Βασιλεύς του Σουμέρ και του Ακκάδ

Ο Βασιλεύς του Σουμέρ και του Ακκάδ (Σουμεριακή γλώσσα : "𒈗𒆠𒂗𒄀𒆠𒌵", Ακκαδική γλώσσα : "šar māt Šumeri u Akkadi") ήταν βασιλικός τίτλος στην αρχαία Μεσοποταμία. Ο τίτλος συνδύαζε τους δύο προγενέστερους "βασιλεύς του Ακκάδ" που κυβερνούσε την Ακκαδική αυτοκρατορία και "βασιλεύς του Σουμέρ" που κυβερνούσε τους Σουμέριους. Ο κάτοχος του τίτλου θα μπορούσε να αποκτήσει την δόξα του Ακκάδιου αυτοκράτορα Σαργών του Μέγα (2334-2154 π.Χ.) ο οποίος είχε και τον τίτλο του "βασιλέως του Σουμέρ". Οι Ακκάδιοι βασιλείς απόγονοι του Σαργών του Μέγα χρησιμοποίησαν χωριστά τους δύο τίτλους χωρίς να τους ενσωματώσουν σε έναν. Ο πανίσχυρος Σουμέριος βασιλιάς Ουρ-Ναμμού που ίδρυσε την Τρίτη Δυναστεία της Ουρ (2112-2095 π.Χ.) δημιούργησε για πρώτη φορά τον ενιαίο τίτλο για να τονίσει την καθολική του εξουσία τόσο στην βόρεια όσο και στην νότια Μεσοποταμία. Στα μετέπειτα ιστορικούς χρόνους τον τίτλο χρησιμοποίησαν οι αυτοκράτορες της Βαβυλώνας την εποχή που κατέκτησαν την Κάτω Μεσοποταμία. Για τους βασιλείς της Ασσυρίας ο τίτλος ήταν για αυτούς ένδειξη ότι είχαν την εξουσία στην Βαβυλώνα, τον χρησιμοποιούσαν ακόμα και όταν έχασαν την πόλη όταν ιδρύθηκε η Νεο-Βαβυλωνιακή αυτοκρατορία. Ο τελευταίος που χρησιμοποίησε τον τίτλο "βασιλεύς του Σουμέρ και του Ακκάδ" ήταν ο Κύρος Β΄ της Περσίας που ίδρυσε την Αχαιμενιδική Αυτοκρατορία, τον οικοιοποιήθηκε μετά την κατάκτηση της Βαβυλώνας (539 π.Χ.)

Σουμεριακή κυλινδρική σφραγίδα του βασιλιά Ουρ-Ναμμού

Οι Ακκάδες Επεξεργασία

 
Σουμεριακή κυλινδρική σφραγίδα του βασιλιά Σουλγκί

Τον 24ο/23ο αιώνα π.Χ. ο Σαργκών του Ακκάδ ίδρυσε την πρώτη μεγάλη αυτοκρατορία που περιείχε ολόκληρη την Μεσοποταμία, έμεινε γνωστή ως Ακκαδική αυτοκρατορία με πρωτεύουσα την Ακκάδ. Η Ακκαδική αυτοκρατορία επεκτεινόταν σε ολόκληρη την νότια Μεσοποταμία γνωστή ως Σουμερία, την αποτελούσαν μέχρι τότε πολλές πόλεις-κράτη που μάχονταν μεταξύ τους για την κυριαρχία στα υπόλοιπα.[1] Με τον τρόπο αυτό ο Σαργκών Α΄ και οι απόγονοι από την οικογένεια του απέκτησαν τον πρόσθετο τίτλο του "βασιλέως της Σουμέρ".[2] Οι Ακκάδιοι βασιλείς απέκτησαν σαφώς και νέους τίτλους όπως "βασιλεύς του Σύμπαντος", ο εγγονός του Ναράμ-Σιν δημιούργησε τον τίτλο "βασιλεύς των τεσσάρων μερών".[3] Η πολιτική ένωση του Σουμέρ και του Ακκάδ δημιούργησε την μεγαλύτερη και αρχαιότερη αυτοκρατορία όλων των εποχών. Ο Σαργών Α΄ και ο εγγονός του Ναράμ-Σιν μνημονεύονταν από όλους τους βασιλείς, μέχρι το τέλος της αρχαιότητας σαν οι πιο θρυλικές μορφές.[4] Στην εποχή της βασιλείας του Ναράμ-Σιν και του γιου του Σαρ-Καλί-Σαρί ξεκίνησε η κατάρρευση της Ακκαδικής αυτοκρατορίας με τις επιδρομές των νομάδων Γκούτι.[5][6] Οι Γκούτι κατέστρεψαν την πόλη του Ακκάδ (2100 π.Χ.) και ανέτρεψαν βίαια την Σημιτική δυναστεία του Σαργών του Μέγα. Η κυριαρχία τους ωστόσο δεν κράτησε για πολύ, οι Σουμέριοι βασιλείς της Ουρούκ θα τους εκδιώξουν και θα ιδρύσουν την Τρίτη δυναστεία της Ουρ ή Νεο-Σουμεριακή αυτοκρατορία.[7]

