Βαμπίρ (Α.Κ.Τολστόι)

Νουβέλα του Αλεξέι Κωνσταντίνοβιτς Τολστόι

Βαμπίρ (ρωσικός τίτλος: Упырь) είναι γοτθική νουβέλα του Αλεξέι Κωνσταντίνοβιτς Τολστόι, που δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στην Αγία Πετρούπολη το 1841 με το ψευδώνυμο Κρασνορόγκσκι. Είναι το πρώτο δημοσιευμένο έργο του συγγραφέα.[1]

Βαμπίρ
Εικονογράφηση της πρώτης έκδοσης (1841)
ΣυγγραφέαςΑλεξέι Τολστόι
ΤίτλοςУпырь
ΓλώσσαΡωσικά
Ημερομηνία δημοσίευσης1841
Μορφήμυθιστόρημα
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Η ιστορία παρουσιάζεται με τέτοιο τρόπο που επιτρέπει στον αναγνώστη να αποφασίσει αν οι υπερφυσικές και μυστηριώδεις περιπέτειες που περιγράφονται συνέβησαν πραγματικά ή αν είναι αποκύημα της φαντασίας και της παραφροσύνης του πρωταγωνιστή.

Ιστορικό Επεξεργασία

Έμπνευση για την ιστορία ήταν οι αναμνήσεις του Τολστόι από την παραμονή του στο Κόμο της Ιταλίας το 1838. Έγραψε σχετικά στη σύζυγό του τον Απρίλιο του 1872, αναφέροντας τη βίλα Ρεμόντι, ένα κορίτσι που ονομαζόταν Πεπίνα και άλλες λεπτομέρειες.

Το ενδιαφέρον του Τολστόι για το θέμα των βαμπίρ προήλθε τουλάχιστον εν μέρει από το Ο Βρυκόλακας (1819) [2]του Τζον Γουίλιαμ Πολιντόρι, έργο το οποίο είχε δημοσιευτεί σε ρωσική μετάφραση στη Μόσχα το 1828. [3]

Το έργο άρεσε στον κριτικό Βησσαρίωνα Μπελίνσκι, ο οποίος επαίνεσε τον «προφανώς ακόμη πολύ νέο, αλλά αναμφίβολα προικισμένο συγγραφέα, που το αξιόλογο ταλέντο που υπόσχεται πολλά για το μέλλον», αγνοώντας την ταυτότητα του συγγραφέα καθώς ήταν δημοσιευμένο με ψευδώνυμο. Όμως, οι αρνητικές κριτικές άλλων κριτικών αποθάρρυναν τον Τολστόι να δημοσιεύσει τρία ακόμη έργα με θέμα βρικόλακες που είχε γράψει εκείνη την εποχή. Ένα από αυτά, ένα διήγημα με τίτλο Αμένα, δημοσιεύτηκε το 1846, ενώ τα άλλα δύο δημοσιεύτηκαν μετά θάνατον. [4]

Το 1890, η νουβέλα αναδημοσιεύτηκε με έναν πρόλογο στον οποίο τονίζονταν η καλλιτεχνική και ποιητική αξία της. Αριστεροί κύκλοι θεώρησαν το έργο ως σάτιρα της ανώτερης κοινωνίας, όπου άνθρωποι από τον άλλο κόσμο είναι «αποδεκτοί» και αξιοσέβαστοι, μια κριτική της παρακμασμένης ρωσικής αριστοκρατίας.

