρός τελικά ανακλήθηκε στην πατρίδα του από τον Φωκά, ο οποίος εκμεταλλεύτηκε τους βουλγαρικούς πόλεμους για να διεκδικήσει το στέμμα. Ο Σκληρός συγκέντρωσε άμεσα ένα στρατό για να υποστηρίξει τον σκοπό του Φωκά, αλλά τα σχέδιά του να επωφεληθεί από τις συνακόλουθες αναταραχές έμειναν ανεκπλήρωτα όταν ο Φωκάς τον φυλάκισε.

Μετά το θάνατο του Φωκά στη Μάχη της Αβύδου (989), ο Σκληρός τον διαδέχτηκε ως ηγέτης της επανάστασης: «Η αλήθεια ήταν, οι άνδρες που είχαν στρατολογηθεί στο στρατό του Σκληρού δεν πλέον χωρίζονταν πλέον στις πίστεις τους: ο κάθε ένας από αυτούς ήταν ανακηρυγμένος επαναστάτης. Ο αρχηγός τους τους ενέπνευσε με τη δική του αποφασιστικότητα και τους δέσμευσε σε ένα συνεκτικό σύνολο. Με εύνοιες κέρδισε την πίστη τους, με την καλοσύνη του κέρδισε την αφοσίωσή τους. Συμφιλίωσε τις διαφορές τους, έτρωγε στο ίδιο τραπέζι με τους άνδρες του, έπινε από το ίδιο ποτήρι, τους καλούσε με το όνομά τους, και με την κολακεία του τους σύνδεσε με την υποταγή σε αυτόν» (Μιχαήλ Ψελλός).

Η ημερομηνία της παράδοσής του στις αρχές αμφισβητείται, όπως και οι συνθήκες. Το 991 ο Σκληρός, ένας τυφλός και ταλαίπωρος πλέον άνθρωπος, ενώ ήταν ημι-αιχμάλωτος στη Θράκη, δέχτηκε την επίσκεψη του αυτοκράτορα Βασίλειου Β' καθοδόν προς τη Βουλγαρία. Ο διάσημος επαναστάτης αποδέχθηκε τον τίτλο του κουροπαλάτη και πέθανε λίγες μέρες αργότερα, πιθανότατα στις 2 Απριλίου.

Απόγονοι

Επεξεργασία

Η γραμμή αίματος του Βάρδα Σκληρού συνέχισε ωστόσο. Ένας εγγονός, ο Βασίλειος Σκληρός, νυμφεύτηκε την Πουλχερία Αργυρού, αδελφή του Αυτοκράτορα Ρωμανού Γ'. Μια από τις κόρες του Βασιλείου παντρεύτηκε τον Κωνσταντίνο Θ΄ Μονομάχο, μετέπειτα Αυτοκράτορα, ενώ η εγγονή του Βασιλείου έγινε ερωμένη του Κωνσταντίνου Θ΄. Μία από αυτές της γυναίκες ήταν γιαγιά του Βλαδίμηρου Β΄ Μονομάχου του Κιέβου.

Παραπομπές

Επεξεργασία
  1. Psellus, Michael (1966). Fourteen Byzantine Rulers: The Chronographia of Michael Psellus. New York: Penguin Classics. σελ. 400. ISBN 978-0-14-044169-7. 
  • Catherine Holmes: Basil II and the Governance of Empire, 976–1025. Oxford University Press, Oxford 2005, ISBN 0-19-927968-3.