Δημιουργία του τίτλου Επεξεργασία

 
Η Αυτοκρατορία των Ακκάδων επί Ναράμ Σιμ, στο μέγιστο της ισχύος της

Ο ιδρυτής της Τρίτης δυναστείας της Ουρ Ουρ-Ναμμού συνδύασε τους δύο τίτλους "βασιλιάς του Σουμέρ" και "βασιλιάς του Ακκάδ" για να δημιουργήσει τον νέο διευρυμένο τίτλο "βασιλιάς του Σουμέρ και του Ακκάδ".[8] Η πράξη του αυτή οφείλεται στην προσπάθεια του να ενώσει ολόκληρη την Μεσοποταμία σε μια ενωμένη αυτοκρατορία υπό την εξουσία του.[9] Τους τίτλους αυτούς χρησιμοποιούσαν οι Ακκάδιοι αυτοκράτορες αλλά ξεχωριστά μεταξύ τους, σύμφωνα με πολλούς μελετητές ο Σαργών ο Μέγας ήταν κατηγορηματικά αντίθετος στην ένωση των δύο εθνοτήτων με τον ίδιο βασιλικό τίτλο.[10] Στην πρώιμη βασιλεία της Σουμεριακής Μεσοποταμίας υπήρχαν βασιλείς που χρησιμοποιούσαν πριν την Ουρ 3 διπλό τίτλο, συσχετιζόταν όμως πάντα με τις δύο μεγαλύτερες πόλεις της Σουμερίας Ουρ και Ουρούκ. Πολλές φορές οι πόλεις επαναλαμβάνονταν στον τίτλο όπως "βασιλιάς της Ουρ και βασιλιάς της Ουρούκ" αλλά πάντα είχαν στόχο να δείξουν την κυριαρχία του βασιλιά μέσω της συγκεκριμένης πόλης.[11] Με την δημιουργία των νέων εντυπωσιακών τίτλων όπως "βασιλιάς των τεσσάρων μερών", "βασιλιάς του Σύμπαντος", "βασιλιάς του Σουμέρ και του Ακκάδ" ο βασιλιάς ήθελε να δείξει την προσωπική του κυριαρχία ανεξάρτητα από την πόλη.[12]

Πολλοί ιστορικοί ισχυρίζονται ότι ο Ουρ-Ναμμού αντέγραψε τον βασιλιά των Χουρριτών που έκανε τότε την ίδια κίνηση ενώνοντας αντίστοιχους τίτλους. Την ένωση των τίτλων αναγνώρισε το ιερατείο της Νιππούρ, θρησκευτικό κέντρο των Σουμερίων που ον έστεψε επίσης ως "βασιλιά ανατολικά και δυτικά της Νιππούρ".[13] Οι τίτλοι αυτοί καταγράφονται επίσημα σε πινακίδες μόνο για τον Ουρ-Ναμμού και τον γιο του Σουλγκί, είναι βέβαιο ωστόσο ότι τον χρησιμοποίησαν και οι επόμενοι βασιλείς της Τρίτης δυναστείας.[14] Μετά την κατάρρευση της Τρίτης Δυναστείας της Ουρ, η Δυναστεία της Ισίν (1953 - 1717 π.Χ.) που κέρδισε αργότερα ξανά τον έλεγχο της Σουμερίας εξακολουθούσε να χρησιμοποιεί τον ίδιο τίτλο.[15] Οι βασιλείς της Σουμερίας επιθυμούσαν τον τίτλο αυτόν επειδή αναγνώριζε την εξουσία τους στην βόρεια Μεσοποταμία η οποία είχε σημαντικά οικονομικά και εμπορικά πλεονεκτήματα σε σχέση με την νότια.[16]

Βαβυλώνιοι και Ασσύριοι βασιλείς Επεξεργασία

 
Ο Τιγκλάθ Πιλεσέρ Γ΄, πρώτος από τους νεότερους Ασσύριους βασιλείς που χρησιμοποίησε τον τίτλο