Υπόθεση Επεξεργασία

Την ιστορία αφηγείται σε πρώτο πρόσωπο ο νεαρός Ρώσος αριστοκράτης Ρουνέβσκι, ο οποίος ένα βράδυ διασκεδάζει σε μια χοροεσπερίδα. Την προσοχή του τραβάει ένας ασυνήθιστα χλωμός, παράξενος άντρας, νέος στην εμφάνιση, αλλά εντελώς γκριζομάλλης, τόσο απορροφημένος στις σκέψεις του που δεν πρόσεχε ότι τα ρούχα του σχεδόν άγγιζαν τη φωτιά στο τζάκι. Αρχίζουν να συζητούν και αυτός τον προειδοποιεί ότι κάποιοι από τους καλεσμένους δεν είναι ζωντανοί, αλλά βαμπίρ. Του δείχνει μια όμορφη νεαρή κοπέλα, τη Ντάσα, και τον ενημερώνει ότι σύντομα θα πέσει θύμα της γιαγιάς της που είναι βαμπίρ, όπως συνέβη και στη μητέρα της. Ο έκπληκτος Ρουνέβσκι πληροφορείται ότι ο συνομιλητής του Ριμπαρένκο θεωρείται τρελός. Ωστόσο, αρχίζει να ενδιαφέρεται όλο και περισσότερο για την όμορφη Ντάσα και την οικογένειά της. Σύντομα γνωρίζεται με τη γιαγιά της και ερωτεύεται τη Ντάσα. Επισκέπτεται το κτήμα τους, αλλά την πρώτη νύχτα που περνάει εκεί, ανακαλύπτει ότι κάτι ασυνήθιστο συμβαίνει. Κατά τη διάρκεια του ύπνου του βλέπει περίεργα οράματα, πυρετώδη όνειρα και εφιάλτες και δεν είναι σίγουρος αν ό,τι είδε είναι πραγματικότητα ή φαντασία. [5]

Ο ίδιος άγνωστος, ο Ριμπαρένκο, αφηγείται αργότερα στον Ρουνέβσκι ότι δεν είναι τρελός, αλλά ομολογεί ότι η υγεία του και η ψυχική του κατάσταση έχουν επηρεαστεί από υπερφυσικά γεγονότα που βίωσε στην Ιταλία λίγα χρόνια νωρίτερα, όταν με δύο φίλους του διανυκτέρευσαν σε μια καταραμένη έπαυλη.

Τελικά αποκαλύπτεται ότι τα γεγονότα της Ιταλίας συνδέονται με την έπαυλη της στρατηγίνας και η οικογένεια της Ντάσα έχει κληρονομήσει μια αρχαία κατάρα από μια άπιστη γυναίκα που είχε σκοτώσει τον άντρα της. Πεθαίνοντας, ο σύζυγος έκανε τους κληρονόμους της γυναίκας του να βασανίζονται από μια μάστιγα τρέλας και βαμπιρισμού. Η δολοφόνος σύζυγος τρελάθηκε και κατέληξε να αυτοκτονήσει. Η γιαγιά της Ντάσα είχε κληρονομήσει την κατάρα ως βαμπίρ και είχε σκοτώσει την κόρη της και ήταν έτοιμη να σκοτώσει και την εγγονή της. Όταν σπάει η κατάρα, η Ντάσα απορρίπτει την ιδέα ότι όλα οφείλονταν σε υπερφυσικά φαινόμενα, αποδίδοντάς τους φυσική εξήγηση, αλλά ο Ρουνέβσκι αμφιβάλλει.[5]

Πολλαπλή ερμηνεία Επεξεργασία

Η έλλειψη αντικειμενικής αξιολόγησης της αφήγησης προσφέρει στον αναγνώστη μια επιλογή μεταξύ τριών απόψεων: πρώτον, όλα τα γεγονότα που συνέβησαν στον ήρωα μπορούν να εξηγηθούν λογικά, δεύτερον, κυριαρχεί η απόλυτη πίστη στο εξωπραγματικό (η άποψη του Ριμπαρένκο) και τρίτον, η αλήθεια της ύπαρξης των απόκοσμων δυνάμεων δεν μπορεί να διαπιστωθεί με σαφήνεια (η άποψη του Ρουνέβσκι).

Μετάφραση στα ελληνικά Επεξεργασία

  • Βαμπίρ, μετάφραση: Χρήστος Κεφαλής, εκδόσεις Κριτική, 1989 [6]

Διασκευές Επεξεργασία

  • Upiór - Πολωνική τηλεοπτική ταινία του 1967 [7] [8]
  • The Phantom ( Пьющие кровь ) - Σοβιετική ταινία του 1991 [9]

Παραπομπές Επεξεργασία