Μετά την κατάρρευση της δυναστείας της Ισίν ο βασιλιάς της Λάρσα Ριμ-Σιν Α΄ διεκδίκησε το βασίλειο των Σουμερίων αλλά ηττήθηκε από τον βασιλιά της Βαβυλώνας Χαμουραμπί (1728 - 1686 π.Χ.) που τελικά το κατέκτησε.[17] Ο Χαμουραμπί επέκτεινε σταδιακά την κυριαρχία του σε ολόκληρη την Μεσοποταμία, οι κατακτήσεις του επεκτάθηκαν είτε με την βία είτε με τον εξαναγκασμό στον τοπικό πληθυσμό να πληρώσει φόρο υποτέλειας. Μετά την ολοκλήρωση των κατακτήσεων του ο Χαμουραμπί πήρε τον παραδοσιακό τίτλο του "βασιλέως του Σουμέρ και του Ακκάδ" που είχε καθιερώσει ο Ουρ-Ναμμού, εμφανίζεται σε όλους τους διαδόχους του μέχρι τον 8ο αιώνα π.Χ.[18] Οι Ασσύριοι βασιλείς που διαδέχθηκαν τον Χαμουραμπί και είχαν υπό τον έλεγχο τους την Βαβυλώνα και την Σουμερία χρησιμοποίησαν τον τίτλο του "βασιλέως του Σουμέρ και του Ακκάδ". Ο πρώτος Ασσύριος βασιλιάς που χρησιμοποίησε τον τίτλο ήταν ο Τικουλτί Νινουρτά Α΄ (1244 - 1208 π.Χ.). Μετά την βασιλεία του η Βαβυλώνα ανέκτησε την ανεξαρτησία της και ο τίτλος δεν χρησιμοποιήθηκε για 500 χρόνια με προσωρινή εξαίρεση του Σαμσί Αντάντ Ε΄ (824 - 811 π.Χ.), μέχρι την εποχή που η Βαβυλώνα κατακτήθηκε ξανά από τον Τιγκλάθ Πιλεσέρ Γ΄ (745 - 727 π.Χ.). Μετά την βασιλεία του Τιγκλάθ Πιλεσέρ Γ΄ οι Βαβυλώνιοι επαναστάτησαν απέναντι στον γιο του Σαργών Β΄ (722 - 705 π.Χ.) που αναγκάστηκε να κατακτήσει ξανά την γη ώστε να μπορέσει να ανακτήσει τον τίτλο. Ο γιος του Σαργών Β΄ Σενναχειρείμ για άγνωστους λόγους εγκατέλειψε τον τίτλο αλλά τον επανάφερε ο εγγονός του Εσαρχαδδών.[19] Με την δημιουργία της νέας πανίσχυρης Ασσυριακής αυτοκρατορίας οι βασιλιάδες διεκδίκησαν όλους τους παλιότερους τίτλους για να νομιμοποιήσουν την εξουσία τους. Η ορολογία "Σουμέριοι" αφορούσε όλες τις περιοχές στην νότια Μεσοποταμία και η ορολογία "Ακκάδιοι" τις αντίστοιχες στα βόρεια.[20] Ο τίτλος για τους Ασσύριους δεν αντιστοιχούσε μονάχα την κληρονομιά τους από τον Ακκάδιο αυτοκράτορα Σαργών τον Μέγα αλλά και την κυριαρχία τους στην Βαβυλώνα.[21] Την εποχή που οι Ασσύριοι έχασαν την Βαβυλώνα σταμάτησαν να χρησιμοποιούν τον τίτλο, τον οικειοποιήθηκε ο νέος βασιλιάς της Βαβυλώνας Ναβοπολάσσαρ (626-605 π.Χ.), το ίδιο έκαναν και οι απόγονοι του μέχρι την πτώση της δυναστείας.[22]

Κύρος ο Μέγας Επεξεργασία

Όταν ίδρυσε ο Κύρος ο Μέγας την αυτοκρατορία των Αχαιμενιδών (539 π.Χ.) κατέκτησε την πόλη της Βαβυλώνας τερματίζοντας την Βαβυλωνιακή αυτοκρατορία, δημιούργησε τον περίφημο "κύλινδρο του Κύρου" με επιγραφές σε σφηνοειδή Ακκαδική γραφή.[23] Στον κύλινδρο του Κύρου καταγράφονται οι τίτλοι του, ανάμεσα τους ήταν οι τίτλοι "βασιλεύς της Βαβυλώνας", "βασιλεύς του Σουμέρ και του Ακκάδ" και "βασιλεύς των τεσσάρων μερών".[24][25] Τους περισσότερους τίτλους με εξαίρεση του "βασιλέως της Βαβυλώνας" δεν χρησιμοποιήθηκαν από τους διαδόχους του σε αντίθεση με τους υπόλοιπους τίτλους της Μεσοποταμίας.[26] Ο τίτλος "βασιλεύς των βασιλέων" που είχαν ως έμβλημα οι βασιλείς της Περσίας μέχρι τα νεότερα χρόνια χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από τον βασιλιά της Ασσυρίας Τικουλτί-Νινουρτά Α΄ τον 13ο αιώνα, τον Ασσύριο βασιλιά που κατέκτησε την Βαβυλώνα.[27] Ο τίτλος "βασιλεύς της γης" που χρησιμοποιούσαν οι Πέρσες βασιλείς από την εποχή του Σαλμανασέρ Γ΄ (859-824 π.Χ.) υιοθετήθηκε από τον Κύρο τον Μέγα και τους διαδόχους του.[28]

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. Liverani 2013, σσ. 120–121
  2. Da Riva 2013, σ. 72
  3. Levin 2002, σ. 362
  4. Charpin 2011, σ. 810
  5. Levin 2002, σ. 360
  6. Bachvarova 2012, σ. 102
  7. De Mieroop 2004, σ. 67
  8. Da Riva 2013, σ. 72
  9. Maeda 1981, σ. 5
  10. Hallo 1980, σ. 192
  11. Hallo 1980, σ. 192
  12. Maeda 1981, σ. 7
  13. Hallo 1980, σ. 192
  14. Hallo 1980, σ. 192
  15. Porter 1994, σ. 79
  16. Maeda 1981, σ. 5
  17. Charpin 2011, σ. 817
  18. Porter 1994, σ. 79
  19. Porter 1994, σ. 79
  20. Karlsson 2016, σ. 151
  21. Porter 1994, σ. 79
  22. Da Riva 2013, σ. 72
  23. https://www.britishmuseum.org/collection/object/W_1880-0617-1941
  24. https://www.kavehfarrokh.com/iranian-studies/iranica/achaemenid-era/a-new-translation-of-the-cyrus-cylinder-by-the-british-museum/
  25. https://www.livius.org/sources/content/cyrus-cylinder/cyrus-cylinder-translation/
  26. Peat 1989, σ. 199
  27. Handy 1994, σ. 112
  28. Peat 1989, σ. 199

Πηγές Επεξεργασία

  • Bachvarova, Mary R. (2012). "From "Kingship in Heaven" to King Lists: Syro-Anatolian Courts and the History of the World". Journal of Ancient Near Eastern Religions. 12 (1): 97–118.
  • Charpin, Dominique (2011). "The History of Ancient Mesopotamia: An Overview". The Cambridge World History. Vol. 4.
  • Da Riva, Rocío (2013). The Inscriptions of Nabopolassar, Amel-Marduk and Neriglissar. Walter de Gruyter.
  • De Mieroop, Marc Van (2004). A History of the Ancient Near East ca. 3000 - 323 BC. Blackwell Publishing.
  • Edzard, Dietz Otto (2003). Sumerian Grammar. BRILL.
  • Goetze, Albrecht (1964). "The Kassites and near Eastern Chronology". Journal of Cuneiform Studies. 18 (4): 97–101.
  • Hallo, William W. (1967). "New Texts from the Reign of Sin-iddinam". Journal of Cuneiform Studies. 21: 95–99.
  • Hallo, William W. (1980). "Royal Titles from the Mesopotamian Periphery". Anatolian Studies. 30: 189–195.
  • Handy, Lowell K. (1994). Among the host of Heaven: the Syro-Palestinian pantheon as bureaucracy. Eisenbrauns.
  • Hill, Jane A.; Jones, Philip; Morales, Antonio J. (2013). Experiencing Power, Generating Authority: Cosmos, Politics, and the Ideology of Kingship in Ancient Egypt and Mesopotamia. *University of Pennsylvania Press. =
  • Karlsson, Mattias (2016). Relations of Power in Early Neo-Assyrian State Ideology. Walter de Gruyter GmbH & Co KG.
  • Karlsson, Mattias (2017). Assyrian Royal Titulary in Babylonia (Manuscript). Uppsala University.
  • Levin, Yigal (2002). "Nimrod the Mighty, King of Kish, King of Sumer and Akkad". Vetus Testamentum. 52 (3): 350–366.
  • Liverani, Mario (2013). The Ancient Near East: History, Society and Economy. Routledge.
  • Luckenbill, Daniel David (1925). "The First Inscription of Shalmaneser V". The American Journal of Semitic Languages and Literatures. 41 (3): 162–164.
  • Maeda, Tohru (1981). ""King of Kish" in Pre-Sargonic Sumer". Orient. 17: 1–17. =
  • Miller, James Maxwell (1986). A History of Ancient Israel and Judah. Westminster John Knox Press.
  • Peat, Jerome (1989). "Cyrus "King of Lands," Cambyses "King of Babylon": The Disputed Co-Regency". Journal of Cuneiform Studies. 41 (2): 199–216.
  • Porter, Barbara N. (1994). Images, Power, and Politics: Figurative Aspects of Esarhaddon's Babylonian Policy. American Philosophical Society.
  • Soares, Filipe (2017). "The titles 'King of Sumer and Akkad' and 'King of Karduniaš', and the Assyro-Babylonian relationship during the Sargonid Period" (PDF). Rosetta. 19: 20–35.